«Απ’ ορκισμένων αντιπάλων τις λαγόνες, μοιραίο ζεύγος ερωμένων έχει βγει», κι όπως ξέρεις, η τραγική τους ιστορία έχει μείνει στους αιώνες ως το εικονικότερο απ’ τα εικονικά ρομάντζα, με τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα να έχουν αναχθεί σε αρχέτυπα τραγικών αγαπημένων. Γραμμένο στην αρχή της καριέρας του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, κάπου στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα, αυτό είναι ίσως το πιο χιλιοπαιγμένο απ’ τα θεατρικά του μεγάλου Βρετανού, με παραγωγές του να έχουν ανέβει απ’ το παιδικό θεατρικό του διπλανού σου σχολείου, μέχρι… τις virtual σκηνές του Second Life.
Είναι τόσο εντυπωμένες στην συλλογική κουλτούρα οι δυο τραγικές φιγούρες και το πάθος που τις καταπίνει στις φλόγες του, που είναι πια εξαιρετικά σπάνιο, κι εξαιρετικότερα αναζωογονητικό, να βρίσκεις εκδοχές της ιστορίας που ανανεώνουν τη φόρμα της και βρίσκουν νέους τρόπους να σου πουν ότι ετούτη η ιστορία μπορεί να ’ναι πιο παλιά κι απ’ το χρόνο τον ίδιο, αλλά παραμένει ακόμα ζωντανή κι απύθμενα ψυχαγωγική. Γι’ αυτό είναι και εξαιρετικότατα σημαντικό να πας να δεις τον Ρωμαίο και Ιουλιέτα για 2, που δεν αποκλείεται να εξελιχθεί στο sleeper hit της φετινής χρονιάς.
Σκηνοθετημένο απ’ τον Κώστα Γάκη σε συνέργεια με τους δυο ερμηνευτές του, και πρωτοπαρουσιασμένο στο περσινό Low Budget Festival στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, το έργο πιάνει την ιστορία του απ’ το τέλος, με τα φαντάσματα των ηρώων να παρουσιάζουν την ιστορία τους. Οι ρόλοι (που είναι μπόλικοι) αναδιανέμονται σε δυο όλους κι όλους ηθοποιούς, οι οποίοι τρέχουν και σαλτοκοπάνε σα δαιμονισμένοι, να παρουσιάσουν μια παράσταση που όχι απλώς προσφέρει μια νέα ανάγνωση, αλλά επανεφευρίσκει την ίδια την ουσία του κλασικού ρομάντζου, τοποθετώντας το κάτω από πρίσμα κοντινό στο παιγνιώδες ύφος του συγγραφέα, χωρίς να παραγνωρίζει βέβαια, την τραγωδία της ιστορίας του.
Με αστείρευτη ενέργεια, Αθηνά Μουστάκα και Κωσταντίνος Μπιμπής παραδίδουν μια ερμηνευτική tour de force, μετατρέποντας το έργο σε σπουδή σωματικών ερμηνειών, ενώ έξυπνα σκηνοθετικά τρικ διατηρούν τη σκηνή σε συνεχή εναλλαγή, ταιριαστή με τους φρενήρεις ρυθμούς μιας παράστασης που χορεύει τη λυρική παράδοση του Σαίξπηρ σε ραπ, μαντινάδα, τζαζ και ροκενρόλ. Ο Άκης Φίλιος, με μισή ντουζίνα όργανα και μπόλικο κέφι και πάθος, δίνει άλλο νόημα στον άνθρωπο-ορχήστρα επί σκηνής, ενώ πετώντας απ’ το παράθυρο τους ενδοιασμούς σοβαροφάνειας, οι τρεις διασκευαστές μετατρέπουν το πρώτο μισό του έργου σε ένα ατέλειωτο πάρτυ με ξεσηκωτικά παιχνιδίσματα ενθουσιώδους φρεσκάδας, που μπολιάζουν αβίαστα το αγνό λιγωτικό ρομάντζο με το ξεκαρδιστικό χιούμορ.
Κάπου στα μισά, κι αφού έχει τελεσθεί με εκκλησιαστικούς καρσιλαμάδες η σκηνή του μυστικού απαγορευμένου γάμου, το έργο παίρνει την δραματική ροπή του, με την εισαγωγή του Τυβάλδου και τη μοιραία του μονομαχία με τον Μερκούτιο. Ο τρόπος που παρουσιάζεται απ’ τον Μπίμπη ο Τυβάλδος ως ένα μεφιστοφελικό αμάλγαμα φιδιού και ύαινας, είναι απ’ τις εικόνες που παίρνεις μαζί σου για καιρό, ενώ η ιδιοφυής χοροθεατρική μονομαχία που ακολουθεί, είναι το λιγότερο στοιχειωτική, και σε σύμπλευση αρμονική, με την κατάρα που αφήνει ο Μερκούτιος στην τελευταία του πνοή –«σκατά στα σπίτια σας, με κάνατε τροφή για τα σκουλήκια».
Χωρίς να χάνουν το ρυθμό τους, αλλά με τα σύννεφα που συγκεντρώνονται, να μην αφήνουν χώρο για αχτίδα ελπίδας και αστεϊσμών, οι νεαροί εραστές απλώνουν το μεγαλείο του πάθους τους όχι μονάχα στη σκηνή, αλλά σαν αίσθηση που δραπετεύει στην πλατεία. Μεγαλύτερη απ’ τους ρόλους τους η αγάπη που τους δένει, πιο δυνατός ο έρωτας τους από τα λόγια που έχουν να πουν, εν μέσω των σκηνών με άλλους χαρακτήρες, οι δυο μας ήρωες, τα φαντάσματα των εραστών που μας λεν την ιστορία τους, αδυνατούν να κρατήσουν ο ένας τα χέρια του μακριά απ’ τον άλλο, να μην πετάξουν τη μάσκα τους, για να κλέψουν ένα παραπάνω φιλί. Ξέρουν, άλλωστε, όπως κι εσύ, το τέλος που τους περιμένει.
«Φαίνεται να είμαστε καταδικασμένοι να παίζουμε το ίδιο έργο για πάντα», λένε ο ένας στον άλλο, όταν ο καημός του τέλους έχει επιβεβαιωθεί. Αλλά κάτι μου λέει πως κι ο Σαίξπηρ ο ίδιος αν τους έβλεπε, θα σηκωνόταν όρθιος να τους χειροκροτήσει, έτσι που έδωσαν στο έργο του μια ολοκαίνουρια πνοή.
*Το Ρωμαίος και Ιουλιέτα για 2, του Γουίλιαμ Σαίξπηρ σε μετάφραση Διονύση Καψάλη και σκηνοθεσία Κώστα Γάκη, Αθηνάς Μουστάκα και Κωνσταντίνου Μπίμπη, με τους δυο τελευταίους να πρωταγωνιστούν, παίζεται κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 21.15 μέχρι τις 8 Δεκέμβρη. Από 8 Δεκέμβρη κι έπειτα, κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21.14, και Σαββατοκύριακα στις 18.30 στο θέατρο 104 (Ευμολπιδών 41, Γκάζι, 210 3455020).