Λίγο πριν τα τέλη Οκτωβρίου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας μας ενημέρωνε ότι τα σχολεία και τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς δεν αποτελούν εστίες υπερμέταδοσης του κορωνοϊού, σύμφωνα με τα στοιχεία από τους ελέγχους.
Τρεις εβδομάδες είναι άγνωστο αν τα στοιχεία έχουν αλλάξει, πάντως τα σχολεία σε όλη τη χώρα (πλην των ειδικών) είναι κι επισήμως από τη Δευτέρα 16/11 κλειστά. Όσον αφορά τα μέσα μαζικής μεταφοράς, πριν λίγες μέρες στο ο Ριζοσπάστης δημοσίευσε αυτοψία Εποπτών Δημόσιας Υγείας της Περιφέρειας Αττικής στους σταθμούς Μετρό και ΗΣΑΠ στην Ομόνοια. Τα πορίσματά της: οι πολίτες τηρούν τα μέτρα αυτοπροστασίας, αλλά καθώς δεν έχουν υπάρξει κινήσεις για αύξηση των δρομολογίων, οι συγκοινωνίες έχουν μετατραπεί σε εστίες μετάδοσης καθώς εκ των πραγμάτων ο κόσμος συνωστίζεται.
Αυτό που οι επόπτες γράφουν με ακρίβεια, αναφέροντας συγκεκριμένες ώρες έντονου συγχρωτισμού σε συγκεκριμένες αποβάθρες, οι πολίτες το βιώνουν εδώ και μήνες στο πετσί τους. Η κυρία Ηλιάννα, παίρνει καθημερινά το λεωφορείο 550 ή το τρόλεϊ 10 και κατόπιν τοπικό λεωφορείο που κάνει τη διαδρομή Χαλάνδρι-Βριλήσσια. Της παίρνει πάνω από μία ώρα για να φτάσει στη δουλειά της. Λίγο πριν το γεμικό lockdown μου είχε πει: «Εμείς εδώ μέσα είμαστε μελλοθάνατοι. Πώς είναι δυνατόν να λένε ότι τα ΜΜΜ δεν είναι εστίες υπερμετάδοσης; Εάν είναι μια φορά έξω επικίνδυνο, δηλαδή στον καθαρό αέρα και γι’ αυτό φοράμε μάσκες, πόσο πιο επικίνδυνο είναι σε κλειστό χώρο με συνωστισμό;».
Στην έντονη συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή δήλωσε ότι σύμφωνα με μελέτες «τα ΜΜΜ δεν παίζουν τον πιο σημαντικό ρόλο στη διάδοση του ιού» κι αναφέρθηκε συγκεκριμένα σε έρευνα από τη Γαλλία, που λέει ότι μόνο το 1,2% των covid clusters συνδέονται με ΜΜΜ. Βέβαια, αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι πόσο συνδέεται η πραγματικότητα των ΜΜΜ στην Ελλάδα με εκείνη της Γαλλίας. Η ίδια άλλωστε η πολυσυζητημένη καθηγήτρια Γιαμαρέλλου, λοιμωξιολόγος στην Επιτροπή που συμβουλεύει την κυβέρνηση, είχε δηλώσει στα τέλη Σεπτεμβρίου. «Αν μπορείτε, μην μπείτε στα λεωφορεία. Το πήγαμε 8 το πρωί, 9 το πρωί, μοιράστηκαν οι επιβάτες, πάντα οι ανάγκες δεν φτάνουν. Αν μπορείς, περπάτα. Πήγαινε με τα πόδια, γύρισε με τα πόδια. Είναι μια καλή άσκηση αυτή». Για την κυρία Ηλιάννα, πάντως, το να κάνει πηγαίνει καθημερινά με τα πόδια από την Καλλιθέα στα Βριλήσσια, δεν είναι επιλογή.
Αν και η κίνηση στα Μέσα έχει αισθητά μειωθεί λόγω του lockdown, υπάρχει η αγωνία για το ποια θα είναι η κατάσταση στα λεωφορεία, στα τρόλεϊ, στο μετρό, στον ηλεκτρικό και στα τραμ όταν αρθεί. Προσλήψεις οδηγών έχουν αναγγελθεί αλλά ακόμη δεν έχουν πραγματοποιηθεί, τα σόσιαλ μίντια κατακλύζονται τους τελευταίους μήνες από φωτογραφίες που δείχνουν αναμονές δρομολογίων απαράδεκτες ακόμα και στην προ κορωνοϊού εποχή. Ο Λάμπρος είναι οδηγός στα λεωφορεία του ΟΑΣΑ εδώ και 19 χρόνια: «Στην γραμμή που δουλεύω τώρα, εν μέσω lockdown η συχνότητα είναι 10-15 λεπτά αλλά ούτως ή άλλως ο κόσμος έχει μειωθεί πολύ. Πριν όμως η κατάσταση δεν ήταν καλή, υπήρξαν πολλές κομμένες βάρδιες που σημαίνει ανεπάρκεια οδηγών για να καλύψει συχνότερα δρομολόγια, συνεπώς μεγάλη αναμονή και ταλαιπωρία. Βέβαια ακόμη υπάρχουν προβλήματα στις βάρδιες, κι εγώ δουλεύω σε ρεπό μου για να τις αναπληρώσω. Από το 2008 έχουν να γίνουν προσλήψεις, γίνονται μόνο αποσπάσεις ή μετατάξεις. Το προσωπικό είναι λίγο, δεν επαρκεί. Θα έπρεπε να μπουν περισσότερα λεωφορεία και θα έπρεπε να γίνει μια αναδιάρθρωση δρομολογίων αναλόγως με το πού υπάρχουν περισσότερες ανάγκες, πού κινείται ο κόσμος. Σαφώς υπάρχει ανάγκη για περισσότερο προσωπικό ∙είναι θετικό ότι μπήκαν υπεραστικά των ΚΤΕΛ αλλά, ξαναλέω, ότι προς το παρόν καλύπτεται μεγάλος μέρος της ανάγκης οδηγών από τα δεδουλευμένα ρεπό. Αν γίνει προσθήκη προσωπικού θα βελτιωθεί η κατάσταση, όμως το θέμα δεν είναι να έρθουν άτομα και να “εξαφανιστούν” με απόσπαση αλλά να παραμείνουν στη θέση τους. Το έχω δει πολλές φορές να συμβαίνει αυτά τα 19 χρόνια».
Θα έχουμε μετά την άρση του lockdown ξανά συνωστισμό κι εκνευρισμό; Με δεδομένο ότι η πανδημική συνθηκη θα αλλάξει χρονιά μαζί μας κι όσο προχωράμε προς τον χειμώνα θα μειώνονται όσοι έχουν τη δυνατότητα να περπατούν προς τη δουλειά τους, μια καταιγίδα ή το ισχυρό κρύο θα είναι έξτρα αποτρεπτικοί παράγοντες. Επιπλέον, όταν βρέχει πώς θα παραμένουν ανοιχτά τα παράθυρα σε λεωφορεία και τρόλεϊ; Είναι πρακτικώς αδύνατον.
Ο εκπρόσωπος του ευρωπαϊκού δικτύου CIVINET, συγκοινωνιολόγος Κοσμάς Αναγνωστόπουλος, υπογραμμίζει επιφυλακτικά: «Tα ΜΜΜ θα μπορούσαν να ενισχυθούν περισσότερο από όσο τα ενίσχυσε η κυβέρνηση αλλά κι εκεί μην περιμένουμε θαύματα. Όλες οι πόλεις στον κόσμο, που είναι αναπτυγμένες και φημίζονται για το δίκτυο μεταφορών τους, έδωσαν έμφαση στο να αναπτύξουν πολύ γρήγορα ποδηλατοδρόμους και διαδρομές κίνησης πεζών έτσι ώστε, τουλάχιστον οι μικρές μετακινήσεις, να μπορούν να καλυφθούν με ήπια μέσα μετακίνησης, τα οποία είναι και πιο υγιεινά στην παρούσα φάση. Όταν κάνεις ποδήλατο δεν μπορείς να συγχρωτιστείς, ακόμη κι όταν κάνεις μαζί με άλλους δέκα εκ των πραγμάτων θα κρατάς μια ικανή απόσταση. Αν περπατάς σε καλά πεζοδρόμια, και όχι σαν αυτά των ελληνικών πόλεων, πάλι μπορείς να μην συγχρωτίζεσαι».
Ο Μεγάλος Περίπατος μας παρουσιάστηκε στις αρχές του καλοκαιριού ως ένα έργο που θα διευκολύνει τους Αθηναίους να αποφύγουν τον συγχρωτισμό εν μέσω της πανδημίας. Βέβαια, το Συμβούλιο της Επικρατείας στα μέσα Οκτωβρίου ακύρωσε την κοινή υπουργική απόφαση (που λήγει το προσεχές Σάββατο 21/11) για τη δημιουργία. Σύμφωνα με σκεπτικό του Δ’ Τμήματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου η επίμαχη απόφαση για το έργο που άλλαξε δραστικά τον κυκλοφοριακό χάρτη του κέντρου της Αθήνας, παρότι ελήφθη στο πλαίσιο των έκτακτων μέτρων για τον κορωνοϊό, εντούτοις «δεν συνιστά πράγματι λήψη μέτρων περιορισμού της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων και μέσων μεταφοράς με σκοπό τον περιορισμό της πανδημίας, αλλά αμιγώς κυκλοφοριακές ρυθμίσεις».
Ο κύριος Αναγνωστόπουλος σχολιάζει σχετικά: «Ο Μεγάλος Περίπατος απέδειξε ότι δεν χάλασε ο κόσμος με το να κόψεις λωρίδες κυκλοφορίας και να πεζοδρομήσεις τη Βασιλίσσης Όλγας· βέβαια υπήρξαν δυσλειτουργίες, θέματα σχεδιασμού και timing. Όμως, όταν κάνεις ένα έργο για λόγους εντυπωσιασμού χωρίς μια συνολική στρατηγική τότε δεν μπορείς να φέρεις αποτελέσματα. Δεν μπορείς μόνο με έναν ποδηλατόδρομο 800 μ. στο κέντρο μιας πόλης να πετύχεις ενθάρρυνση του ποδηλάτου. Όταν κάνεις ένα τέτοιο έργο, και πιλοτικό ή συμβολικό να είναι, οφείλεις να έχεις στρατηγική».
Σύμφωνα με καταγγελίες συνδικαλιστών τουλάχιστον 16 είναι μέχρι τώρα τα κρούσματα κορωνοϊού στους εργαζόμενους της ΟΣΥ (Οδικές Συγκοινωνίες, λεωφορεία και τρόλεϊ) και ένα στη ΣΤΑΣΥ (Σταθερές Συγκοινωνίες, μετρό, ηλεκτρικός, τραμ). Ο Λάμπρος λέει: «Κι εγώ φοβάμαι, μη κολλήσω. Το καλό είναι ότι έχουμε ανοιχτά τα παράθυρα και επίσης ότι ανανεώνεται ο αέρας όταν ανοιγοκλείνουν οι πόρτες. Το προστατευτικό ανάμεσα στον οδηγό και τους επιβάτες, τους αποτρέπει από το να βρίσκονται πολύ κοντά μας αλλά δεν απομονώνει τελείως. Η εταιρία μας δίνει απολυμαντικό σπρέι, δύο πακετάκια με μαντηλάκια για να απολυμάνουμε το τιμόνι και τον χώρο που καθόμαστε, μάσκες για έναν μήνα. Στην πρώτη καραντίνα γινόταν απολύμανση του λεωφορείου από ειδικό συνεργείο κάθε βράδυ, τώρα δεν ξέρω σε ποια συχνότητα συμβαίνει».
Οι ίδιοι οι επιβάτες αισθάνονται εκνευρισμό και καθημερινές είναι οι αψιμαχίες μεταξύ τους σε ώρες αιχμής. Σε γραμμή λεωφορείου των νοτίων προαστίων ηλικιωμένος είχε χτυπήσει νεαρό που δεν φορούσε σωστά τη μάσκα του. Ο Λάμπρος τονίζει: «Πριν το lockdown είχε πολύ κόσμο μέσα στο λεωφορεία και το 65% πληρότητα δεν λειτουργούσε. Η συντριπτική πλειονότητα του κόσμου φορούσε μάσκα αλλά ο συνωστισμός ήταν μεγάλος. Δεν μπορούσα εγώ ως οδηγός να λέω σε κόσμο, “δεν μπορείτε να ανέβετε” ή “κατεβείτε από το λεωφορείο επειδή έχουμε υπερβεί το ποσοστό”. Δεν μπορούσα κιόλας να το υπολογίσω, ενώ οδηγώ. Είναι δύσκολο αυτό, δε γινόταν να λειτουργήσει».
Οι ίδιοι οι επιβάτες αισθάνονται εκνευρισμό και καθημερινές είναι οι αψιμαχίες μεταξύ τους σε ώρες αιχμής. Σε γραμμή λεωφορείου των νοτίων προαστίων ηλικιωμένος είχε χτυπήσει νεαρό που δεν φορούσε σωστά τη μάσκα του.
Ο Βαγγέλης χρησιμοποιούσε τα Μέσα για να πάει από το σπίτι του στο Παγκράτι στη δουλειά του στο Μαρούσι. Από τον Σεπτέμβριο και μετά έπαιρνε καθημερινά το αυτοκίνητο γιατί φοβόταν να μπει στο λεωφορείο: «Αναγκάστηκα να κυκλοφορώ κάθε μέρα με το αυτοκίνητο, πράγμα που δεν το ήθελα καθόλου για πολλούς λόγους. Είχε αυξηθεί η κίνηση, προφανώς γιατί και άλλοι όπως κι εγώ απέφευγαν τα Μέσα, κι επιπλέον ξέρω ότι το αυτοκίνητο μόνο επιβαρύνει τη μόλυνση της ατμόσφαιρας που με τη σειρά της επιβαρύνει την κατάσταση σε περίοδο πανδημίας. Ένιωθα όμως ότι δεν μου άφηναν καμία επιλογή. Τώρα με το lockdown κάνω πολύ λιγότερη ώρα να φτάσω στη δουλειά και να επιστρέψω στο σπίτι όμως ας είμαστε σοβαροί. Δεν μπορούμε, κι ούτε πρόκειται, να ζούμε σε ένα συνεχές lockdown».
Και μέσα σε όλα αυτά οι πολίτες αισθάνονται την αφόρητη πίεση μιας καθημερινότητας που έχει γεμίσει πρακτικές δυσκολίες. Η συνάδελφος μου Ντενίσα Μπαϊρακτάρι περιγράφει μια πολύ δυσάρεστη εμπειρία που παρ’ ολίγον να της στοιχίσει και κυριολεκτικά: «Είμαι γενικά νομοταγής, ακόμα κι αν κάποιοι νόμοι μου μοιάζουν παράλογοι. Δεν γλίτωσα όμως το πρόστιμο. Έβγαλα την μάσκα μου ένα δευτερόλεπτο πριν αποβιβαστώ από το λεωφορείο, το οποίο παρεμπιπτόντως περίμενα 35 λεπτά, και την ίδια ώρα πέρασε έλεγχος και με έγραψε. Χρειάστηκε να πάω σε ένα αστυνομικό τμήμα και σε τρεις διαφορετικούς υπαλλήλους της Τροχαίας για να δικαιωθώ. Βέβαια, σε έναν μαύρο συνεπιβάτη μου, που κι εκείνος τόλμησε να βγάλει την μάσκα του ένα βήμα πριν κατέβει από το λεωφορείο, του πέρασαν χειροπέδες και τον πήγαν στο Αστυνομικό Τμήμα Ομονοίας».