Οι θρύλοι που περιβάλλουν το όνομα της Diamanda Galas είναι πάμπολλοι. Aπό την έκταση της φωνής της και την ένταση των ερμηνειών της μέχρι τη βιαιοτητα των τελετουργιών που πραγματοποιούσε επί σκηνής. Η παρουσία της, λοιπόν, στην πόλη μας, μετά από αρκετά χρόνια μάλιστα, ενόψει της πολυαναμενόμενης εμφάνισής της το Σάββατο 20/5 στο Μέγαρο Μουσικής, ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να συνομιλήσει κανείς μαζί της για όλα. Όπως θα διαπιστώσετε, οι απαντήσεις που έδωσε στην Popaganda μάλλον συντηρούν το μύθο και ρίχνουν λάδι στη φωτιά!
Ό,τι κι αν είναι αυτό που τραγουδάτε, το Litanies of Satan, το Plague Mass ή τα μπλουζ, η λέξη που μας έρχεται στο μυαλό είναι «τελετουργία». Ισχύει και για σας αυτό; Αν ναι, ποιους κανόνες ακολουθεί; Ένας κολλητός φίλος όντως κάποτε μου επεσήμανε πως η ζωή μου μοιάζει να αποτελείται από τελετουργίες. Δεν το είχα προσέξει μέχρι τότε. Υποθέτω πως είναι ένας τρόπος να βάζει κανείς σε τάξη τη ζωή του. Υπάρχουν άλλοι που γνωρίζουν πολύ καλύτερα αυτό το θέμα από εμένα. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, απλώς για ένα μοτίβο. Όταν μιλάμε για ερμηνεία και σύνθεση, είναι μεγάλη ευχαρίστηση να παρατηρώ ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο σε ένα έργο, καθώς δουλεύω αυτοσχεδιαστικά. Σε αυτό το σημείο αρχίζω να σκέφτομαι αν αυτή η συνεχόμενη επανάληψη έχει ή όχι κάποια μουσική λειτουργία μέσα στο έργο∙ αν δεν έχει, τότε την εγκαταλείπω. Γενικά, όσο περισσότερο καιρό δουλεύω πάνω σε ένα κομμάτι, επαναλαμβανόμενα μοτίβα ξεφυτρώνουν παντού.
Αν δεν απατώμαι, η οικογένεια της μητέρας σας κατάγεται από τη Μάνη. Γνωρίζατε ανέκαθεν τα μανιάτικα μοιρολόγια; Εχετε επηρεαστεί από αυτά; Όχι, δεν τα γνώριζα. Η μητέρα μου με πήρε παράμερα μια μέρα και σχολίασε πως επαναλάμβανα μια πολιτιστική παράδοση του λαού της. Ύστερα άρχισα να τα ερευνώ, αλλά, δυστυχώς, αυτά τα τραγούδια είναι πολύ δύσκολο να τα ακούσεις να τραγουδιούνται στη Μάνη.
Υπήρξε μια περίοδος σιωπής για σας δισκογραφικά, κράτησε από το 2008 μέχρι φέτος που κυκλοφορήσατε δύο άλμπουμ ταυτόχρονα. Γιατί απείχατε αυτά τα 9 χρόνια; Αποφάσισα να μη συνεχίσω να συνεργάζομαι με τη Mute Records. Η Mute αποφάσισε να αναμορφωθεί το 2012, αφού πούλησε το back catalogue πολλών καλλιτεχνών στην EMI. Κι εγώ δεν είχα ενημερωθεί γι αυτό. Αναρωτιόμουν γιατί είχαν αργήσει τόσο πολύ να παραλάβουν την καινούρια μου δουλειά για να την κυκλοφορήσουν, και δεν είχα ιδέα πως η Mute Records δεν υπήρχε (!) εδώ και τέσσερα χρόνια. Θα πρέπει να γελάσω σε αυτό το σημείο, γιατί ξέρω πως ο Daniel (σ.σ. Miller – ο ιδρυτής της θρυλικής ετικέτας, στην οποία αναδείχθηκαν ονόματα όπως Depeche Mode, Nick Cave and the Bad Seeds, Moby και πολλοί πολλοί άλλοι) ήταν τρομοκρατημένος πως θα το μάθαινα! Σε αυτό το διάστημα, παρ’ όλα αυτά, περιόδευα πολύ στην Ευρώπη, οπότε δεν ανησυχούσα, κι άρχισα να πουλάω τα τραγούδια μου online. Αλλά ήμουν περίεργη. Όταν κάποιος από την οικογένειά μου αρρώστησε βαριά, σταμάτησα να περιοδεύω, και μόλις πέρυσι αποφάσισα να επιστρέψω στις συναυλίες και ταυτόχρονα να κυκλοφορήσω τη δουλειά μου σε δικό μου label, πράγμα που ήταν ανέκαθεν το όνειρό μου. Αγαπούσα τη Mute για πολύ καιρό και γι’ αυτό δεν αισθάνομαι διόλου την ανάγκη να εκφράσω οποιοδήποτε θυμό. Ο καημένος ο Daniel! Έκανε ένα μεγάλο λάθος κι έχει πληρώσει αρκετά γι αυτό. Έχει πολύ δουλειά το να έχεις ένα label, παρόλο που εγώ βρίσκομαι ακόμα στην αρχή. Έχω τόσα πολλά ηχογραφημένα έργα που θα είμαι πολύ- πολύ απασχολημένη.
Αυτό που κάνετε στη σκηνή είναι τόσο απαιτητικό, που πρέπει να είναι εξαντλητικό. Από πού αντλείτε ενέργεια; Υπάρχει κάποιο μυστικό; Το να ερμηνεύω ζωντανά είναι για μένα η πηγή ενέργειας. Το μόνο μυστικό στο να ερμηνεύεις είναι… το να ερμηνεύεις.
Σχεδόν οι μισές σας κυκλοφορίες είναι ζωντανές ηχογραφήσεις. Θα θέλατε να μας μιλήσετε γι’ αυτή σας την επιλογή; Όταν μετακόμισα από το Λονδίνο, το οποίο το έβρισκα μάλλον μέτριο από πλευράς performance, κατέληξα στη Νέα Υόρκη που είναι ιδιαιτέρως πλούσια σε αυτό το κομμάτι. Εκεί ήταν που η δική μου δουλειά στην performance δεν θεωρείτο διεστραμμένη κι άρρωστη, αλλά μια φυσική έκφραση. Αποφάσισα να συγκεντρωθώ περισσότερο στην πλευρά της δουλειάς μου που είχε να κάνει με τις ζωντανές εμφανίσεις με το Plague Mass, και συνέχισα αυτή την παράδοση. Ωστόσο, μόλις επανασυνδεθήκαμε με τον Gareth Jones (σ.σ. παραγωγός συγκροτημάτων όπως Depeche Mode, Wire, Erasure κ.ά.), είναι η τωρινή μου συντροφιά, ας πούμε, οπότε ποιος ξέρει τι πρόκειται να συμβεί;
Όπως ανακάλυψα πρόσφατα, στις παραστάσεις του Plague Mass στην Αθήνα, αλλά κι αλλού, το αίμα που χρησιμοποιήθηκε δεν ήταν ψεύτικο «σκηνικό» αίμα, αλλά αληθινό! Τι σας έκανε να αποφασίσετε κάτι τέτοιο; Τα χρησιμοποιούσα και τα δύο. Μερικές φορές χρησιμοποιούσα αληθινό αίμα, και κάποιες τεχνητό. Καθώς το τεχνητό αίμα φαίνεται μακράν καλύτερο κάτω από τους φωτισμούς, από το αληθινό, αυτό θα χρησιμοποιούσα και τώρα. Κι όχι μόνον αυτό, ποια είναι η τρέχουσα τελετουργική ανάγκη για αίμα ζώων; Δεν υπάρχει καμία. Το να το χρησιμοποιεί κανείς τώρα είναι βλακώδες. Μόνο το ανθρώπινο αίμα θα με ικανοποιούσε τώρα, όχι το δικό μου, αλλά ενός πρώην φίλου μου. Χρειάζομαι αίμα. Ένας πρώην φίλος δεν μου είναι πια χρήσιμος, οπότε ίσως αυτό να λειτουργούσε αν τα αισθήματα από την πλευρά μου ήταν επαρκώς πικρόχολα.