Αισθάνεστε ότι πρέπει να ξεκινήσω με ένα disclaimer που να ξεκαθαρίζει τα πράγματα; Το αισθάνομαι κι εγώ. Όσοι και (κυρίως) όσες έχουν καταστάλλαξει για τον Louis CK, εμμένοντας σε μια οριστική κι αμετάκλητη καταδίκη του, με βάση τον αξιακό τους κώδικα που δεν μπορεί να συγχωρήσει έναν sex offender, έχουν κάθε δικαίωμα να τον μποϊκοτάρουν και κάθε δίκιο να μην δώσουν ούτε ένα σεντ σε μια ουρανοκατέβατη εμφάνισή του στα μέρη μας, ούτε καν λίγο από το εύρος της σύνδεσής τους στο ίντερνετ για να παρακολουθήσουν ξανά ένα κωμικό του bit στο youTube. Η στάση αυτή δεν είναι μόνο απόλυτα σεβαστή, αλλά κι απόλυτα κατανοητή. Δεν έχει νόημα καμία αντιπαράθεση σε αυτή τη βάση. Ή τουλάχιστον εγώ δεν είμαι διατεθειμένος να την κάνω.
Εμένα με ενδιαφέρει τι συμβαίνει μετά. Αφού έχουμε όλοι (;) καταδικάσει τον Louis CK ως κάποιον που χρησιμοποίησε την εξουσία του ταλέντου και της φήμης του για να αναγκάσει μια σειρά από γυναίκες να τον παρακολουθούν να αυνανίζεται στα παρασκήνια των σόου του. Αφού έχει κοπάσει κάπως ο θόρυβος από το μπαράζ των #MeToo αποκαλύψεων και η αρκετά υποκριτική πτώση από τα σύννεφα – είναι κοινό μυστικό ότι η βιομηχανία γνώριζε το κοινό μυστικό των περιπτώσεων π.χ. τόσο του Λούι όσο και του Κέβιν Σπέισι, και φυσικά του Χάρβεϊ Γουάινστιν. Αφού ο Λούι έχει ξεκινήσει σιγά σιγά, μα προσεκτικά και σχεδιασμένα, το πλάνο της επιστροφής: 2-3 «αυθόρμητα» pop-up events στην Αμερική, λίγη «ήσυχη» κίνηση στα σόσιαλ μίντια, μερικά μη ανακοινωμένα gigs όπως οι 5 εμφανίσεις σε 3 μέρες την προηγούμενη εβδομάδα στο Τέξας, λίγο υλικό που «διέρρευσε» στο ίντερνετ. Κι αυτή η μίνι ευρωπαϊκή περιοδεία που ξεκίνησε από την Αθήνα, συνεχίζεται σε Μιλάνο, Βαρσοβία, Κρακοβία, Κλουζ. Όλα sold out. Όπως μάλλον θα ήταν και οι δύο εμφανίσεις στο Λονδίνο που ακυρώθηκαν λόγω έντονων διαμαρτυριών. Όπως θα είναι και οι επόμενες που, φανταζόμαι, θα ανακοινώνονται «απαλά» για να μην κουβαλάνε μια εκτυφλωτικά φωτεινή επιγραφή “too soon”.
Σάββατο απόγευμα, στο νούμερο 117 της Πειραιώς, λίγο μετά τις 8 κι ο Λούι ανεβαίνει τυπικά normcore (μαύρο t-shirt, φθαρμένο dad τζιν, αθλητικά παπούτσια) στην σκηνή, μετά τα δύο supporting acts των Κιθ Ρόμπινσον και Γκρεγκ Χαμ. Το κοινό δε διαφέρει δραματικά από το κοινό των πιο macho ροκ συναυλιών, 3 στους 4 είναι άνδρες, ένα ποσοστό τους βρίσκεται σε σκληροπυρηνική γηπεδική έξαψη και του χαρίζει ένα βαρβάτο standing ovation. Είμαι κάπως διστακτικός, δηλαδή ΟΚ είναι αδιανόητο ότι διά της σκανδάλου απαγωγής βλέπω στην τέταρτη σειρά από την σκηνή έναν από τους καλύτερους κωμικούς που υπήρξαν ποτέ σε μια πόλη με μηδενική stand up προϊστορία/κουλτούρα, αλλά μήπως πάει πολύ να τον αποθεώσουμε κιόλας; Είμαι σίγουρος ότι αυτή η σκέψη περνάει από το μυαλό πολλών δίπλα μου, αλλά πολύ γρήγορα καταλαβαίνω ότι «ο πρώτος κάνονας για να δεις τον Louis CK το 2019, είναι ότι δεν έχεις δεύτερες σκέψεις που βλέπεις τον Louis CK το 2019».
Το επιβεβαιώνει ο ίδιος με το σήμα κατατεθέν-ειρωνικό μισό χαμόγελο που συνοδεύει την πρώτη του ατάκα: «Τι χρονιά έχουμε και με χειροκροτάτε;». Πολύ σύντομα μπαίνει σε λειτουργία και ο δεύτερος κανόνας του Louis CK comeback – ο Λούι δεν σκοπεύει να απολογηθεί. Μας συμβουλεύει: «Αν σκοπεύετε να τον παίξετε μπροστά σε κάποιον, ας πούμε μια γυναίκα, να ρωτάτε πάντα πρώτα. Κι αν απαντήσει καταφατικά, να ρωτάτε ξανά. “Είσαι σίγουρη;”». Από κάτω πανζουρλισμός (Συμπληρώνει: «Και πάλι μην το κάνετε») Ο Λούι ρολάρει. Μας ενημερώνει ότι είναι πια αυτός που τρώει μόνος τη σούπα του στο αγαπημένο του εστιατόριο κι απ’ τα απέναντι τραπέζια τον σημαδεύουν με το μεσαίο τους δάχτυλο, ότι είναι εκείνος που δείχνουν στο αεροπλάνο (όχι ψιθυρίζοντας αλλά) φωνάζοντας «αυτός είναι που την παίζει». Καταλήγοντας με ένα συνωμοτικό ύφος: “I don’t know your thing. You motherfuckers all know my thing”.
Έτσι ξεμπερδεύει για την ώρα ο Λούι. Πατώντας πάνω στη συνθήκη που θέλει τους fans πρόθυμους να κάνουν τα στραβά μάτια σε οτιδήποτε (ακριβώς επειδή… είναι fans) και στην (δίκαιη θαρρώ) καταγραφή του περισσότερο ως επιδειξία παρά ως βιαστή. Όχι πολύ γενναία, όχι γράφοντας ένα αληθινό #MeToo bit (αν και η αποδόμηση της ατάκας «τώρα κατάλαβα ποιοι είναι οι αληθινοί μου φίλοι» με το “I don’t want my real friends, I want my cool friends back” είναι απολαυστική), χωρίς κανένα σημάδι «μετάνοιας». Τουλάχιστον, μέχρι να του ξανανοίξουν την πόρτα πιο απαιτητικά κοινά. Ή πιο υποκριτικά κοινά, αν το δείτε αλλιώς.
Γιατί, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, δε ζητάμε αυτό από τον Louis CK. Δε θέλουμε μια κάπως γλυκανάλατη συγγνώμη, μια αστεία-σχεδόν-απολογία σαν κι αυτή που έδωσε ο Αζίζ Ανσάρι στο Netflix special που μόλις κυκλοφόρησε, απόλυτα ταιριαστή στην εικόνα που έχει το κοινό του γι’ αυτόν (στην πραγματικότητα για κάτι πολύ πιο ελαφρύ από αυτά κατηγορείται ο Λούι, ένα “bad date” που έκανε βούκινο ένα ανύπαρκτης αξιοπιστίας site που δεν υπάρχει πια). Το στράβωμα με τον Λούι, δικαίως, για κάποιους εντοπίζεται περισσότερο κι από τις επίμαχες πράξεις, στον τρόπο με τον οποίο τις έχει διαχειριστεί επικοινωνιακά. Προσπαθωντας να διατηρήσει το coolness του και να μην εμφανιστεί πουθενά ταπεινωμένος. Κι επειδή είναι ο Louis CK, δηλαδή ένας υπερβολικά ευφυής άνθρωπος, το έχει σχεδόν καταφέρει. Γιατί ξέρει τι θέλουμε να ακούσουμε.
Γιατί ξέρει ότι αν παίξει 100% με όρους «πολιτικής ορθότητας» (αχ Θεέ μου, «αν υπάρχεις και δεν είσαι Καθολικός», κάνε να ποινικοποιηθεί η χρήση αυτού του όρου, κατα προτίμηση μετά τον «λαϊκισμό» και τη «μεσαία τάξη») θα χάσει από το κοινό που τον σολντάρει ακόμα το ελεύθερο να το βομβαρδίζει για μια ώρα με όλα τα διαθέσιμα Κακά Αστεία: για τους Εβραίους, τους παράλυτους, το μακελειό στον Μαραθώνιο της Βοστώνης, τους Γάλλους και τη νέα του σύντροφο, την παιδεραστία, τους «καθυστερημένους», τον Χριστό και τη Βίβλο, τις παρτούζες εφήβων με φαντάσματα, τον αριθμό σεξουαλικών συντρόφων των μανάδων μας, και φυσικά τη χώρα που τον φιλοξενεί («εντάξει στην Ελλάδα είμαστε, προφανώς δεν υπάρχουν πιο πολυτελείς τουαλέτες στα ξενοδοχεία από μια τρύπα στο πάτωμα»). Όλα δεμένα με ένα αριστοτεχνικό χτίσιμο-punchline-σχόλιο πάνω στα γέλια-δεύτερο punchline, χαμός, ελαφρύ μειδίαμα, επόμενο bit. Με πλήρη έλεγχο της κίνησής του, με απρόσμενα καλή επικοινωνία με το αθηναϊκό κοινό (επική η στιγμή που ζήτησε να χειροκροτήσουμε όσοι πιστεύουμε στο Θεό και το χειροκρότημα ήταν ελαφρά πιο αθόρυβο από το αντίστοιχο όσων έχουν επισκεφθεί τη Νέα Ζηλανδία), με χειρουργική προσαρμογή του υλικού για μη αμερικάνικα αυτιά.
Και, φυσικά, με μια τρομακτική αυτοπεποίθηση για να μπορείς να μπαίνεις σε όλες αυτές τις επικίνδυνες περιοχές και να βγαίνεις αλώβητος. Ειδικά μετά από όσα έχουν συμβεί. Νομίζω, εδώ, υπάρχει και το άλλο ενδιαφέρον στοιχείο. Πού τη βρίσκει τόση αυτοπεποίθηση αυτός ο τύπος όταν αντικρύζει ξανά μια μερίδα του κοινού που περισσότερο τον λυπήθηκε παρά τον κατέκρινε; Επιβεβαιώνοντας όταν αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο, με τον πλεόν αποκρουστικό τρόπο, αυτό που πάντα υποψιαζόταν: ότι αυτός ο pathetic παχουλός καραφλός δεν έγραφε «βγαλμένα από τη ζωή» αστεία για pathetic παχουλούς καραφλούς, αλλά για τον εαυτό του. Στις ΗΠΑ ήδη λένε ότι επιστρέφοντας ο Λούι γνωρίζει ότι η σχέση του με τους «ευερέθιστους» liberals δύσκολα θα αποκατασταθεί και γι’ αυτό θα γίνει ακόμα πιο κάφρος περνώντας στο τερέν του αμερικάνικου alt right. Ελπίζω να μη δικαιωθούν, αρκετά «χειρότεροι άνθρωποι» φύγαμε το Σαββατόβραδο έχοντας γελάσει με αστεία για το Ολοκαύτωμα.
Το χειροκρότημα στο φινάλε είναι ακόμα πιο εκκωφαντικό. Ακόμα πιο «γηπεδικό». Στην έξοδο, αγόρια και κορίτσια μας περιμένουν για να ξεκλειδώσουν τις ειδικές θήκες που έχουμε φυλακίσει τα κινητά μας προκειμένου να μην κλέψουν ουτε μια στιγμή του σόου. Μεγάλες πινακίδες αναφέρουν ξεκάθαρα ότι «το υλικό δεν μπορεί να βιντεοσκοπηθεί, φωτογραφηθεί, αναπαραχθεί χωρίς την προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του Louis CK». Ενδιαφέρουσα λέξη το “consent”, έτσι δεν είναι;