Στην «Τραγική ιστορία του Άμλετ» όλα τα πρόσωπα είναι διχασμένα: ένα κομμάτι τους συλλογίζεται, αφηγείται και καθοδηγεί ψάχνοντας απεγνωσμένα να βρει (ή να επινοήσει) ένα νόημα, ενώ ένα άλλο κομμάτι τους δρα και βιώνει. Αυτό το διχασμό των προσώπων θα εξερευνήσει η παράσταση, χρησιμοποιώντας ως βασικό εργαλείο το παιχνίδι που παίζεται ανάμεσα στον σκηνοθέτη και τον ηθοποιό.
H Δήμητρα Βλαγκοπούλου, ηθοποιός της παράστασης, απαντά στις ερωτήσεις της Popaganda.
Πώς έγινε η επιλογή του έργου; Η «Τραγική ιστορία του Άμλετ ενός πρίγκιπα της Δανίας» είναι διασκευή του Άμλετ που έγραψε ο Έκτορας Λυγίζος για το ανέβασμα αυτής της παράστασης. Σίγουρα πρόκειται για ένα από τα σπουδαιότερα θεατρικά, λογοτεχνικά και φιλοσοφικά κείμενα που έχουν γραφτεί. Θεωρώ όμως πως κάποια προσωπική ανάγκη και βαθύτερη σύνδεση οδηγεί κάποιον στο να επιλέξει ένα έργο. Η συγγραφή μιας διασκευής συμπυκνώνει ακόμα πιο έντονα την πρόθεση του Έκτορα του σε σχέση με τον Άμλετ. Τα ερωτήματα, τους προβληματισμούς κι εντέλει τον διάλογο που επιθυμεί ν’ ανοίξει μέσα από το συγκεκριμένο έργο.
Ποια η σκηνοθετική προσέγγιση και πώς αναπτύχθηκε στις πρόβες; Μπορείς να αφηγηθείς μία ιστορία, την ίδια ιστορία, με αμέτρητους τρόπους. Εξαρτάται από το «σημείο θέασης» που έχεις και πού θες να εστιάσεις, τι σε απασχολεί πιο έντονα, τι σε γοητεύει και τι σε συγκινεί . Όλα αυτά καθοδηγούν και διαμορφώνουν τον τρόπο με τον οποίο θα την προσεγγίσεις. Στις δικές μας πρόβες με όχημα την πλοκή του έργου και χάρτη μας τη διασκευή που είχαμε στα χέρια μας η ιστορία που αφηγούμαστε επικεντρώνεται στο πρόσωπο του Άμλετ.
Ό,τι τον συγκροτεί και ό,τι τον συνθλίβει, οι σκέψεις του, οι επιθυμίες του, οι φόβοι του, οι αποφάσεις και οι πράξεις του. Για μας τα πρόσωπα γύρω του είναι οι φωνές που ακούει μέσα στο κεφάλι του, που τον διχάζουν και τον τρελαίνουν. Με τη σειρά τους αντικατοπτρίζουν το είδωλό του το καθένα και μ’ έναν διαφορετικό τρόπο. Καθρεφτίζουν τις διαφορετικές εκδοχές του. Στις πρόβες μας προσπαθήσαμε να ανακαλύψουμε όλα τα υλικά που τον συνθέτουν και κρύβονται μέσα στις λέξεις του. Σκαλίσαμε αυτές τις λέξεις, ψάξαμε τον ήχο και το ρυθμό τους για να φωτίσουμε την ψυχή του. Αποτέλεσμα αυτής της «ανασκαφής» η παράστασή μας.
Εσείς πώς προσεγγίσατε το ρόλο σας ή μάλλον καλύτερα τους ρόλους σας, μιας και υποδύεστε τους Οφηλία, Γκίλντερστερν και Βερνάρδο; Στην παράσταση όλοι παίζουμε πάνω από έναν ρόλους εκτός από τον Έκτορα που υποδύεται τον Άμλετ. Αυτό εξυπηρετεί απόλυτα τη σκηνοθεσία της παράστασης που σε συνδυασμό με τη συγκεκριμένη διασκευή συνδέει τις διαδρομές των προσώπων είτε μέσα από τις κοινές είτε μέσα από τις αντιθετικές τους λειτουργίες. Επίσης όλα τα πρόσωπα άλλοτε γίνονται θύματα και άλλοτε δρουν ως θύτες. Ο καθένας μας λοιπόν «συναρμολογεί» τέτοια δίπολα. Ο βασικός ρόλος που υποδύομαι είναι της Οφηλίας. Στην πρόβα προσπάθησα να βρω την αρχή και το τέλος του νήματος που κινεί αυτό το πρόσωπο μέσα στο έργο. Το νήμα αυτό για μένα ξεκινά από τον Βερνάρδο, τυλίγει την Οφηλία, τεντώνεται από τον Γκίλντερστερν και καταλήγει και πάλι στην Οφηλία η οποία το κόβει δίνοντας τέλος στη ζωή της και στο ρόλο απαντώντας, με μια από τις δύο εκδοχές, στο κυρίαρχο ερώτημα του έργο: «Nα ζει κανείς ή να μη ζει».
Ποιο είναι το πιο δυνατό σημείο της παράστασης για σας; Υπάρχουν πολλές δυνατές στιγμές στην παράσταση, όχι μόνο μία ή μόνο το τέλος. Η πλοκή της τραγωδίας του Άμλετ από γραφής χτίζει μια μεθοδική κορύφωση που αυξάνει ρυθμικά ανάλογα με την ένταση και το βάρος των σκέψεων που παράγουν τα πρόσωπα. Συγχρόνως το ψυχικό φορτίο που κουβαλούν διογκώνεται. Στην προσπάθειά τους να απαλλαγούν απ’ αυτό οφείλουν να μεγεθυνθούν γιατί αυτό επιβάλλει η τραγωδία τους. Η παράσταση ακολουθεί με ακρίβεια τόσο την πλοκή και την ξέφρενη πορεία των συλλογισμών που αναπτύσσονται όσο και τα στάδια αυτής της εσωτερικής μεταμόρφωσης.
Αν θέλατε σε πέντε γραμμές να πείσετε έναν θεατή να επιλέξει τη δική σας παράσταση -ανάμεσα στην πληθώρα έργων που ανεβαίνουν στις θεατρικές σκηνές- τι θα του λέγατε; Πιστεύω ότι έχει ιδιαίτερη αξία στην επαφή μας με την τέχνη να ανακαλύπτουμε μόνοι μας τι είναι αυτό που μας αφορά, με τι συνδεόμαστε, τι μας συγκινεί, με τι θέλουμε να μπούμε σε διάλογο και να ξανασυναντηθούμε. Είναι ένα ταξίδι προσωπικό για τον καθένα και είναι όμορφο να αισθανόμαστε ελεύθεροι μέσα σ’ αυτό και ανοιχτοί. Γιατί μέσα σ’ αυτή τη διαδρομή αποζητούμε και ανακαλύπτουμε τελικά πράγματα για τον εαυτό μας. Δε θα ήθελα λοιπόν να μπω στη διαδικασία να πείσω κάποιον να επιλέξει τη δική μας παράσταση. Χαίρομαι για τον θεατή που αυτό το ταξίδι θα τον φέρει στην παράστασή μας και για λίγο θα γίνουμε συνοδοιπόροι. Θα μοιραζόμουν όμως ότι είμαι πάρα πολύ χαρούμενη που παίζω στην συγκεκριμένη παράσταση γιατί αισθανόμουν ελεύθερη και δημιουργική στη διάρκεια των προβών μας και το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα με εκφράζει προσωπικά.
Είναι εύκολο για μια θεατρική ομάδα να βρει στέγη και να παρουσιάσει τη δουλειά της; Εσείς ως ηθοποιός ποιες δυσκολίες τυχόν αντιμετωπίσατε; Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαι μέλος κάποιας θεατρικής ομάδας ωστόσο γνωρίζω τις δυσκολίες και πιθανόν να υπάρχουν κι άλλες που δεν ξέρω σε πιο πρακτικό επίπεδο. Η πιο κοντινή προσωπική εμπειρία ήταν πέρυσι που ανεβάσαμε με φίλους μια δική μας παράσταση τη «Νεολιθική Νυχτωδία στην Κρονστάνδη». Ένα ποίημα του Καρούζου που αγαπάμε πολύ. Ευτυχώς για μας η δυσκολία να ανακαλύψουμε την ποίηση του Καρούζου ήταν η μεγαλύτερη απ’όλες όσες αντιμετωπίσαμε και η πιο συναρπαστική. Η πρώτη λοιπόν εμπειρία μας άφησε γεύση μόνο γλυκιά.