Είναι λεπτή η γραμμή που χωρίζει τον ενθουσιασμό από την εμμονή, τόσο λεπτή που δύσκολα καταλαβαίνεις ότι την πέρασες όταν κάνεις πια το βήμα, κι αυτή η λεπτή γραμμή είναι που διατρέχει σαν νήμα δραματουργικό τη νέα ταινία του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, ο οποίος επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη μετά το βαβουριάρικο Wasted Youth (2011) του, και το υπερεπιτυχημένο του Bank Bang (2008). Και μπορεί η ταινία να πλασάρεται ως μια «ιστορία μεσηλικίωσης», όμως το θέμα της το ουσιαστικό είναι αρκετά διαφορετικό.
Τρίτη του δουλειά, και δεύτερη solo σκηνοθετικά, το Suntan είναι η ιστορία ενός τυπάκου φουκαρά, ο οποίος κατεβαίνει στην Αντίπαρο ένα χειμωνιάτικο πρωινό, προορισμένος να περάσει το άμεσο ορατό του μέλλον σ’ αυτό το μικρό νησάκι, μασαζάροντας αρθριτικά και κουράροντας επαρχιακά μικροπεριστατικά. Καινούριος γιατρός στο νησί, ο Κωστής φαίνεται να σέρνει στις βαλίτσες της ζωής του πράγματα πιο κουβαριασμένα απ’ τα ρούχα που κουβαλάει στο σακ βουαγιάζ του, κι η βροχερή, χειμωνιάτικη Αντίπαρος δείχνει να ‘ναι το ιδανικό υπόβαθρο για τη συννεφιασμένη του ψυχή. Πού να φανταστεί όμως, τι τον περιμένει;
Θα μου πεις, πόσο δύσκολο είναι να το φανταστεί, πρέπει να’χει πέσει κανείς απ’ τον Άρη για να μην ξέρει τι γίνεται στο νησί όταν αρχίσει να βγαίνει ο ήλιος, ν’ ανεβαίνει ο υδράργυρος, και το ημερολόγιο να δείχνει καλοκαίρι. Αυτό είναι όμως το στόρι του Παπαδημητρόπουλου, που το επέκτεινε σεναριακά ο Σύλλας Τζουμέρκας, για να ρίξει τον παρατημένο φουκαρά, σε μετωπική με τη νοοτροπία του πιτσιρικά: καθώς περνούν οι μήνες και ανοίγει ο καιρός, η ενσάρκωση της αυτολύπησης, όπως ενσωματώνεται στη μουτρωμένη, λυγισμένη απ’ τη ζωή φιγούρα του Μάκη Παπαδημητρίου, βρίσκεται να εκτίθεται στο καυτό φως του joix de vivre, όπως το απλώνει στην οθόνη με τον πηγαίο της αισθησιασμό η Άννα της Έλλη Τρίγκου.
Μια 20χρονη ξανθιά πιτσιρίκα με δέρμα καμμένο απ’ την αρμύρα και μαλλιά πυρωμένα απ’ τον ήλιο, η Άννα κι η παρεά της εισβάλλουν στο ιατρείο του Κωστή και του γυρίζουν τούμπα τη ζωή, κι απάνω σ’ αυτήν τη φλόγα της ανατροπής, στήνει η ταινία το καζάνι της να βράσει. Σαν να γλίτωσε απ’ τη φυλακή των Spring Breakers του Harmony Korine (ή που απλώς δεν έχει φτάσει ακόμη ως εκεί), η πανηδονιστική πιτσιρικαρία του Παπαδημητρόπουλου στήνει ένα σύμπαν παραγεμισμένο με το φως της νιότης της, κι είναι βέβαια μοιραίο ο 40άρης γιατρουδάκος να υπνωτιστεί σα νυχτοπεταλούδα. Η παρέα τον βάζει στον κύκλο της περιπαικτικά, λίγο από λύπηση, λίγο από πλάκα, αυτό όμως το αναπάντεχο χάδι της ανοίκειας οικειότητας, είναι παραπάνω από εθιστικό για κάποιον που δείχνει να’χει περάσει τη ζωή του τρώγοντας χαστούκια.
Αποκλείοντας τις παγίδες του κουλέρ λοκάλ από τα κάδρα του, ο Χρήστος Καραμάνης (διευθυντής φωτογραφίας και του Rafi Pitts στην τελευταία του ταινία) σφίγγει τα πλάνα του γύρω απ’ τους (αντι)ήρωές του, και εγκολπώνει στις εικόνες του τη μάταιη φαιδρότητα του Greek nightlife περισσότερο, παρά την γυαλιστερή ευδαιμονία των τουριστικών ονείρων. Μέσα σ’ αυτό το τοπίο ενός συγκρατημένου ζόφου, ο Παπαδημητρόπουλος εντοπίζει φιγούρες-εμβλήματα μιας αιώνιας νεότητας που έχει από καιρό γεράσει, και προσπαθεί την όψιμή της άρνηση να την καλύψει με σεξιστική σκληράδα. Οι θλιβεροί συνομήλικοι του Κωστή, αγέραστα ελληνικά καμάκια όπως ενσαρκώνονται χαρακτηριστικά από τον Γιάννη Τσορτέκη και τον Νίκο Τριανταφυλλίδη σε cameo, είναι η άλλη όψη της ίδιας πτώσης που ετοιμάζεται να υποστεί κι ο ήρωάς μας.
Είναι λεπτή η γραμμή που χωρίζει τον ενθουσιασμό από την εμμονή, κι αν η εμμονή των τριγύρω του είναι να επιμένουνε να νιώθουν νέοι βλέποντας τη ζωή ωσάν παρθενικό υμένα που τους περιμένει για διακόρρευση, τότε ο Κωστής προτιμά να καεί στη φλόγα μιας συναισθηματικής εκπλήρωσης που μάλλον ούτε ονειρεύτηκε ποτέ του. Ο δρόμος προς την Κόλαση είναι στρωμένος με αγαθές προθέσεις ως γνωστόν, κι όταν οι προθέσεις του Κωστή μπλέκονται με την ψυχοπαθολογία του loser, η εμμονή γίνεται μανία, η ανεκπλήρωτη στοργή γίνεται μήνη, η νιότη τού δείχνει το πιο σκληρό της πρόσωπο, και το άπιαστο της ζωής που πέρασε γίνεται ένα άλλο είδος ήλιου, που προκαλεί άλλου είδους εγκαύματα, απ’ αυτά των καζανιών της Κόλασης.