Όσο αφορά τους χώρους κατοίκησης, η Έλενα Ζαμπέλη και η Κατερίνα Χρυσανθοπούλου αντιμετώπισαν την οικονομική κρίση σαν «ευκαιρία» για να στραφούν στη λιτότητα.
Οι δυο τους αποτελούν το αρχιτεκτονικό γραφείο ΜοΥ studio και πιστεύουν πως η απλοποίηση των χώρων και των αναγκών μπορεί να φέρει ουσιαστική ανανέωση. Όπως εξηγούν, «η απομάκρυνση από την υπερσυγκέντρωση και την υπερκατανάλωση του παρελθόντος αλλά και την άκριτη αναπαραγωγή “trends” είναι θετικά στοιχεία που μπορεί να οδηγήσουν σε πιο δημιουργικές εκφράσεις από τους αρχιτέκτονες».
Θεωρούν επίσης πολύ σημαντική τη στροφή προς υλικά και αντικείμενα διαχρονικά, σε επίπεδο αντοχής και αισθητικής, και κατά το δυνατόν εγχώρια, όπως το μάρμαρο. Κι επειδή η διαχείριση του προϋπολογισμού είναι καίρια σε κάθε έργο, ακολουθούν πιστά το «λίγα και καλά». Το ΜοΥ studio μας παρουσιάζει τέσσερα έργα με ευφάνταστα ονόματα, τέσσερις όμορφους χώρους κατοίκησης στην Αθήνα.
Πρόκειται για μία ανακαίνιση διαμερίσματος στο Λυκαβηττό που έγινε σε ελάχιστο χρόνο προκειμένου να μετακομίσει εκεί ένα ζευγάρι με το πρώτο του παιδί. Παρά τα στενά χρονικά περιθώρια ήταν μια μοναδική ευκαιρία να επενδύσουν το νέο αυτό χώρο με τα όνειρα και τις προβολές τους για το μέλλον. Η λέξη κλειδί εδώ ήταν «προτεραιότητες» και αυτές ήταν: Ένας χώρος για τα πολλά και αγαπημένα βιβλία τους και μια κουζίνα όπου θα περνούσαν αμέτρητες οικογενειακές ώρες αλλά και πολλές βραδιές με φίλους.
Η βιβλιοθήκη εξελίχθηκε σε μια συνεχή γραμμή από μασίφ ξύλο δρυός που διατρέχει τον λευκό τοίχο του σαλονιού, αγκαλιάζει το τζάκι, διακόπτεται για να αφήσει κενό για προβολές ταινιών, παχαίνει για να δημιουργήσει αποθηκευτικούς χώρους και δημιουργεί διάσπαρτα ξύλινα «αγκάθια» ως βιβλιοστάτες κάθετους και οριζόντιους.
Η κουζίνα έγινε με συνδυασμό δρύινων ντουλαπιών, πάγκου από αγυάλιστο μάρμαρο στο χρώμα της άμμου και πλακάκια στο χρώμα της ελιάς. Τα τελευταία συνομιλούν με τον πράσινο λόφο του Λυκαβηττού που βρίσκεται αντικριστά τους. Τέλος, ο ένας τοίχος βάφτηκε σαν μαυροπίνακας για να φιλοξενεί ανά πάσα στιγμή τις καλλιτεχνικές ανησυχίες της οικογένειας.
Το έργο αυτό έχει δανειστεί τον τίτλο του από το ομώνυμο κόμικ της Julie Maroh του 2010. Η πρώτη επίσκεψη σε αυτό το δώμα 10 τ.μ στο Κολωνάκι, αποκάλυψε ένα καταπιεστικό χώρο με στενό μπαλκόνι σε ακάλυπτο, όπου τοποθετώντας κανείς ένα κρεβάτι, ένα ψυγείο κι ένα χαμηλό ντουλάπι για τα απολύτως απαραίτητα, μετά βίας απέμενε η δυνατότητα κίνησης και ακόμα λιγότερο η επιθυμία παραμονής.
Ήταν δύσκολο σε αυτό το πλαίσιο να φανταστεί κανείς ένα χώρο ευχάριστο, προς τουριστική αξιοποίηση, όπως επιθυμούσαν οι πελάτες. Μόνο πλεονέκτημα: η ταράτσα όπου βρίσκεται το δώμα, η οποία απολαμβάνει την πανοραμική θέα της Αθήνας και της Ακρόπολης.
Με αυτό το σημείο σαν αφετηρία οραματιστήκαμε ένα ριζικά διαφορετικό χώρο στην υλικότητα, τη λειτουργία, τον προσανατολισμό και το χρώμα. Ανατρέχοντας στην ιαπωνική αρχιτεκτονική όπου η εξαιρετική οικονομία του χώρου υπαγορεύει λιτότητα στην κατοίκηση χωρίς εκπτώσεις στην αισθητική, σχεδιάσαμε ένα δωμάτιο – έπιπλο που δεν αφήνει αναξιοποίητο κανένα σημείο, σε δάπεδο ή τοίχο αμβλύνοντας την εμπειρία του χρήστη.
Ένας τοίχος αφαιρέθηκε εξ’ολοκλήρου και αντικαταστάθηκε από τζαμαρία προς την εξαιρετική θέα, ενώ άλλος ένας μετατράπηκε σε καθρέφτη. Οι δύο αυτές χειρονομίες απελευθέρωσαν μονομιάς το δώμα από την κλειστοφοβική του αίσθηση.
Το δάπεδο, εκτός από ένα στενό πέρασμα κίνησης, ανασηκώθηκε ελαφρά για να τοποθετηθεί το στρώμα, το «καθιστικό» σε μαξιλάρια και τον πάγκο για την παρασκευή του πρωινού. Κάτω από το επίπεδο αυτό αποθηκεύονται όλα τα απαραίτητα αντικείμενα. Το δάπεδο επεκτάθηκε σαν χαμηλό περβάζι έξω από το δώμα και χρησιμοποιείται σαν εξωτερικός πάγκος. Ένα χαμηλό σκαλοπατάκι χρησιμοποιείται και σαν τραπεζάκι για καφέ.
Το δωμάτιο καθαρίστηκε πλήρως από πόρτες, κάσες, κορνίζες, γύψινα και άλλα στοιχεία που εμπόδιζαν την απλοποίηση των γεωμετριών του. Κατασκευάστηκε νέα ημιδιαφανής πόρτα για το μπάνιο ώστε να παραλαμβάνει έστω και έμμεσα φυσικό φως. Μικρές καβίλιες βιδώθηκαν πίσω από την εξώπορτα για κρέμασμα ρούχων και τα φώτα ξανασχεδιάστηκαν για να μην είναι εμφανή. Τέλος, όλο το δάπεδο, εντός και εκτός του δώματος βάφτηκε θαλασσί δημιουργώντας μια οπτική συνέχεια με το θερινό αθηναϊκό ουρανό.
Η πολυκατοικία, εποχής μεσοπολέμου, ήταν κάποτε πολυτελής, τώρα ταλαιπωρημένη. Παρά την εγκατάλειψη, ο δυνατός χαρακτήρας του διαμερίσματος ήταν αμέσως εμφανής. Παρκέ με γεωμετρικά σχήματα, καφασωτά ταβάνια, παράθυρα με βιτρό και το πιο εντυπωσιακό: το κεντρικό δωμάτιο που ήταν ντυμένο από πάνω ως κάτω με εντοιχισμένα ντουλάπια και ράφια όλων των ειδών, καμωμένα από σκουρόχρωμο γυαλιστερό ξύλο, σίγουρα συνομήλικα με το κτίριο. Ακουμπισμένα στο πλάι υπήρχαν διάφορα καδραρισμένα πορτρέτα γνωστής αστρολόγου του παρελθόντος, που ήταν η προηγούμενη ιδιοκτήτρια.
Οι υπόλοιποι χώροι ήταν αρκετά κατεστραμμένοι και χρειάζονταν ριζική αλλαγή. Το μεγαλύτερο πορτρέτο κρεμάστηκε στο τοίχο και υπό το βλέμμα της «κυρίας» του σπιτιού άρχισε η οργάνωση των χώρων. Ο κεντρικός χώρος κρατήθηκε αυτούσιος και συντηρήθηκε, ώστε όλα τα ντουλάπια με τις χρήσεις τους να λειτουργούν.
Δόθηκε έμφαση στο φωτισμό του χώρου ώστε ν’ αναδεικνύεται ο θεατρικός του χαρακτήρας και να αλλάζει με το πρωινό φως και τις βραδινές σκιές. Επίσης τοποθετήθηκαν επιλεγμένα έπιπλα και σύγχρονα αντικείμενα με χρώμα.
Το μπάνιο διαμορφώθηκε από την αρχή ως δωμάτιο – ντουζιέρα με παλαιό μαρμάρινο νιπτήρα, και νέο λευκό μάρμαρο βαλμένο χιαστή, με μαύρες μπορντούρες στους τοίχους και το πάτωμα, συνδυάζοντας το σύγχρονο με το διαχρονικό. Αποκαλύφθηκαν εκεί και δύο μικρά παράθυρα που ήταν καλυμμένα, τα οποία ανοίγουν κατά περίεργο τρόπο, στο διπλανό δωμάτιο.
Η κουζίνα σχεδιάστηκε από την αρχή ως μία μεταλλική κατασκευή με πόδια και ανοικτά ράφια, μαρμάρινο πάγκο και νεροχύτη, με στόχο την ευέλικτη χρήση. Το παράθυρο με τα βιτρό στην είσοδο φωτίστηκε από έξω έτσι ώστε να λειτουργεί σαν φωτιστικό στο χώρο.
Οι χρωματισμοί, οι νέες διαρρυθμίσεις και οι στρατηγικές παρεμβάσεις και επισκευές συντέλεσαν σε μία ουσιαστική ανανέωση των χώρων, χωρίς να χαθεί η αρχική ατμόσφαιρα και χωρίς να χρειαστούν εκτενείς εργασίες αποξήλωσης και αποκατάστασης.
Ατζάρδο (το) : Ριψοκίνδυνη πράξη, παράτολμη, θαρραλέα: «Θα κάμω το ατζάρδο κι ό,τι βγει πέρα». Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος (Πανταζής Κοντομίχης).
Το συγκεκριμένο έργο ήταν ένα άλμα που κάναμε χέρι-χέρι με την Κεφαλονίτισσα πελάτισσα μας για να προτείνουμε και να υλοποιήσουμε μια νέα εμπειρία κατοίκησης σ’ένα χώρο χωρίς καμία προφανή αρετή: Ένα διαμέρισμα στο Παλαιό Φάληρο, μικρότερο από 40τ.μ, χωρίς την παραμικρή θέα, χωρίς αρκετό φως, με κατακερματισμένα δωμάτια, φθαρμένα και απαρχαιωμένα υλικά κι ένα σκοτεινό διάδρομο στον οποίο άνοιγαν πέντε πόρτες.
Φανταστήκαμε αυτό το χώρο σαν ένα λευκό καμβά όπου ξαναστήσαμε όλες τις λειτουργίες με πρωταρχικούς στόχους την αίσθηση του ευρύχωρου και τη μεγιστοποίηση των χώρων ύπνου και αποθήκευσης. Έπεσαν τοίχοι και πατάρια, ξηλώθηκαν παρκέ και πλακάκια κι όλα φτιάχτηκαν αλλιώς, από την αρχή.
Περνώντας την είσοδο το μάτι μπορεί απρόσκοπτα να διατρέξει όλο το διαμέρισμα από άκρη σε άκρη ενώ το νέο υλικό του δαπέδου, τσιμεντοπλακάκι σε γεωμετρικό μοτίβο, λειτουργεί σαν ενιαίο χαλί και δίνει τον χρωματικό τόνο. Όλες οι χρήσεις και τα έπιπλα – καναπές-κρεβάτι, βιβλιοθήκες, ντουλάπες, κουζίνα, διάφοροι αποθηκευτικοί χώροι – έγιναν από λακαρισμένο λευκό ξύλο κόντρα σε τοίχους ώστε ο χώρος να είναι ελεύθερος για την κυκλοφορία και ελαφρύς από επιπρόσθετα στοιχεία.
Μόνοι κλειστοί χώροι, το wc κι ένα ιδιαίτερα ευρύχωρο ντους, προσφέρουν ιδιωτικότητα στο υπνοδωμάτιο. Το φυσικό φως στο διαμέρισμα αυξήθηκε δραστικά χάρη στην απουσία χωρισμάτων και διαδρόμων. Η χρωματική παλέτα καθορίστηκε από τις αποχρώσεις του Ιονίου.
Το μικρό αυτό διαμέρισμα είναι άνετο, ευχάριστο και φρέσκο και δύσκολα θα μαντέψει κανείς το πραγματικό του μέγεθος.
«Στήσαμε το αρχιτεκτονικό μας γραφείο ως μια ευέλικτη δομή που έχει στενή επαφή με τους πελάτες και προσωπική εμπλοκή με τα έργα που αναλάμβάνουμε. Πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει μια ιδέα ή αισθητική που ταιριάζει σε όλους τους χώρους ή όλους τους ανθρώπους. Έτσι, κάθε πρόταση προκύπτει οργανικά, ως μία μοναδική αφήγηση πάνω σε συγκεκριμένους χώρους, συνθήκες και ανθρώπινες επιθυμίες. Ο καλός σχεδιασμός προκύπτει από την κατανόηση της ιδιαιτερότητας κάθε περιβάλλοντος και την ανάδυση των αναγκών των χρηστών του».
Με έδρα την Αθήνα και το Παρίσι, το αρχιτεκτονικό γραφείο ΜοΥ studio είναι το αποτέλεσμα της συνάντησης της Έλενας Ζαμπέλη και της Κατερίνας Χρυσανθοπούλου. Με διαμονή και σπουδές στην Ελλάδα και το εξωτερικό, οι καταβολές τους δεν σταματούν στην αρχιτεκτονική αλλά επεκτείνονται και σε άλλους κλάδους, όπως ιστορία της τέχνης, γλωσσολογία, αρχιτεκτονική τοπίου και αστική κοινωνιολογία, εμπλουτίζοντας τα έργα με στοιχεία από διαφορετικούς κόσμους και επιστήμες.
Έχουν πολυετή επαγγελματική εμπειρία τόσο σε ιδιωτικά όσο και σε δημόσια έργα και έχουν σχεδιάσει και υλοποιήσει πλατείες, ξενοδοχεία, πολυκατοικίες και διαμερίσματα στις δύο πόλεις. Εκτός από την πρακτική της αρχιτεκτονικής, το γραφείο ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τη θεωρία και την έρευνα και πραγματοποιεί, από το 2017, μεταξύ άλλων, μια σειρά ηχητικών περιπάτων, στην Αθήνα και τη Λέσβο με εικαστική προσέγγιση και εκπαιδευτικό περιεχόμενο.