Η πιο σκληρή μάχη που μαίνεται τη φετινή awards season στην Αμερική δεν είναι μεταξύ του Roma και του Ένα Αστέρι Γεννιέται ή άλλων υποψηφίων, αλλά συμβαίνει υπογείως ανάμεσα στα δύο σώματα που ευθύνονται για την ανακήρυξη των «καλύτερων» κάθε χρόνο: τους κριτικούς και την ίδια την κινηματογραφική βιομηχανία. Αν και φαινομενικά συμβαδίζουν κι αλληλοεπηρεάζονται όταν πρόκειται να μοιράσουν τις δάφνες τους στις πιο ξεχωριστές ταινίες της χρονιάς και τους συντελεστές τους, η φετινή κούρσα των βραβείων έτσι όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι στιγμής φανερώνει ένα χάσμα σχεδόν αντιδραστικό, που το παρόν κοινωνικοπολιτικό κλίμα δυναμιτίζει ακόμα περισσότερο.
Αυτό έγινε σαφές με την πρόσφατη τελετή των Χρυσών Σφαιρών (που, παρά το γεγονός ότι από πίσω βρίσκονται 90+ ξένοι ανταποκριτές, δηλαδή δημοσιογράφοι, δεν θεωρείται απονομή βραβείων από κριτικούς αλλά χολιγουντιανό event), στην οποία διέπρεψαν σε σημαντικές κατηγορίες δύο ταινίες-μαγνήτες αντιπαράθεσης που οι «σοβαροί κριτικοί» μισούν: το Bohemian Rhapsody (Καλύτερο Δράμα, Α’ ανδρικός δραματικός ρόλος/ «μια ταινία που σβήνει βολικά το queerness του ήρωά της») και το Πράσινο Βιβλίο (Καλύτερη Κωμωδία ή Μιούζικαλ, σενάριο/«μια ταινία για το ρατσισμό από την οπτική ενός λευκού»).
Οι νίκες τους, σε συνδυασμό με τη βράβευση του Vice, μιας άλλης ταινίας που παρά το (σε ελληνική ελεύθερη απόδοση) «αριστερό» πάθος της δεν πολυάρεσε στον Τύπο, ούτε έστω για την ερμηνείας του Κρίστιαν Μπέιλ (Α’ ανδρικός ρόλος σε κωμωδία ή μιούζικαλ), ήταν αρκετές για να προκαλέσουν υστερία και οργή στο Film Twitter και τους επιφανείς κριτικούς κινηματογράφου που συγκεντρώνει. Μια μερίδα επιθετικών πολέμιων του Bohemian Rhapsody (όχι κριτικών) έφτασε να κάνει διαδικτυακό bullying στην ανυποψίαστη 15χρονη πρωταγωνίστρια του Eighth Grade και υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα, Έλσι Φίσερ, όταν εκείνη τουίταρε τον ενθουσιασμό και τα συγχαρητήριά της για τη νίκη του Ράμι Μάλεκ – προφανώς αγνοώντας το ένοχο παρελθόν του κατηγορούμενου για σεξουαλική παρενόχληση ανηλίκου, Μπράιαν Σίνγκερ, που σκηνοθέτησε την ταινία. Η τρομοκρατημένη Φίσερ ζήτησε συγγνώμη και έχει να τουιτάρει εδώ και 3 μέρες, just saying.
Η σκιά του Σίνγκερ, που απολύθηκε από την ταινία πριν προλάβει να την ολοκληρώσει κι αντικαταστάθηκε από τον Ντέξτερ Φλέτσερ αλλά παρόλα αυτά διατηρεί το μοναδικό, τελικό σκηνοθετικό credit, και των πολλαπλών κατηγοριών που τον βαραίνουν (και που εδώ και μήνες φημολογείται ότι θα αναλυθούν σε ένα εκρηκτικό expose του Esquire που όλο φτάνει και ποτέ δεν έρχεται) σίγουρα παίζουν το βασικότερο ρόλο στο κύμα αντιδράσεων εναντίον του Bohemian Rhapsody.
Όπως κάποτε και το τραγούδι από το οποίο δανείζεται τον τίτλο της, η ταινία απαξιώθηκε από την πλειοψηφία των κριτικών, ωστόσο έχει αποδειχθεί τεράστιο crowdpleaser, με 745 εκατομμύρια δολάρια σε εισπράξεις παγκοσμίως, τις υψηλότερες όχι μόνο για μουσική βιογραφία, αλλά και για δραματική ταινία (με την παραδοσιακή έννοια του όρου) ever. Η Ακαδημία και οι παράπλευροι κλάδοι δεν μπορούν να αγνοήσουν αυτά τα νούμερα, ειδικά εφόσον ο χειρισμός της εμπλοκής του Σίνγκερ από το στούντιο έχει αποδειχθεί μέχρι στιγμής αποτελεσματικός στην αποσύνδεση του ονόματος του σκηνοθέτη από την ταινία. Μπορεί να μην αντικατοπτρίζεται στις εισπράξεις του, αλλά αγαπημένο από το ευρύ κοινό είναι και το Πράσινο Βιβλίο, που άλλωστε ξεκίνησε την πορεία του προς τα βραβεία κερδίζοντας το γουρλίδικο βραβείο κοινού στο Φεστιβάλ του Τορόντο.
Οι άνθρωποι που φτιάχνουν ταινίες δεν θέλουν να τους λένε ποιες ταινίες να τους αρέσουν κάποιοι άλλοι άνθρωποι που ζουν βλέποντάς τες
Οι διακρίσεις των Bohemian Rhapsody, Πράσινο Βιβλίο και Vice δεν σταματούν στις Χρυσές Σφαίρες, που μπορεί να δίνουν μια προσωρινή ώθηση στους νικητές τους αλλά έχουν σταματήσει εδώ και χρόνια να αποτελούν σοβαρό προάγγελο των Όσκαρ. Σε αντίθεση με τα επαγγελματικά σωματεία που συνθέτουν το μεγαλύτερο κομμάτι των μελών της Ακαδημίας. Το biopic του Φρέντι Μέρκιουρι, λοιπόν, είναι υποψήφιο στα σωματεία των Αμερικανών Ηθοποιών, Αμερικανών Παραγωγών και Μοντέρ, ενώ εμφανίστηκε και στην κατηγορία Καλύτερης Βρετανικής Ταινίας στα BAFTA (όχι όμως και Καλύτερης Ταινίας). Βέβαια, ο δρόμος του προς μια πιθανή μεγάλη νίκη στα Όσκαρ (εφόσον η υποψηφιότητα για Καλύτερη Ταινία είναι πλέον δεδομένη) είναι ακόμα δύσκολος, αφού απέτυχε να αποσπάσει υποψηφιότητα από το Σωματείο Αμερικανών Σκηνοθετών, για ευνόητους λόγους, ενώ δεν τα κατάφερε ούτε με τους Σεναριογράφους. Το Πράσινο Βιβλίο και το Vice τα έχουν πάει εξαιρετικά στα περισσότερα Σωματεία, λαμβάνοντας μάλιστα κι ένα τεράστιο δώρο από εκείνο των Σκηνοθετών, που επεφύλαξε θέση στην 5άδα των υποψηφίων και για τους δύο σκηνοθέτες, Πίτερ Φαρέλι κι Άνταμ Μακ Κέι αντίστοιχα – το Πράσινο Βιβλίο μάλιστα συγκέντρωσε και 4 βασικές υποψηφιότητες στα BAFTA.
Κάθε ανακοίνωση σημαντικών υποψηφιοτήτων τις τελευταίες μέρες συνοδεύεται από γκρίνια των κριτικών για την αναγνώριση «μέτριων», safe τίτλων εις βάρος έργων με μεγαλύτερη καλλιτεχνική αξία – σκεφτείτε πόσο έχει πονέσει ο αποκλεισμός του If Beale Street Could Talk και του Μπάρι Τζένκινς (ο μεγάλος αδικημένος της σεζόν, ειδικά μετά το Όσκαρ του Μoonlight) και του Γιώργου Λάνθιμου για την Ευνοούμενη (που, όμως, τα πηγαίνει εξαιρετικά και κοιτάζει ίσως και διψήφιο αριθμό οσκαρικών υποψηφιοτήτων) από τις υποψηφιότητες του Σωματείου Αμερικανών Σκηνοθετών. Έχει ενδιαφέρον ότι παρά τη λαίλαπα του #MeToo, του #OscarsSoWhite, της προεδρίας Τραμπ κι άλλων παραγόντων που φάνηκαν να πιέζουν το Χόλιγουντ να βελτιωθεί και να ανανεωθεί, το παλιό καθεστώς δύσκολα θα ανατραπεί, ενώ οι κανόνες για το τι είδους σινεμά εντυπωσιάζει παραμένουν πάνω-κάτω ίδιοι. Όπως αναφέραμε πρόσφατα, μένει να δούμε πόσο έχει προχωρήσει η υποτιθέμενη «πρόοδος» στην αμερικάνικη κινηματογραφική βιομηχανία, αφού στο παρελθόν θα αποτελούσε αυτονόητο νικητή του Όσκαρ καλύτερης ταινίας κάτι σαν το Πράσινο Βιβλίο.
Πάντως ένα γεγονός παραμένει: οι άνθρωποι που φτιάχνουν ταινίες δεν θέλουν να τους λένε ποιες ταινίες να τους αρέσουν κάποιοι άλλοι άνθρωποι που ζουν βλέποντάς τες.