Λίγα παπούτσια είναι τόσο θρυλικά όσο τα μποτάκια της Dr Martens. Αν και ξεκίνησαν ως παπούτσια της εργατικής τάξης, δεν άργησαν να κατακτήσουν τον κόσμο της μόδας και να κάνουν την εμφάνισή τους στις πασαρέλες των μεγαλύτερων οίκων.
Παρά το θρυλικό τους στάτους, οι πωλήσεις άρχισαν να πέφτουν στις αρχές τις δεκαετίας του 2000, με αποτέλεσμα η εταιρεία να μεταφέρει το εργοστάσιό της στην Κίνα. Αν όμως, τα πρόσφατα νούμερα έχουν κάτι να μας πουν, τότε θα λέγαμε ότι οι κίτρινες κλωστές έχουν κάνει δυναμικό comeback. Οι διαδικτυακές πωλήσεις και μόνο ανέβηκαν κατά 50%, με μεγάλο όγκο αυτών να προέρχεται από την Ασία.
Τα Dr Martens έχουν έναν τρόπο να έρχονται ξανά στην επιφάνεια κάθε φορά που οι πολιτικές αλλαγές είναι ραγδαίες. Με την κατάσταση στην χερσόνησο της Κορέας να είναι τεταμένη, δεν είναι να απορεί κανείς που οι Νοτιοκορεάτες νέοι επιλέγουν να τα φορέσουν για να κάνουν μια δήλωση με την εμφάνισή τους.
Φτάνει όμως αυτό για να ξαναγίνει η εταιρεία αυτό που ήταν την δεκαετία του 1990 ή μετά τον Κομπέιν δεν υπάρχει σωτηρία;
Τα νούμερα λένε:
290εκ. λίρες: Τα κέρδη για την χρονιά που τελείωσε το Μάρτη του 2017.
66εκ. λίρες: Τα κέρδη από την αγορά της Ασίας για την χρονιά που τελείωσε το Μάρτη του 2017.
2,2 εκατομμύρια: Ζευγάρια 1460 Black Smooth (το πρώτο μποτάκι που παρήγαγε η εταιρεία) πουλήθηκαν την τελευταία δεκαετία.
750 δολάρια: Κοστίζει το ακριβότερο ζευγάρι Dr Martens.
2 λίρες: Τόσο κόστιζε ένα ζευγάρι 1460 Black Smooth την δεκαετία του 1960 (περίπου 21 σημερινές λίρες).
Λίγη Ιστορία:
1945: Ο στρατιωτικός γιατρός Κλάους Μάρτενς, μετά από έναν τραυματισμό στο πόδι, δημιουργεί με τη βοήθεια του μηχανικού Χέρμπερτ Φανκ, το πρώτο ζευγάρι Dr Martens.
1960: Η αγγλική εταιρεία υποδηματοποιίας Griggs, δείχνει το ενδιαφέρον της για τα γερμανικά μποτάκια και εκτός από κάποιες αλλαγές, προσθέτει και τις θρυλικές κίτρινες κλωστές.
1966: Ο Πιτ Τάουνσεντ, κιθαρίστας του συγκροτήματος The Who, φοράει τα μποτάκια στην σκηνή.
1970: Τα μποτάκια αρχίζουν και γίνονται συνώνυμο των νεοναζί, οι οποίοι μάλιστα έκοβαν το δέρμα για να φαίνεται το μέταλλο που κάλυπτε τα δάχτυλα. Ένας πρώην νεοναζί αποκαλύπτει πως έπρεπε να «βαφτίσουν» τα νέα τους παπούτσια κλωτσώντας κάποιον. Εκτός από τους νεοναζί όμως, αρχίζουν να τα φοράνε και οι Βρετανοί αστυνομικοί οι οποίοι βάφουν σκούρες τις κίτρινες κλωστές.
1980: Τα μποτάκια γίνονται δημοφιλή στους έφηβους, την πανκ σκηνή, στους Αμερικάνους μουσικούς αλλά και στα κορίτσια. Παρατηρείται ότι τα μικρότερα νούμερα πουλάνε με ταχείς ρυθμούς και πολλοί τα βάφουν με χρωματιστά λουλούδια. Επίσης, με την πολιτική κατάσταση στην Αγγλία να εντείνεται, τα Dr Martens γίνονται ένα με τα πόδια των νεαρών διαδηλωτών.
1990: Η grunge μουσική γίνεται mainstream και το ίδιο και τα Dr Martens.
2002: Οι πωλήσεις πέφτουν και το εργοστάσιο μεταφέρεται στην Κίνα.
2013: Η εταιρεία περνά στα χέρια της Permira και προσπαθεί να αλλάξει πρόσωπο, παράγοντας πιο ελαφριά μοντέλα αλλά και άλλου είδους μποτάκια, όπως τα Chlesea Boots. Οι πωλήσεις ανεβαίνουν.
Η Dr Martens κυκλοφορεί πλέον και συλλογή που συνοδεύεται από εγγύηση εφ΄ όρου ζωής. Αν σας χαλάσουν θα σας τα αντικαταστήσουν με καινούρια. Πολλοί από τους φανατικούς των Dr Martens, λένε ότι έχουν το ίδιο ζευγάρι για 10, 20 ή και 30 χρόνια αν και πληθαίνουν οι φωνές που ισχυρίζονται ότι από τότε που το εργοστάσιο μεταφέρθηκε στην Ασία η ποιότητα έχει χαλάσει και τα μποτάκια δεν έχουν την ίδια ανθεκτικότητα με εκείνα που παράγονταν στην Αγγλία.
Δεν είναι σίγουρα ένα παπούτσι που αρέσει σε όλους, ούτε και που μπορούν να το φορέσουν όλοι, αλλά έχει σίγουρα γράψει ιστορία.