Όσες φορές έτυχε να επισκεφτώ την κατάληψη στέγασης προσφύγων στο 5ο Λύκειο το Σαββατοκύριακο, παρατηρούσα δίπλα στα παιδιά που παίζουν και στις γυναίκες που άπλωναν ρούχα, μια παρέα να στήνει μια ζωηρή γραμμή παραγωγής με ντομάτες, ρύζι και καρότα από την κατσαρόλα μέχρι το πιάτο.
Η Mano Aperta, αυτοδιαχειριζόμενη κοινωνική κουζίνα, προσφέρει με συνέπεια εδώ και τρεισήμισι χρόνια αυτό που λείπει από τους ανθρώπους που η Πολιτεία ξέχασε σ’ ένα παραπέτασμα καταστατικής αορατότητας, ένα πιάτο φαΐ.
Από τον Πειραιά μέχρι τη Βαρβάκειο απλώνουν μια χειρονομία έμπρακτης στήριξης σε αυτούς που το έχουν ανάγκη. Μόνο που από το ξημέρωμα της Δευτέρας, οι κουτάλες τους ανακατεύουν λίγο λυπημένα, αφού ένα από τα πιο αγαπημένα τους σπίτια εκκενώθηκε με τη συνοδεία ΜΑΤ και φλας. Λες και είναι δυνατόν να εκκενώσεις ποτέ τον ήχο από τα πολυεθνικά γέλια, τις μυρωδιές καρυκευμάτων, το όνειρο για μια νέα ζωή.
Συναντηθήκαμε με κάποια από τα άτομα της Mano Aperta λίγες μέρες πριν συμβούν όλα αυτά αλλά διαισθανόμενοι τον κίνδυνο, καθώς οι εκκενώσεις των προσφυγικών καταλήψεων έχουν προτεραιοποιηθεί στον κυβερνητικό σχεδιασμό με αποτέλεσμα οι Δευτέρες μας να ξεκινούν με εικόνες παιδιών που κρατάνε σφιχτά μια κούκλα πίσω από τα χνωτισμένα τζάμια ενός πούλμαν και αστυνομικούς που αγγίζουν πρόσφυγες με γάντια.
Οι άνθρωποι της κοινωνικής κουζίνας είχαν την ανάγκη να μοιραστούν βιώματα, σκέψεις και άγχη πριν ένα κομμάτι από αυτά περάσει στη σφαίρα ενός κύκλου που έκλεισε πρόωρα και με τα όπλα στα χέρια. Τα δικά τους όπλα δεν είναι αυτόματα, ούτε προκαλούν τρόμο. Είναι τσουκάλια, γκάζια, σουρωτήρια και λαχανικά. Η διαδρομή τους ξεκίνησε με μια ανάρτηση στο facebook για να φτάσει σήμερα στη διανομή 4.500 μερίδων το μήνα.
«Το Φλεβάρη του 2016, όπου υπήρχαν χιλιάδες πρόσφυγες εγκλωβισμένοι και εξαθλιωμένοι στην Ειδομένη και στο λιμάνι του Πειραιά έκανα μια ανάρτηση στη σελίδα Three Mooges που είχα στο facebook να μαζευτούμε άτομα που πέρα από την έκφραση αλληλεγγύης στα social media, θα μπορούσαμε να διερευνήσουμε πως θα προχωρούσαμε σε πράξεις. Έγινε μια πρώτη συνάντηση 60-70 ανθρώπων χωρίς να ξέρουμε τι θα κάνουμε. Εκεί έπεσε η ιδέα να δημιουργηθεί μια κουζίνα. Ξεκινήσαμε να το ψάχνουμε. Συγκεντρώσαμε χρήματα μεταξύ μας και αγοράσαμε τον εξοπλισμό. Ευτυχώς ανάμεσα μας υπήρχαν μάγειρες που μπορούσαν να μας κατευθύνουν. Έτσι σε μια εβδομάδα η κουζίνα είχε στηθεί. Λίγες μέρες αργότερα άνοιξε η δομή στην οδό Μερλιέ. Ήμασταν οι πρώτοι που πήγαμε εκεί να μαγειρέψουμε και σταδιακά έγινε το σπίτι μας. Μαγειρεύουν επίσης στην πύλη Ε7 του Πειραιά που ζουν πολλοί άστεγοι και στη Βαρβάκειο. Δεν κάνουμε διακρίσεις, μέχρι και σε τουρίστες έχει τύχει να δώσουμε φαγητό», λέει ο Παναγιώτης, από τα ιδρυτικά μέλη της Mano Aperta.
Η ομάδα πλαισιώθηκε από ανθρώπους που είχαν τη διάθεση να επενδύσουν ένα τμήμα του ελεύθερου χρόνου και της ενέργειας τους για να προσφέρουν μια ελάχιστη ανακούφιση σε ευάλωτους πληθυσμούς. Κάποια άτομα είχαν ερασιτεχνική ή επαγγελματική εμπειρία στη μαγειρική, ενώ άλλα δεν είχαν μαγειρέψει ποτέ στη ζωή τους. Μικρή σημασία είχε. Το νήμα που διέτρεξε τη σκέψη όλων ήταν ότι η προσφυγική και οικονομική κρίση εξωθούσε χιλιάδες ανθρώπους στο περιθώριο, εκτεθειμένους στην ένδεια και τη στέρηση, διαμορφώνοντας προϋποθέσεις απαξίωσης της ζωής. Σ’ αυτό το συγκείμενο η ανιδιοτελής και αλληλέγγυα προσφορά καλού φαγητού δεν καλύπτει απλά μια ζωτική ανάγκη αλλά λειτουργεί ως ενδυνάμωση του υποκειμένου και ανάκτηση της αξιοπρέπειας.
«Δεν είναι εύκολο να εγκαταλείπεις τις συνήθειες σου και να αφιερώνεις τα σαββατοκύριακα σου σε μια τέτοια δράση. Ωστόσο, το κάνουμε κι αυτό δείχνει την αποφασιστικότητα μας να στηρίξουμε το εγχείρημα παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν. Δεν είμαστε Μη Κυβερνητική Οργάνωση, ούτε παίρνουμε κάποια επιδότηση. Είμαστε μια συλλογικότητα που λειτουργεί χωρίς ιεραρχίες. Οι πόροι μας προέρχονται από χρήματα που βάζουμε οι ίδιοι, προσφορές πολιτών σε χρήματα ή σε υλικά και από τα πάρτι που διοργανώνουμε γι’ αυτό το σκοπό. Παραμείναμε στη δομή στην οδό Μερλιέ μέχρι το τέλος και παρά τις απειλές για εκκένωση. Μας ενδιέφερε να είμαστε κοντά στους ανθρώπους και να προσφέρουμε ποιοτικό φαγητό. Το καλό φαγητό είναι στοιχειώδες. Πρέπει σ’ αυτόν που στέκεται απέναντι σου και μπορεί να έχει να φάει δύο μέρες – όπως συμβαίνει για παράδειγμα με τους άστεγους στον Πειραιά – , να του δώσεις ένα καλό φαγητό.
Την περίοδο που βρίσκονταν πολλοί πρόσφυγες στον Πειραιά και η σίτιση τους είχε ανατεθεί σε catering, γίναμε μάρτυρες αρκετών ντροπιαστικών περιστατικών. Κοστολογούσαν τη μερίδα πέντε ευρώ. Εμείς που το κάνουμε γνωρίζουμε καλά ότι δεν κοστίζει τόσο. Πρόκειται για μια μπίζνα που δεν την απασχολεί καθόλου το ζήτημα της ποιότητας. Από την πλευρά μας θέλουμε να είμαστε συνεπείς ως προς την ποιότητα και τους χρόνους. Λειτουργούμε σαν ένα κινητό εστιατόριο εδώ και τρεισήμισι χρόνια. Μας γνωρίζουν και μας περιμένουν. Αν μια μέρα δεν εμφανιστεί κάποιος θα ρωτήσουν που είναι. Μαγειρεύουμε μπροστά τους, παρακολουθούν τη διαδικασία, ρωτάνε, συζητούν μεταξύ τους, όπως συμβαίνει σ’ ένα σπίτι την ώρα που ετοιμάζεται το γεύμα» υποστηρίζει ο Παναγιώτης.
Το μαγείρεμα πέρα από την υλική του διάσταση, είναι μια αφορμή επικοινωνίας, ένας τρόπος για να συναντηθούν οι άνθρωποι, να γνωριστούν, να μιλήσουν και να νιώσουν οικεία. Κι αυτή ακριβώς η αντίληψη είναι που διαχωρίζει μια κοινωνική κουζίνα από ένα φιλανθρωπικό γεύμα. Στην κοινωνική κουζίνα δε διεκπεραιώνεις ένα καθήκον. Επιτελείς μια μικρή τελετουργία αλληλεγγύης γύρω από την οποία αναπτύσσονται αλληλεπιδράσεις και σχέσεις. Δοκιμάζεις συνταγές, δανείζεσαι στοιχεία από την πολυεθνική γαστρονομία των πληθυσμών που απευθύνεσαι, σε νοιάζει να μαθαίνεις, να βελτιώνεσαι και να εισπράττεις χαμόγελα ικανοποίησης. Είναι μια εμπειρία συνύπαρξης όχι μόνο για αυτούς που δέχονται το φαγητό αλλά και για όσους το φτιάχνουν.
Η Ιωάννα είναι από τα νεότερα μέλη της Mano Aperta.Προσέγγισε την ομάδα πέρσι το Σεπτέμβρη, συγκινήθηκε από την προσπάθεια της και αποφάσισε να δραστηριοποιηθεί. «Δεν είχα μαγειρέψει ποτέ στη ζωή μου. Έμαθα εδώ. Τα παιδιά έχουν πολύ δομημένες συνταγές που μπορούν να εκτελεστούν εύκολα. Μ’ αρέσει πολύ ο τρόπος που λειτουργούμε. Δεν είναι άψυχος. Μαγειρεύουμε μπροστά στον κόσμο. Μπορεί να έρθουν να μας βοηθήσουν, τους ρωτάμε στο τέλος πως τους φάνηκε, εάν περισσέψει φαγητό τρώμε μαζί τους. Στόχος μας είναι να κατασκευάζουμε δυναμωτικά φαγητά σε συνάρτηση πάντα με τις οικονομικές μας δυνατότητες. Όταν μαγειρεύουμε για πρόσφυγες προσαρμοζόμαστε στο δικό τους γαστρονομικό πλαίσιο, δηλαδή σίγουρα δε φτιάχνουμε χοιρινό και χρησιμοποιούμε πολλά καρυκεύματα. Με τους ανθρώπους που ζούσαν στην κατάληψη στο 5ο Λύκειο δέθηκα πολύ και ιδιαίτερα με τα παιδιά. Άκουσα ιστορίες απώλειας και δυστυχίας αλλά την ίδια στιγμή θαύμασα τη δύναμη τους. Με τα παιδιά παίζαμε μπουγέλο, ζωγραφίζαμε, τα πηγαίναμε βόλτα στη θάλασσα. Εγώ το πιο παράνομο πράγμα που είδα να συμβαίνει εκεί μέσα ήταν παιδιά να τρέχουν με ενθουσιασμό στην αυλή. Δεν έχω δει τίποτα που να συνιστά κίνδυνο για την κοινωνία, γι’ αυτό ήδη από την πρώτη μέρα που προαναγγέλθηκαν οι εκκενώσεις, έκλαιγα» λέει.
Η Mano Aperta το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε μαγείρεψε ακόμα μια φορά στην κατάληψη της οδού Μερλιέ. Τη Δευτέρα το πρωί με βαθιά θλίψη συνειδητοποίησε ότι ήταν η τελευταία.
Ως Αυτοδιαχειριζόμενη Κοινωνική Κουζίνα θα συνεχίσει να μαγειρεύει στην πύλη Ε7 του Πειραιά, στη Βαρβάκειο Αγορά και όπου αλλού υπάρχουν άνθρωποι ανεξάρτητα από τη φυλή, την εθνικότητα και το θρήσκευμα τους που χρειάζονται ένα πιάτο φαγητό κι ένα βλέμμα τρυφερότητας. Θα συνεχίσει να πιστεύει ότι μπορούμε να ζούμε μαζί και να δημιουργούμε ομορφιά.