Μπορεί να επισκιάστηκε στη χθεσινή επικαιρότητα από τον μεγάλο θόρυβο που προκάλεσαν οι αντιδράσεις για τη διαφημιστική καμπάνια κατά των αμβλώσεων στο μετρό, όμως στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας ξεκίνησε και η δίκη για τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη.
Από την πρώτη μέρα της διαδικασίας ξεχώρισαν δύο γεγονότα: η παρουσία της Μάγδας Φύσσα για να συμπαρασταθεί στην Κούλα Αρμουτίδου, μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη και το αίτημα για εξαίρεση δύο γυναικών ενόρκων από τον συνήγορο υπεράσπισης των κατηγορούμενων Θεόδωρο Μαντά (δικηγόρος μεταξύ άλλων, του Δημήτρη Ινδαρέ στην προσφατη υπόθεση του Κουκακίου, γνωστός κι από τη συμμετοχή του στο τιμ που υπερασπίστηκε την Ηριάννα σε μια άλλη, επίσης υπερπροβεβλημένη, υπόθεση).
Για το πρώτο ό,τι και να πει κανείς είναι λίγο μπροστά στην συγκλονιστική εικόνα των δύο μανάδων που έχασαν σε τόσο νεαρή ηλικία τα παιδιά τους. Το μόνο που ίσως χρειάζεται να σημειωθεί είναι αυτός ο τόσο ισχυρός και πολυεπίπεδος συμβολισμός για την Ελλάδα του 2020 που κουβαλά αυτή η σπουδαία γυναίκα που λέγεται Μάγδα Φύσσα.
Το δεύτερο, η εξαίρεση, δηλαδή, των γυναικών ενόρκων όμως προκάλεσε απορία κι αντιδράσεις. Καθώς η είδηση διακινήθηκε παραλλαγμένη προκαλώντας την εύλογη απορία αν προβλέπεται νομοθετικά αίτημα για εξαίρεση κληρωθέντων ενόρκων με βάση ένα χαρακτηριστικό όπως το φύλο (που αποτελεί καθοριστικό παράγοντα σε μια δολοφονία με προφανή χαρακτηριστικά έμφυλης βίας όπως αυτή της Ελένης Τοπαλούδη).
Η αλήθεια είναι η εξής: Ο δικηγόρος υπεράσπισης δεν ζήτησε την εξαίρεση όλων των γυναικών ενόρκων. Αυτό είναι νομικά ανυπόστατο και δεν μπορεί να συμβεί.
Αντιγράφουμε από την ανάρτηση στο Facebook του έγκριτου νομικού, και συνεργάτη της Popaganda, Γιώργου Γιάνναρου:
«Απαγορεύεται να αιτηθεί οποιοσδήποτε δικηγόρος την a priori συλλήβδην εξαίρεση όλων των γυναικών. Ή των ανδρών. Ή των ψηλών. Ή έστω των κοντών. Ο νόμος δίνει το δικαίωμα στον συνήγορο υπεράσπισης στη διαδικασία των Μικτών Ορκωτών Δικαστηρίων να εξαιρέσει 2 κληρωθέντες ενόρκους. Το ίδιο δε ακριβώς δικαίωμα δίνει και στον Εισαγγελέα για λόγους ισότητας. Η δε εξαίρεση αυτή λαμβάνει χώρα προφορικά εκείνη τη στιγμή και χωρίς να αιτιολογείται.
Δεν υφίσταται λοιπόν αίτημα εξαίρεσης όπως ψευδώς διακινείται, αλλά γνωστοποίηση εξαίρεσης που γίνεται αυθορεί και κατά νόμον δεν χρειάζεται να εξηγηθεί. Τώρα όσον αφορά το γεγονός πως υπήρχαν στο ακροατήριο μόνο 2 γυναίκες εν δυνάμει ένορκοι, αυτό δεν άπτεται των αρμοδιοτήτων των συνηγόρων υπεράσπισης. Είναι καθ’ ύλην αρμοδιότητα της Εισαγγελικής Αρχής».
Η υπόθεση της δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη είναι μια φριχτή ιστορία που μούδιασε το πανελλήνιο. Είναι από αυτές τις υποθέσεις που μοιραία βγαίνουν από τον στενό κύκλο του θύματος, τίθενται στο μικροσκόπιο της κοινωνίας που με τη σειρά της (και με το δίκιο της) απαιτεί απονομή δικαιοσύνης και παραδειγματική τιμωρία των ενόχων, εφ’ όσον το κρίνει το δικαστήριο.
Είναι χρήσιμο (πόσο μάλλον επειδή παράλληλα διεξάγονται κι άλλες μεγάλες δίκες με ακόμα ακόμα πιο έντονο κοινωνικό και πολιτικό ενδιαφέρον όπως εκείνη της Χρυσής Αυγής) να είμαστε νομικά ενημερωμένοι με ακρίβεια. Μάλλον δεν είναι χρήσιμο, είναι απαραίτητο.
Είναι προφανές ότι η υπεράσπιση στην προκειμένη περίπτωση εκμεταλλεύτηκε το Νόμο για να διαμορφώσει το σώμα των ενόρκων όπως κρίνει ότι την εξυπηρετεί. Σε ανθρώπινο επίπεδο, η πρώτη αντίδραση μας είναι εύλογα (ως και) οργή ή αγανάκτηση. Στη νομική εκπροσώπηση όμως η κουβέντα περί «νόμιμου» και «ηθικού» απλά δεν υφίσταται.