Ολοκληρώνεται σιγά-σιγά το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα και ο αγώνας για τα δικαιώματα γυναικών και θηλυκοτήτων ανά την υφήλιο εξακολουθεί απαρέγκλιτα να είναι αναγκαίος, επιτακτικός και να έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει μέχρι την ισότητα. Φεμινίστριες που παλεύουν εδώ και δεκαετίες στην Ελλάδα για έναν πιο δίκαιο, πιο ισότιμο και συμπεριληπτικό κόσμο έδωσαν το παρών στην εκδήλωση που διοργάνωσε η Πρωτοβουλία κατά των Γυναικοκτονιών στις 3 Μαΐου στην Ο.Τ.Ο.Ε με τίτλο «Πάρτε θέση ενάντια στις έμφυλες ανισότητες».
Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι ακόμη και σήμερα στις εκδηλώσεις αυτές παρευρίσκονται κατά κύριο λόγο γυναίκες. Οι άντρες λάμπουν διά της απουσίας τους, ανεξαρτήτως ιδεολογίας και κομματικού προσήμου. Είναι αδιανόητο να μιλάμε για ισότητα και για φεμινιστικές πολιτικές και να μην υπάρχει από κάτω ένας σημαντικός αριθμός αντρών να ακούσει, να μάθει, να ευαισθητοποιηθεί, να δείξει (και να αποδείξει μετέπειτα) ότι τον ενδιαφέρει ουσιαστικά αυτό το ζήτημα. Αλλιώς, οι οποιεσδήποτε προγραμματικές δηλώσεις, τα δριμύ κατηγορώ και οι προεκλογικές υποσχέσεις περί καταπολέμησης της έμφυλης ανισότητας και βίας, των γυναικοκτονιών και άλλων σεξιστικών φαινομένων και πρακτικών είναι «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε».
Η αφετηρία της εκδήλωσης έγινε με την αφήγηση ιστοριών από το βιβλίο της εμβληματικής φεμινίστριας Σίσσυς Βωβού από το Μωβ «Πατριαρχική Δικαιοσύνη και Φεμινιστικές Αντιστάσεις», το οποίο περιλαμβάνει 19 υποθέσεις βίας διαφόρων ειδών κατά των γυναικών που έλαβαν χώρα τη δεκαπενταετία 1998 έως 2012, με τη δικαστική διερεύνηση κάποιων από αυτές να συνεχίζεται μέχρι πρόσφατα.
Αμέσως μετά, η Ευγενία Κατούφα, δημοσιογράφος, κοινωνική λειτουργός κι επιστημόνισσα Κοινωνικής Πολιτικής, πήρε τον λόγο: «Σε χώρες που η πολιτική τους βασίζεται στην δημοκρατία και στον σεβασμό του ανθρώπου, βλέπουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ισότητα να κατοχυρώνονται, να ενδυναμώνονται, να ενισχύονται και να αξιοποιούνται για την πρόοδο της κοινωνίας. Στην Ελλάδα, όμως, διαπιστώνουμε μία πολύ σημαντική οπισθοδρόμηση, από την υποβάθμιση της Γενικής Γραμματείας Ισότητας και τη σύνδεσή της με αντικείμενα που δεν συνδυάζονται οπωσδήποτε με την ισότητα. Βλέπουμε την σταδιακή κατάργηση του οικογενειακού δικαίου, ενός νόμου που είχε υπάρξει πρωτοπόρος και μοντέλο για αντίστοιχους νόμους σε άλλες χώρες, ο οποίος αντικαθίσταται σιγά σιγά με το νόμο του υπουργού Τσιάρα για την αναγκαστική και την υποχρεωτική συνεπιμέλεια. Αυτός ο νόμος ειδικά έχει συνδεθεί με πολλές περιπτώσεις βίας και διατάραξης της οικογενειακής συνοχής και γαλήνης, μέχρι την ακραία περίπτωση της γυναικοκτονίας. Σε αυτό το διάστημα έγιναν οι περισσότερες γυναικοκτονίες και είδαμε παιδιά ανήλικα, κορίτσια και αγόρια να γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης από τους γονείς τους μέχρι από πρόσωπα που στηρίζονται από την εξουσία.
»Είδαμε να συμβαίνουν όλα αυτά και συναντηθήκαμε με εκπροσώπους διαφόρων φεμινιστικών οργανώσεων σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας ή συμπαράστασης στα θύματα, σε εκδηλώσεις με σκοπό τη διερεύνηση προβλημάτων και τη διαμόρφωση παρατηρήσεων. Έτσι, χέρι-χέρι, λόγο το λόγο, γροθιά τη γροθιά, δάκρυ το δάκρυ, ενώσαμε τις δυνάμεις μας για να ασκήσουμε πίεση προς τα κόμματα που τώρα διεκδικούν την ψήφο του λαού και την είσοδό τους στο κοινοβούλιο. Ζητήσαμε από τα κόμματα να δεσμευτούν ότι θα συμπεριλάβουν τα θέματα της ισότητας στην ατζέντα τους, στο πρόγραμμά τους, και οι εκπρόσωποι -τουλάχιστον αυτοί και αυτές που είναι σήμερα εδώ- θα δεσμευτούν να αγωνιστούν ώστε να σταματήσει αυτή η κατάσταση, αυτός ο κατήφορος προς τα πίσω. Και να προχωρήσουμε λίγο μπροστά».
Η Ελένη Σταύρου, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κινήματος Αλλαγής και συντονίστρια του Δικτύου Γυναικών του κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών, συμπλήρωσε: «Η χώρα μας έχει ένα ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο που χτίστηκε σταδιακά από το 1983, μετά τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έγιναν τότε, με πρωταρχικό το οικογενειακό δίκαιο. Στη συνέχεια, το 2011 είχαμε την ίδρυση ενός ολοκληρωμένου για πρώτη φορά δικτύου δομών για την έμφυλη βία. Είναι εδώ και η Μαρία Στρατηγάκη, επί τη θητεία της οποίας ξεκίνησε αυτή η πρωτοβουλία. Πάρθηκαν σημαντικές πρωτοβουλίες προς αυτήν την κατεύθυνση. Παρόλα αυτά, οι δείκτες ισότητας -πανευρωπαϊκοί και παγκόσμιοι- δείχνουν μια κατάσταση, η οποία δεν είναι καθόλου καλή για την χώρα μας. Είμαστε η τελευταία χώρα στον δείκτη ισότητας του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου και για την Ισότητα των Φύλων (EIGE). Επίσης, έχουμε την 100η θέση στην έκθεση των ανισοτήτων του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ.
»Είμαστε σε μια δημοκρατική και προοδευτική κοινωνία. Δεν μπορεί να αποδεχόμαστε το γεγονός ότι για το 51,3% του συνολικού πληθυσμού που είναι οι γυναίκες σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (δηλαδή 300.000 περισσότερες από τον αντρικό πληθυσμός) σημειώνονται παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους» δήλωσε και στη συνέχεια ανέφερε τα 12 αιτήματα που απευθύνουν προς τα υποψήφια κόμματα οι 23 γυναικείες οργανώσεις.
«Στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, συμμετέχουν μόλις 21,6% γυναίκες, ποσοστό πολύ χαμηλότερο από ό,τι σε άλλες χώρες», ανέφερε η Ελένη Σταύρου. Ας θυμηθούμε την ατάκα του Κυριάκου Μητσοτάκη όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο του BBC πώς η κυβέρνησή του έχει μόλις πέντε γυναίκες κι εκείνος αντέτεινε ότι «Δυστυχώς δεν έχουμε και τόσο πολλές γυναίκες που να ενδιαφέρονται να μπουν στην πολιτική». Αυτό ειπώθηκε μόλις το 2019. Όχι το 1959.
«Η Ελλάδα κατέχει την 103η θέση στην παγκόσμια κατάταξη σχετικά με τη συμμετοχή των γυναικών στο κοινοβούλιο», συνέχισε η Ελένη Σταύρου. «Χειρότερα είναι τα στοιχεία στην τοπική αυτοδιοίκηση. Έχουμε ελάχιστες δημάρχους, μία περιφερειάρχη, το μέτρο της ποσόστωσης εφαρμόζεται στρεβλά και συνήθως δεν ψηφίζονται γυναίκες. Η ισότιμη θέση των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων πρέπει να ξεκινήσει από το εσωτερικό των κομμάτων, ώστε οι γυναίκες να έχουν ίσες ευκαιρίες και εκπροσώπηση στα κομματικά όργανα. Ζητάμε από τα κόμματα να υιοθετήσουν την ποσόστωση 50-50 με τέτοιο τρόπο ώστε οι γυναίκες να έχουν τη δυνατότητα όχι μόνο να στολίζουν τα υποψήφια ψηφοδέλτια και να τις θυμούνται τελευταία ώρα για να κλείσουν τα ψηφοδέλτια, αλλά και να μπορούν να διεκδικούν ισότιμα την εκλογή τους».
Τόνισε, επίσης, με αφορμή τα περιστατικά έμφυλης βίας και το κίνημα #MeToo, ότι τα κόμματα θα πρέπει να έχουν ενσυναίσθηση στα θέματα αυτά και να μην δείχνουν καμία ανοχή απέναντι στην έμφυλη βία. Υπογράμμισε ακόμη τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας στις γυναίκες, το μισθολογικό χάσμα, την εργασιακή εξουθένωση, την σεξουαλική και εργασιακή παρενόχληση και τα πολύ σοβαρά εμπόδια που συναντούν όταν θέλουν να κάνουν καριέρα.
Η ισότητα δεν απαιτεί μόνο διάθεση για αλλαγή, αλλά πραγματικό κόπο και μόχθο σε πολλαπλά επίπεδα, θεσμικά και εξωθεσμικά, συλλογικά και κοινοτικά, για να δούμε ουσιαστικά και ριζικά αποτελέσματα.
Μέχρι τότε, ο αγώνας συνεχίζεται ακατάπαυστα.
Οι υπογράφουσες γυναικείες οργανώσεις