Γράμματα
Και ας συνεχίσουμε με κάτι ανατρεπτικό με την πολύτιμη βοήθεια του – κατοίκου Ρίο και γεννημένου στο Πόρτο Αλέγκρε – Ramon Pedrollo Bez.
“Eίναι σημαντικό να κατανοήσουμε την πολυπλότητα των ταραχών που ξέσπασαν στην Βραζιλία τον Ιούλιο του 2013. Το Εργατικό Κόμμα (ΡΤ) ξεκίνησε την εφαρμογή πριν 12 χρόνια κοινωνικών προγραμμάτων τα οποία έβγαλαν χιλιάδες πολίτες από το αδιέξοδο της φτώχειας. Η οικονομία της χώρας δεν λειτουργούσε παραγωγικά στο μέγιστο επίπεδο, οπότε όταν τα φτωχά στρώματα βρέθηκαν με ενισχυμένη αγοραστική δύναμη η κατανάλωση αυξήθηκε και η Βραζιλία γνώρισε μία αισθητή περίοδο ανάπτυξης επί προεδρίας Λούλα. Το πρόβλημα, όμως, ήταν ότι ο Λούλα δεν επένδυσε σχεδόν καθόλου στις υποδομές. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι δεν θα μπορούσε να προχωρήσει και στις δύο μεταρρυθμίσεις ταυτόχρονα και προφανώς επέλεξε τον περιορισμό της φτώχειας. Έτσι, φτάσαμε σε ένα σημείο όπου περισσότεροι καταναλωτές είχαν αξιόλογη αγοραστική δύναμη απομιζώντας το ίδιο μοντέλο χαμηλής παραγωγής και κακών υποδομών. Ο πληθωρισμός πήρε την ανιούσα και έτσι η μεσαία και ανώτερη τάξη άρχισε να βλέπει διαφορές στην ποιότητα ζωής της. Σε επίπεδο επικοινωνιών, συγκοινωνιών, τιμών και δημόσιων υπηρεσιών”, εξηγεί εν είδει εισαγωγής ο Ραμόν.
Παρομοίως, οι ταραχές του Ιουλίου του 2013 εν μέρει οφείλονται σε μία αριστερίζουσα κίνηση της μεσαίας τάξης που εναντιωνόταν στις αυξήσεις των εισιτηρίων ΜΜΜ τις οποίες αντιμετώπιζε σαν την κορυφή του παγόβουνου των μεταρρυθμίσεων. “Η πλάκα είναι ότι αυτές οι αλλαγές υποτίθεται πως ήταν προγραμματισμένες να προχωρήσουν προ εξαμήνου, όμως η κυβέρνηση Ρούσεφ απέφυγε να πιάσει την καυτή πατάτα τον Ιανουάριο, δηλαδή την ίδια περίοδο που βρισκόταν στο επίκεντρο η αύξηση του πληθωρισμού”. Ο οποίος πληθωρισμός συνέχισε την ανοδική του πορεία χτυπώντας ταβάνι τον Ιούλιο, “κατά διαβολική σύμπτωση τον μήνα που έπρεπε να περάσουν οι αυξήσεις στα ΜΜΜ”. Με την προσοχή να είναι ήδη στραμμένη στην Βραζιλία λόγω της διοργάνωσης του Confederations Cup 2013, ξαφνικά η “λευκή μεσοαστική ελίτ” βγήκε στους δρόμους και έκανε δυναμική είσοδο στις διαδηλώσεις με αποχρώσες ενδείξεις σύνδεσης με κάποια ακροδεξιά στοιχεία ανά περιπτώσεις και περιοχές – κυρίως μεμονωμένες. “Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν ήταν ότι κάποιοι νόμιζαν πως δεν δικαιούται η μεσαία τάξη να διαμαρτυρηθεί έμπρακτα (σ.σ: ειδικά από την στιγμή που όντως το βιοτικό της επίπεδο έπεσε αισθητά) αλλά το ότι η όλη κατάσταση ήταν μία “επανάσταση” της – τηρουμένων των αναλογιών – ελίτ και όχι του λαού που πραγματικά δεινοπαθεί επί δεκαετίες και ήταν η μόνη μερίδα πολιτών που επικροτούσε τις μεταρρυθμίσεις αυτές που ήταν σχεδόν αστεία και άδικα αμφιλεγόμενες”.
Εν τέλει, η δημοτικότητα της Ρούσεφ έπεσε και η μεσαία τάξη “ξεκαθάρισε” με τον τρόπο της ότι δεν θα ξαναψηφίσει το PT – ή τουλάχιστον δεν θα το υποστηρίζει με τα μάτια κλειστά όταν αυτό διακυβεύει την ποιότητα του βιοτικού τους επιπέδου. “Τότε ήταν που η Ρούσεφ με διάφορα τεχνάσματα θόλωσε τα παραφουσκωμένα απόνερα του πληθωρισμού και μαζί με ένα επικοινωνιακό ρεσιτάλ-επανεμφάνιση του Λούλα στο πλευρό της κατάφεραν να αυξήσουν τα εισιτήρια των λεωφορείων με 3 μήνες καθυστέρηση χωρίς να ανοίξει ρουθούνι…”
Αυτό που συμβαίνει στις φαβέλες είναι τόσο απλό όσο και τρομακτικό. Εξαναγκαστικές εξώσεις (σ.σ: ή επανατοποθετήσεις αν θέλετε), περισσότερη ασφάλεια μέσω βαρέως οπλοφορούσας αστυνόμευσης, περιορισμός του εμπορίου ναρκωτικών, πτώση των δολοφονιών, καταγγελίες για χρήση ακραίας και απρόκλητης βίας από τους αστυνομικούς – οι οποίοι ως επί το πλείστον είναι πλημμελώς εκπαιδευμένοι και κακοπληρωμένοι. Σε κάθε περίπτωση, μιλάμε για μία αργή και οδυνηρή διαδικασία αλλά με το πάρτι που γίνεται σε κτηματομεσιτικό επίπεδο έξω από τις φαβέλες είναι πραγματικά πολύ δύσκολο κάποιος να καταφέρει να “φύγει” – ή μάλλον να βρει έναν νέο τόπο…
Η κυβέρνηση Ρούσεφ αύξησε τα κονδύλια γύρω από τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και την παιδεία, όμως απέτυχε παταγωδώς να δώσει ώθηση στην εγχώρια παραγωγή και τις υποδομές. Με αυτό τον τρόπο προκλήθηκε η άνοδος του πληθωρισμού. “Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι αν κατόρθωνε να επιτύχει και τους δύο στόχους αυτό θα σήμαινε πως οι Βραζιλιάνοι είχαν μπροστά τους την καλύτερη κυβέρνηση των τελευταίων – αρκετών – δεκαετιών”. Όμως, το ζήτημα της παραγωγής είναι παραδοσιακά δύσκολο, ειδικά όταν η Κίνα – ο μεγαλύτερος αγοραστής πρωτογενών υλικών στον οποίο βασίζεται σε εξωφρενικό βαθμό η Βραζιλία – σταμάτησε να αγοράζει με τον συνήθη φρενήρη ρυθμό.
“Αυτό για το οποίο θα μπορούσε να την κατηγορήσει κανείς δικαιωματικά είναι η αποτυχία της στην αναβάθμιση της μεταποιητικής βιομηχανίας”. Στον αντίποδα αυτής της ανεπάρκειας προσπάθησε να τονώσει την κατανάλωση εγχώριων προϊόντων αυξάνοντας τους φόρους στα εισαγόμενα, κίνηση η οποία βρήκε ελάχιστη απήχηση στην μεσαία τάξη και έτσι δεν επήλθε ποτέ η επιθυμητή βελτίωση της εικόνας.
Η αντιπολίτευση είναι εξαιρετικά αδύναμη και άνευρη, γεγονός για το οποίο μεγάλο μερίδιο ευθύνης φέρει η νεολαία της Βραζιλίας. “Για να φανταστείτε το μέγεθος του προβλήματος, το πιο δημοφιλές κόμμα στις ηλικίες 18-35 είναι το κυβερνών ΡΤ. Επίσης, οι νέοι ψηφοφόροι θεωρητικά συντηρητικών καταβολών δεν έχουν κάποιο σοβαρό κόμμα να ψηφίσουν και καταλήγουν κατά βάση απαθείς και αμέτοχοι. Το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης είναι θεωρητικά το PSDB, που έχει ως ηγέτη τον πρώην πρόεδρο, Φερνάντο Ενρίκε Καντρόσο. Όμως, ακόμη και αυτοί που δεν αντέχουν πλέον το ΡΤ δεν ψηφίζουν το PDSB αλλά οτιδήποτε άλλο εκτός του ΡΤ”.
Εκατομμύρια πολίτες βασίζουν κυριολεκτικά την επιβίωσή τους στα προγράμματα της πρόνοιας. Σημαία του ΡΤ της Ρούσεφ είναι το πρόγραμμα “Bolsa Familia”, “το οποίο προμοτάρεται σε εξωφρενικό βαθμό τρομάζοντας μεγάλη μερίδα των δικαιούχων για το τι τους περιμένει σε περίπτωση που βγουν από αυτό”.
Εν καιρώ Μουντιάλ, ο μεγαλύτερος φόβος των Βραζιλιάνων ήταν τα προβλήματα που πιθανώς να δημιουργούσαν οι χτυπητές ελλείψεις σε επίπεδο υποδομών γύρω από τον μουντιαλικό τουρισμό. “Όλοι έτρεμαν ένα παταγώδες φιάσκο. Τελικά, πήγαν όλα καλά και οι Βραζιλιάνοι απέδειξαν κυρίως στους εαυτούς τους ότι μπορούν να οργανωθούν όπως πρέπει και να φέρουν αποτελέσματα αλλά και σε δεύτερη ανάγνωση ότι η ζωή δεν είναι δα και τόσο άσχημη σε αυτή την πανέμορφη χώρα. Εξάλλου, κατά κοινή ομολογία αυτό ήταν ένα από τα καλύτερα Παγκόσμια Κύπελλα στην ιστορία”. Χωρίς φυσικά να λείπουν κάποια μεμονωμένα περιστατικά. Μπορεί όλα αυτά από μόνα τους να τονώσουν την ψυχολογία και την αυτοπεποίθηση ενός λαού, μπορεί και όχι. Το έχουμε δει να συμβαίνει και “η αισιόδοξη ματιά κάποιων εκεί κάτω βλέπει μία επιτυχημένη οργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων στον ορίζοντα και μετά την άνθιση της χώρας”.
Στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου είναι πολύ πιθανό να επικρατήσει και πάλι η Ντίλμα Ρούσεφ, όχι όμως με την ίδια άνεση που νίκησε στην προηγούμενη αναμέτρηση. Θα έχει σίγουρα περισσότερα εμπόδια και προκλήσεις μπροστά της και ενδεχομένως μικρότερο έλεγχο του Κοινοβουλίου. Ο κοινός τόπος, όμως, πλέον είναι ότι η χώρα χρειάζεται μεταρρυθμίσεις σε πολιτικό και φορολογικό επίπεδο για να πάρει την ανάσα που έχει τόσο ανάγκη η οικονομία. “Το θέμα είναι ποιος θα τα κάνει όλα αυτά, όταν είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγήσει στον πολιτικό θάνατο αυτούς που θα τα επιχειρήσουν”.
“Μάλλον θα ξαναψηφίσω την Ρούσεφ διότι πιστεύω ότι έχουμε περισσότερο ανάγκη πλέόν αυτού του είδους την πολιτική από οποιαδήποτε άλλη. Έχουν σημειωθεί βήματα προς τα εμπρός τα τελευταία χρόνια, όμως το σημαντικότερο όλων είναι η εξάλειψη της φτώχειας και των ακραίων ανισοτήτων ακόμη και αν αυτή αποβεί σε βάρος της οικονομίας και της βολής της μεσαίας τάξης”.
* Ο Ramon Pedrollo Bez είναι επιχειρηματίας και ιδρυτής της start-up “Talento Labs” η οποία εξειδικεύεται στις επαγγελματικές και υψηλού επιπέδου υπηρεσίες εκπαίδευσης.