«Η έννοια των δικαιωμάτων του ανθρώπου, βασισμένη στην υποτιθέμενη ύπαρξη κάποιου ανθρώπινου όντος καθαυτό, κατέρρευσε σε κομμάτια μόλις εκείνοι που τη διακήρυσσαν βρέθηκαν για πρώτη φορά αντιμέτωποι με ανθρώπους που είχαν πραγματικά χάσει κάθε άλλη συγκεκριμένη ιδιότητα και δεσμό εκτός από το απλό γεγονός ότι ήταν άνθρωποι» γράφει η Χάνα Αρεντ στο δοκίμιο της «Εμείς οι πρόσφυγες».
Το κείμενο της Αρεντ, γραμμένο το 1943, αναλύει την κατάσταση του Εβραίου πρόσφυγα. Ωστόσο, η σπαρακτική της οξυδέρκεια είναι ικανή να περιγράψει την εντεινόμενη συνθήκη αποανθρωποποίησης των προσφύγων της δικής μας εποχής, έτσι όπως αυτή αποτυπώνεται από την καταστατική απαξίωση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μέχρι την αστεγία και συναντιέται με την ποιητική μελαγχολία του Καρούζου, «Ξένος είμαι στο σπίτι μου/ Ξένος στους δρόμους». Γιατί είναι αυτή η κατηγορία υποκειμένων που δεν έχει τίποτα δικό της, ούτε καν ένα μέρος να σταθεί.
Ως ανεπιθύμητους παρίες προσλαμβάνει το ελληνικό κράτους τους πρόσφυγες σε μια από τις πιο άτεγκτες ενσαρκώσεις της «Ευρώπης – Φρούριο». Το ζήτημα της στέγασης που είναι θεμέλιο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας αλλά και ελάχιστη αναγκαία προϋπόθεση οποιασδήποτε ενταξιακής προοπτικής, καθρεφτίζει τη θεσμική απροθυμία να αποδοθούν στον προσφυγικό πληθυσμό τα στοιχειώδη δικαιώματα που δικαιούται και να δρομολογηθεί μια διαδικασία προστασίας των ανθρώπων και συμπερίληψης τους στην ελληνική κοινωνία.
Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει λάβει μεγάλα κοινοτικά κονδύλια για τη στέγαση των προσφύγων, η βασική στρατηγική της έγκειται στη στρατοπεδοποίηση και την αστεγία. Οι πρόσφυγες, κατά βάση, από τη στιγμή που θα φτάσουν στη χώρα, θα περάσουν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης σ’ ένα πλαίσιο απερίγραπτης αθλιότητας που έχει στηλιτευτεί από όλους τους διεθνείς φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η πρακτική αυτή του εγκλεισμού δε στοχεύει μόνο στο χωρικό και κοινωνικό τους έλεγχο αλλά και στην πειθάρχηση τους. Στην πραγματικότητα ένα άτομο που εξαναγκάζεται να ζήσει για μήνες ολόκληρους στη βρώμικη ανυπαρξία της Μόριας τιμωρείται. Όχι για κάτι που έκανε. Τιμωρείται γι’ αυτό που είναι, επειδή είναι πρόσφυγας που στις μεταδημοκρατικές κοινωνίες αυτό ισοδυναμεί με τη διάρρηξη της αισθμαίνουσας τριάδας έθνος – κράτος – έδαφος και ως εκ τούτου λογίζεται ως αποκειμενικότητα, ως τυπολογία που εκπίπτει του υποκειμένου.
Από την ίδια σαδιστική νοοτροπία εκπορεύεται και η πολιτική της αστεγίας που ξεδιπλώνεται με ιδιαίτερα ανησυχητική ένταση από τις αρχές του καλοκαιριού. Όπως είναι γνωστό πάνω από 11.000 αναγνωρισμένοι πρόσφυγες και προσφύγισσες έχουν εκδιωχθεί ή απειλούνται με εκδίωξη από τα διαμερίσματα του προγράμματος ESTIA στα οποία διαμένουν ή από άλλες δομές.
https://www.youtube.com/watch?v=Gct16R8XAKA
Η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου στην οποία προχώρησε η κυβέρνηση προβλέπει ότι οι πρόσφυγες 30 μέρες μετά την αναγνώριση τους είναι υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουν τα καταλύματα τους, ενώ παράλληλα κόβεται και το οικονομικό βοήθημα που λαμβάνουν.
Άνθρωποι που πετιούνται κυριολεκτικά στο δρόμο χωρίς καμία πλοήγηση, καμία στήριξη, καμία μέριμνα, που καλούνται να βρουν μόνοι τους τρόπο να επιβιώσουν εν μέσω πανδημίας και χωρίς κανένα εφόδιο. Ανάμεσα τους συγκαταλέγονται οικογένειες με μικρά παιδιά, μόνες μητέρες, επιζώσες έμφυλης βίας, ανάπηρα άτομα, ηλικιωμένοι και γενικά άτομα με ευαλωτότητες.
https://www.youtube.com/watch?v=qe1rhjM29Fo
Η Ινάς είναι μια από αυτές της γυναίκες που απειλούνται με έξωση. Επικεφαλής μιας οικογένειας με εφτά ανήλικα παιδιά, δραπέτευσε από τον τρόμο του ISIS, έχοντας χάσει το σύζυγο της στον πόλεμο της Συρίας, παιδεύτηκε σ’ ένα μακρύ και δύσκολο ταξίδι που για τις μόνες γυναίκες είναι πάντα δυσκολότερο και ψάχνει ακόμα για ειρήνη.
Τη συνάντησα σ’ ένα μικρό διαμέρισμα στην Καλλιθέα. Ήταν σε μια παλιά και κακοσυντηρημένη πολυκατοικία που έχει μισθωθεί από ΜΚΟ για να στεγαστούν μονογονεικές προσφυγικές οικογένειες. Το ασανσέρ δε λειτουργούσε. Ανεβήκαμε στον 6ο με τα πόδια.
Κάθονταν σ’ ένα δωμάτιο με τέσσερα στρώματα απλωμένα περιμετρικά, δυο πιτσιρίκια κρεμασμένα πάνω της και τα υπόλοιπα να παίζουν κρυφτό πίσω από πόρτες και καρέκλες.
«Υπέφερα στην πατρίδα μου εξαιτίας του ISIS. Ήθελαν να πάρουν τις κόρες μου και να τις παντρευτούν με το ζόρι. Ήταν πολύ επικίνδυνο να ξεφύγουμε. Στην Τουρκία ταλαιπωρήθηκα. Ήμουν μόνη γυναίκα κι αυτό σήμαινε ότι δεν είχα καμία προστασία. Με ενοχλούσαν διαρκώς. Ήθελα να δουλέψω για να ταΐσω τα παιδιά μου και με εκμεταλλεύονταν. Στην Ελλάδα φτάσαμε το Γενάρη του 2018. Έμεινα στη Μόρια τέσσερις μήνες παρέα με το φόβο. Ήταν άθλια. Μια μέρα ανακάλυψα ότι ένας τύπος φωτογράφιζε εμένα και τις κόρες μου. Ένιωσα εντελώς ανασφαλής. Προειδοποίησα τους αρμόδιους εκεί ότι αν μας συμβεί κάτι θα είναι αυτοί υπεύθυνοι. Από τον περασμένο Απρίλιο μας μετέφεραν σε αυτό το διαμέρισμα. Προφανώς εδώ νιώθω καλύτερα. Απέκτησα μια καθημερινότητα. Τα παιδιά μου μέχρι την πανδημία πήγαιναν σχολείο. Και τώρα είμαι ξανά στον αέρα. Πριν δύο μήνες μου έκοψαν το επίδομα και μου είπαν ότι μέσα στον Ιούλιο πρέπει να φύγω από το διαμέρισμα, χωρίς να υπάρχει κάπου αλλού να μείνω. Εγώ έχω κακοήθεια στους λεμφαδένες και πρέπει να εγχειριστώ και μια κόρη μου έχει πρόβλημα στην καρδιά. Τους εξήγησα ότι δεν έχω που να πάω και μου είπαν ότι είναι δικό μου πρόβλημα αυτό, ότι έπρεπε να έχω βρει δουλειά και να έχω μάθει τη γλώσσα. Πως γίνεται, όμως, ενώ είμαι άρρωστη με εφτά παιδιά να βρω δουλειά; Εμένα η πρόθεση μου δεν ήταν να μείνω στην Ελλάδα. Θέλω να πάω στη Γερμανία που έχω συγγενείς. Δε μ’ αφήνουν ούτε να φύγω στο εξωτερικό, ούτε τουλάχιστον να μείνω σ’ αυτό το διαμέρισμα. Απόλυτο αδιέξοδο. Είναι ένα είδος πολέμου, κοινωνικού και ψυχικού. Δε βρίσκεις το δίκιο σου. Αποφάσισαν με εντελώς ακατανόητα κριτήρια να μας διώξουν, είναι σα να παίζεται η ζωή μας στην τύχη. Δεν έχω καμία υποστήριξη από πουθενά. Ορκίζομαι ότι μερικές μέρες δεν υπάρχει ούτε ψωμί στο σπίτι. Αναφέρω το ψωμί γιατί είναι το πιο βασικό. Ξυπνάω, ζητάνε τα παιδιά πρωινό και δεν έχω τίποτα να τους δώσω. Το μοναδικό που μου πρότειναν είναι μήπως μας βάλουν σ’ έναν ξενώνα με άστεγους και χρήστες. Δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό είναι ακατάλληλο περιβάλλον για γυναίκες και παιδιά; Έχω μεγάλο άγχος. Δε γίνεται να μου φορτώσουν κι άλλο. Είμαι ψυχικά εξουθενωμένη. Κι όχι μόνο εγώ. Πολλοί προσφυγές βρίσκονται στην ίδια θέση. Θέλω να βρεθεί λύση για όλους. Αυτό προσεύχομαι στο Θεό. Το μόνο που ζητάμε είναι να ζήσουμε με ασφάλεια και ειρήνη. Κανένας άνθρωπος δε φεύγει από τη χώρα του χωρίς αυτό να αποτελεί τη μοναδική διέξοδο σωτηρίας για τη ζωή του. Εμείς δεχτήκαμε τους Έλληνες όταν είχαν πόλεμο, ανοίξαμε τα σπίτια μου και τους φερθήκαμε σαν αδέρφια. Γιατί έτσι πρέπει να φέρεσαι σε ανθρώπους που είναι κυνηγημένοι», λέει.
Στην τελευταία αποστροφή της Ινας βγαλμένη από την εμπειρία της συλλογικής μνήμης των προσφύγων συμπυκνώνεται μια οικουμενική αίσθηση δικαίου και αλληλεγγύης. Στη στρατηγική του ελληνικού κράτους πάλι συμπυκνώνεται η ωμή αναλγησία. Πολλοί άνθρωποι με ευαλωτότητες βιώνουν την ίδια ανησυχία με την Ινάς.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα στο τελευταίο τους report αναφέρουν την περίπτωση μιας παραπληγικής προσφύγισσας με πολλά ιατρικά προβλήματα, η οποία απειλήθηκε με έξωση αρκετές φορές. Μεταφέρθηκε στον καταυλισμό του Σχιστού, όπου ο γιος της έμενε σ’ ένα κοντέινερ με 12 άτομα. Δύο μέρες μετά έπαθε καρδιακή ανακοπή.
Η οργάνωση επισημαίνει ότι τουλάχιστον άλλοι 30 ασθενείς της με χρόνιες παθήσεις είτε έχουν εκδιωχθεί, είτε έχουν προειδοποιηθεί για επικείμενη έξωση από τα σπίτια που διαμένουν. Και μάλλον κανένας επίσημος φορέας της Πολιτείας δε θα συνεκτιμήσει πως η αστεγία ή οι ακατάλληλες συνθήκες διαβίωσης και το στρες της απόρριψης επιβαρύνουν σωματικά και ψυχικά τις ζωές των προσφύγων, πως παράγουν θάνατο και δυστυχία. Η εξίσωση του πόνου, όμως, είναι διάφανη. Όποιος θέλει να τη διαβάσει, μπορεί.