Για να είμαστε ακριβείς η τηλεόραση δεν είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας με την έννοια μιας ευθείας, ευανάγνωστης αντανάκλασης των χαρακτηριστικών της, αλλά αποτυπώνει με μεγαλύτερη ένταση αν θέλετε τα ελαττώματά της, τις αδυναμίες της και με αυτή την έννοια προφανώς και τα πρωϊνάδικα των δυο μεγάλων καναλιών δεν παρουσιάζονται ακριβώς από «δυο ζευγάρια της διπλανής πόρτας», εκτός κι αν δεχθούμε ότι το «στεφάνι» είναι ο επαρκής συμβολισμός για την ένταξή τους σε αυτό που αποκαλούμε «καθημερινότητα». Αντιθέτως πρόκειται και στις δυο περιπτώσεις για το φανταχτερό ίζημα του εγχώριου μιντιακού ελαττώματος. Και με αυτή την έννοια και μόνο, αξιοποιούνται από μια τηλεόραση που πεισματικά, σαν τον πνιγμένο που πιάνεται από τα μαλλιά του, επενδύει στον ίδιο της τον ναρκισσισμό. Εκπρόσωποι της «φούσκας» που έσκασε. Και με απόλυτο τρόπο εν προκειμένω το ζεύγος του Μega. Εδώ η εικόνα θλιβερή, με έναν γερασμένο κύριο, ο οποίος προσφέρει τον νεάζοντα μέχρι φαιδρότητας αφασικό εαυτό του ως υπόδειγμα επιβίωσης. Μετά από μια πτώχευση που έστειλε στο δρόμο πρώην εργαζόμενούς του, συνεχίζει ακάθεκτος να διεκδικεί την επανενθρόνισή του, ελέω τηλεθέασης, και ελπίζοντας υποθέτουμε στην κοντή μνήμη του φιλοθεάμονος στη θέση του κυρίαρχου του παιχνιδιού-των-ψευδαισθήσεων, με την σιγουριά ότι ο ίδιος μπορεί ακόμη να τις διαχειρίζεται προς όφελός του. Ο τηλεοπτικός καθρέφτης έχει πάντα δυο πλευρές, αυτή που καθρεφτίζεται το κοινό και αυτή που καθρεφτίζονται εκείνοι που την κάνουν. Όταν οι δυο εικόνες δεν ταυτίζονται μαντέψτε ποιος εξευτελίζεται περισσότερο.
Η Πόπη Διαμαντάκου είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα Καθημερινή