Ας δούμε τα δεδομένα που έχουμε μέχρι τώρα. Ο Ιππόδρομος έφυγε με τους Ολυμπιακούς του 2004 από το Φάληρο και πήγε στο Μαρκόπουλο. Το Φαληρικό Δέλτα έμεινε άδειο. Τα χρόνια περνούσαν, η Αθήνα έχασε για τα καλά το στοίχημα των Ολυμπιακών Αγώνων, τα άλογα πήραν ρεπό και έπαθαν κατάθλιψη στα Μεσόγεια, η οικονομική κρίση μάς χτύπησε και όλα σταμάτησαν. Όλα εκτός από το χρόνο. Και το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος στην προκειμένη περίπτωση. Και φτάσαμε στο 2014. Στη θέση του άδειου Ιπποδρόμου υπάρχει ένα τεράστιο εργοτάξιο. Το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος ετοιμάζεται σε λίγο περισσότερο από ένα χρόνο από τώρα να φιλοξενήσει το νέο κτίριο της Λυρικής Σκηνής, τη Νέα Εθνική Βιβλιοθήκη και ένα σύγχρονο πάρκο. Μέσα σε όλα αυτά εμφανίζεται και ο Γιάννης Τροχόπουλος, διευθυντής του οργανισμού Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και όλη αυτή η προσπάθεια αποκτά ένα πρόσωπο.
Ο Γιάννης Τροχόπουλος πριν κατέβει στην πρωτεύουσα ζούσε στη Βέροια. Γενικά από την Αθήνα δεν ξέρει και πολλά. Δηλαδή δεν ξέρει όσα γνωρίζει από οργάνωση και διοίκηση βιβλιοθηκών. Έγινε γνωστός στο πανελλήνιο όταν το Ίδρυμα του Bill Gates βράβευσε με 1.000.000 ευρώ την προσπάθεια που έκανε αυτός και οι συνάδελφοί του στη βιβλιοθήκη της Βέροιας. Χωρίς τη δωρεά, μπορεί να μην είχε δημιουργηθεί τόσος μεγάλος ντόρος αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η δουλειά στη Βέροια δεν θα είχε γίνει. Σε μια χώρα που αποστρέφεται την ανάγνωση, μια πόλη είχε μετατρέψει σε κέντρο της την βιβλιοθήκη. Όλα αυτά χάρη στην προσπάθεια ενός επίμονου δημοσίου υπαλλήλου που απλά επέλεξε να κάνει τη δουλειά του και να μη βολευτεί.
Συναντηθήκαμε ένα κυριακάτικο πρωινό στο Χαϊδάρι έξω από την Δημοτική Βιβλιοθήκη. Aπό εκεί ξεκινούσε το Ταξίδι για το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Επώνυμοι μαζεύονται τις Κυριακές σε διάφορα σημεία της Αττικής και στις εκεί βιβλιοθήκες και διαβάζουν ένα απόσπασμα στο κοινό. Έτσι, από το τοπικό θα οδηγηθούμε στο εθνικό που θα είναι νέα βάση και οι νέες δυνατότητες της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Η συνέντευξη του Γιάννη Τροχόπουλου έρχεται σε συνέχεια του εντυπωσιακού βίντεο με το ελικόπτερο της Popaganda από το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και πριν από μια φωτογραφική ξενάγηση στο εργοτάξιο που έρχεται στο site τις επόμενες ημέρες.
Μετά την εκκλησία το πρωί, θα πηγαίνουμε στη βιβλιοθήκη; Αυτό είναι το σχέδιο; Ε, όχι απαραίτητα. Μπορεί να πηγαίνεις πρώτα στη βιβλιοθήκη.
Ποια είναι η κεντρική ιδέα πίσω από τις δημόσιες αυτές αναγνώσεις; Παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον το τι διαλέγουν να διαβάσουν δημόσια οι άνθρωποι. Για σκέψου, πώς θα ήταν να διαβάζουμε όλοι δημόσια; Μου έκανε φοβερή εντύπωση. Τι εμπειρία προκαλεί σε αυτόν που διαβάζει, αλλά και σ’ αυτόν που ακούει. Νομίζω σαν παράδειγμα, μπορεί να μεγεθυνθεί και ν’ αλλάξει πράγματα στη ζωή του ανθρώπου, να την κάνει πιο ενδιαφέρουσα. Γιατί αυτό που προσπαθούμε με μεγάλο αγώνα είναι να μην είναι βαρετή η ζωή μας. Βέβαια, τα καθημερινά προβλήματα ποικίλλουν. Δεν μπορείς να πεις σε κάποιον που αγωνίζεται καθημερινά ότι είναι βαρετή η ζωή του. Η ανάγνωση δημιουργεί έναν διαφορετικό κόσμο. Εγώ, έχοντας διαβάσει το ίδιο κείμενο με διαφορά είκοσι χρόνων, έχω δει άλλα πράγματα να μου κάνουν εντύπωση. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί εύκολα. Μόνο αν εξασκηθείς, άμα διαβάζεις, αρχίζεις να δημιουργείς ένα άλλο περιβάλλον.
Έτσι λένε για τα smartphones, ότι δεν σου επιτρέπουν να βαρεθείς. Αν και τελικά, βαριέσαι και αυτά. Έχουν επιτυχία, γιατί νομίζω, ότι σου δίνουν τη δυνατότητα να ξεφύγεις από την αμηχανία του να μην έχεις να κάνεις κάτι. Αλλά είναι προφανές, ότι σε κάποιο σημείο θα το βαρεθείς κι αυτό.
Πώς θα γυρίσουμε στο βιβλίο τώρα; Νομίζω ότι ο κόσμος έχει επιστρέψει στο βιβλίο. Μου κάνουν εντύπωση οι άνθρωποι στο Μετρό, δεν υπάρχει μέρα που να μην βλέπω κάποιον να διαβάζει. Τώρα τους βλέπω και όρθιους να διαβάζουν. Αυτό που βλέπαμε στο εξωτερικό και το ζηλεύαμε. Όλα είναι θέμα μιας παιδείας και δημιουργίας ενός περιβάλλοντος. Εδώ, άμα δείτε μέσα, και στις περισσότερες βιβλιοθήκες στην Αθήνα, είναι δύσκολο να δεχθεί κανείς να μπει μέσα, γιατί είναι βαρετές από τη φύση τους. Έχουν πάρα πολλά βιβλία, σε σημείο που στενάζεις από το βάρος της σοφίας, σε φέρνει σε απόγνωση. Έπρεπε να έχουν λιγότερα. Και να υπάρχουν συνθήκες χαλαρότητος, μια ελαφρότητα. Δεν έχουμε ανάγκη να δημιουργήσουμε μια σοβαροφάνεια, γιατί καταρχάς δεν πρέπει να διαβάζουμε. Αυτό δημιουργείται από μια ανάγκη, δεν μας υποχρεώνει κανείς να διαβάζουμε. Οι γονείς πρέπει στα παιδιά τους να διαβάζουν ιστορίες, παραμύθια. Να συμφιλιωθούμε με αυτό το πράγμα που θα μας κάνει να υποφέρουμε μετά στη ζωή μας. Γιατί εδώ δεν μπορούμε να υποφέρουμε καμία δυσκολία. Με το παραμικρό παραπονιόμαστε. Τα βιβλία -και η μουσική- σε βοηθάνε.
Πώς βλέπετε το ρόλο της βιβλιοθήκης στην τοπική κοινωνία; Επειδή παρήλθε το πλήρωμα του χρόνου, πρέπει να σώσουμε ότι μπορούμε. Για να γίνει αυτό, πρέπει να αφήσουμε αυτούς που είναι πολύ δημιουργικοί να μπουν μέσα, για να τους δοθεί η ευκαιρία να το κάνουν όπως θέλουν. Στη μικρή κοινωνία, είναι πιο εύκολο να βρεις ποιοι παίζουν μουσική, ποιοι γράφουν, ποιοι παίζουν θέατρο και να τους πεις: «Εγώ, σαν Δήμος, σας παρέχω αυτόν το χώρο, πείτε μου κατ’ αρχάς τι θέλετε να αλλάξετε για να είναι πιο ευχάριστος και μετά να κάνουμε έναν χώρο αποκλειστικά για τα παιδιά».
Λεφτά δεν πρέπει να δώσει ο κάθε Δήμος; Κανονικά πρέπει να δώσουν, για να δείξουν ότι είναι προτεραιότητα. Επειδή φαντάζομαι ότι δεν τα έχουν, μάλλον πρέπει να γίνει εκ των ενόντων. Με πράγματα που θα είναι πάρα πολύ φθηνά, θα υπάρχει περισσότερη ενέργεια. Όχι ότι δεν χρειάζεται να πληρώνονται οι άνθρωποι. Μη φτάσουμε και στο σημείο να μην πληρώνεται κανείς. Πρέπει τα παιδιά που βρίσκονται στο σχολείο να μάθουν να εργάζονται εθελοντικά, να δίνουν το παράδειγμα προς τους μικρότερους. Ενώ, και οι μεγάλοι άνθρωποι, που έχουν ένα τρόπο ζωής, θα μπορούν να εργάζονται εθελοντικά. Απλώς, όταν έχεις φτάσει στο μηδέν, πρέπει να δημιουργήσεις ένα περιβάλλον ώστε να γίνει μια αρχή. Η αρχή αυτή όμως, δεν μπορεί να γίνει έτσι. Φυσικά πρέπει να πληρώσουμε, αλλά για να πληρώσουμε, πρέπει να βρούμε τα λεφτά από κάπου και συνήθως τα λεφτά βρίσκονται όταν αρχίζει και δημιουργείται το λεγόμενο buzz. Και βέβαια, ο “πλούτος” της χώρας, αυτό που λέω πάντα, άμα δεν θέλει να ζει σε καθεστώς ανασφάλειας και θέλει να αλλάξει η χώρα, πρέπει να βοηθήσει. Γιατί, αν καταρρεύσει η χώρα, δεν καταρρέει και αυτοί θα συνεχίσουν να ζουν μια χαρά. Δεν θα είναι και αυτοί μέρος του προβλήματος; Νομίζω ότι πολύς κόσμος αισθάνεται ότι δεν τον αφορά. Αν ο μέσος Έλληνας δεν βγάλει από το νου του ότι «αυτό δεν γίνεται στη χώρα μας», δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Γιατί τα επόμενα 30-40 χρόνια, δε θα έχει πόρους. Είμαστε στο περιθώριο της δημιουργικής πορείας των εθνών και παρακμάζουμε.