Σε μια επιστολή που αναρτήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, λίγο πριν από τις 2 το μεσημέρι της Κυριακής στις ΗΠΑ, ο Joe Biden αναγνώρισε τις αυξανόμενες ανησυχίες στο κόμμα του και στο έθνος σχετικά με την ικανότητά του να επικρατήσει έναντι του πρώην προέδρου Donald Trump στις αμερικανικές εκλογές τον Νοέμβριο. Αποσύροντας αιφνιδιαστικά την υποψηφιότητά του, έγραψε πως, «Ήταν η μεγαλύτερη τιμή της ζωής μου να υπηρετήσω ως πρόεδρός σας».
Σε ξεχωριστή ανάρτηση που εξέδωσε λίγα λεπτά μετά, ο Biden στήριξε την υποψηφιότητα της αντιπροέδρου του Kamala Harris για το χρίσμα των Δημοκρατικών: «Δημοκρατικοί, ήρθε η ώρα να ενωθούμε και να νικήσουμε τον Trump. Ας το κάνουμε», σημείωσε.
Μετά το το debate της 27ης Ιουνίου με τον Trump – όπου εμφανίστηκε αδύναμος και δυσκολεύτηκε να διατυπώσει αποτελεσματικά τις θέσεις του – ο Biden αναζωπύρωσε τα ερωτήματα σχετικά με τη διανοητική οξύτητά του και την ικανότητά του να κάνει προεκλογική εκστρατεία και να κυβερνήσει, με αποτέλεσμα δεκάδες εκλεγμένοι αξιωματούχοι του κόμματος να παροτρύνουν τον 81χρονο Πρόεδρο να αποσυρθεί. Ωστόσο, μέχρι χτες ο ίδιος είχε αψηφήσει πεισματικά αυτές τις εκκλήσεις. Τα πράγματα τελικά μπήκαν σε διαφορετική τροχιά (λίγα 24ωρα αφότου ο ίδιος βρέθηκε θετικός στον Covid) και η ανακοίνωση της απόσυρσής σηματοδοτεί πλέον ένα “plot-twist” για το μέλλον των Δημοκρατικών.
Η απόφαση, την οποία ο Biden αναμένεται να αναλύσει περαιτέρω σε δημόσια ομιλία του εντός της εβδομάδας, διαδέχεται εβδομάδες εσωτερικής αναταραχής και εξωτερικής πίεσης από Δημοκρατικούς νομοθέτες, δωρητές και βασικούς συμμάχους που ήταν όλο και περισσότερο πεπεισμένοι ότι η υποψηφιότητά του θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια καταστροφική ήττα στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου.
Η επιλογή του Προέδρου να μην διεκδικήσει την επανεκλογή του, σηματοδοτεί παράλληλα μια ιστορική στιγμή στην αμερικανική πολιτική, καθώς είναι η πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες που εν ενεργεία Πρόεδρος επιλέγει να μην διεκδικήσει δεύτερη θητεία. Η συγκεκριμένη απόφαση ώθησε σε παραλληλισμούς με εκείνη του Προέδρου Lyndon B. Johnson το 1968, να αποσυρθεί από την προεκλογική κούρσα των Δημοκρατικών εν μέσω αυξανόμενης δυσαρέσκειας για τους χειρισμούς του στον πόλεμο του Βιετνάμ. Ο Biden, του οποίου η πολιτική σταδιοδρομία εκτείνεται για πάνω από πέντε δεκαετίες, αφήνει πίσω του μια πολύπλοκη κληρονομιά ως ο γηραιότερος πρόεδρος στην αμερικανική ιστορία.
Με λίγες περισσότερες από 100 ημέρες να απομένουν μέχρι την ημέρα των αμερικανικών εκλογών, οι Δημοκρατικοί καλούνται τώρα να επιλέξουν έναν/μία νέο/α υποψήφιο/α, ικανό/η να συσπειρώσει το κόμμα και να αντιμετωπίσει τον Trump, ο οποίος προηγείται στις περισσότερες δημοσκοπήσεις. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον μέσο όρο των δημοσκοπήσεων, ο Trump βρίσκεται κατά τρεις περίπου μονάδες μπροστά, με ποσοστό από 42%-52%, αφήνοντας πίσω τους Δημοκρατικούς με ποσοστό από 39%-48%.
Αν και η αντιπρόεδρος Kamala Harris θεωρείται ευρέως επικρατέστερη για το χρίσμα, έχοντας λάβει ανοιχτά την υποστήριξη του Biden, η άνοδός της στην κορυφή του ψηφοδελτίου δεν είναι εγγυημένη. Οι αντιπρόσωποι των Δημοκρατικών, οι οποίοι θα συνέλθουν στο εθνικό συνέδριο του κόμματος, που αρχίζει στις 19 Αυγούστου στο Σικάγο, έχουν την εξουσία να επιλέξουν τον/την υποψήφιο/α πρόεδρο. Η διαδικασία επιλογής αναμένεται να ξεκινήσει με μια εικονική ονομαστική ψηφοφορία στις αρχές Αυγούστου. Σχεδόν 4.700 αντιπρόσωποι θα συμμετάσχουν σε αυτή την κρίσιμη διαδικασία λήψης αποφάσεων, με περίπου 4.000 που είχαν προηγουμένως δεσμευτεί στον Biden να είναι πλέον ελεύθεροι να υποστηρίξουν εναλλακτικούς/ες υποψηφίους/ες.
Σε περίπτωση που κανένας/καμία υποψήφιος/α δεν εξασφαλίσει την πλειοψηφία των ψήφων στον αρχικό γύρο -ένα σενάριο που θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε ένα ανοιχτό συνέδριο-, οι superdelegates (μη εκλεγμένοι αντιπρόσωποι που είναι ελεύθεροι να υποστηρίξουν οποιονδήποτε υποψήφιο για το προεδρικό χρίσμα στο εθνικό συνέδριο του κόμματος, 700 στο σύνολο), θα διατηρήσουν τη δυνατότητα να ψηφίσουν στους επόμενους γύρους.
Ενώ η Harris παραμένει επικρατέστερη υποψήφια λόγω της εγγύτητάς της με τον Biden και της σημαντικής κομματικής της υποστήριξης, οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν μια ανάμεικτη υποδοχή της από τους ψηφοφόρους όσον αφορά στην υποψηφιότητά της, σε σύγκριση με εκείνη του Biden. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Washington Post-ABC News-Ipsos που διεξήχθη από τις 5 έως τις 9 Ιουλίου, η Harris είχε περίπου τις ίδιες επιδόσεις με τον Biden έναντι του Trump σε πρόσωπο με πρόσωπο αναμετρήσεις, αν και δημοσκόπηση του Economist/YouGov στις 13-16 Ιουλίου διαπίστωσε ότι η Harris θα έχει ελαφρώς χειρότερες επιδόσεις από τον Biden. Αν και κανένας άλλος Δημοκρατικός δεν δεσμεύτηκε αμέσως να διεκδικήσει το χρίσμα της, στους πιθανούς διεκδικητές περιλαμβάνονται ο κυβερνήτης της California, Gavin Newsom και η κυβερνήτης του Michigan, Gretchen Whitmer.
Επιπλέον, σύμφωνα με τους ομοσπονδιακούς εκλογικούς κανονισμούς, τα κεφάλαια στον λογαριασμό της προεκλογικής εκστρατείας του Biden θα μπορούσαν να μεταφερθούν στην Harris, αν αυτή γινόταν υποψήφια, δεδομένου ότι το όνομά της περιλαμβάνεται στα έγγραφα που κατατέθηκαν στην Ομοσπονδιακή Εκλογική Επιτροπή. Αν όμως δεν είναι τελικά υποψήφια, η εκστρατεία θα μπορούσε ακόμη να μεταφέρει τα κεφάλαιά της στο DNC (The Democratic National Committee) ή σε μια επιτροπή πολιτικής δράσης (political action committee) που σκοπεύει να υποστηρίξει το νέο ψηφοδέλτιο.
Δεδομένης της πολυπλοκότητας της κατάστασης, όπως εκτιμούν αναλυτές, το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας των αντιπροσώπων στις αρχές Αυγούστου φαίνεται πως θα έχει βαθιές συνέπειες όχι μόνο για τις εκλογικές προοπτικές του Δημοκρατικού Κόμματος, αλλά και για το ευρύτερο πολιτικό τοπίο, καθώς το έθνος πλησιάζει σε μια κρίσιμη προεκλογική περίοδο. Μέσα στο ερεβώδες πολιτικό σκηνικό, πολλοί ψηφοφόροι έχουν κατακρίνει τον Joe Biden, μεταξύ άλλων, για τη διευκόλυνση του Ισραήλ στη γενοκτονία που διαπράττει στη Γάζα, χρησιμοποιώντας όπλα που οι ΗΠΑ έχουν διαθέσει υπό την προεδρία του.
Ελλείψει σαφούς επικρατέστερου υποψήφιου, ένα ανοιχτό και αμφισβητούμενο συνέδριο για το Δημοκρατικό Κόμμα, εκτιμάται πως θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα πεδίο μάχης με υψηλά ποσοστά, όπου οι υποψήφιοι θα διεκδικούσαν την υποστήριξη των αντιπροσώπων – ένα σενάριο που έλαβε χώρα για τελευταία φορά το 1968. Αυτό που θα συνέβαινε πιθανότατα σε ένα ανοιχτό συνέδριο, είναι οι υποψήφιοι να αγωνίζονται να εξασφαλίσουν την απαιτούμενη υποστήριξη από τους αντιπροσώπους που είναι διασκορπισμένοι σε όλη τη χώρα. Κάθε υποψήφιος/α θα χρειαζόταν υπογραφές από τουλάχιστον 300 αντιπροσώπους για να μπει το όνομά του/της στην ονομαστική ψηφοφορία.
Σε περίπτωση που κανένας υποψήφιος δεν συγκεντρώσει την πλειοψηφία στον αρχικό γύρο της ψηφοφορίας, το συνέδριο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πολλαπλούς γύρους ψηφοφορίας. Το 1924, το παρατεταμένο συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος απαίτησε 103 γύρους ψηφοφορίας, αναδεικνύοντας τη χαοτική φύση και τις πιθανές παγίδες των παρατεταμένων διαβουλεύσεων, σύμφωνα με τον Julian Zelizer, πολιτικό ιστορικό στο Πανεπιστήμιο του Princeton. Ενώ οι ηγέτες του κόμματος και οι αντιπρόσωποι (superdelegates) θα μπορούσαν να μπουν τελικά στη μάχη για να άρουν τα αδιέξοδα, «το θέαμα των ανταγωνιστικών παρατάξεων στο κόμμα που διαπραγματεύονται σε πραγματικό χρόνο θα μπορούσε να επισκιάσει τις προσπάθειες να παρουσιαστεί ένα ενιαίο μέτωπο απέναντι στον υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων», όπως σημειώνει ο Zelizer.
Ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι έχουν προειδοποιήσει ότι θα προσπαθήσουν να περιπλέξουν τις όποιες προσπάθειες για την αντικατάσταση του Biden ως υποψήφιου του κόμματος για τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές, δεδομένου ότι ήταν ο συντριπτικός νικητής των προκριματικών εκλογών του κόμματος.
«Κάθε πολιτεία έχει το δικό της σύστημα και σε ορισμένες από αυτές δεν είναι δυνατόν να αντικαταστήσουμε απλώς έναν υποψήφιο», δήλωσε ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Mike Johnson, στην εκπομπή This Week του ABC λίγες ώρες πριν από την ανακοίνωση της απόσυρσης του Biden, υπονοώντας ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν λόγοι να αμφισβητηθεί κατά πόσον τέτοιες προσπάθειες αντικατάστασης συμμορφώνονται με τους ισχύοντες πολιτειακούς εκλογικούς νόμους. «Νομίζω ότι θα συναντούσαν κάποια νομικά εμπόδια σε τουλάχιστον μερικές από αυτές τις δικαιοδοσίες», πρόσθεσε ο ίδιος. «Θα δούμε πώς θα εξελιχθεί».
Το Heritage Foundation, μια συντηρητική δεξαμενή σκέψης, δημοσίευσε τον Ιούνιο ένα υπόμνημα που περιέγραφε τις περίπλοκες και ειδικές για κάθε πολιτεία διαδικασίες που διέπουν την αντικατάσταση ενός υποψηφίου για την Προεδρία. Το υπόμνημα υποστήριζε ότι αρκετές πολιτείες όπως oι Wisconsin, Nevada και Georgia, έχουν αυστηρές προθεσμίες πρόσβασης στα ψηφοδέλτια ή ασαφείς διαδικασίες για την αντικατάσταση υποψηφίων, οι οποίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν νομική μάχη μετά την αποχώρηση του Biden από την κούρσα.
Με πληροφορίες από τους Times, το Politico και το Reuters