Τελικά, έχετε καταλήξει; Τα resolutions, τους στόχους δηλαδή που νομίζουμε ότι θα κάνουν τη ζωή μας καλύτερη (ή εμάς τους ίδιους), τα βάζουμε στην αρχή της χρονιάς κάθε Γενάρη ή στην αρχή της σεζόν όταν επιστρέφουμε από τις καλοκαιρινές διακοπές; Όποια κι αν είναι η απάντησή σας, ακούστε κι αυτό. Τα resolutions ίσως τελικά μπαίνουν κάθε φορά που γυρίζουμε από ένα ωραίο ταξίδι στο εξωτερικό. Έχουμε περάσει καλά, έχει καθαρίσει το μυαλό μας, κι έχουμε κάνει πιθανώς πράγματα που θέλουμε να βάλουμε και στην αθηναϊκή καθημερινότητά μας.
Ας πούμε το να πίνουμε στα ξενοδοχεία.
Χωρίς να χάνουμε σε οικειότητα από τα αγαπημένα μας μπαρ, αλλά και χωρίς να στερούμαστε την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που δίνει το hotelling. Σε ένα καλό μπαρ ενός καλού ξενοδοχείου μπορείς να βρεις τους πάντες. Τους περιστασιακούς επισκέπτες που θέλουν να ρουφήξουν τον προορισμό τους, εκείνους που προσπαθούν να αισθανθούν τουρίστες στη δική τους πόλη, όσους πιστεύουν ότι ένα κομψό περιβάλλον είναι αυτό που πρέπει για μια σοβαρή συνάντηση σε casual συνθήκες. Είναι διαφορετικό, είναι «κινηματογραφικό» και μπορεί να είναι προσιτό. Νομίζω ότι ο λόγος που δεν έχουμε βάλει τα ξενοδοχεία στο πρόγραμμα με τις εξόδους μας είναι ότι τα θεωρούμε «βαριά», «καθώς πρέπει», «αυστηρά», και κάπως δυσκολευόμαστε να δούμε τους εαυτούς μας ως θαμώνες τους ενώ δεν είμαστε ένοικοι. Μάλλον κάνουμε λάθος. Γιατί η νέα γενιά των αθηναϊκών ξενοδοχείων είναι πολύ ευέλικτη και «φιλική προς τον χρήστη», αλλά και γιατί τα μεγάλα παραδοσιακά ονόματα εκσυγχρονίζονται.
Και κάπου εδώ φτάνουμε στο JuJu (που σημαίνει «τα μάγια για την καλή τύχη»). Μπαίνοντας λοιπόν στο Divani Caravel, χαμογελάστε στους ρεσεψιονίστ, αλλά κατευθυνθείτε αριστερά. Περάστε τις ξύλινες περσίδες και μπείτε στο ανανεωμένο bar-restaurant του ιστορικού ξενοδοχείου. Είναι «Φελινικό», γιατί ο αέρας του χώρου είναι εμπευσμένος από το αριστουργηματικό 8½ του μεγάλου ιταλού σκηνοθέτη. Πάτωμα από μαύρο μάρμαρο, επένδυση από σκούρο ξύλο, art deco έπιπλα, μια μεγάλη οθόνη στην οποία προβάλλονται εικόνες που συμπληρώνουν τα στιγμιότυπα της ζωντανής πόλης που διαγράφονται από τα μεγάλα περιμετρικά παράθυρα.
Στο βάθος, πίσω από τις κουρτίνες που χωρίζουν στα δύο τον χώρο είναι το εστιατόριο. Μια καλή ιδέα αν θέλετε να χαρίσετε στον εαυτό σας ένα πολυτελές δείπνο. Μπορείτε να επιστρατεύσετε μια ρετρό αστική διάθεση, να ξεκινήσετε με «γαρίδες κοκτέιλ» (η πικάντικη ιαπωνική μαγιονέζα είναι η ειδοποιός διαφορά στο πιάτο που έχετε δοκιμάσει ξανά ίσως σε βαρετές βερσιόν) και, κόντρα στους διάφορους νεολογισμούς της κρεοφαγίας, να μοιραστείτε ένα «μοσχάρι σατομπριάν» περνώντας στο κυρίως. Ή να φανείτε περισσότερο casual, να ξεκινήσετε με σαλάτα “Guido” (αντίβ, αχλάδι, γκοργκοντζόλα, μακαντέμια), να δείτε πώς είναι ο «μουσακάς surreal» (hint: κροκέτα), και να κινήσετε είτε προς το χοιρινό iberico (με σάλτσα hoisin πορτοκάλι), είτε προς το λαβράκι σωτέ (με μους ταραμά και κρέμα φασολιών). Τσεκάρετε και τα χριστουγέννιατικα μενού, μπορεί να σας δώσουν μια καλή απάντηση στην ερώτηση
Όμως, έχετε δίκιο, ξεφύγαμε. Το θέμα μας είναι το μπαρ.
Στο δεξί σας χέρι μπαίνοντας στη σάλα. Ξύλινη μπάρα, το τέμπλο με τα μπουκάλια στο φόντο δίνει τον ατμοσφαιρικό τόνο, ο dj βρίσκεται κάθε μέρα ακριβώς δίπλα στο πόστο του από τις 18.30 παίζοντας «τόσο όσο». Υπάρχουν τα straight premium ποτά αν δε θέλετε να ξεκολλήσετε από το σκαμπό, αλλά και πιο περίτεχνες κοκτέιλ επιλογές όπως το εορταστικό Red Velvet (spiced rum, ρόδι, κανέλλα, λάιμ, Grand Marnier, σαμπάνια και bitters) ή το Holiday Spirit (black tea infused gin, γιασεμί, βιολέτα, λικέρ κεράσι, τζίντζερ, μοσχοκάρυδο, ασπράδι αυγού και bitters) που μπορείτε να πάρετε μαζί σας και να ανοιχτείτε στους μεγάλους καναπέδες.
Αν είστε του negroni, συμφωνούμε – τόσο η «κανονική» όσο και η πειραγμένη του εκδοχή θα σας αποζημιώσει. Κι αν μετράτε ως σοβαρή προστιθέμενη αξία σε ένα μέρος που πας για να βρέξεις τον ουρανίσκο σου το bar food, τότε πάλι συμφωνούμε και είστε στο σωστό σημείο. Από τα φανταστικά τσιπς με τρούφα και παρμεζάνα στα mini burgers (με μανιτάρια oyster και τρεις διαφορετικές σάλτσες: πικάντικη μαγιονέζα, μαγιονέζα με κάρρυ και τσένταρ-μπέικον) κι από τις τραγανές κροκέτες μοσχαρίσιας ουρας στα bao buns με αστακό ή χοιρινό. Τα παραγγέλνετε ένα ένα και σιγά σιγά, όσο σκέφτεστε αν θα παίξει το «άλλο ένα» και γενικά υπολογίστε γύρω στα 30-35 ευρώ/άτομο για να πιείτε 1-2 ποτά και να τσιμπήσετε και ισάριθμα πιάτα.
Για το τέλος, ας ξεφύγουμε ξανά. Πιθανότατα δε θα έχετε χώρο από τα όσα έχουν προηγηθεί, αλλά πρέπει να βρείτε. Ή τέλος πάντων προγραμματίστε μια επίσκεψη στο JuJu, μόνo γι΄αυτό (παρότι τόση ώρα πλέκουμε το εγκώμιο του μπαρ). Απλά, στον κατάλογο με τα επιδόρπια, υπάρχει παγωτό Σικάγο, όπως σε παλιό ζαχαροπλαστείο με τα μπισκότα, τους ξηρούς καρπούς και την σαντιγί. Κι αφού έχετε χαρίσει στον εαυτό σας, όλα τα προηγούμενα, χαρίστε του κι αυτό το ταξίδι στην παιδική ηλικία. Μην το μοιραστείτε με κανέναν.