Αργά το βράδυ της Κυριακής κάποια κομματικά επιτελεία θα πανηγυρίζουν και κάποια άλλα θα κάνουν με κατεβασμένα μούτρα damage control, κάποιες δημοσκοπήσεις θα πέσουν κοντά και κάποιες άλλες απλώς θα επικυρώσουν την αναξιοπιστία τους. Δεν ξέρω αν έχουν περισσέψει αποθέματα ελπίδας στις ρημαγμένες από τις πολιτικές λιτότητας και αυταρχισμού ευρωπαϊκές κοινωνίες ή αν οι εκλογικές αναμετρήσεις είναι η πιο ξεκούρδιστη νότα του ρεπερτορίου της πολιτικής μελαγχολίας. Ξέρω, όμως, ότι αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία στις επερχόμενες εκλογές είναι πόσο μικρό ή μεγάλο θα είναι το κομμάτι που θα βαφτεί μαύρο στις γραφιστικές αποτυπώσεις των αποτελεσμάτων. 75 χρόνια από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ιστορική μνήμη των ναζιστικών εγκλημάτων και του αδιανόητου πόνου κάπου εξασθένησε ανάμεσα σε σχετικισμούς, αναθεωρήσεις και επικίνδυνες εξισώσεις.
Από την Ιταλία του Σαλβίνι μέχρι την Ουγγαρία του Ορμπαν κι από τους απολογητές του Φράνκο στην Ισπανία μέχρι τη Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, η ακροδεξιά επιδιώκει διεθνώς μια ιστορική ρεβάνς , υφαίνοντας σταδιακά ένα αγκαθωτό σχοινί μίσους.
Κι εμείς εδώ που τα ζήσαμε όλα αυτά νωρίτερα, αφού κάπως ακούσια και απρόθυμα μας έλαχε ο ρόλος του πειραματικού σωλήνα, μάθαμε ότι η άνοδος της ακροδεξιάς δεν είναι ένα σκιάχτρο για να φοβούνται τα παιδιά αλλά μια πραγματική δυστοπία χτισμένη με αίμα. Γιατί σ’ αυτή τη δεκαετία που «γύρισε καπάκια η ζωή» και η Χρυσή Αυγή μετατράπηκε από μια νεοναζιστική αλλά πάντα δολοφονική γκρούπα σε μια εγκληματική οργάνωση με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, χύθηκε πολύ αίμα. Αίμα προσφύγων και μεταναστών, ελλήνων αντιφασιστών, ΛΟΑΤΚΙ+ υποκειμένων.
Τα μαζικά φασιστικά πογκρόμ στις πολυπολιτισμικές γειτονιές της Αθήνας που εντάθηκαν από το 2010 άφησαν πίσω τους δολοφονημένα σώματα μεταναστών που δεν αξιώθηκαν ούτε ένα δάκρυ δημόσιου θρήνου κι έμειναν αδικαίωτα.
Η ομάδα Jail Golden Dawn καταγράφει τρεις δολοφονίες μεταναστών, του Πακιστανού Τζαβέτ Μπασίρ στον Άγιο Παντελεήμονα τον Ιούνιο του 2010, του Μπαγκλαντεσιανού Αλιμ Αμπντούλ Μάναν στα Πατήσια το Μάιο του 2011 και ενός Μαροκινού ή Ιρακινού μετανάστη στην οδό Αναξαγόρα τον Αύγουστο του 2012. Και στις τρεις δολοφονίες, παρότι υπήρχαν ισχυρές ενδείξεις για την ύπαρξη ρατσιστικού κινήτρου, αυτό δε διερευνήθηκε επαρκώς με αποτέλεσμα να μείνουν ανεξιχνίαστες. Ακολούθησε το Γενάρη του 2013 η δολοφονία του Σαχζάτ Λουκμάν, η οποία εξιχνιάστηκε χάρη στην ενεργοποίηση των αυτόπτων μαρτύρων και το Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Αυτή η μαχαιριά από φασιστικό χέρι κατευθείαν στην καρδιά του Παύλου Φύσσα ήταν η θρυαλλίδα για τις συλλήψεις των στελεχών της Χρυσής Αυγής και την εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης. Παράλληλα, όλο αυτό το διάστημα είχαν πραγματοποιηθεί δεκάδες επιθέσεις από τα μέλη της ναζιστικής συμμορίας σε μετανάστες, αντιφασιστικά στέκια, συνδικαλιστές, αντιεξουσιαστές, μέλη αντιρατσιστικών πρωτοβουλιών και αριστερών κομμάτων.
Κάπως έτσι φτάσαμε στη δίκη της Χρυσής Αυγής που αποτελεί κορυφαίο – αν και υποτιμημένο στη δημόσια σφαίρα – γεγονός της σύγχρονης ιστορίας. Η δίκη που πλέον συμπλήρωσε τέσσερα χρόνια και μπαίνει στην τελική ευθεία με την έναρξη των απολογιών των κατηγορούμενων, πέρα από την ύψιστη αξία που έχει ως νομική διαδικασία, υπογράμμισε σε επίπεδο σημειολογίας και συμβολισμού το περίγραμμα της αθλιότητας των προσωπικοτήτων της οργάνωσης. Έδειξε ότι ο φασισμός μεταξύ άλλων είναι και η επιτομή της θρασυδειλίας, της διαδικασίας εκείνης που οι μέχρι πρότινος «λεβέντες ελληναράδες», οι οποίοι έριχναν με τρομακτική ευκολία κλοτσιές και μαχαιριές σε μοναχικά και ανυπεράσπιστα κορμιά, την ώρα της απόδοσης ευθυνών αλληλοκαρφώνονται μεταξύ τους και καταφεύγουν σε φαιδρά επιχειρήματα για να γλιτώσουν τα τομάρια τους. Έδειξε , επίσης, μέσα από τη βαθιά προκλητική και προσβλητική συμπεριφορά τους απέναντι στη Μάγδα Φύσσα και τα θύματα της φασιστικής βίας, ότι παραμένουν αμετανόητοι εγκληματίες και έτοιμοι να ακονίσουν ξανά τα μαχαίρια τους.
«Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο για περίπου έναν χρόνο στη διαδικασία των αναγνωστέων είναι καταλυτικά σχετικά με την δράση της οργάνωσης. Παρουσιάστηκαν στοιχεία από τους σκληρούς δίσκους των ίδιων των χρυσαυγιτών οπότε και καταρρίφθηκε το επιχείρημα που ακούγαμε έως εκείνη την ώρα ότι πρόκειται για “μονταζιέρα”. Ενδεικτικό είναι ότι στον σκληρό δίσκο ενός εκ των κατηγορουμένων υπήρχε φάκελος με τον τίτλο “τρομοκρατία στη Νίκαια”.
Οι καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας που ήταν θύματα επιθέσεων και αυτόπτες μάρτυρες είναι η καλύτερη απόδειξη για την εγκληματική δράση της οργάνωσης. Εκτός όμως από την αποδεικτική διαδικασία υπάρχει και η συμπεριφορά των εμπλεκομένων στη δίκη. Από τη μια πλευρά έχουμε την μητέρα του Παύλου Φυσσα που είναι με την οικογένειά της σε κάθε δικάσιμο και από την άλλη έχουμε τους κατηγορούμενους που ήρθαν μόλις τις πρώτες μέρες το 2015 και όχι βεβαία οι βουλευτές. Εκτός του Μπουκουρα, (ίσως του Αλεξόπουλου) του Αρβανίτη και τώρα τελευταία του Μίχου, δεν θυμάμαι άλλους βουλευτές να έχουν έρθει στο δικαστήριο.
Οι δικηγόροι υπεράσπισης πάντως πολλές φορές έχουν δεχθεί παρατήρηση από την έδρα για θέματα συμπεριφοράς αλλά και πολλές φορές έχουν προσβάλει μάρτυρες π.χ. για την οπτική τους ικανότητα, για τον αν φοβούνται περισσότερο το κοντάρι του χρυσαυγίτη ή του αναρχικού, ενώ στην περίπτωση των αιγύπτιων αλιεργατών, το βασικό θυμα Αμπουζιντ Εμπαρακ, δέχθηκε ερώτηση γιατί έκανε αλλά δυο παιδιά μετά την επίθεση , αφού είναι φτωχός και μετανάστης. Και πόσα άλλα περιστατικά θα μπορούσαμε να πούμε για το τι έχει γίνει κατά τη διάρκεια αυτών των τεσσάρων ετών. Όταν στις ενημερωτικές εκδηλώσεις που γίνονται για την εξέλιξη της δίκης αναφέρουμε διάφορα περιστατικά που έχουν συμβεί, βλέπουμε την έκπληξη στα πρόσωπα του κόσμου.
Αυτό δεν θα συνέβαινε αν τα ΜΜΕ κάλυπταν συστηματικά τη δίκη και ενημέρωναν το κοινό. Δυστυχώς έχουν ασχοληθεί μόνο όταν υπάρχουν επεισόδια, βοηθώντας ακόμη περισσότερο στην απαξίωσή της. Εκτιμώ βεβαία ότι τώρα πια που έχουμε μπει στην τελική ευθεία και τον Ιούνιο αρχίζουν οι απολογίες των κατηγορουμένων, οι συνάδελφοι να ασχοληθούν ξανά με την κάλυψη της δίκης και το κοινό να ενημερωθεί σωστά και ενόψει των εθνικών εκλογών», επισημαίνει η Ελευθερία Κουμάντου, δημοσιογράφος και μέλος του Golden Dawn Watch.
Μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα η φασιστική βία βρέθηκε σε ύφεση κι αυτό ήταν πολύ ανακουφιστικό. Ωστόσο, όποτε ανοίχτηκαν χαραμάδες ευρύτερης κοινωνικοπολιτικής νομιμοποίησης – όπως ήταν ο εθνικιστικός πυρετός για το όνομα της Βόρειας Μακεδονίας ή η αντιμεταναστευτική υστερία που αρθρώνεται περιοδικά από επίσημα χείλη της πολιτικής ή της Εκκλησίας – ξεπήδησε ξανά με την ίδια ένταση. Σ’ αυτά τα πεντέμισι χρόνια, αν αναλογιστούμε τις πιο επονείδιστες ή μικρόψυχες πράξεις που μας τάραξαν, θα βρούμε το δαχτυλικό αποτύπωμα της ακροδεξιάς, θα βρούμε τη Χρυσή Αυγή και τα κλωνοποιημένα αντίγραφα της. Τον Απρίλη του 2017 τάγμα εφόδου της Χρυσής Αυγής με ορμητήριο τα κεντρικά γραφεία της οργάνωσης στην οδό Μεσογείων επιτέθηκε και ξυλοκόπησε άγρια τον 24χρονο φοιτητή Αλέξη Λάζαρη στη συμβολή των οδών Σεβαστουπόλεως και Δαβάκη.
Για την επίθεση είχε αναγνωριστεί και συλληφθεί ο Χρήστος Ζέρβας, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της οργάνωσης, υπάλληλος του γραφείου του Νίκου Μιχαλολιάκου στη Βουλή και ιδιοκτήτης της καφετέριας Bristol που είναι στέκι χρυσαυγιτών. Στις 29 Αυγούστου του 2017 φασίστες επιτέθηκαν με εμπρηστικούς μηχανισμούς στον Ελεύθερο Κοινωνικό Χώρο «Φαβέλα», τραυματίζοντας πέντε άτομα μεταξύ των οποίων και η δικηγόρος της οικογένειας Φύσσα Ελευθερία Τομπατζόγλου.
Ακροδεξιοί, ανάμεσα τους και χρυσαυγίτες ,αναβίωσαν φρικιαστικές μνήμες του Αμερικάνικου Νότου τον Απρίλη του 2018, όταν επιχείρησαν να κάψουν ζωντανούς πρόσφυγες στην πλατεία Σαπφούς στη Μυτιλήνη. Άγριο λιντσάρισμα από ακροδεξιά στοιχεία δέχτηκε ο Γιάννης Μπουτάρης το Μάιο του 2018 στο πλαίσιο εκδήλωσης για τη Γενοκτονία των Ποντίων. Τα εθνικιστικά συλλαλητήρια για το Μακεδονικό παρείχαν ένα πρώτης τάξεως προκάλυμμα στους ακροδεξιούς για να αναπτύξουν μια σειρά από εγκληματικές δράσεις, όπως ήταν η υποκίνηση εθνικιστικών καταλήψεων στα σχολεία, ο εμπρησμός της κατάληψης Libertatia στη Θεσσαλονίκη, οι ξυλοδαρμοί του φωτορεπόρτερ Κωστή Νταντάμη και του εικονολήπτη Thomas Iacobi στο Σύνταγμα. Γνωστός χρυσαυγίτης ήταν ο ενορχηστρωτής της επίθεσης με ρόπαλα σε ανήλικα προσφυγόπουλα στην Κόνιτσα τον περασμένο Μάρτιο. Ρατσιστής με οργανικές σχέσεις με τη Χρυσή Αυγή ήταν ο άνθρωπος που έστησε καρτέρι και δολοφόνησε στυγνά τον 63χρονο Αλβανό εργάτη Πετρίτ Ζίλφε στη Λευκίμμη τον περασμένο Νοέμβριο.
Κι αυτά είναι ορισμένα μόνο από τα περιστατικά. Το θέμα είναι το αίμα των θυμάτων του φασισμού ρέει ακόμα και δε λερώνει μόνο τα χέρια των χρυσαυγιτών. Μετά τις δολοφονίες του Λουκμάν, του Φύσσα και δίπλα σ’ αυτές τώρα του Πετρίτ, αφαιρέθηκε δια παντός η βολική ενδυμασία της «παραπλάνησης» από υποστηρικτές και ψηφοφόρους. Στην ίδια χώρα ζούμε όλες και όλοι με απεριόριστες δυνατότητες πρόσβασης στις πηγές πληροφόρησης.
Φαίνεται ότι εντός της ελληνικής κοινωνίας υπάρχει ένας συνεκτικός πυρήνας ανθρώπων που ενστερνίζονται την ακροδεξιά ιδεολογία, που μισούν τους πρόσφυγες, τους μετανάστες, τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα, τις φεμινίστριες, τους αριστερούς ή τους αναρχικούς, τους Εβραίους και γενικά οποιονδήποτε δε βουτάει με δέος στο φαντασιακό της λευκής, ελληνικής, αρρενωπότητας. Ένας πυρήνας ανθρώπων που παλιότερα μπορεί να καμουφλάρονταν στις δυνάμεις του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος και τώρα εκδηλώνει ανοχτά την προτίμηση του στη φασιστική επιλογή, χωρίς να εγκαλείται πολιτικά και ψυχικά από το συλλογικό πένθος για τις ζωές που φονεύτηκαν.
«Πάντα υπήρχε τέτοιος πυρήνας στην ελληνική κοινωνία, όπως και σε όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Η Άκρα Δεξιά δεν είναι εξωγήινος ή πολιτικό ατύχημα. Είναι μόνιμος συνοδός της πολιτικής ιστορίας της χώρας μας, από το κίνημα των επιστράτων στο μεσοπόλεμο, την οργάνωση 3Ε στη Θεσσαλονίκη, την 4η Αυγούστου ως τους νοσταλγούς της χούντας στην πρώιμη μεταπολίτευση ως την ενσωμάτωσή τους στο ΛΑΟΣ. Αυτό που συνέβη τα τελευταία χρόνια είναι ότι όσο ο καιρός που μας χωρίζει απ’ όλα αυτά μεγαλώνει, τόσο ο φασισμός ξεμιτίζει ξεπερνώντας τις ενοχές του. Η Χρυσή Αυγή είναι ακριβώς το σύμπτωμα αυτής της συγκυρίας. Σας βεβαιώ πάντως πως αν δεν υπήρχε η δίκη της Χρυσής Αυγής τα ποσοστά της θα ήταν ακόμη μεγαλύτερα. Θυμίζω πως ακόμη δεν έχει σπάσει το φράγμα του 7% και είμαι σίγουρος ότι ούτε τώρα θα το περάσει. Για να απαγκιστρωθεί, όμως, μια κοινωνία από τον φασιστικό κίνδυνο χρειάζεται διαρκής επαγρύπνηση κι αγώνας σε όλα τα μέτωπα. Στο ιδεολογικό, στον κοινωνικό, στο πολιτικό και στο θεσμικό. Αν οι ιδέες του εθνικισμού, του ρατσισμού, του σεξισμού ηγεμονεύουν στην κοινωνία δεν μπορεί να περιμένουμε ότι ο φασισμός θα χάνει. Τότε είναι που κερδίζει, διότι νομιμοποιείται και αποστιγματίζεται. Αν οι θεσμοί με πρώτη και καλύτερη την δικαιοσύνη δεν αντιλαμβάνονται ότι υπάρχει ένα μείζον ζήτημα που οξύνει την εγκληματική ετοιμότητα κάποιων ανθρώπων – κι αυτό λέγεται ρατσιστικό κίνητρο – τότε φυσικά το έγκλημα αυτό θα εδραιώνεται. Αν η Αστυνομία, ο Στρατός κι η Εκκλησία ανέχονται στους κόλπους τους ανθρώπους που συναγελάζονται με τη Χρυσή Αυγή, τότε έχουμε θέμα ενός ανεξέλεγκτου βαθέως κράτους που έχει δικιά του ατζέντα. Γι’ αυτό σας λέω: δεν υπάρχει πολυτέλεια να αφήσουμε κάποιο από τα μέτωπα. Στην πολιτική δεν υπάρχουν άδειες καρέκλες. Αν δεν κάτσουμε εμείς θα κάτσουν αυτοί», υποστηρίζει ο Δημήτρης Χριστόπουλος , Καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.
«Για να απαγκιστρωθεί, όμως, μια κοινωνία από τον φασιστικό κίνδυνο χρειάζεται διαρκής επαγρύπνηση κι αγώνας σε όλα τα μέτωπα. Στο ιδεολογικό, στον κοινωνικό, στο πολιτικό και στο θεσμικό.» -Δημήτρης Χριστόπουλους
Αλλά όταν ένα τμήμα του πολιτικού συστήματος επιλέγει να μπει σε έναν ψηφοθηρικό διαγκωνισμό με την ακροδεξιά και να απευθυνθεί στο εκλογικό σώμα υιοθετώντας τις τυπολογίες της, τη ρητορική της και την ατζέντα της, σίγουρα αυτή που βγαίνει χαμένη δεν είναι η ακροδεξιά. Η προτεραιοποίηση του συντηρητικού δόγματος «τάξη και ασφάλεια», η εμμονική προσκόλληση στο τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», η ανάδειξη της ξενοφοβίας ως στρατηγικής για τη διαχείριση του προσφυγικού, το εμπόριο «πατριωτισμού» και οι πολεμικές ιαχές ως πρόταση για τη διευθέτηση των σχέσεων της χώρας με τους γειτονικούς λαούς είναι προνομιακά πεδία του φασισμού και ως εκ τούτου ναρκοθετημένα. Ωστόσο, παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις επέλεξαν και επιλέγουν να επενδύσουν σ’ αυτά, δηλητηριάζοντας τη δημόσια συζήτηση. Για να το πούμε πιο απλά όταν πορεύεσαι στο δρόμο δίπλα σε σβάστικες και μαίανδρους, κάνεις ένα σινιάλο στην κοινωνία ότι αυτά τα σύμβολα μπορούν να γίνουν αποδεκτά. Όταν εκφράζεις τη δυσφορία σου για οποιαδήποτε ενταξιακή προσπάθεια του προσφυγικού πληθυσμού εντός του αστικού ιστού, τότε ο χρυσαυγίτης νιώθει την άνεση να πάρει ένα ρόπαλο και να κυνηγήσει πρόσφυγες. Όταν ηρωοποιείς έναν άνθρωπο – δηλωμένο θαυμαστή της ΜΑΒΗ που κυκλοφορούσε ένοπλος στο έδαφος μιας άλλης χώρας και κρατάς ενός λεπτού σιγή παρέα με τους υπόδικους ναζί, νταντεύεις τον αλυτρωτισμό τους.
«Αυτό είναι κατά την άποψη μου το μεγαλύτερο πρόβλημα από την ίδια την εκλογική δύναμη της Άκρας Δεξιάς. Όχι τόσο η καθεαυτή εκλογική της δύναμη αλλά η διείσδυση των ιδεών της στους όμορους πολιτικούς χώρους. Αυτό ισχύει και στην υπόλοιπη Ευρώπη και δεν αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα. Η ελληνική ιδιαιτερότητα είναι ότι στη δεκαετία του 90 η νέα ελληνική εθνικοφροσύνη βρήκε την κολυμβήθρα του Σιλωάμ στο Μακεδονικό. Το Μακεδονικό λειτούργησε ως ο μηχανισμός άρσης της ακροδεξιάς αυτολογοκρισίας στη μεταπολίτευση. Η μεγαλύτερη ζημιά που κάνανε οι ελληνικές κυβερνήσεις ως σήμερα ήταν ότι στο όνομα του πολιτικού κόστους δεν είχαν τα κότσια να αναμετρηθούν με αυτό και το αποτέλεσμα είναι ότι πλέον η Άκρα Δεξιά βρήκε στο Μακεδονικό το νέο λόγο να υπάρχει απενοχοποιημένα και καθαρά» συμπληρώνει ο Δημήτρης Χριστόπουλος.
Μέσω την ανοχής, η φασιστική βία λειτουργεί ως υπόδειγμα που υποδαυλίζει τα πιο ταπεινά ένστικτα και προάγει τον κοινωνικό αυτοματισμό. Ας κοιτάξουμε γύρω μας, το κοινωνικό εκκρεμές μοιάζει ξεχαρβαλωμένο και μετεωρίζεται μεταξύ κυνικής απάθειας και εξοικείωσης με τη φρίκη. Και κάπως έτσι συντελείται η κανονικοποίηση της φασιστικής βίας. Το «βρώμικο μυστικό» βγαίνει στο φως του ήλιου και δεν καίγεται. Αντίθετα καίει και διαβρώνει έναν τρόπο να υπάρχουμε όλες και όλοι ανεξάρτητα από το φύλο μας, τη φυλή, την εθνικότητα, το θρήσκευμα, τη σεξουαλικότητα και την ταυτότητα φύλου μας, χωρίς να φοβόμαστε και να κινδυνεύουμε.
Υπάρχει μια γραμμή βίας και μίσους που ενώνει τον οργανωμένο φασισμό με τον κοινωνικό εκφασισμό. Μ’ αυτή την έννοια οι δολοφονίες του Σαχζάτ Λουκμάν, του Παύλου Φύσσα, του Πετρίτ Ζίλφε που διαπράχθηκαν από οργανωμένες δυνάμεις της ακροδεξιάς , δεν είναι ασύνδετες με τις δολοφονίες του Ζακ Κωστόπουλου ή της 14 χρονή Γιαννούλας στην Άμφισσα. Θεμελιώθηκαν σ’ ένα υπόβαθρο απενεχοποίησης της βαρβαρότητας και ενοποιούνται στον ανατριχιαστικό αντίλαλο των χειροκροτητών των δολοφόνων.
«Πολύ συχνά μπουρδουκλωνόμαστε στην προσπάθεια να «στριμώξουμε» ολόκληρες ιδέες κι αναλύσεις σε συνθήματα. Καμιά φορά, όμως, αυτή η συμπύκνωση είναι μαγικά ουσιαστική και πλήρης νοήματος. Το «ο φασισμός έρχεται πρώτα για τους άλλους, μετά για όλους» είναι μάλλον μια από αυτές τις περιπτώσεις. Οκ, αν είσαι μετανάστης, λεσβία, μουσουλμάνος, ανάπηρη, αριστερός, αναρχική, αντιφασίστας ή συνδικαλίστρια στην Ευρώπη και την Ελλάδα στις μέρες μας, ανεβάζεις τις πιθανότητές σου να αντιμετωπίσεις το φασιστικό μίσος και τη βία στην πράξη. Όταν αυτή η πρακτική δε βρίσκει αντιστάσεις (την αλληλεγγύη προς τους πιο αδύναμους και τους πιο ευάλωτους, την αντιπαράθεση στο δημόσιο χώρο, στη δουλειά, στην ουρά του ταμείου του super market, όταν σκάνε τα «α, ρε παπαδόπουλος που χρειάζεται») γλυκαίνεται από τη δύναμή της και διεκδικεί περισσότερο χώρο με περισσότερη βία» τονίζει ο Μενέλαος Εξίογλου.
Ο ίδιος είναι μέλος της αντιφασιστικής πρωτοβουλίας «για χίλιους λόγους, με χίλιους λόγους» και μας εξηγεί το σκεπτικό της καμπάνιας που λανσαρίστηκε πρόσφατα: «Η καμπάνια 1000-1000 είναι η δικιά μας εκδοχή της πανευρωπαϊκής καμπάνιας «Μια αγκαλιά των Λαών», που ξεκίνησε με πρωτοβουλία και κάλεσμα από τη Χώρα των Βάσκων. Ο χρόνος αναφοράς δεν είναι φυσικά ανεξάρτητος με την αναμενόμενη άνοδο ακροδεξιών και φασιστικών κομμάτων στις επικείμενες ευρωεκλογές και το καμπανάκι που θέλαμε να χτυπήσουμε για αυτή την επικίνδυνη εξέλιξη.
Εμείς εδώ αποφασίσαμε να κάνουμε ένα ζωηρό και ζωντανό οπτικοακουστικό κολάζ των ανθρώπων που δέχονται την επίθεση του φασισμού αλλά και παράλληλα των πεδίων όπου και των τρόπων με τους οποίους δίνουν τη μάχη ενάντια σε αυτόν. Προσπαθήσαμε να συνδέσουμε το παρελθόν των αγώνων ενάντια στο φασισμό με τη σύγχρονη εποχή, με αυτό που ζούμε, χωρίς να σταθούμε μόνο στα προφανή, όπως ο κίνδυνος που διατρέχουν οι πρόσφυγες και οι μετανάστ(ρι)ες από τον φασισμό (αλλά και χωρίς να τα προσπεράσουμε φυσικά).
Καθώς ένα μεγάλο κομμάτι του βίντεο της καμπάνιας υλοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη, είχαμε πολύ έντονες τις εικόνες από τις επιθέσεις σε κοινωνικούς χώρους, τη βεβήλωση των εβραϊκών μνημείων, την εμπλοκή ενός κομματιού των οπαδών στα ακροδεξιά συλλαλητήρια, τις προσπάθειες για εθνικιστικές καταλήψεις στα σχολεία. Αυτά θέλαμε να καταγράψουμε με τα λόγια και τη φωνή των ανθρώπων που βάλανε αναχώματα σε όλα αυτά. Δεν φτιάξαμε κάτι καινούριο, δεν ανακαλύψαμε (ευτυχώς) τον τροχό, απλά θυμίσαμε και θυμηθήκαμε ότι «έχουμε ξεκινήσει ήδη», ότι «είναι η ώρα της δράσης», ότι δεν μπορούμε απλά να κοιτάμε και να αφήνουμε χώρο στην ακροδεξιά στις γειτονιές, στα σχολεία, την κερκίδα, τους εργασιακούς χώρους».
Αυτή είναι η μάχη της εποχής μας. Μια μάχη για ζωή που δίνεται στους δρόμους, στα δικαστήρια, στην καθημερινότητα αλλά και στις εκλογές. Και κυρίως είναι μια μάχη που δεν έχει χώρο για ουδετερότητα. Η θα είσαι δίπλα στις μητέρες που θρηνούν για τα δολοφονημένα τους παιδιά και αγωνίζονται για δικαιοσύνη ή θα είσαι δίπλα στους δολοφόνους τους.