Οι προσφυγικοί συνοικισμοί στη Λευκωσία της Κύπρου είχαν δημιουργηθεί για την προσωρινή στέγαση των Ελληνοκύπριων που εγκατέλειψαν τα σπίτια τους εξαιτίας της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1974. Σήμερα, αυτές οι περιοχές φέρουν στην υφή τους τα σημάδια της φθοράς και της εγκατάλειψης, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μοιάζουν με αστικές ρωγμές που διακόπτουν τον ιστό της πόλης.
Σε ένα παρηκμασμένο συγκρότημα κατοικιών ενός από τους προσφυγικούς αυτούς συνοικισμούς, μία σύγχρονη κατοικία – στον χώρο που ένας εκ των τωρινών ιδιοκτητών κληρονόμησε από τον παππού του – διακόπτει την οπτική εικόνα της εγκατάλειψης, πρωταγωνιστεί, αλλά και συνομιλεί με το περιβάλλον της κάνοντας μια νέα αρχή, χάρη στο έργο του Studio Kyriakos Miltiadou.
Στόχος της νέας κατοικίας είναι να εκπληρώσει τις στεγαστικές ανάγκες μιας νεαρής τετραμελούς οικογένειας.
Οι ισχύοντες περιοριστικοί οικοδομικοί κανονισμοί που αφορούν στη δόμηση και στα γειτνιάζοντα σύνορα, σκιαγραφούν ένα πλαίσιο που θέτει ερωτήματα σχετικά με την αναπροσαρμογή των οικισμών αυτών στα σύγχρονα ζητήματα οικιστικής διαβίωσης: Πως μπορεί ο ανασχεδιασμός μιας μόνιμης κατοικίας σε έναν άλλοτε «προσωρινό» οικισμό να προτείνει νέα πρότυπα;
Βασικό συνθετικό στοιχείο της αρχιτεκτονικής πρότασης αποτελεί η αναζήτηση της έννοιας του ορίου και του ενδιάμεσου χώρου.
Στον σχεδιασμό του σπιτιού προτάθηκε ένα κατακόρυφο όριο, μια επιφάνεια ύψους 6,3 μέτρων η οποία ορθώνεται σε απόσταση 1,3 μέτρων μπροστά από το υφιστάμενο σύμπλεγμα κατοικιών.
Πρόκειται για έναν εξωτερικό τοίχο από εμφανές οπλισμένο σκυρόδεμα, λαξευμένο με ανοίγματα που καλύπτονται με έτοιμες μεταλλικές σχαροειδείς επιφάνειες.
Ανάμεσα στην κατοικία και τον εξωτερικό τοίχο σχηματίζονται μικροί ημιυπαίθριοι χώροι και εξώστες στους οποίους εκτονώνονται οι χώροι της κατοικίας.
Τα κενά και τα πλήρη σημεία του εξωτερικού τοίχου ελέγχουν τη διέλευση του φωτός και του αέρα στο εσωτερικό της κατοικίας, δημιουργούν διαβαθμίσεις ιδιωτικότητας, σκιάσεις, και προσφέρουν ποικιλία οπτικών διαφυγών.
Αναπτύσσεται έτσι ένας ανοικτός διάλογος ανάμεσα στην κατοικία και το υφιστάμενο αστικό τοπίο που προσφέρει πλούσιες και απροσδόκητες χωρικές αλλά και οπτικές καταστάσεις: Άλλοτε καδράρει και αναδεικνύει στιγμές από την ιδιαίτερη καθημερινότητα του προσφυγικού οικισμού και άλλοτε προβάλλει σχεδόν σκηνογραφικά στιγμιότυπα από τη συλλογική και ατομική ζωή των μελών της οικογένειας, υπογραμμίζοντας όμως την ανάγκη για εσωστρέφεια.
Εσωτερικά, οι χώροι οργανώνονται σε άμεση σχέση με τον εξωτερικό τοίχο και με ένα αίθριο που εισχωρεί από την πίσω όψη για να καταλήξει στην καρδιά της κατοικίας.
Στον πυρήνα του σπιτιού, αφαιρέθηκε μάζα από τον κτιριακό όγκο. Στο κέντρο του διάκενου χώρου έχει φυτευτεί ένα μαστιχόδεντρο, το οποίο πλαισιώνεται από κυκλική καθιστική επιφάνεια για να μετουσιωθεί σε έναν κεντρικό τόπο συνάθροισης ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας.
Μέσα από την παρεμβολή του κενού, επιτυγχάνεται η οπτική επικοινωνία μεταξύ των ορόφων, η έλευση άπλετου φυσικού φωτισμού αλλά και το πλαισίωμα του ουρανού. Επιτυγχάνεται επίσης η βέλτιστη βιοκλιματική λειτουργία της κατοικίας ενεργοποιώντας το φαινόμενο της καμινάδας, που επιτρέπει τον δροσισμό των χώρων με τον διαμπερή αερισμό.
Όπως και στους υπόλοιπους ημιυπαίθριους χώρους, έτσι και εδώ το κενό συμπληρώνεται με μεταλλικές επιφάνειες που επιτρέπουν την αναρρίχηση φυσικής βλάστησης ενισχύοντας τη δημιουργία μικροκλίματος.
Κυπριακά φυτά όπως το γιασεμί, το αγιόκλημα και η πανδωρέα διατηρήθηκαν ή μεταφυτεύθηκαν σε όλους τους αίθριους χώρους της κατοικίας. Έτσι η φύση εισχωρεί στο εσωτερικό της κατοικίας, αναρριχάται στην επιδερμίδα της, σε μια καθημερινότητα που αγκαλιάζει τον κήπο και προσανατολίζει όλες τις δραστηριότητές της προς αυτόν.