Ότι είναι σε πολύ δύσκολη θέση ο χώρος του θεάτρου εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού είναι γνωστό τοις πάσι. Ότι είναι σε ακόμη δυσχερέστερη θέση όσοι διαθέτουν ή διευθύνουν μερικές από τις πολλές -πάρα πολλές- μικρές σκηνές που υπάρχουν σε κάθε γωνιά της Αθήνας, είναι γνωστό προς στιγμήν στους αμέσως ενδιαφερόμενους, που πασχίζουν να δουν με ποιον τρόπο (και με ποια έργα) θα λειτουργήσουν (αν θα λειτουργήσουν), κάπως, τους χώρους τους.
Υπάρχουν σκηνές των 40, των 50, των 60, των 70, των 80, των 100, των 120 έως 150 θέσεων. Με την κάλυψη του 40% της πληρότητάς τους που ισχύει αυτή τη στιγμή, είναι σαφές ότι τα πράγματα, για πολλές από αυτές είναι πολύ δύσκολα. Κι αν οι παραγωγοί των μεγάλων σκηνών της Αθήνας σχεδιάζουν και ξανασχεδιάζουν για να βρουν το κατάλληλο έργο, με τους κατάλληλους (αναγνωρίσιμους δηλαδή) ηθοποιούς που θα διασφαλίσουν την κουτσουρεμένη πληρότητα των θεάτρων, οι μικρές σκηνές απλώς δεν μπορούν να σχεδιάσουν και πολλά πράγματα.
Το σίγουρο είναι ότι θα είναι ένα εντελώς διαφορετικό θεατρικό τοπίο αυτό που θα κληθούμε να παρακολουθήσουμε την ερχόμενη σεζόν. Ποσοτικά κατ’ αρχήν.
Τρεις άνθρωποι του θεάτρου που διευθύνουν μικρές σκηνές μας μιλάνε γι’ αυτή την πρωτόγνωρα δύσκολη κατάσταση. Ο Δημήτρης Καρατζιάς από τον Πολυχώρο Vault, ο Μάνος Καρατζογιάννης από το «Σταθμός Θέατρο» και ο Άγγελος Μπούρας που διευθύνει καλλιτεχνικά το «Μικρό Άνεσις».
Δημήτρης Καρατζιάς, Πολυχώρος Vault, που διαθέτει δύο σκηνές, μία των 50 και μία των 60 θέσεων: «Βρισκόμαστε σε πολύ δύσκολη θέση, είναι μία πικρή αλήθεια. Επειδή οι εξελίξεις είναι ραγδαίες, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν ξέρουμε τι θα γίνει. Το πρόβλημα είναι ότι σύμφωνα με ό,τι ισχύει αυτή τη στιγμή, σχεδόν κανένας από τους μικρούς χώρους δεν μπορεί ν’ ανοίξει. Αυτό ισχύει για πάρα, μα πάρα πολλές σκηνές. Αυτή τη στιγμή χρειάζεται πρόνοια, ώστε να μπορέσουν οι μεγάλες σκηνές να πάρουν όσο περισσότερο κόσμο γίνεται.
Βέβαια, οι μεγάλες σκηνές δεν είναι πάρα πολλές. Σαφώς και δεν μπορούμε να σταματήσουμε, σαφώς κάτι πρέπει να προγραμματίσουμε. Οι μικρές σκηνές έχουν επίσης πάρα πολλά έξοδα. Αν δεν δουλέψουν αυτές οι σκηνές, καταστράφηκαν. Είμαστε στο κενό αυτή τη στιγμή, χωρίς να σημαίνει ότι δεν σκεφτόμαστε τι να κάνουμε. Ελπίζοντας ότι θα βελτιωθούν οι όροι, εκείνο που μπορούμε να κάνουμε είναι έναν μονόλογο ή ένα έργο με δύο ηθοποιούς, τουλάχιστον για το πρώτο μισό της σεζόν.
Θέλω να πιστεύω ότι μέχρι στα Χριστούγεννα αυτό θ’ αλλάξει. Είμαι αισιόδοξος άνθρωπος, πιστεύω ότι θα βρεθεί το φάρμακο, θα γίνει κάτι. Χρειαζόμαστε και τη στήριξη της πολιτείας, όμως. Σ’ εμάς στο Vault, που έχουμε 17 εργαζόμενους, πήραν όλοι χρήματα. Πέρα από τον πανικό και τη θλίψη, πρέπει να σκεφτούμε πολύ δημιουργικά κάποια πράγματα, γιατί είναι και ο τομέας της επιβίωσης. Θέλω να πιστεύω ότι θα βρεθούν κάποιες λύσεις. Το ζήτημα είναι να μπορέσουμε να κρατηθούμε μ’ έναν τρόπο, μέχρι να επανέλθουμε κανονικά».
Μάνος Καρατζογιάννης, «Θέατρο Σταθμός», που χωράει 150 άτομα. «Ανησυχώ πολύ κι εγώ όπως όλοι οι συνάδελφοι και όσοι έχουν την καλλιτεχνική ευθύνη των χώρων. Άκουσα την υπουργό πολύ νωρίς, τον Μάρτιο, μόλις είχε αρχίσει η καραντίνα, που είχε δηλώσει ότι θα στηρίξει τα μικρά θέατρα. Έκτοτε δεν έχω ακούσει τίποτα. Τίθεται ένα θέμα στήριξης των μικρών χώρων από την ίδια την πολιτεία. Το πιο σημαντικό βέβαια για όλους είναι η δημόσια υγεία, πόσοι θα μπορούν να μπαίνουν στα θέατρα. Μήπως θα μπορούσε να υπάρχει ένα επίδομα απολύμανσης και καθαριότητας των χώρων;
Για να οργανωθούμε για το χειμώνα περιμένουμε τα νεότερα γύρω στις αρχές του Ιούνη. Το ερώτημα είναι για όλους: πότε θ’ ανοίξουν τα θέατρα, ποιες θα είναι οι συνθήκες και πάνω στη σκηνή και κάτω από τη σκηνή. Σε ό,τι αφορά τον “Σταθμό”, υπάρχει ήδη μια μαγιά παραστάσεων για την ερχόμενη σεζόν, το θέμα είναι να ξεκαθαρίσει το τοπίο, όσον αφορά και την πανδημία και τους όρους λειτουργίας των θεάτρων.
Υπάρχει το έργο «Οπως πάει το ποτάμι» του Μάρτιν Σέρμαν που είχαμε ξεκινήσει από νωρίς πρόβες με τον Γιάννη Λεοντάρη και συνεχίσαμε διαδικτυακά μέσα στην καραντίνα τις πρόβες και θέλουμε πολύ ν’ ανοίξει το θέατρό μας. Υπάρχει η παράσταση του Κώστα Παπακωνσταντίνου «Ο γάμος» του Μάριου Ποντίκα που διακόπηκε και και οι παραστάσεις που είχαν ήδη ανακοινωθεί για την άνοιξη του 2020: της Δήμητρας Κονδυλάκη «Σπουν Ρίβερ» και «Η χώρα που ποτέ δεν πεθαίνει» της Ορνέλα Βόρπτσι σε σκηνοθεσία Ενκε Φεζολάρι. Διακόπηκε βέβαια και η παράσταση «Οι μάρτυρες των Αθηνών» που έτσι κι αλλιώς οι ηθοποιοί ήταν σε απόσταση 1,5 μέτρου ο ένας από τον άλλο επί σκηνής. Πάντως εμείς είμαστε σε μια αμφιθυμία, δεν ξέρουμε πότε θα ανοίξουμε και πώς. Δεν μπορούμε να προγραμματίσουμε εύκολα».
Αγγελος Μπούρας, «Μικρό Ανεσις», χωρητικότητας θέσεων. «Το δικό μου συναίσθημα έχει να κάνει περισσότερο με το θέατρο κι όχι μόνο με το μικρό. Πώς θα έρθει ο κόσμος; Γιατί καλώς ή κακώς οι θεατές που συντηρούν το θέατρο, είναι οι λεγόμενες ευπαθείς ομάδες. Οι νεαρές ηλικίες δεν μπορούν να συντηρήσουν το θέατρο. Και καλά εάν έχεις μια κρατική επιχορήγηση, όπως είχαν πολλές μικρές σκηνές. Εγώ που στο “Γκλόρια” και στο “Ανεσις” είμαι μόνος μου, και παλεύω με το εισιτήριο να βγει η παραγωγή, τρομάζω στην ιδέα ότι δεν θα μπεί ο κόσμος στο θέατρο. Δυστυχώς όλα τα σχέδια που είχα κάνει έχουν μετατεθεί, δεν θέλω να πω ακόμα ναυαγήσει. Πάμε μέρα με τη μέρα και λίγο θέλω να είμαι παρέα με τους υπόλοιπους, δεν θέλω να λειτουργώ μόνος μου. Θέλω να δω τι θα κάνουν όλοι οι υπόλοιποι. Θέλω να πιστεύω ότι από Δεκέμβριο θα έχει κάπως ηρεμήσει η κατάσταση και να ξεκινήσουμε. Δεν θέλω να ξεκινήσει μια παραγωγή και να μην πληρώνονται οι ηθοποιοί ή να τους πω να πληρωθείτε με το 40% των θέσεων.
Δεν είμαι παραγωγός, είμαι κυρίως ηθοποιός και σκέφτομαι ως ηθοποιός. Κι αυτά τα τρία χρόνια σκεπτόμενος ως ηθοποιός λειτούργησα. Δυστυχώς όπως νομίζω ότι θα γίνουν τα πράγματα από τον Σεπτέμβριο, οι περισσότεροι θα δουλέψουν με περισσότερο ελκτικά ονόματα, είτε στους συγγραφείς είτε στη σκηνή. Απ’ ό,τι βλέπω τα περισσότερα σχήματα του χειμώνα θα είναι με 2-3 άτομα για να μπορέσει ν’ αντέξει η παραγωγή, γνωστά ονόματα, που ίσως λειτουργήσουν ως κράχτες.
Αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνώ μ’ αυτό. Δεν μπορείς να κάνεις προγραμματισμό αυτή τη στιγμή. Πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία της επιλογής των έργων. Πρέπει να γίνει με βάση τις ανάγκες του κόσμου και όχι τη δική μας προσωπική καλλιτεχνική αναζήτηση, μόνο. Αυτό που λέω συνέχει αυτή την περίοδο, προτιμώ να μην ανοίξει ένα θέατρο και να μείνει κλειστό παρά να ανοίξει και να μην πληρώνονται οι ηθοποιοί. Ας αφήσουμε λίγο στην άκρη τη μεγάλη τέχνη και τις προσωπικές μας φιλοδοξίες ενδεχομένως και ας γειωθούμε σ’ αυτό που είναι η δουλειά μας.
Οι αρχικές σκέψεις έχουν μετατοπιστεί και συζητάμε το ενδεχόμενο της πρώτης παραγωγής για Δεκέμβριο. Αν όλα πάνε καλά κι από Σεπτέμβριο τα πράγματα έχουν ηρεμήσει, έχει βγει ένα εμβόλιο, η ελπίδα πάρει τη θέση του φόβου και μπορέσουμε να ξαναβγούμε στην κανονικότητα της συνθήκης θεάτρου-θεατή, τότε θα συζητήσουμε ξανά για κάποιες επαναλήψεις, π.χ. «Το χελιδόνι» εφόσον είναι διαθέσιμοι οι ηθοποιοί».