Την νύκτα όλην άγρυπνος, νύκτα μακράν χειμώνος,
ο ναύτης προ του κύματος σιωπηλός και μόνος
τηρεί τον ουρανόν, ενώ αβύσσους διαβαίνει,
και την χρυσήν ανατολήν ανήσυχος προσμένει.
Ομοίως σ’ επερίμενα να έλθης χθες, ομοίως!…
Μακράν σου είναι έρημος και αφεγγής ο βίος.

Οπόταν νέος εκ μακράν προκύπτων ασθενείας,
σκιώδες φάσμα και ωχρόν εκ της αδυναμίας,
τον κόσμο, την μελλοντικήν γωνίαν του απείρου,
ην εστερήθη, θεωρεί δια του παραθύρου,
πόσους τω πέμπει ασπασμούς και πόθους· αδελφή μου,
ομοίως σ’ επεθύμησεν, ομοίως η ψυχή μου.

Προ της εικόνος του Χριστού ο ευσεβής ο κύπτων
και αμαρτίας λογισμούς εντός του στήθους κρύπτων,
με ποταμούς τους πόδας του δακρύων καταβρέχει
και η ψυχή του σπαραγμόν και πόνον πολύ έχει.
Ομοίως η καρδία μου θερμώς σ’ επικαλείται
και δια σε πάσαν χαράν του κόσμου απαρνείται.