Κάθε δεκαετία έχει τα δικά της διατροφικά trends. Κάποια ξενόφερτα, κάποια που κρατούν από την αρχή του αιώνα αλλά ζουν μεγάλες αναβιώσεις πολλά χρόνια μετά ή πιάτα που έγιναν ανάρπαστα χάρη σε συγκεκριμένα εστιατόρια και μάγειρες της Αθήνας.
Από τα βρώμικα στις καντίνες και τον καφέ του Λέντζου, μέχρι τις λιαστές ντομάτες, το Bacon mushroom melt των Wendy’s, το σούσι και το ramen, έχουμε φάει πολλά κολλήματα που μας έχουν κάνει να γουργουρίζουμε με ευχαρίστηση (και άλλα που κανείς δεν κατάλαβε ποτέ γιατί). Δυστυχώς κάποια τα πήραν μακριά μας και ακόμα τα αναπολούμε με αναστεναγμούς αλλά πάντα βρίσκουμε κάποιον τρόπο να τα αντικαταστήσουμε με κάτι διαφορετικό.
Είναι αδύνατον να καταγραφούν όλα σε ένα άρθρο (εκτός αν εκδώσουμε βιβλίο) αλλά αυτή είναι πιστεύω μία τίμια προσπάθεια να κρατήσουμε ζωντανή τη μνήμη των γευστικών μας χρόνων.
Τα μαξιμαλιστικά 80s
Εποχές ΠΑΣΟΚ και αυτό φαινόταν ακόμα και στα κοκτέιλ που αν δεν είχαν ομπρελίτσες και κερασάκια να τα κοσμούν, ήταν η ντροπή των κοκτέιλ. Μη μιλήσω φυσικά για το φρουτ παντς χωρίς αλκοόλ που για να ισορροπήσουμε το γεγονός ότι είναι απλά ένας χυμός και τίποτε άλλο, στο ποτήρι θα έμπαινε από μία πλαστική μαϊμού, μέχρι λαμέ πολύχρωμα φουντάκια. Εδώ μέχρι και οι γαρίδες είχαν γίνει εντυπωσιακό κοκτέιλ! Βέβαια υπήρχαν και τα πιο σκληρά για την εποχή ποτά, το μπακάρντι κόλα, το τζακ με έναν πάγο, η βότκα λεμόνι ή πορτοκάλι, το τζιν τόνικ, το ούζο με πορτοκαλάδα στο παγκάκι (για την άφραγκη νεολαία), τα σφηνάκια peach (ακούγεται αθώο αλλά δεν είναι, ρωτήστε τη μαμά μου που κρατούσε ένα ολόκληρο βράδυ τη λεκάνη δίπλα στο κρεβάτι μου), τα καμικάζι, τα υποβρύχια και η τεκίλα slammer, η οποία γνώρισε μεγάλες δόξες στα τέλη της δεκαετίας, στο Far Out στην Ίο. Σε τέτοιο σημείο, που κάποια μεσημέρια έβλεπες σε όλα τα τραπέζια χέρια να κοπανάνε ποτήρια και να πετάνε γρήγορα το περιεχόμενό τους στο στόμα. Και μην ξεχνάμε το αγαπημένo B52, με Baileys, Kalhua και Drambuie, που πάντα κάποιος έπινε στην παρέα και οι υπόλοιποι απλώς αναρωτιόμασταν γιατί. Το μόνο που μας έσωζε από όλα αυτά, ήταν η ατομική πίτσα και το ψημένο σάντουιτς παντόφλα του Everest στο Κολωνάκι τα ξημερώματα.
Οι επιδρομές για θαλασσινά γίνονταν στην Καισαριανή και στη Χαραυγή στο Κερατσίνι και, βέβαια, ακόμα έτρεχαν πολλοί για Αθηναϊκή σαλάτα σε γενναία μερίδα στην Ελπίδος, στην Πλ. Βικτωρίας. Το πρώτο ιταλικό παγωτό το θυμάμαι στο Giovanni, γωνία Πατησίων και Αγ. Μελετίου, εκεί που τώρα είναι το Everest. Ένα ζαμπαγιόνε άλλο πράγμα. Από την Ιταλία ήρθε και η τρέλα με την καρμπονάρα την μπασταρδεμένη, αυτή με την κρέμα γάλακτος και το αυγό μαζί (ακόμα αναρωτιέμαι ποιος έκανε αυτό το κακό με την κρέμα γάλακτος για πρώτη φορά και έμεινε ως συνήθεια ακόμη και σήμερα).
Στο εστιατόριο Napoli, στην Πλ. Βικτωρίας, γινόταν χαμός για μια μακαρονάδα μπολονέζ και στο Paesano στη Φωκίωνος Νέγρη για μια μεγάλη ιταλική πίτσα. Το ίδιο συνέβαινε και στον Λούκουλο στο Π. Ψυχικό, στο Pappa’s στην Κηφισιά, στην Capricciosa και το A Modo Mio στη Φιλοθέη που δεν προλάβαινε να ψήνει καλτσόνε. Κλασική αξία ακόμα και σήμερα – που όμως στα ‘80s γνώρισε μεγάλες δόξες – και το πεϊνιρλί με φρέσκο βούτυρο και αυγό στον Ελευθεριάδη στη Δροσιά.
Και το κρέας όμως είχε την τιμητική του, με τα κεφτεδάκια στον μεγάλο κήπο δίπλα στο σινεμά Φιλοθέη, τους γκαζοκεφτέδες του Απότσου στην Πανεπιστημίου, τη Μπιφτεκούπολη στη Γλυφάδα και τα μπριζολάκια του Τέλη στην Κουμουνδούρου. Τα δύο πρώτα δεν υπάρχουν πια. Μην ξεχνάμε τον χαμό στις χασαποταβέρνες στο Γραμματικό, στα Βλάχικα στη Βάρη και στην Πάρνηθα.
Τότε έγινε και η πρώτη έφοδος των burger. Το Queen στη Γλυφάδα άνοιξε στα τέλη των ‘70s και στα ‘80s υπήρχαν ουρές απ’ έξω για να δοκιμάσουν το hamburger και το cheeseburger του αλλά και τις βάφλες με παγωτό μηχανής. Τα Goody’s μπήκαν δυναμικά στο παιχνίδι πρώτα στη Θεσσαλονίκη και το 1981 στην Αθήνα, με τα κλασικά burgers και τη σαλάτα του σεφ με τη ροζ σως και το αυγό. Τη μεγάλη ανατροπή την έκαναν όταν παρουσίασαν τις κοτομπουκιές και το Greenburger, που όμοιό του δεν υπήρχε άλλο.
Τα σκαλοπίνια αλά κρεμ, οι κις λορέν, το φιλέτο με σως μπεαρνέζ και το fondue αποτέλεσαν το γαλλικό trend της εποχής. Θυμάμαι ακόμα την παρέα των γονιών μου (που είχαν πάρει σκεύος fondue με το ρεσώ από κάτω), να αγοράζουν συχνά ένα σωρό γαλλικά τυριά και να μαζεύονται σπίτι κάνοντας βούτες με τα ψωμάκια στο τυρομείγμα που κόχλαζε. Θυμάμαι και ότι πάντα έχανα εκεί μέσα το ψωμάκι μου. Το σουφλέ σοκολάτα ήταν επίσης ένα από τα κορυφαία γλυκίσματα της εποχής. Κοντραριζόταν με το τσίζκεϊκ και το τιραμισού και κυρίως αυτό του Papagallino. Από τις ελληνικές αγαπημένες συνήθειες ήταν φυσικά οι λουκουμάδες στο Αιγαίον στην Πανεπιστημίου.
Ο φραπές, και ειδικά το φραπόγαλο, ζούσαν το πικ της καριέρας τους και φυσικά όλοι γνώριζαν ότι τον καλύτερο θα τον έπιναν στον Λέντζο στο Παγκράτι και στο Select στη Φωκίωνος Νέγρη. Πολλές συναντήσεις γίνονταν και στον Φλόκα στο Γηροκομείο, αλλά υπήρχαν και άλλοι λόγοι γι΄αυτό, πέρα από τον καφέ, όπως για παράδειγμα το πατάρι που προσφερόταν για κρυφά ραντεβουδάκια μαθητών μακριά από τα μάτια των μεγάλων που κάθονταν στην κάτω σάλα ή στο αίθριο. Αντίστοιχα ραντεβού για “καφέ” πραγματοποιούνταν και στο Blue Bell, στην πρώτη πλατεία του Π. Ψυχικού. Τότε υπήρχε και η μανία με τον Irish Coffee που ποτέ δεν κατάλαβα (γιατί να πρέπει να μεθύσεις με καφέ και να μην πάρεις απευθείας ένα ποτάκι να στανιάρεις;).
Υπόθεση σουβλάκι: Τα κλασικό παραδοσιακό με χοιρινό καλαμάκι/χοιρινό γύρο/μπιφτέκι/κεμπάπ, με το τζατζίκι του, τις πατάτες και τη ντομάτα.
Η πρώτη μεγάλη επιδρομή έθνικ γεύσεων στα 90s
Εκείνη τη δεκαετία μάθαμε την κινέζικη κουζίνα, την ινδική, τη χορτοφαγική και το American Diner. Το γλυκόξινο κοτόπουλο, αυτά τα λαχταριστά γεμιστά λουκουμαδάκια, τα spring rolls και το egg fried rice ήταν σταθερές επιλογές που τις γνωρίσαμε χάρη στο Golden Phoenix, αρχικά στο Κεφαλάρι. Σιγά-σιγά όλο και περισσότερα κινέζικα εστιατόρια έκαναν την εμφάνισή τους, με δύο μικρά, παραδοσιακά, σαν ταβέρνες μέσα σε σπίτια, να κλέβουν τις εντυπώσεις. Έπαιζε η τηλεόραση στο ένα δωμάτιο, μύριζε τηγανίλα παντού, αλλά ήταν τρου και με γενναίες, γευστικές μερίδες. Το ένα κάπου στην Ασκληπιού στη Νεάπολη και το άλλο σε ένα στενό στην Ελληνορώσων (μου διαφεύγουν τα ονόματά τους αλλά από εκεί έχουν παρελάσει πολλοί καλλιτέχνες).
Στην Τσέχικη κουζίνα Βοημία στο Γκύζη ανακαλύψαμε το σουκρούτ, το πρώτο μας (και μοναδικό τότε) χορτοφαγικό γεύμα το φάγαμε στην Πλάκα, τα ωραιότερα ινδικά κόρμα και ταντούρι σε ένα μικρό εστιατόριο στο λιμάνι της Ίου, αλλά και ταϊλανδέζικους μεζέδες στο Bar Guru Bar στην Πλ. Θεάτρου.
Σφηνάκια τεκίλα με σκουλήκι για να κάνουν τα αγόρια το κομμάτι τους (γύρευε), σαμπούκα μέχρι να ανατείλει ο ήλιος, κανάτες με μαργαρίτες και Red Bull/βότκα είναι από αυτά που θα έπρεπε να αποφεύγουμε αλλά περιέργως τα τιμήσαμε όσο δεν πάει. Και οι καντίνες με τα βρώμικα στη Μιχαλακοπούλου και στη Πλατεία Μαβίλη έκαναν χρυσές δουλειές τα ξημερώματα: «Βάλε βραστό λουκάνικο ή όχι άστο δε γαμιέται, βάλε ψητό με κρεμμύδια και απ’ όλα». Και το ξημέρωμα ερχόταν δύσκολα.
Κάπως έτσι το γυρίσαμε στη μόδα του Perrier, των προϊόντων light, τη σαλάτα Ceasar’s και το salad bar με τις μακαρονοσαλάτες στα Goody’s. Τρέχαμε και στο νέο ΝΕΟΝ στην Ομόνοια και στην Τσακάλωφ που είχε ένα salad bar από εδώ μέχρι απέναντι, αλλά κάπως τελικά καταλήγαμε στον μάγειρα που έφτιαχνε ό,τι μακαρονάδα ήθελες, on demand, μπροστά στα μάτια σου και του λέγαμε «Ε, βάλε και λίγο μπέικον, μωρέ ρίξε και λίγο ακόμα τυράκι, τι ψυχή έχει το τυράκι».
Και κάπου εκεί εμφανίστηκαν οι λιαστές ντομάτες που κατσικώθηκαν σε όποιο πιάτο βρισκόταν μπροστά τους, ωμό και μαγειρευτό και δεν είπαν να φύγουν ποτέ. Η La Pasteria στο Κολωνάκι έφερε περισσότερα ιταλικά πιάτα στη ζωή μας και μάθαμε και το καρπάτσιο και την πανακότα. Χαμός. Όταν ανακαινίστηκε ο κινηματογράφος Ideal και άνοιξε και πάλι το 1991, το κομψό εστιατόριο ακριβώς δίπλα, με το ίδιο όνομα, γνώρισε τη μεγάλη του αναβίωση. Ήταν η δεκαετία που όλοι έδιναν ραντεβού εκεί πριν ή μετά από κάποια ταινία. Όσο και αν φαίνεται περίεργο, ξέρω παρέες που πήγαιναν εκεί ειδικά για τις σούπες του. Ήταν όμως και η δεκαετία που μάθαμε να πίνουμε μπύρες από κάθε γωνιά του πλανήτη και να τις συνοδεύουμε (ή το αντίστροφο) με λουκάνικα και κότσι στα Beer Academy.
Το American Diner και τα fast food με διαφορετικά πράγματα από αυτά που ξέραμε από τα Goody’s, έκαναν τρανταχτή είσοδο με το TGI Friday’s, το Applebee’s, το Hard Rock Cafe και φυσικά το ένα και μοναδικό, το θρυλικό, το αείμνηστο Wendy’s (που άνοιξε και πάλι στο Λονδίνο μετά από χρόνια που ήταν κλειστό, τρέξτε). Πολλά τα πιάτα που υπήρχαν στη λίστα αγαπημένων.
Στο Friday’s για 3 for all, buffalo wings και Jack Daniels pork chops. Το αντίστοιχο Applebee’s έφτιαχνε επίσης buffalo wings αλλά ήταν απλώς η δεύτερη επιλογή αν δεν υπήρχε η δυνατότητα για τα αυθεντικά του Friday’s. Στο Hard Rock Cafe νομίζαμε ότι τρώμε ωραίο burger αλλά δεν ξέραμε πολλά ακόμα και μας εντυπωσίαζαν και τα κοστούμια των ροκ σταρ στις βιτρίνες, οπότε ας πάει και το παλιάμπελο. Αν πρέπει να αναδείξουμε τον νικητή της δεκαετίας σε επιλογή μενού σε φαστφουντάδικο, τότε αυτό είναι χωρίς καμία αμφιβολία το Bacon-Mushroom melt με τηγανιτές πατάτες με λιωμένο τσένταρ και μπέικον και δίπλα έτσι για το γαμώτο, το βαθύ χάρτινο κύπελο με το σουπέ chilli con carne και το λιωμένο τυρί. Έχουν γίνει πολλές τυχαίες συναντήσεις βράδια στα Wendy’s της οδού Βουκουρεστίου.
Τυχαίες μεταμεσονύκτιες συναντήσεις. μετά από τα βραδινά γλεντοκόπια. γίνονταν και στις κρέπες στην Κηφισίας, στο Μαρούσι. Μόνο εμείς δεν μπαίναμε μέσα στα υλικά. Και βέβαια στα 24ωρα εστιατόρια της αγοράς στην Αθηνάς και στο Αυτόφωρο στην Αλεξάνδρας για σούπες και πατσά. Συνήθειες που κράτησαν δυνατά και τις επόμενες δεκαετίες. Και επειδή η υπερβολή δεν έχει όρια, αν δεν κλείναμε τις αμαρτίες με ένα 12άρι προφιτερόλ από τον Ανδριά ή μια βάφλα με παγωτό και λιωμένο chocolate fudge σε κάποιο Haagen Dazs, δεν θα ήταν σωστή ολοκλήρωση.
Τι καφέ πίναμε το πρωί προσπαθώντας να χωνέψουμε όλα τα παραπάνω; Φυσικά Freddo espresso ή Freddo Cappuccino με διπλή κρέμα και μπόλικη κανέλα. Σας μυρίζει Da Capo;
Υπόθεση σουβλάκι: Μπήκε και το καλαμάκι και ο γύρος κοτόπουλο στη ζωή μας, η μαγιονέζα, η κέτσαπ, η μουστάρδα και η σως με καρότο.
Τα 00s και τα 10s της υγιεινής διατροφής και του street food
Δύο δεκαετίες που έπαιζαν με την υπερβολή σε όλα τα σημεία. Από τη μία ο απόλυτος πλουραλισμός και από την άλλη ο απόλυτος μινιμαλισμός. Οι καφέδες δεν ήταν πια καφέδες αλλά έμοιαζαν με τεράστια παγωτά (και σε εμφάνιση και σε θερμίδες). Affogato, caramel macchiato, frappuccino, φραμπαλαδοπουτσίνο και δεν ξέρω ‘γω τι.
Μαζί φυσικά και το νέο trend, τα παραγεμισμένα ντόνατς με κάθε είδους κρέμα. Που πήγαινες για ένα και έφευγες με δέκα γιατί δεν μπορούσες να αποφασίσεις ποιο να πάρεις. Κάπως έτσι την πατήσαμε αργότερα και με τους λουκουμάδες που μέχρι σήμερα εμφανίζονται με άπειρες παραλλαγές σε toppings. Από γλυκά μέχρι αλμυρά.
Δεν μείναμε εκεί, όχι. Πάθαμε και μανία με τα cupcakes με το πολύχρωμο frosting και ό,τι πιο ευφάνταστο σε διακόσμηση και σύνθεση γλυκών γεύσεων. Υπήρχε μια περίοδος που κάθε γειτονιά είχε το δικό της καπκεϊκτζίδικο. Αλλά έπρεπε να ικανοποιηθούν και όσοι ήθελαν μια γλυκιά απόλαυση χωρίς ενοχές. Έτσι ξεκίνησε η μόδα του frozen yoghurt που μόνο μέσα στην είσοδο της πολυκατοικίας μου δεν έχει ανοίξει κάποιος μαγαζί. ΜΗΝ ΜΠΟΥΝ ΙΔΕΕΣ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ.
Στα πλαίσια του πιο υγιεινού, εναλλακτικού και χωρίς κρέας τρόπου διατροφής, ήρθε στη ζωή μας η vegan κουζίνα με εστιατόρια και μικρά street food shops να ανοίγουν παντού, τα φαλάφελ, με το γνωστό Falafellas να δημιουργεί τεράστιες ουρές στην Αιόλου και να ζηλεύουν πολλοί τη φήμη του ώστε να γεμίσουμε και φαλαφελατζίδικα σε κάθε γωνιά της Αθήνας και, φυσικά, τα σουσάδικα, τα ταϊλανδέζικα και γενικώς τα ασιατικά μαγαζιά. Και κάπως έτσι με όλα αυτά, οι κουβέντες μας για φαγητό πλέον περιέχουν τις λέξεις: ramen, poke bowl, bao bun, chia, matcha και kombucha tea, granola, γάλα καρύδας ή σόγιας ή αμυγδάλου, προϊόντα χωρίς γλουτένη, μπάρες δημητριακών, white omelette, τοστ με αβοκάντο
Ευτυχώς υπήρχε το λουκούμι κοκκινιστό της Κανέλας στο Γκάζι με τον φρέσκο πουρέ, η κυριαρχία των burger σε κάθε ελληνική επικράτεια από τα street food burgers όλων των ειδών και το burger festival μέχρι τους πύργους του Kozi’s στα Μελίσσια. Το Base Grill στο Περιστέρι έφερε το trend των κοπών στη ζωή μας, με την διάσημη picanha του, τα T-bone και τα rib eye να κερδίζουν τις εντυπώσεις με κρέατα ωρίμανσης ή άλλων χωρών. Όσοι ταξίδεψαν στην Ισπανία έφεραν τη μόδα των τάπας. Τάπας παντού φίλε. Σου είχαν μείνει κάτι ξεροκόμματα από το χτεσινό φαγητό; Έκοβες μικρό τετράγωνο ψωμάκι, τα πετούσες πάνω και τα σέρβιρες για μεζεδάκι. Άμα σε κοιτούσαν περίεργα προσπαθώντας να καταπιούν το πετρωμένο κεφτεδάκι απαντούσες: «Τάπας καλέ, δεν το ξέρετε; Το τρώνε στη Μαδρίτη και τη Βαρκελώνη. Μην είστε άσχετοι».
Και για να μην είμαστε άσχετοι, έπρεπε να ακολουθήσουμε και τη μόδα της μοριακής γαστρονομίας, που ένα αυγό δεν ήταν αυγό αλλά σούπα χελιδονόψαρου σε μορφή αυγού. Αμ, πώς; Γιατί πλέον η fusion κουζίνα και το Master Chef μπήκαν στη ζωή μας και γίνεται χαμός στο MoMix, στο Funky Gourmet, στο Vezene, στο Fidel, στο Nolan, στο Simul και σε ένα σωρό άλλα gourmet, fine cuisine, πολυεθνικά μισελενάτα ή σκουφάτα ή ινσταγκραμικά εστιατόρια. Ευτυχώς για εμάς, έτσι μάθαμε γεύσεις που όντως απογείωσαν τις αισθήσεις μας, αλλά έμειναν και εμμονές που αν δεν μετριαστούν θα πάθουμε overdose. Πόση ρόκα και πόσο λάδι τρούφας να αντέξει ο άνθρωπος; Πόση focaccia ακόμη και πόσο σεβίτσε και μπαλοτίνα; Ας μην τα βαρεθούμε πριν τελειώσει η δεκαετία των ‘20s.
Στα ποτά είχαμε σίγουρα μεγάλη ποικιλία πλέον. Ξεκινήσαμε με πολλά διαφορετικά αλκοολούχα αναψυκτικά σε μπουκάλι (όχι μόνο το κλασικό Gordon’s Space πλέον, είχαμε απ’ όλα, μέχρι Pina Colada σε μπουκάλι ή κουτάκι), την Ursus, τη Smirnoff North, τα Cosmopolitan του Sex and the city, τα Negroni, την καϊπιρίνια και την καϊπιρόσκα στο Magaze στην Πλατεία Αγίας Ειρήνης και τα ατελείωτα zombie στο Pop στην Κλειτίου, αλλά στην πορεία μπήκε το τζίντζερ, τα σιρόπια, οι πούδρες αυγού και τα βοτάνια στα μπαρ και πλέον κάνουμε αμάν να βρούμε κοκτέιλ που να μην περιέχει τζίντζερ. Στο τζιν και στο ρούμι ξεκίνησε μια εμμονή με το Tanqueray και το Sailor Jerry αλλά ευτυχώς πλέον σε πολλά μπαρ και κάβες μπορούμε να επιλέξουμε από πολλές διεθνείς ετικέτες και αυτό είναι κάτι που μας χάρισαν απλόχερα οι δύο αυτές δεκαετίες και τις ευχαριστούμε γι’ αυτό. Αμήν. Γι’ αυτό που δεν τις ευχαριστούμε, είναι για τις νταμιτζάνες της μπελβεντέρε με πυροτεχνήματα στα μπουζούκια αλλά τέλος πάντων.
Αντίστοιχη έκρηξη είχαμε και σε επιλογές για τοπικά ποτά, όπως το τσίπουρο και τη ρακή, αλλά και σε μπύρες και κρασιά τοπικών και ξένων παραγωγών. Η ποικιλία μαλαγουζιά έχει γίνει αγαπημένη συνήθεια πολλών και έχει αντικαταστήσει άλλες που προτιμούσαμε παλιότερα, η μπύρα πλέον κυκλοφορεί με πολλά πρόσωπα και πολλές γεύσεις, από αρώματα γιασεμιού μέχρι μάνγκο αλλά δεν θα δεχτώ ποτέ τη Radler με λεμόνι. Δεν ξέρω αν αρέσει σε κάποιον άνθρωπο σε αυτόν τον πλανήτη (εκτός από αυτόν που την εμπνεύστηκε) αλλά εγώ προσωπικά δεν έχω βρει κάποιον να μου πει ότι είναι η αγαπημένη του μπύρα. Αν έχω ένα «γιατί;» στα ‘00s και τα ‘10s, είναι γι΄αυτή τη μπύρα. Α, ναι ξέχασα, και για τη Belvedere.
Υπόθεση σουβλάκι: Δεν ξέρω πια, εδώ πλέον έχουμε φτάσει να έχουμε και σούσι σουβλάκι, τι τα θες; Είναι πολλά τα θέματά του: με μπριζολάκια, πανσέτα, κοκορέτσι, κοτομπέικον, κοτομπουκιές, βουβαλίσιο, προβατίνας, χταπόδι, γαρίδες, καλαμαράκια, σως κάθε είδους και πού είσαι ακόμα. Καλά να περνάμε, δε βαριέσαι.