Υπάρχει κάτι το αρχετυπικό στα «χνάρια» του κορυφαίου έλληνα εικαστικού Γιώργου Ξένου. «Με ενδιέφερε να πηγαίνω εκεί που δεν πηγαίνανε οι άλλοι», αποκαλύπτει, ξεναγώντας μας ο ίδιος, με τον πληθωρικό τρόπο του, στην καταιγιστική έκθεσή του «Τόποι περισυλλογής» (πραγματικά, σπεύστε έστω αύριο, τελευταία ημέρα), στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (σε επιμέλεια Άννας Καφέτση), που κόβει την ανάσα. 

«Από όρο σε όριο: αυτό είναι το θέμα της έκθεσης», εξηγεί. «Πηγαίνοντας προς το όριο, δημιουργείς χώρους περισυλλογής, πρόχειρα καταλύματα, για να συγκεντρωθείς και να κάνεις απολογισμό», προσθέτει ο Γιώργος Ξένος, που αντιλαμβάνεται, όπως ο επισκέπτης, την έκθεση στο Μέγαρο με τα μνημειώδη έργα, τις εγκαταστάσεις, τα βίντεο, τα μικρογλυπτά, αλλά και τα μικρά σχέδια – συνολικά 102 έργα διαφορετικών περιόδων που μερικά πρώτη φορά βγαίνουν στο φως – ως έναν απολογισμό της διαδρομής του.

Δεν είναι τυχαίο το ότι επικεντρώνεται στην εμπειρία του στο Βερολίνο, «οριακό σημείο επανεκκίνησης της ανθρωπότητας», όπως το χαρακτηρίζει. «Πέφτει το Τείχος και βιώνω αυτό το πέρασμα από το ένα μέρος στο άλλο», λέει. Η κατοικία του βρίσκεται στο δυτικό Βερολίνο και στο ανατολικό το εργαστήρι του. «Και πηγαινοερχόμουνα. Γιατί πάντα με ενδιαφέρει το πέρασμα από τη μια μεριά στην άλλη, να κοιτάς το όριο, γνωρίζοντας όμως ότι θα ξαναγυρίσεις».

Η έννοια του ορίου, ξεκινά «τόσο συνειδητά από την βερολινέζικη εποχή», παρόλο που πάντοτε από μικρός «αντιδρούσα σε οποιοδήποτε όριο προσπαθούσαν να μου επιβάλλουν». Αυτό είναι κάτι που, τονίζει, «βγαίνει στα έργα μου. Το έργο είναι το ψυχογράφημά σου. Δεν λαθεύει ποτέ».

Κινούμαστε στον χώρο της έκθεσης, όπου σε κατακλύζουν εικόνες-αρχέτυπα. Κι ακούμε ξαφνικά τζιτζίκια! «Από την Αίγινα, και το εργαστήρι μου», αναφέρει. «Ακόμα και στην Αίγινα το ίδιο συμβαίνει: φεύγεις και εντελώς μόνος βρίσκεις χώρους κενούς, όπου αρχίζουν να επανέρχονται οι μνήμες».

Γιώργος Ξένος

Είχε βιώσει ανεξίτηλα κάτι ανάλογο και στο Παρίσι: «Έκλεισα πόρτες και παράθυρα κι έκατσα στον χώρο μου 45 μέρες, με νερό και τα απολύτως απαραίτητα, ασκητικά, σε συνθήκες καταφυγίου. Καταφύγια μπορείς να βρεις παντού», υποστηρίζει. «Ακόμη και στο πουθενά. Τα δημιουργείς ο ίδιος. Και κάνεις επανεκκίνηση. Πρέπει να απομακρυνθείς, να δεις όλο το σκηνικό, από απόσταση, να συγκρίνεις, για να ξεκινήσει το επόμενο στάδιο».

Στα εκθέματα, συναντάς και το δικό του «πεντάγραμμο», με κηλίδες. Είναι ανθρώπινες μορφές ή δέντρα; Δεν χρειάζεται να δοθεί απάντηση. Το πάθος του Γιώργου Ξένου, για τη μουσική, το ορμέμφυτο μουσικό ένστικτό του, είναι γνωστό. Στο σπίτι του μετέτρεψε έναν τεράστιο χώρο σε στούντιο για τις μουσικές αναζητήσεις του, με πολλών λογής μουσικά όργανα. «Είχα ανέκαθεν απωθημένο να φτιάχνω μουσικές από οτιδήποτε ηχούσε. Χάθηκε ο ήχος, στην πορεία, γιατί υπερίσχυσε το ίχνος. Με το ίχνος κατάλαβα ότι κάνεις αυτό που δεν φαίνεται να γίνει ορατό. Έτσι το ίχνος κυριάρχησε τελικά στη δουλειά μου».

Γιώργος Ξένος:

Παρόλο το αρχετυπικό, το ισχυρά αρχαϊκό, πρωτογενές στοιχείο στη δημιουργία του, στην έκθεση του Μεγάρου συναντάς και μια ακόμη έκφανση του Ξένου. Την υψηλή τεχνολογία, μέσα από έργα φτιαγμένα για ipad κι ακουστικά. «Μπορώ να μπω σε οποιαδήποτε κατάσταση, προκειμένου να επιτευχθεί αυτό που συνέλαβα. Μερικά πράγματα γίνονται μόνο με την τεχνολογία», παραδέχεται. «Όπως το να βγάλεις φωτογραφία. Κυκλοφορούμε όλοι με ένα κινητό και κινηματογραφούμε όσα δεν θα μπορούσαμε παλαιότερα. Η τεχνολογία είναι αναρχική. Μπορείς να κάνεις τα πάντα χωρίς να δίνεις λογαριασμό σε κανένα. Υπάρχει ένα κοντρόλ από το συστήματα, αλλά έστω και μια φορά, το σήμα σου θα το περάσεις, χάρη στην τεχνολογία», υπερθεματίζει.

Μπροστά μας, λίγα μέτρα πιο πέρα, χαλάσματα, πέτρα, φυτά και δέντρα. Σταθερές αναφορές της εργογραφίας του. Αντλημένα, από «σημεία που έχω περάσει από νωρίς στον βίο μου, όπως η Παλαιοχώρα στην Αίγινα. Εκεί χρησιμοποιούσα εγκαταλελειμμένα εκκλησάκια ως χώρους περισυλλογής. Σε αυτούς τους τόπους πηγαίνεις χωρίς συνένοχο», σχολιάζει.

Το βουνό. Ακόμη μια αναγνωρίσιμη σταθερά της δημιουργίας του. «Είναι ένα σύνολο του περάσματός μου από τότε που παίρνω την απόφαση να αφήσω ίχνος. Είχα πάντα μια αγωνία να ανέβω στο βουνό, να ανέβω ψηλά. Παιδί ανέβαινα πάντα σε ένα ψηλό σημείο να επιβλέψω τι διαδραματίζεται από κάτω, εκεί που παίζανε τα άλλα παιδιά, στην αρένα».

Στο οντολογικό σύμπαν του συναντάς και Ερινύες, αλλά και την «άγονη, ξερή γη, κρανίου τόπο: Πρέπει να περάσεις κι από αυτό το σημείο, που δεν υπάρχει ούτε πουλί πετάμενο», υπογραμμίζει.

Ένα αρχειακό έργο της έκθεσης του Μεγάρου, που θα έπρεπε να αποτελεί έκθεμα σε μουσείο της υφηλίου, αποτυπώνει, μέσα από έναν πολύ ιδιοσυγκαρασικό συνωστισμό ανθρώπινων μορφών, τις μετακινήσεις των πληθυσμών – μην ξεχνάμε, ότι παλαιότερες δουλειές του έχουν ως θέματα: «Διερχόμενοι», «Διαπλέοντες» – γιατί «θεωρώ ότι αυτός είναι ο τρόπος που εξελίσσεται ο ανθρώπινος πολιτισμός», αναφέρει. «Πώς; Μεταφέροντας πολιτισμικά χνάρια απ΄το ένα μέρος στο άλλο».

Την εγκατάσταση που κυριολεκτικά περικυκλώνει τον επισκέπτη, ο Γιώργος Ξένος την εμπνεύστηκε από τον γύρο του θανάτου, καθότι κι ο ίδιος παθιασμένος μοτοσικλετιστής. «Έχω κι εγώ δοκιμάσει κι έχω κάνει τον γύρο του θανάτου», αποκαλύπτει. «Έτσι δημιουργήθηκαν οι εικόνες που περνάνε γρήγορα, στριφογυρίζοντας. Ο φόβος γεννά εικόνες».

«Τα πατήματα» στην τέχνη του «τα βρήκα μόνος μου», συμπληρώνει. «Είχα και ζόρικες εμπειρίες. Τα πάντα ήτανε επιλογή δική μου. Δοκίμαζα και τα απαγορευμένα. Πήγα στα δύσβατα μέρη».

Γιώργος Ξένος:

Δεν έχει καμία σχέση με καλλιτέχνες αποστειρωμένους στο εργαστήρι τους, αποδεικνύει το βιογραφικό του. «Εγώ είμαι ένας πλάνης», δηλώνει. «Αλήτης, περιφερόμενος, διερχόμενος από παντού. Βέβαια έπαιξε ρόλο και το επίθετό μου. Με επηρέασε πολύ». Πρώτη δημοτικού και η δασκάλα διαβάζει το όνομά του: Γιώργος Ξένος. «Πέφτει άκρα του τάφου σιωπή στην τάξη», θυμάται. Και η δασκάλα δηλώνει με στόμφο: «Ένας ξένος». Τον στιγμάτισε το όνομα. «Θετικά, όμως. Γιατί μετά άρχισα να το ψάχνω. Τη σχέση με τον ξένιο Δία της φιλοξενίας. Ο ξένος έχει προτερήματα, έχει και υποχρεώσεις. Είχα την αυθαιρεσία να κάνω ό,τι θέλω, είχα και υποχρεώσεις όμως ως ξένος, γιατί υπάρχουν και οι κανόνες σεβασμού της φιλοξενίας. Αυτό με απελευθέρωσε».

Η δεύτερη φάση που τον προσδιόρισε υπαρξιακά ήταν όταν άκουσε να λένε, περιγράφοντάς τον, «αυτό το παιδί είναι αναρχικό». «Ανοίγω λεξικό. Αναρχικός, αναρχοαυτόνομος. Και λέω: εδώ ανήκω», σαρκάζει σήμερα.

«Η τέχνη με έκανε ελεύθερο άνθρωπο», συνεχίζει ο Γιώργος Ξένος. «Στελεχάρα, διευθυντής, CEO δεν θα μπορούσα να είμαι πουθενά, ούτε στον εαυτό μου. Όταν κατάλαβα πολύ μικρός, από τις πρώτες μου μνήμες, ότι έπαιρνες την γραφίδα και μπορούσες να κάνεις ό,τι θέλεις, και κανέναν δεν ρωτάς, είπα: εδώ είμαι. Μεγάλη δύναμη το ίχνος, να αφήνεις ίχνος και σκιά. Πάντα είχα σημειωματάρια και σκίτσαρα. Κρατώ ημερολόγιο συμβάντων, όπως τα πλοία».

Η σύγχρονη τέχνη πώς του φαίνεται; «Έχει πολλά περιττά πράγματα. Είναι εφήμερη πολύ. Είμαι ενάντιος στο εφήμερο. Άλλο γρήγορο, άλλο εφήμερο», επεξηγεί. Παρόλα αυτά, «ζούμε μια από τις πιο σημαντικές στιγμές του πολιτισμού του ανθρώπου», διαισθάνεται.

«Μεταβιβαζόμαστε σε μια νέα εποχή. Αυτό δημιουργεί ασυνεννοησία, φαυλότητα, παράγει αμπελοφιλοσοφία, μέχρι να καταλαγιάσει  και να πάρουμε την πορεία για να εισέλθουμε σε νέα εποχή, να δημιουργηθούν νέα πράγματα. Ζούμε σε μια ψηφιακή εποχή, ζούμε τη μεγαλύτερη εξέλιξη της βιομηχανικής εποχής. Ξεπερνά η βιομηχανική εποχή και τον εαυτό της. Σημαντικό. Απλά είναι σαν το άγριο άτι,  πουπρέπει να το τιθασεύεις».

Ο ίδιος μπορεί και δηλώνει «αισιόδοξος», προτού αποχαιρετιστούμε, παρότι θυμώνει «όταν βλέπω συνθήκες αδικίας. Είμαι άνθρωπος με οξύ θυμικό».

«Ο νέος κόσμος θα είναι νέος, θα είναι καινούριος. Θα είναι αλλιώς», διακηρύσσει με βεβαιότητα ο Γιώργος Ξένος. «Η νέα εποχή θα είναι ερμαφρόδιτη, θα ερωτεύεσαι άνθρωπο, όχι φύλο, χωρίς ταμπού ή γκέτο. Ο κόσμος θα είναι πιο ελεύθερος. Δεν ξέρω αν τα συναισθήματα θα είναι όπως τα ζήσαμε εμείς. Εκεί έχω μια αμφιβολία. Ακόμη και στη σύγχρονη τέχνη απαγορεύεται το συναίσθημα. Είναι πιο μηχανικά τα πράγματα, ούτε καν λογικά, γιατί και η λογική εμπεριέχει συναίσθημα. Βλέπω να υπάρχει κάτι το στεγνό, το στείρο, ιστοριούλες, δηλωμένες πρωτοπορίες, ενώ όλα έχουνε ήδη συμβεί».

Το έργο του το καταλαβαίνει το κοινό; «Απόλυτα», απαντά. «Οι απλοί άνθρωποι, κυρίως. Βλέπουν τη λάμψη, χωρίς όρια». Κι ο ίδιος, «ευχαριστημένος από την πορεία του ως σήμερα», δηλώνει. Ο λόγος; «Δεν έχω κάνει τίποτα που να μην μου αρέσει. Δεν πήγα κόντρα στην επιθυμία μου ποτέ. Δεν συμβιβάστηκα ποτέ. Με όλες τις συνέπειες».