Το 2020 – λέει- είναι έτος Βιοποικιλότητας. Σε μια διαδικασία που τα ημερολογιακά ορόσημα δε θα είχαν μόνο εξιλεωτικού τύπου επιφανειακές λειτουργίες αλλά θα αποτελούσαν έναυσμα και υπόμνηση αναστοχασμών και δράσεων, θα έπρεπε να τιμήσουμε τα οικοσυστήματα και τον πλούτο ζωής που περικλείουν, θαρακίζοντας τα από κάθε είδους επιβουλεύσεις.
Εξάλλου, πριν μπλέξουμε με την πανδημία, γνωρίζαμε ήδη ότι κινδυνεύαμε από την καταστροφή του περιβάλλοντος και συνακόλουθα την κλιματική αλλαγή. Κι η αλήθεια είναι ότι αυτές οι δύο παράμετροι απειλής της εποχής μας, δεν πρέπει να ειδωθούν ως εντελώς ασύνδετες μεταξύ τους. Αρκετές έρευνες αποτυπώνουν τη συνάρτηση μεταξύ της ανθρωπογενούς υποβάθμισης της φύσης και της ανόδου των πανδημιών. Πάνω από 200 ζωονόσοι έχουν καταγραφεί διεθνώς και αρκετές σχετίζονται με το οικολογικό πλήγμα.
Η ίδια η εκτελεστική διευθύντρια του Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ Inger Andersen, σημείωσε πως «η φύση μας στέλνει ένα μήνυμα με την πανδημία Covid – 19 και την κλιματική αλλαγή. Η ανθρωπότητα έχει εξαντλήσει τις πιέσεις πάνω στο φυσικό περιβάλλον με καταστροφικές συνέπειες. Αποτυγχάνοντας να φροντίσουμε τον πλανήτη, σημαίνει ότι αποτυγχάνουμε να φροντίσουμε τους εαυτούς μας». Μάλλον δηλαδή το τελευταίο πράγμα που μας έλειπε για να συμπληρωθεί μια εξίσωση ζόφου ήταν ένα νομοσχέδιο που θα βλάπτει ακόμα περισσότερο το περιβάλλον αλλά τέτοιο φαίνεται πως είναι το κείμενο που εισάγεται σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής. Βέβαια, μόνο κατ’ ευφημισμόν χαρακτηρίζεται ως «Ολομέλεια», καθώς εξαιτίας των μέτρων που λήφθησαν για την δημόσια υγεία, οι εργασίες του Κοινοβουλίου διεξάγονται με περιορισμένο αριθμό βουλευτών.
Η πρώτη επισήμανση, λοιπόν, σε σχέση με το νομοσχέδιο αφορά στη διαδικασία του και είναι ουσιώδης. Ενώ φέρνει σαρωτικές αλλαγές, όταν τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση εμπεριείχε 66 άρθρα αλλά η τελική εκδοχή που ήρθε προς ψήφιση έφτασε τα 130. Κι αυτό συνέβη εν μέσω lockdown, όπου η προσοχή του κόσμου ήταν προσηλωμένη στη διαχείριση της νέας πραγματικότητας. Η σπουδή του Υπουργείου να ψηφιστεί σε αυτή τη χρονική συγκυρία και με μειωμένη σύνθεση των σωμάτων του Κοινοβουλίου, καθόλου δεν ευνοεί τη διαφάνεια και τη σοβαρότητα που πρέπει να έχει ένα τέτοιο εγχείρημα. Η δεύτερη επισήμανση αφορά στο περιεχόμενο του που ανατρέπει θεμελιώδεις όψεις της περιβαλλοντικής πολιτικής, στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν της αισιοδοξίας.
Εισάγει μια θεώρηση του περιβάλλοντος ως «χρήση γης» και όχι ως κοινωνικού αγαθού, πριμοδοτώντας τη «βρώμικη» βιομηχανία των εξορύξεων ακόμα και εντός του προστατευόμενου δικτύου οικοτόπων και ειδών. Με Προεδρικά Διατάγματα που θα εκδοθούν θα προσδιορίζονται χρήσεις για τις περιοχές Natura στα πρότυπα του πολεοδομημένου αστικού χώρου. Προχωρά στη ζωνοποίηση αυτών των περιοχών (Απόλυτης προστασίας της φύσης, Προστασίας της φύσης, Οικοτόπων και ειδών και Βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων), ανοίγοντας δυνατότητες δραστηριοποίησης βαρέων επενδυτικών δραστηριοτήτων, όπως μεταλλευτικές δραστηριότητες και εξορύξεις υδρογονανθράκων, καθώς και της τουριστικής και εμπορευματικής «αξιοποίησής» τους.
Προβλέπει τη μετάβαση από ένα συμμετοχικό Σύστημα Διοίκησης και Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (όπως αυτό των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών), σε ένα σύστημα κρατικής ισχύος, σε αντίθεση με την τρέχουσα διεθνή πρακτική. Οι συγκεκριμένοι φορείς συρρικνώνονται και καταργείται η αυτοτέλεια τους, δίνοντας μεγαλύτερα περιθώρια ελέγχου στην κεντρική διοίκηση. Δημιουργείται ένας ενιαίος κεντρικός φορέας, ο «Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής». Οι αρμοδιότητες του ΟΦΥΠΕΚΑ, και ειδικότερα των Μονάδων Διαχείρισης, υποβαθμίζονται σε σχέση με αυτές των υφιστάμενων φορέων διαχείρισης, ενώ καταργούνται σημαντικές αρμοδιότητες, όπως η γνωμοδότηση στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης έργων αλλά και η φύλαξη προστατευόμενων περιοχών. Επιπλέον, το νέο σύστημα διοίκησης έχει περιορισμένες διαδικασίες συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών στη λήψη διαχειριστικών αποφάσεων. Αφαιρείται επί της ουσίας το δικαίωμα γνώμης από τις τοπικές κοινωνίες για επικίνδυνες και ρυπογόνες δραστηριότητες.
Προωθεί την αλόγιστη επέκταση των βιομηχανικού μεγέθους Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), κυρίως των αιολικών, που έχουν ήδη προκαλέσει την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, τη δυσφορία των τοπικών κοινωνιών και την οικονομική επιβάρυνση των καταναλωτών. Προβλέπονται μια σειρά «διευθετήσεις» για τις βιομηχανικές ΑΠΕ, όπως η κατάργηση της άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τον καθορισμό χρήσεων γης στις περιοχές Natura, δημιουργούν τετελεσμένα πριν από την αναθεώρηση του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ που έχει ανεπίτρεπτα καθυστερήσει και προκαταλαμβάνουν τις υπό εκπόνηση Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες για τις προστατευόμενες περιοχές. Υπάρχει ένας σαφής κίνδυνος να ξηλωθούν βουνοκορφές και να καταστραφούν δάση για την καλλιέργεια αιολικών πάρκων.
Το ήδη διάτρητο πλαίσιο για την έκδοση Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) μιας επένδυσης τροποποιείται ώστε να διευκολύνει ακόμα περισσότερο τους επενδυτές εις βάρος του περιβάλλοντος. Έτσι παρατείνει την διάρκεια των Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων από τα 10 στα 15 χρόνια. Μ’ αυτό τον τρόπο παίρνει παράταση για πέντε χρόνια και η «χρυσή» καταστροφή της Eldorado στις Σκουριές. Ταυτόχρονα επιβάλλει μικρότερες χρονικές προθεσμίες στην δημόσια διοίκηση στην διεκπεραίωση των σταδίων της περιβαλλοντικής αδειοδότησης και στους δημόσιους φορείς για να παρέχουν τις γνωμοδοτήσεις τους και ανασυγκροτεί κάποια κεντρικά συμβούλια τα οποία θα διεκπεραιώνουν τις αδειοδοτήσεις όταν ξεπερνιούνται οι χρονικές προθεσμίες, με κατοχυρωμένο το δικαίωμα παρουσίας σε αυτά του επενδυτή αλλά όχι της τοπικής κοινωνίας που ενδεχομένως διαμαρτύρεται. Αποσαρθρώνει δηλαδή τις διαδικασίες έκδοσης περιβαλλοντικών όρων, εκτοπίζοντας τις αντιδράσεις.
Στο νομοσχέδιο θα επιτρέπεται για πρώτη φορά στους ιδιοκτήτες αυθαίρετων κτισμάτων σε καμένες ή εκχερσωμένες δασικές εκτάσεις και κατά περίπτωση εντός υγροτόπων και ρεμάτων να υποβάλουν δηλώσεις νομιμοποίησης υπό προϋποθέσεις. Σε αυτή την κατηγορία υπολογίζεται ότι εντάσσονται περίπου 240.000 στρέμματα, με τουλάχιστον μισό εκατομμύριο αυθαίρετα που εξαιρούνται με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο νομιμοποίησης. Οι ιδιοκτήτες των κατοικιών θα πρέπει να υποβάλουν δηλώσεις για να εξαιρεθούν από την κατεδάφιση και την καταβολή ήδη βεβαιωθέντων προστίμων, ώστε να προχωρήσει η επόμενη φάση της διατήρησης του κτίσματος για 30 χρόνια. Παράλληλα αφήνεται ένα ανοιχτό ερώτημα για το τι θα γίνει με την υπό εξέλιξη διαδικασία ανάρτησης και κύρωσης των δασικών χαρτών, για το εάν σπάζοντας τη συνταγματική απαγόρευση δόμησης σε δασικές εκτάσεις δε θα ενθαρρυνθούν φαινόμενα εμπρησμού και καταπάτησης και τι θα γίνει με τον πλημμυρικό κίνδυνο που αυξάνεται μέσω της διατήρησης αυθαιρέτων στα ρέματα.
Απλοποιεί τις διαδικασίες διαχείρισης στερεών αποβλήτων και δε λαμβάνει μέτρα κατά της υποβάθμισης των ρεμάτων από την ανεξέλεγκτη διάθεση αστικών και βιομηχανικών λυμάτων μέσα σε αυτά. Δε διασφαλίζει την αποφυγή των παράνομων εκφορτώσεων αποβλήτων σε ρέματα και άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους, που τα τελευταία χρόνια έχουν μετατρέψει όλες τις περιαστικές περιοχές σε απέραντες χωματερές. Καταργεί τη άδεια μεταφοράς αποβλήτων, αντικαθιστώντας την από μια απλή εγγραφή σε ένα μητρώο. Δεν λαμβάνει μέτρα ελέγχου/κυρώσεων για παράνομη διάθεση λυμάτων σε ρέματα.
Τροποποιούνται τα προεδρικά διατάγματα προστασίας εκτεταμένων περιοχών του κέντρου της Αθήνας (εμπορικό τρίγωνο, Ψυρρή, Μεταξουργείο) προς όφελος της ανεξέλεκτης τουριστικοποίησης. Το κοινό στοιχείο αυτών των περιοχών είναι ότι πρόκειται για περιοχές κατοικίας σχετικά χαμηλών οικονομικών στρωμάτων και μεταναστών ή τους λείπει τελείως η κατοικία. Οι τιμές της γης και των ακινήτων είναι σχετικά χαμηλές, ενώ υπάρχει αξιόλογο κτιριακό απόθεμα και κρίσιμη προνομιακή κεντρική θέση στον αστικό ιστό, κοντά στην Ακρόπολη, τις τουριστικές περιοχές της πόλης και πολύ καλή σύνδεση με το μετρό. Έτσι καταργείται το όριο των 100 κλινών για τα ξενοδοχεία στις περιοχές γενικής κατοικίας των περιοχών αυτών και συνεπώς επιτρέπεται η χωροθέτηση ξενοδοχείων μεγάλου και πολύ μεγάλου μεγέθους.
Δίπλα σ’ αυτά και σε πολλά άλλα, ας προστεθούν ορισμένες εξωφρενικές τροπολογίες της τελευταίας στιγμής, όπως η χρήση γερακιών στο κυνήγι (ιερακοθηρία) και η αύξηση του μισθού των στελεχών της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων από 4600 ευρώ το μήνα σε 8314 ευρώ.
Το πόνημα του Υπουργείου αναποδογύρισε τη ζωτική αναγκαιότητα της εποχής: Δεν προστατεύει το περιβάλλον από τις επιπτώσεις που μπορεί να του προκαλούν επιβλαβείς επενδύσεις αλλά προστατεύει τις επενδύσεις από τις καθυστερήσεις ή ακυρώσεις που μπορεί να τους προκαλεί το αίτημα προστασίας του περιβάλλοντος. Ομνύει στη φρενίτιδα της ανάπτυξης με κάθε κόστος, σχηματίζοντας ένα καθόλου αμφίσημο νεύμα εντατικοποίησης της λεηλασίας της φύσης.
Γι’ αυτό άλλωστε μια σειρά από οικολογικούς και επιστημονικούς φορείς αλλά και πολλές ακτιβιστικές συλλογικότητες αντιδρούν. Η WWF Ελλάς και η Greenpeace απευθύνουν κοινό κάλεσμα στους πολίτες, ζητώντας την έκτακτη και άμεση παρέμβασή τους. 140 φορείς και συλλογικότητες ζητούν την απόσυρση του νομοσχεδίου. Την αντίθεση τους έχουν εκφράσει η Σύγκλητος του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Αιγαίου, το Τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ο Πανελλαδικός Σύλλογος Εργαζομένων στους Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών.
Πάνω από 40.000 πολίτες έχουν συνταχθεί με το αίτημα της απόσυρσης, υπογράφοντας δύο σχετικά ψηφίσματα. Συγκέντρωση διαμαρτυρίας έχει προγραμματιστεί για σήμερα, στις 6μμ, στο Σύνταγμα. Αλίμονο, αν τώρα που αποστερηθήκαμε το κοινωνικό μας περιβάλλον, διαλύσουμε εντελώς και το φυσικό. Δε θα μείνει τίποτα για να χουμε να κρατηθούμε.