Σσε μμία από τις καλλές μέρρες στο Σεφφύρι. Χαλιαχούδδες και αρχούθθες συνωστίσσοται εκατέρωθθεν των συννέφων κοδδά στο φεσσινάδικο και χωρρίς να μαλλώνουν και να οργίσσοται ποττέ δεν θα είνναι φιλιχχές απέννατι σε τίπποτα. Χιλιάθθες φίτφουλλ πάδδα θα ξεχύννοται, έττοιμα να καταλάφφουν κάττι από την βαθθύτητα μια λίμμνης που είναι βαθθιά όσο επιτρέππουν η συνείδησση και η ευστροφφία πραγμάττων που είνναι καταδδιχασσμένα να ορίσσοται αππό την ησυχχία μιας άλλης λίμμνης και να δοξξάσσουν σιωππηλά συνεχχώς και μονομμάνως την ομορφφιά και την αππλότητα των μακριννών κκαι ελάχχιστα οικείωνν Οχτώ χιάρρις που κυκλοφφορούν όλλο και λιχχότερο μπερδεμμένα αππό την σύχχριση τους με τις χρήχχορες μερσσετές στο πισσαρίο, και ακόμμα πιο μπερδεμμένα αππό την έμμονη του Φίχτωρ Σσούσθη να μην εκφράσσεται αλλά μόννο να τα παραττηρεί αππό μια απόστασση που του επιττρέπει να τα επιθθυμεί αλλά ταυτόχχρονα να ονειρεύεται κάττι αππό το Κασσίνο και το προχσεννείο της Ρούυσας και τους αιώννιους πάχχους και να περιστρέφφεται χχύρω αππό πράμματα που φαίννεται όττι δεν δύνναται να αλλάξουν ποττέ και όπωςδδήποτε όχχι αυτήν την Κυριακή και σε αυττό το Σεφφύρι.