Xτυπούσε δυνατά η καρδιά του Μάη όταν κατηφόρισα στην Κυψέλη. Είχα καιρό να βρεθώ στην αρχετυπική αυτή αθηναϊκή γειτονιά, κι έμοιαζε αλλαγμένη. Είναι εντυπωσιακό πώς η πάλαι ποτέ απαράμιλλης αίγλης μεγαλοαστική Κυψέλη, η μετέπειτα καθοριστικά λαβωμένη από την ανόρθωση πυκνών τσιμεντένιων όγκων, κατορθώνει σήμερα να χωρέσει μες στην αποκαμωμένη αγκαλιά της ανθρώπους από όλες τις γωνιές της Γης και να φυτεύει τον σπόρο μιας νέας αθηναϊκής μυθολογίας, διατηρώντας ταυτόχρονα αγέρωχα αλώβητο στον χρόνο τον χαρακτήρα της, της γειτονιάς.
Δεν μου κάνει εντύπωση πως οι άνθρωποι που θα συναντούσα «στέριωσαν» στη γωνιά αυτή της αέναης κίνησης. Εξ ορισμού υπερεθνικοί ως ραψωδοί της ανθρώπινης φύσης, εξ ορισμού μη στατικοί ως δημιουργοί πολιτισμού και εκ θέσεως αρκετά τρελοί ώστε να καταλήξουν αντίστροφοι μετανάστες ή Βορειοευρωπαίοι στην Ελλάδα, οι άνθρωποι της καλλιτεχνικής ομάδας Noucmas και του βιβλιοπωλείου «Μετεωρίτης» βρήκαν στην Κυψέλη το «ταμάμ» τους.
Έχοντας ανοικοδομηθεί κάθετα πριν τη μαζική τσιμεντοποίηση της Αθήνας, η Κυψέλη φαντάζει επίσης ενδιαφέρον παράδειγμα για το τρέχον πρότζεκτ τους, το Concrete Contract, μια καλλιτεχνική έρευνα επάνω στο τσιμέντο και τις συνέπειές του στο ανθρώπινο και μη περιβάλλον σε Αθήνα, Τίρανα και Ντιγιαρμπακίρ, στο πλαίσιο του VAHA. Το VAHA* στα τουρκικά σημαίνει «όαση», κι είναι ένα πρόγραμμα στο οποίο συμμετέχουν ανεξάρτητοι χώροι τέχνης και πολιτισμού από πόλεις της Τουρκίας, της Ευρώπης και γειτονικές τους. Στόχος, η ενίσχυση της δημόσιας συζήτησης και του διαλόγου μεταξύ τους. Καλλιτεχνικά εγχειρήματα, workshops, διαδικτυακές συζητήσεις και ανταλλαγές επισκέψεων είναι μερικές μόνο από τις δράσεις του.
Ένα από τα 16 Hub του VAHA είναι της Κυψέλης, αποτελούμενο από τους Noucmas και το βιβλιοπωλείο Μετεωρίτης.
Κατηφορίζοντας τη θρυλική Φωκίωνος Νέγρη, κάποτε αποκαλούμενη Via Veneto της Αθήνας, φθάνω στον Μετεωρίτη για να συναντήσω τον Γάλλο ιδιοκτήτη του Μπενουά Ντουραντέν. Γιατί, αλήθεια, ένας Βορειοευρωπαίος να μεταναστεύσει στην Αθήνα; «Στη ζωή μου δεν θέλω να αποφασίσω τίποτα. Γιατί είμαι στην Αθήνα, γιατί έχω ένα βιβλιοπωλείο, δεν το ξέρω ακόμα. Μια μέρα θα το ξέρω, αλλά ακόμα όχι. Μπορώ να σας πω εύκολα, όμορφα ψέματα, καλές ιστορίες, αλλά η αλήθεια είναι αυτή», απαντά αφοπλιστικά. Άσε που ποτέ δεν καταλάβαινε «γιατί όλοι οι Γάλλοι θέλουν να μένουν στη Γαλλία».
Καταλήγω ότι το όνομα του βιβλιοπωλείου είναι ταιριαστό. Γιατί ο Μπενουά «έσκασε» στην Αθήνα κάπως σαν μετεωρίτης: δεν μαρτυρά αν ήρθε απευθείας από τη Γαλλία ή αν υπήρξαν ενδιάμεσοι σταθμοί. «Είχα εφτά ζωές», μου λέει. «Διηγήσου μου έστω μία». «Δεν υπάρχει χρόνος».
Έχει τόσα βιβλία, που δεν ξέρει πώς να τα χωρέσει, πώς να τα οργανώσει. «Για μένα το βιβλιοπωλείο είναι σαν ένα κρεμμύδι με πάρα πολλά διαφορετικά επίπεδα. Ήρθαν κάποιοι και μου είπαν ότι το βιβλιοπωλείο δεν ήταν αρκετά πολιτικό. Για μένα είναι σαν ένα μικρό κουτί με αυτό που μπορώ να καταλάβω από τον κόσμο».
Θέλει να μαθαίνει διαρκώς κάτι νέο. Σε αυτό συμβάλλει και το VAHA, μου λέει. «Στο VAHA, δοκιμάζουμε να φτιάξουμε χάρτες. Γιατί είμαστε χαμένοι, δεν ξέρουμε καθόλου πού είμαστε, και δουλεύουμε με το Ντιγιαρμπακίρ και τα Τίρανα να δούμε αν μπορούμε να κάνουμε ένα αντι-καλούπι της Ελλάδας, πιστεύω. Να βρούμε πώς φαίνεται η Ελλάδα από το εξωτερικό και τι προβλήματα έχουμε στην Ελλάδα, στο Ντιγιαρμπακίρ, κάτι σαν ένα μπιλιάρδο».
Το «κουτί του» είναι όπως το περιγράφει. Έχει νέες εκδόσεις, παλαιές και συλλεκτικές, βιβλία νέα και μεταχειρισμένα, σε διάφορες γλώσσες, και την πιο φανταστική συλλογή παιδικών παραμυθιών που έχω δει. Φιλοξενεί συχνά ποικίλες εκδηλώσεις. Ο Μετεωρίτης δεν είναι ένα απλό εμπορικό κατάστημα. Είναι ένα ζωντανό πολιτιστικό κύτταρο της γειτονιάς.
Δεν ήταν πολύς καιρός που ο εικαστικός Vincent Meyrignac (εφεξής Βανσάν) είχε μετεγκατασταθεί στην Αθήνα από το Παρίσι. Μαζί με τη συμφοιτήτριά του στην Πόλη του Φωτός Κατερίνα Χάρου και την τότε άρτι αφιχθείσα από το Λονδίνο συνάδελφό τους Όλγα Σουρή είχαν μόλις βρει κοινή στέγη για τα εργαστήριά τους στην Κυψέλη. Ήταν αρχές του 2019, κι η ομάδα Noucmas ήταν γεγονός. Κατηφορίζοντας μια μέρα τη Φωκίωνος Νέγρη, ο Βανσάν άκουσε παιδάκια να μιλούν γαλλικά. Ήταν έξω από τον Μετεωρίτη. Αυτό ήταν. Η «μαγιά» του Noucmas με τον Μπενουά έδεσε γρήγορα, και σιγά σιγά έστησαν μαζί ένα χαλαρό πολιτιστικό δίκτυο στη γειτονιά.
Ενώ συζητάμε με τον Μπενουά, καταφθάνει σύσσωμη η ομάδα Noucmas, μαζί με το νεότερο μέλος τους, την επίσης εικαστικό Κατερίνα Σαμαρά. Έχω ήδη υποστεί σοκ μαθαίνοντας ότι άφησαν το Παρίσι και το Λονδίνο για την Αθήνα των αλλεπάλληλων κρίσεων. Μάλιστα, και η Κατερίνα Σαμαρά επέστρεψε πρόσφατα από την Ελβετία!
Στα τόσο μεγάλα αστικά κέντρα, είναι δύσκολο να συντηρήσεις τέτοιο επάγγελμα, μου εξηγούν. «Η Αθήνα ακόμα, πριν λίγο δηλαδή, ήταν βιώσιμη από θέμα ενοικίων. Τώρα γίνεται κι εδώ δύσκολο…» λέει η Κατερίνα Σαμαρά. «Θα βρούμε κάποιο άλλο μέρος σιγά σιγά» σχολιάζει η Όλγα. Γελούν. «Θα πάμε στην Αλβανία, στη Βουλγαρία, δεν ξέρω».
Και στην Ελλάδα παλεύουν. Να ακουστούν. Να επιβιώσουν. Εδώ οι καλλιτέχνες αντιμετωπίζονται περίπου σαν χομπίστες. Από την άλλη, επειδή δεν υπάρχει καμία θεσμική στήριξη, είναι ελεύθεροι να κάνουν ό,τι θέλουν. «Επομένως, πιστεύω ότι θα βγουν πράγματα πολύ ενδιαφέροντα, που αυτή τη στιγμή μπορεί να μη συνειδητοποιούμε πόσο αξίζουν, αργότερα θα το δούμε», λέει η Κατερίνα Σαμαρά.
Μου περιγράφουν πώς μουσεία και γκαλερί στην Ελλάδα δεν ενδιαφέρονται να ανοίξουν κανάλι επικοινωνίας με τους μικρούς ανεξάρτητους χώρους. Και πώς το κράτος έχει άγνοια για την Τέχνη.
«Εγώ γύρισα στην Ελλάδα ακριβώς πριν τον κορωνοϊό. Και όταν ξεκίνησε η πανδημία συνειδητοποιώ ότι το υπουργείο Πολιτισμού δεν είχε ιδέα ποιοι είναι οι καλλιτέχνες, τι είδους καλλιτέχνες υπάρχουν στην Ελλάδα, κι έτσι σιγά σιγά έγινε και το μητρώο καλλιτεχνών, με τα καλά του και τα κακά του», λέει η Κατερίνα Σαμαρά. «Αλλά ήταν πολύ μεγάλο σοκ ότι δεν είχαν ιδέα τι γίνεται στη σύγχρονη τέχνη, όχι μόνο στα εικαστικά, στον χορό, στη μουσική. Ήταν σαν να μην υπάρχουν. Ο πολιτισμός για εμάς ήταν απλά τα αρχαία, το οποίο το βλέπεις βέβαια στον προϋπολογισμό του υπουργείου και σε όλα, ότι τα σύγχρονα είναι λίγο παραγκωνισμένα».
Ο χώρος των Noucmas ήταν παλιά ξυλουργείο. Τον έχουν μεταμορφώσει με θαυμαστό τρόπο, όπως διαπιστώνω όταν μεταφέρουμε την κουβέντα μας εκεί. Προσπαθούν να κρατούν το ισόγειο άδειο και διαθέσιμο για σεμινάρια και εκθέσεις.
Δεν επέλεξαν τυχαία την Κυψέλη. Δεν ήθελαν να είναι αποστειρωμένοι και αυτοαναφορικοί. Εδώ «υπάρχει ήδη η ανταλλαγή πολιτισμών, κινείται σαν κάτι που δεν είναι εύκολο να ορίσεις, υπάρχει διαρκής κίνηση, νέα στοιχεία. Έχει πολλαπλές ταυτότητες», λέει ο Βανσάν. «Γι αυτό σκεφτήκαμε να φτιάξουμε τον χώρο αυτό, να λειτουργεί και σαν σημείο συνάντησης, να γίνεται ανταλλαγή αυτών των διαφορετικών τρόπων».
Ξαφνιάζομαι όταν με οδηγούν στο υπόγειο. Σίγουρα δεν περιμένω να δω αυτό που αντικρίζω όταν ανοίγει η πόρτα: ένα πλήρες μουσικό στούντιο κι έναν ψηλό ανοιχτόχρωμο τύπο να μας χαμογελά. Είναι το άλλο νέο μέλος της ομάδας, ο Andrew Bunsell, μουσικοσυνθέτης. Επίσης Γάλλος, και χαρούμενος εδώ, λέει. Έχει κάτι ποιητικό αυτό, σκέφτομαι. Να συνθέτεις φως μες στο σκοτάδι.
Η πρώτη έκθεση της ομάδας έγινε στις 18 Απριλίου 2019, με δικά τους έργα, κι η πόρτα τους ήταν εξαρχής ανοιχτή στη γειτονιά: για καιρό «έτρεχαν» σεμινάρια τέχνης για παιδιά σε συνεργασία με την Παιδική Βιβλιοθήκη. Φιλοξένησαν διάφορες συνεργασίες, και με ξένους καλλιτέχνες, μέχρι που ήρθε η πανδημία. Τότε, αφού είδαν και απόειδαν, έβγαλαν την Τέχνη έξω. Η έκθεση φωτογραφίας Λατινοαμερικανών καλλιτεχνών «Vista Latina», σε ιδέα της Ακτίνας Σταθάκη του «1927» (εταίρου τους), αναρτήθηκε στις τζαμαρίες.
Κι ήταν στην πανδημία που η γειτονιά σαν ιδέα και ανάγκη γιγαντώθηκε. «Αυτούς που ήταν κοντά μας έπρεπε να τους βάλουμε μέσα στη συζήτηση όπως μπορούσαμε. Μέσα στην καραντίνα, που ξεκίνησε και το VAHA και αρχίσαμε να συζητάμε με καλλιτέχνες στην Τουρκία και σε άλλα μέρη της Ευρώπης, αρχίσαμε να σκεφτόμαστε λίγο την ιδέα της γειτονιάς με μια ευρύτερη έννοια», μου λέει ο Βανσάν.
«Καταλαβαίναμε ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερη επαφή με Αλβανία, Σερβία, Τουρκία… Ότι μερικές φορές είναι πιο εύκολο να φέρουμε καλλιτέχνες από τη Γαλλία αντί από εκεί», συμπληρώνει. Γιατί η Ελλάδα «κοιτάει» μόνο προς τη Δύση; Γιατί κανείς δεν ενδιαφέρεται να χρηματοδοτήσει τέτοιες συνεργασίες;
Ξεκίνησαν, λοιπόν, μόνοι τους να ρίχνουν γέφυρες από το μηδέν. Πρόσφατα, για παράδειγμα, ο Βανσάν οργάνωσε μια έκθεση στο Βελιγράδι. «Τι ωραία, πρώτη φορά έρχονται άτομα από την Ελλάδα, μας είπαν εκεί». Κι έπειτα, βοήθησε πολύ το VAHA. «Μας άνοιξε τα μάτια σε σχέση με κάποια πράγματα, ότι είναι πιο εύκολο να συνεργαστείς, πιο εύκολο να δημιουργήσεις, κάπως άλλαξε τον τρόπο που τοποθετούμαστε ή σκεφτόμαστε σε σχέση με τις αξιοποιήσιμες ευκαιρίες», λέει η Κατερίνα Χάρου.
«Θέλουμε σαν Ελλάδα να είμαστε κοντά στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη, αλλά είμαστε κομμάτι των Βαλκανίων, ξεκάθαρα», συμπληρώνει. «Δεν έχουμε, όμως, δεσμούς. Οι καλλιτεχνικές σκηνές μας δεν έχουν επαφή. Υπάρχει ένα τείχος, λες είναι πολύ μακριά, λες κι είμαστε πολύ διαφορετικοί. Δεν είμαστε καθόλου διαφορετικοί, είμαστε συγκλονιστικά όμοιοι».
«Όταν ήρθαν τα παιδιά από τα Τίρανα εδώ (με τους οποίους συνεργάζονται για το Concrete Contract), μου έκανε εντύπωση που άκουγες συνέχεια “α, κι εδώ το έχετε αυτό;”» σημειώνει ο Βανσάν. «Ένας μας είπε ότι νιώθει σαν το σπίτι του. Πρώτη φορά στην Ελλάδα, για δυο μέρες, άκουσε αλβανικά τραγούδια στο μετρό, είδε αυτό το κοινό κομμάτι που είναι τόσο τεράστιο».
Συναντηθήκαμε με το Hub της Κυψέλης, λίγο πριν υποδεχτούν εδώ τους συναδέλφους τους από το Ντιγιαρμπακίρ για εκδηλώσεις στο πλαίσιο του Concrete Contract. Σε τι αφορά αυτό;
«Ξεκινήσαμε τον περασμένο Νοέμβριο», εξηγεί ο Βανσάν. «Αρχικά, κάναμε Zoom Ντιγιαρμπακίρ-Τίρανα-Αθήνα, και περιγράψαμε την πόλη μας και την ιστορία της – το πώς το τσιμέντο και η τσιμεντοποίηση της πόλης μας χρησιμοποιείται για να αναπτυχθεί ένα συγκεκριμένο εθνικό αφήγημα από τη χώρα που το εφάρμοσε. Και πώς αυτές οι ενέργειες επιδρούν στην υποκειμενικότητά μας και στον τρόπο με τον οποίο κάνουμε τέχνη, οργανώνουμε πρότζεκτ ή απλώς ζούμε και βιώνουμε αυτές τις πόλεις».
«Βρίσκαμε πολλά πράγματα κοινά, ακόμα και αν το τοπικό πλαίσιο ήταν διαφορετικό», επισημαίνει ο Βανσάν.
«Σίγουρα διαπιστώσαμε πολλά κοινά όσον αφορά στη διαφθορά και την έλλειψη σεβασμού στην ανθρώπινη και τη μη ανθρώπινη ζωή», θα μας πει μία από τις καλλιτέχνιδες του Ντιγιαρμπακίρ.
«Στα Τίρανα είναι αυτά τα μεγάλα development project που σχετίζονται με ξέπλυμα χρημάτων, διαφθορά και λοιπά», λέει ο Βανσάν.
Στην αλβανική πρωτεύουσα, το πρώτο τρίμηνο του 2022 ο δήμος «ενέκρινε 112 νέα κτίρια σε μια περιοχή 800.375 τ.μ., σχεδόν διπλάσια από πέρσι», με ενημερώνει ο Arnen Sula από την αλβανική καλλιτεχνική συλλογικότητα Tek Bunkeri, με τον οποίο επικοινώνησα. «Αυτά είναι καθημερινά νέα στην Αλβανία, και ιδίως στα Τίρανα, όπου συχνά η κοινωνία των πολιτών συγκρούστηκε με την εξουσία, γιατί πολλοί πύργοι που χτίστηκαν στην πόλη κατέστρεψαν δημόσια περιουσία και πολιτιστική κληρονομιά», συμπληρώνει. Σκοπός τους στο Concrete Contract, «να αφυπνίσουμε τους ανθρώπους στα Τίρανα, που, βυθισμένοι στην καθημερινή ρουτίνα και τον αγώνα επιβίωσης, αδιαφορούν για το τσιμέντο που φυτεύεται σε ολόκληρη την πόλη. Παρόλο που τα δέντρα έχουν κοπεί, η πόλη των Τιράνων παραμένει ζούγκλα – όχι φυσική, αλλά τσιμεντένια», εξηγεί ο Arnen.
Ο προβληματισμός θα αναδειχθεί μέσα από καλλιτεχνική δράση: «Πού θα παίζουν τα παιδιά στο μέλλον όταν η πόλη χάνει πάρκα καθημερινά; Πόσες ζωές χάνονται ετησίως εξαιτίας της σκόνης και της χαμηλής ποιότητας του αέρα στα Τίρανα; Πόσο βρώμικο χρήμα ξεπλένεται κάθε χρόνο με το χτίσιμο των ουρανοξυστών; Γιατί χτίζονται πράγματα χωρίς πλάνο όταν οι Αλβανοί φεύγουν μαζικά για την Ευρώπη ως μετανάστες;»
Στο Ντιγιαρμπακίρ, το τσιμέντο «έχει το στοιχείο της διαγραφή της μνήμης του πολέμου», τονίζει ο Βανσάν.
Το Ντιγιαρμπακίρ, Αμέντ στα κουρδικά, είναι η καρδιά της κουρδικής περιοχής στην νοτιοανατολική Τουρκία, με ταραγμένη ιστορία. Το 2016, το ιστορικό της τμήμα Sur υπέστη μεγάλες καταστροφές μετά από πολύμηνη μάχη μεταξύ Κούρδων ανταρτών και τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας. Έπειτα, το τουρκικό κράτος το ανοικοδόμησε διαγράφοντας την ιστορική και πολιτιστική μνήμη. Έχτισαν τσιμεντένιες κατασκευές με αισθητική πόλης αλλά χωρίς ίχνος από την ιστορία και την καταστροφή της, μου λέει ο Βανσάν.
Παρόλο που η παρουσία των τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας στην πόλη είναι έντονη, στον Βανσάν και τον Μπενουά που την επισκέφθηκαν στο πλαίσιο του VAHA έκανε μεγάλη εντύπωση ότι οι καλλιτέχνες εκεί είναι πάρα πολύ δυναμικοί.
«Γίνονται πάρα πολλές πολιτιστικές δράσεις, εκθέσεις, βιβλία…», μου λέει ο Βανσάν. «Μιλήσαμε, νιώσαμε πάρα πολλά πράγματα, δεν περιμέναμε πιστεύω να είμαστε τόσο ελεύθεροι, είναι μια τόσο περίεργη κατάσταση, και σίγουρα υπήρχαν πολλές κουβέντες που δεν μπορούσαμε να έχουμε», συμπληρώνει ο Μπενουά. «Όλα τα πράγματα είναι τόσο δυνατά, τόσο σκληρά, ήξεραν ακριβώς τι έπρεπε να κάνουν, ήταν ουάου».
«Μάθαμε πώς μπορεί να γίνει η πολιτιστική δράση μέσα σε μεγάλη κρίση. Κάνουν πάρα πολλά πράγματα, σε ένα περιβάλλον πολύ πιο εχθρικό από το δικό μας. Κι αυτό είναι πηγή μεγάλης έμπνευσης», τονίζει ο Βανσάν.
Να λοιπόν πώς η τέχνη υπερβαίνει τα σύνορα. «Τα σύνορα είναι κάτι πάρα πολύ σοβαρό», θα μου πει μια καλλιτέχνις από το Ντιγιαρμπακίρ. «Κι εμείς πρέπει να είμαστε σοβαροί όταν προσπαθούμε να προσεγγίσουμε. Υπό αυτή την έννοια, η ανεξάρτητη καλλιτεχνική σκηνή πρέπει να καλλιεργήσει ακτιβιστικές ικανότητες και να οργανωθεί πολιτικά εάν πρόκειται πραγματικά η τέχνη να φέρει κάτι καινούργιο, κάτι ελεύθερο, δημιουργικό, κοινό και συμπεριληπτικό».
Και ο Arnen Sula του αλβανικού hub συγκλίνει στο ότι «ενθαρρύνουμε τους νέους καλλιτέχνες να χρησιμοποιούν την τέχνη τους για να κάνουν ακτιβισμό». Γιατί στην Αλβανία «το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η γενική αδιαφορία, ο φόβος προς την εξουσία, οι απειλές ότι θα χάσουν τη δουλειά τους». Οι ίδιοι θα παρουσιάσουν καλλιτεχνικές δράσεις σε δημόσιους χώρους ακόμα ελεύθερους, ώστε ο κόσμος να αντιληφθεί τη σημασία τους.
Την εβδομάδα 2-9 Ιουνίου το Hub της Κυψέλης φιλοξένησε το Hub του Ντιγιαρμπακίρ σε έκθεση και εκδηλώσεις με τίτλο Concrete Amed, ιδέα των συλλογικοτήτων Wêjegeh Amed, Mordem Sanat και Merkezkaç Art Collective, στο πλαίσιο του Concrete Contract. «Για το Αμέντ, εξαρχής εστιάσαμε στην ιδέα της ανάκτησης των συλλογικών μας χώρων, που είναι τεράστιοι αρχαιολογικοί χώροι πολιτικών αγώνων για την κουρδική ταυτότητα και πολιτισμό», λέει η καλλιτέχνιδα από το Ντιγιαρμπακίρ. Επικεντρώθηκαν στο «πώς δεν μπορούσαμε να σχετιστούμε με τη χώρα, αλλά έχουμε ακόμα τη θέληση και τη δύναμη να επαναδιεκδικήσουμε τους χώρους και τις πόλεις όπου ζούμε».
Ταυτόχρονα, κουρδικά βιβλία που έφερε ο Μπενουά από το Ντιγιαρμπακίρ διατίθενται ήδη στον Μετεωρίτη, ενώ έφεραν βιβλία και από τα Τίρανα.
Στο Ντιγιαρμπακίρ το τσιμέντο έκρυψε και κατέστρεψε. Στα Τίρανα «ξεπλένει» τη διαφθορά. Στην Αθήνα;
«Ήταν μια αντανάκλαση του τι συνέβη για παράδειγμα στην Ακρόπολη, αλλά συζητήσαμε επίσης πώς χτίστηκε η πόλη τη δεκαετία του ’50, το σύστημα της πολυκατοικίας, τα ποτάμια – πώς το τσιμέντο κατέληξε να διαγράψει όλο το φυσικό στοιχείο της πόλης. Και ποιες είναι οι επιπτώσεις στην πόλη που ζούμε. Την όλη πολιτική του τσιμέντου», σημειώνει ο Βανσάν.
«Σε βάθος 200 χρόνων –που δεν είναι πάρα πολύ- έχει αλλάξει τελείως το τοπίο, όλη η Αττική. Υπήρχαν πάνω από 700 χείμαρροι και ποτάμια που διέσχιζαν την Αττική, κι αυτή τη στιγμή υπάρχει το 10%. Στη Φωκίωνος Νέγρη από κάτω υπήρχε ποταμάκι…» μου λέει η Κατερίνα Χάρου. «Το τι συνέβη στην επταετία, το γνωρίζαμε βιωματικά μέσα από την πόλη, αναγνωρίζαμε κτίρια χτισμένα την περίοδο της Χούντας, αλλά μάθαμε και πώς άλλαξαν οι νόμοι για να επιτραπεί η κατασκευή ψηλότερων κτιρίων…»
Το Noucmas εδρεύει στον αριθμό 3 της οδού Κάσου. Τι φοβερή σύμπτωση: Απέναντι, στον αριθμό 4, ήταν η πρώτη διεύθυνση του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Αθήνα, κατά πολλούς του «αρχιτέκτονα» της μαζικής τσιμεντοποίησης.
Πώς θα πάλευαν ως Δαβίδ να αλλάξουν τα πεπραγμένα των Γολιάθ;
«Είχα μια ιδέα, να πεζοδρομηθεί η Κάσου και να είναι ο πιο μικρός πεζόδρομος της Αθήνας δίπλα στον πιο μεγάλο πεζόδρομο της Αθήνας, που είναι η Φωκίωνος Νέγρη», μου λέει η Όλγα.
«Ο Μικρός Περίπατος», πετάγεται ο Βανσάν.
Γέλια.
«Και να εμφανίσουμε το ποτάμι της Φωκίωνος Νέγρη – και όλα τα ποτάμια αν γινόταν» τονίζει η Κατερίνα Χάρου ενστερνιζόμενη την τάση του river unearthing.
Τρέχουν παράλληλα κι άλλες δράσεις. Για παράδειγμα, η επιτυχημένη Έκθεση Womanhoods σε ιδέα της Κατερίνας Σαμαρά θα συνεχιστεί το φθινόπωρο διευρυμένη, ενώ η Κατερίνα Χάρου και η Όλγα Σουρή διδάσκουν Τέχνη στο Κέντρο Ημέρας Εφήβων Πλόες ΕΨΥΜΕ, σε παιδιά από ιδρύματα, με ψυχοκοινωνικές δυσκολίες.
Σκέφτομαι τι μου αποκάλυψε η Όλγα ότι σημαίνει Noucmas. «Είχαμε μαζευτεί οι τρεις μας και παίζαμε ένα παιχνίδι, όπου είχαμε τρία χαρτιά, γράφαμε λέξεις και το ανταλλάσσαμε. Κάποια στιγμή λέω “Βανσάν, I can’t spell” (δεν μπορώ να γράψω ορθογραφημένα). Και μου απαντά, “None of us can spell, we are artists” (κανείς μας δεν μπορεί, είμαστε καλλιτέχνες). Και έτσι το βγάλαμε NOne of Us Can MAgic Spell – NOUCMAS», παίζοντας με τη διττή έννοια του spell (γράφω ορθογραφημένα και μαγικό ξόρκι).
Πάντως, αν μη τι άλλο, ο σημερινός κόσμος χρειάζεται έναν Μετεωρίτη να διαλύσει το δυστοπικό Scrabble του και έναν μαζικό «αναγραμματισμό» του κυρίαρχου αφηγήματος για να σωθεί.
***Το VAHA είναι μια πρωτοβουλία των πολιτιστικών οργανώσεων Anadolu Kültür και MitOst e.V., χρηματοδοτούμενη από τα πολιτιστικά ιδρύματα Stiftung Mercator και European Cultural Foundation.