Επί τέσσερις συνεχόμενες εβδομάδες, νέοι και νέες κατακλύζουν τους δρόμους συμμετέχοντας σε έναν επίμονο και ευλαβικό αγώνα για τη διατήρηση της δημόσιας εποπτείας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως αυτή διασφαλίζεται με το άρθρο 16 του Συντάγματος. Αυτή τη στιγμή περίπου 200 σχολές τελούν υπό κατάληψη, από τους φοιτητές και τις φοιτήτριες που διεκδικούν τη διαφύλαξη και την ενίσχυση της δημόσιας δωρεάν παιδείας, με απώτερο σκοπό την ανατροπή των πλάνων της κυβέρνησης για τα «ιδιωτικά πανεπιστήμια». Όπως όλα δείχνουν, στις 8 Φεβρουαρίου η Αθήνα θα «βουλιάξει» από φοιτητικούς συλλόγους που θα συγκεντρωθούν από κάθε γωνιά της Ελλάδας έξω από τη Βουλή, από φορείς της ακαδημαϊκής και εκπαιδευτικής κοινότητας, μαθητές, και εργατικά σωματεία.
Λίγο πριν το Πανελλαδικό Φοιτητικό Συλλαλητήριο της Πέμπτης, αλλά και την επικείμενη κατάθεση του σχεδίου νόμου για δημόσια διαβούλευση, εκπρόσωποι Φοιτητικών Συλλόγων μιλούν στην Popaganda για τις συνέπειες που πιστεύουν ότι θα έχει η ίδρυση ιδιωτικών/μη κρατικών πανεπιστημίων τόσο στο δημόσιο πανεπιστήμιο, όσο και στην αγορά εργασίας, καταγγέλλοντας παράλληλα το καθεστώς τρομοκρατίας που έχουν διαμορφώσει οι πρόσφατες εισαγγελικές παρεμβάσεις εναντίον εκπαιδευτικών οι οποίοι αρνήθηκαν να εφαρμόσουν τηλεξεταστική εν μέσω καταλήψεων.
Στάθης Γαγάνης – Μέλος του Ενιαίου Φοιτητικού Συλλόγου του Πολυτεχνείου Κρήτης
«Διανύουμε μία περίοδο κατά την οποία η κυβέρνηση προσπαθεί -μετά και τα εκλογικά αποτελέσματα- να εφαρμόσει μια πολιτική πολύ σκληρή, ιδίως απέναντι στη νεολαία, με το να υιοθετεί αντισυνταγματικές μεθόδους. Όσα θέλει τώρα να νομοθετήσει, πρόκειται να συμβούν κατά παράβλεψη του συνταγματικού δικαίου, κι αυτό εύλογα έχει σηκώσει μεγάλες αντιδράσεις. Στη χώρα μας υπάρχει ένα δημοκρατικό αίσθημα, συνδεδεμένο με όσα έχει πετύχει το φοιτητικό κίνημα και το λαϊκό εν γένει. Το Σύνταγμα της Ελλάδας είναι από τα λιγοστά στον κόσμο το οποίο κατοχυρώνει ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση θα είναι δημόσια και δωρεάν και θα παρέχεται από το κράτος. Όσον κι αν η κυβέρνηση κάνει λόγο για «μη κρατικά» πανεπιστήμια, φαίνεται πως παίζουμε με τις λέξεις. Μη κρατικό πανεπιστήμιο στην Ελλάδα σημαίνει ιδιωτικό – και αντίστοιχα παραδείγματα έχουμε δει να έρχονται από το εξωτερικό όπου λειτουργεί επί δεκαετίες το σύστημα των «μη κρατικών πανεπιστημίων», τα οποία στην πράξη είναι ιδιωτικά και οι φοιτητές αναγκάζονται -ειδικά στην Αμερική αλλά και στην Αγγλία- να παίρνουν φοιτητοδάνεια από 18 ετών για να σπουδάσουν και να τα χρωστούν για όλη τους τη ζωή.
Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το παράδειγμα της Κύπρου την οποία παρουσιάζει σαν έναν εκπαιδευτικό παράδεισο όπου θέλουν να πάνε όλοι οι Έλληνες, όμως παραβλέπει την πραγματικότητα η οποία μας λέει ότι το 51% των Κύπριων φοιτητών θέλουν να φύγουν στο εξωτερικό.
Η ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα γεννά μια σειρά από προβληματισμούς, τόσο για την ακαδημαϊκή κοινότητα, όσο και για το σύνολο της κοινωνίας. Αρχικά, άξιο απορίας είναι το κατά πόσο τα ήδη υποχρηματοδοτούμενα δημόσια Πανεπιστήμια θα υποβαθμιστούν περαιτέρω, αφού καταλαβαίνουμε πως από την “πίτα” της κρατικής χρηματοδότησης ένα μεγάλο κομμάτι θα πάει στη χρηματοδότηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων, όπως συμβαίνει στο εξωτερικό. Αυτό αποδεικνύεται από το ότι, χρόνο με τον χρόνο, μειώνεται η κρατική χρηματοδότηση, με αποτέλεσμα να έρχεται η κυβέρνηση εν έτει 2024 και να παρουσιάζει ως σωτήρα της δημόσιας εκπαίδευσης τον ιδιωτικό τομέα και τις δήθεν επενδύσεις. Η πραγματικότητα μας δείχνει όμως πως κρατικό χρήμα θα φάνε και αυτά τα «μη κρατικά» πανεπιστήμια. Επίσης, άξιο απορίας είναι το κατά πόσο θα δημιουργηθούν σχολές πολλών ταχυτήτων και πολλών επαγγελματικών δικαιωμάτων, που επί της ουσίας θα αποτελούν υποκατηγορίες των ήδη υπαρχόντων πτυχίων. Εμείς οι Μηχανικοί στο Πολυτεχνείο δίνουμε μεγάλο αγώνα για να μπορούμε να εργαστούμε αξιοπρεπώς στο μέλλον, αφού, αν υπάρχει μια κατηγορία αποφοίτων από ιδιωτικά πανεπιστήμια Μηχανικών, για παράδειγμα, που θα έχουν το ⅓ ή τα μισά επαγγελματικά δικαιώματα από αυτά που έχουμε εμείς στο πτυχίο μας, είναι δεδομένο ότι στην αγορά εργασίας αυτοί οι εργαζόμενοι θα έχουν πολύ λιγότερες απαιτήσεις (και οικονομικά και σε επίπεδο εργασιακού περιβάλλοντος), με αποτέλεσμα να “συμπιέζονται” προς τα κάτω και οι απόφοιτοι των ΑΕΙ.
Παράλληλα, η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων μπορεί να αποτελέσει προπομπό διδάκτρων και στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Όταν λέει ο ίδιος ο υπουργός Παιδείας, πως “απελευθερώνεται η δημόσια εκπαίδευση”, αυτό σημαίνει πως, όταν θα υπάρχει ελλιπής χρηματοδότηση, θα δίνεται πλέον η δυνατότητα στο δημόσιο Πανεπιστήμιο να βρίσκει πόρους και από αλλού, όχι μόνο από το κράτος – πιθανώς μέσω της καταβολής διδάκτρων, όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες που είναι δημόσια τα Πανεπιστήμια, αλλά έχουν δίδακτρα στα προπτυχιακά τους προγράμματα (βλ. Κύπρος). Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το παράδειγμα της Κύπρου την οποία παρουσιάζει σαν έναν εκπαιδευτικό παράδεισο όπου θέλουν να πάνε όλοι οι Έλληνες, όμως παραβλέπει την πραγματικότητα η οποία μας λέει ότι το 51% των Κύπριων φοιτητών -ακριβώς επειδή δεν προτιμούν -και για οικονομικούς λόγους και για λόγους ποιότητας- τα ιδιωτικά πανεπιστήμια που αποτελούν πλειοψηφία, θέλουν να φύγουν στο εξωτερικό. Η Κύπρος είναι η χώρα που έχει το μεγαλύτερο ποσοστό ανθρώπων στον κόσμο αναλογικά με τον πληθυσμό της, που σπουδάζει έξω επειδή τα ιδιωτικά πανεπιστήμια δεν είναι προσιτά.
Μέσα σε όλα όσα συμβαίνουν, είμαστε πολλοί χαρούμενοι που έχουμε καταφέρει να παίρνουμε αποφάσεις βδομάδα τη βδομάδα για να είμαστε την Πέμπτη στην Αθήνα. Το ότι θα πάμε έξω από τη Βουλή την ώρα που όλη η κοινωνία συζητάει γι’ αυτό, είναι κάτι το οποίο δίνει στο φοιτητικό κίνημα μια θέση που καθορίζει και τον διάλογο, αλλά και το τι τελικά μπορεί να συμβεί. Από την Ξάνθη και τη Φλώρινα μέχρι τα Χανιά και το Ηράκλειο, θα δώσουμε το ηχηρό μήνυμα, πως, ενόψει και της διαβούλευσης, θα συνεχιστούν οι κινητοποιήσεις μέχρι να νικήσουμε».
Νέλλη Ηλιοπούλου – Μέλος Φοιτητικού Συλλόγου Νομικής Αθηνών
«Η παράκαμψη του άρθρου 16, όπως επιχειρείται τώρα, δηλαδή χωρίς την τυπική αναθεωρητική διαδικασία, είναι αιτία πολέμου. Το άρθρο είναι μια κατάσταση, μια εγγύηση για εμάς αλλά και για τους μελλοντικούς φοιτητές, ότι έχουμε τη δυνατότητα να σπουδάσουμε δημόσια και δωρεάν, τη δυνατότητα να μπούμε στο πανεπιστήμιο και να φοιτήσουμε όσο πιο αναίμακτα οικονομικά γίνεται – γιατί η αλήθεια είναι πως και σήμερα τα κόστη στα μεταπτυχιακά προγράμματα, στις λέσχες, τη στέγαση κ.ά., είναι εξωπραγματικά. Το νομοσχέδιο λοιπόν είναι η σταγόνα που κάνει το ποτήρι να ξεχειλίζει. Αν ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια, ανοίγουν τον δρόμο καταβολής διδάκτρων ή κάποιων ποσών στα δημόσια, και θα ανταγωνίζονται τα δημόσια με έναν τρόπο που δεν θα είναι προς το συμφέρον της ακαδημαϊκής κοινότητας – ούτε πρόκειται να υπάρξει κάποια ακαδημαϊκή αναβάθμιση των πανεπιστημίων της χώρας (στο Μετσόβιο, το νο.1 Πανεπιστήμιο της Ελλάδας, η χρηματοδότηση τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί κατά 65%). Αυτό αποδεικνύεται και από όσα συμβαίνουν στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης: Στη Γαλλία, για παράδειγμα, το 85% των φοιτητών πηγαίνει στα δημόσια πανεπιστήμια, παρόλο που υπάρχουν ιδιωτικά. Με την ίδρυση των ιδιωτικών, οι φοιτητές έχουν φτάσει σε σημείο να πληρώνουν κάποια χρήματα και στα δημόσια.
Μέσα στα τελευταία πέντε χρόνια, το μόνο πεδίο στο οποίο η κυβέρνηση έχει οπισθοχωρήσει είναι τα φοιτητικά ζητήματα, γιατί μέσω της πίεσης που ασκούμε καταφέρνουμε να τη διοχετεύουμε σε όλη την κοινωνία.
Οι σχολές βράζουν αυτή την περίοδο, όση προπαγάνδα κι αν κάνει η κυβέρνηση. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη της αμηχανίας και της ήττας στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή, από το πόσο εξαπολύει όλους τους μηχανισμούς (ΜΜΕ κ.λπ.) για να λοιδορούν τις κινητοποιήσεις των φοιτητών. Το ίδιο ισχύει και για την εισαγγελική παρέμβαση την οποία εκκίνησε ώστε να τρομοκρατήσει τους φοιτητές και τις διοικήσεις και να σταματήσουν να υφίστανται αυτές οι αντιστάσεις για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Το μεγαλύτερο κομμάτι της ακαδημαϊκής κοινότητας έχει ήδη τοποθετηθεί και είναι στο πλευρό μας. Η ΠΟΣΔΕΠ, η οποία θα συμμετέχει στο Συλαλλητήριο, έβγαλε μια ανακοίνωση η οποία είναι καθοριστική για το πώς αντιμετωπίζουν οι καθηγητές τις επιπτώσεις του νομοσχεδίου στο δημόσιο πανεπιστήμιο, απαντώντας παράλληλα στις απειλές από την πλευρά της κυβέρνησης σε σχέση με τις εισαγγελικές παρεμβάσεις σε καθηγητές που αρνούνται να παίξουν το παιχνίδι της.
Η κυβέρνηση πιέζει πάρα πολύ τις διοικήσεις για να γίνει τηλεξεταστική εν μέσω καταλήψεων. Αυτό είναι απεργοσπαστικός μηχανισμός. Εμείς κάνουμε έκκληση στους καθηγητές, στις διοικήσεις, στις κοσμητείες, να μην υποκύψουν στις πιέσεις της κυβέρνησης και να είναι στο πλευρό μας, ώστε όταν τελειώσουν οι καταλήψεις να γίνουν κανονικά οι εξεταστικές. Υπάρχουν μέχρι και καθηγητές στο ΑΠΘ που αρνήθηκαν να εφαρμόσουν τις τηλεξετάσεις, και τους κάλεσαν για προανάκριση! Πρόκειται για τρομοκρατία, για καταπάτηση της ακαδημαϊκής αξιοπρέπειας. Σε ποιο εκσυγχρονισμένο κράτος της Ευρώπης καταφεύγει ένας υπουργός Παιδείας σε απευθείας παραγγελία για εισαγγελική παρέμβαση; Κάνουμε έκκληση σε όλη την κοινωνία να σταθεί στο πλάι μας γιατί αυτό που συμβαίνει δεν αφορά μόνο εμάς. Εμείς δεν θα κάνουμε πίσω μέχρι να υποχωρήσει η κυβέρνηση. Διεκδικούμε τη νίκη όπως την πετύχαμε με την πανεπιστημιακή αστυνομία. Το φοιτητικό κίνημα είναι το πιο ισχυρό στην Ελλάδα. Μέσα στα τελευταία πέντε χρόνια, το μόνο πεδίο στο οποίο η κυβέρνηση έχει οπισθοχωρήσει είναι τα φοιτητικά ζητήματα, γιατί μέσω της πίεσης που ασκούμε καταφέρνουμε να τη διοχετεύουμε σε όλη την κοινωνία, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να μη μπορεί να τη διαχειριστεί και άρα να οπισθοχωρεί».
Χάρης Τσιμιτάκης – Μέλος Φοιτητικού Συλλόγου Ιατρικής Αθηνών
«Η κυβέρνηση, ενώ δεν μπορεί να περάσει την αναθεώρηση του Συντάγματος, γιατί δεν έχει αναθεωρητική Βουλή, προσπαθεί ευσπεσμένα να υλοποιήσει μια χρόνια επιδίωξη (το προσπαθούσε και το 2006-2007 με τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια). Αυτά τα πράγματα συνέβαιναν τη δεκαετία του ’50 και του ’60 στην Ελλάδα, που οι φοιτητές έμπαιναν στο Πανεπιστήμιο και πλήρωναν δίδακτρα, πλήρωναν για να περάσουν τις ίδιες τις εξετάσεις κ.ά. Πρόκειται για ένα πισωγύρισμα το οποίο προσπαθούν να ντύσουν με τον μανδύα του εκσυγχρονισμού. Γνωρίζουμε παράλληλα πως τα τελευταία χρόνια, τα ιδρύματα στην Ελλάδα όλο και υποβαθμίζονται, είτε αυτό αφορά τις επιχορηγήσεις που δίνονται από το κράτος και τον τακτικό προϋπολογισμό, είτε την έλλειψη προσωπικού – ακόμα και τη συρρίκνωση ολόκληρων Τμημάτων. Πέρα από τα περιφεριακά, μέχρι και στο ΕΚΠΑ είδαμε μείωση εισακτέων στα ξενόγλωσσα Τμήματα, στο Μαθηματικό κ.ά.
Ένα μεγάλο κομμάτι του κρατικού προϋπολογισμού θα διοχετεύεται στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια. Ως αποτέλεσμα, τα δημόσια θα λαμβάνουν μικρότερη χρηματοδότηση.
Στον κλάδο μας συγκεκριμένα, πρόκειται για μία τεράστια αντίφαση, καθώς από τη μία μας λένε στην Αττική πως είμαστε πάρα πολλοί εισακτέοι και θα πρέπει να μειωθούν οι θέσεις των εισακτέων γιατί παράγουμε πάρα πολλούς γιατρούς -παρόλο που υπάρχουν τρομερές ελλείψεις- και παράλληλα μας λένε πως θα φέρουν ιδιωτική ιατρική εκπαίδευση η οποία θα παράγει γιατρούς εργαζόμενους που θα μπαίνουν στον ίδιο κλάδο μ’ εμάς. Η αντίφαση αυτή αποδίδεται στο γεγονός ότι θέλουν οι ιδιώτες να μπουν σε μια διαδικασία να κερδοφορούν από την Ανώτατη Εκπαίδευση, και παράλληλα να συρρικνώνεται το δημόσιο πανεπιστήμιο. Στον κλάδο μας, σύμφωνα με τις έως τώρα προβλέψεις, θα υπάρξει μια διαδικασία που θα επηρεάσει και το πώς μπαίνουμε σε μία ειδικότητα. Σ’ εμάς υπήρχε άλλωστε μια χρόνια επιδίωξη να αφαιρεθεί το δικαίωμα άμεσης ένταξης στην ειδικότητα και στο αγροτικό, και να περάσει σε μια διαδικασία “Πανελληνίων Εξετάσεων”.
Στο εξωτερικό, είτε κερδοσκοπικά είτε μη κερδοσκοπικά είναι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, όλα λειτουργούν κατά έναν βαθμό από κρατικές επιχορηγήσεις. Τα έσοδά τους, πέρα από τα δίδακτρα, καλύπτονται στο 40-50% από τον κρατικό προϋπολογισμό που πηγαίνει στην εκπαίδευση. Δεν νομίζουμε ότι η Ελλάδα θα αποτελέσει εξαίρεση σε αυτό. Καταλαβαίνουμε πως όταν ο προϋπολογισμός θα δίνεται για την εκπαίδευση, ένα μεγάλο κομμάτι του θα διοχετεύεται στα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ως αποτέλεσμα, και τα δημόσια θα λαμβάνουν μικρότερη χρηματοδότηση, και θα υπάρχει και το ζήτημα του ανταγωνισμού μεταξύ ιδιωτικών και δημοσίων πανεπιστημίων που θα ωθεί και τα δημόσια πανεπιστήμια να υιοθετήσουν πτυχές “ιδιωτικής λειτουργίας” (δίδακτρα κ.λπ.)».