Το μόνο αληθινά ενδιαφέρον γύρω από τη νέα (παλιά) κουβέντα που ξεκίνησε για το μάθημα των Θρησκευτικών, ή τουλάχιστον το πρώτο ερώτημα που σε μενα ήρθε στο μυαλό, είναι το εξής:
Τι δουλειά έχει η Ri Ri στα βιβλία των Θρησκευτικών;
Στίχοι από ένα τραγούδι της, το “Umbrella” συγκεκριμένα, συμπεριλαμβάνονταν στο υποστηρικτικό υλικό των νέων οδηγών για το μάθημα των Θρησκευτικών. Τους οποίους έγραψε ξανά μια νέα επιστημονική επιτροπή κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου και δημοσιεύθηκαν σε δύο ΦΕΚ την περασμένη εβδομάδα. Εκτός από την σούπερ σέξυ ποπ σταρ από τα νησιά Μπαρμπέιντος, σε διαφορετικές ενότητες (και για διαφορετικές τάξεις) των οδηγών μπορεί να βρει κανείς στίχους του Άκη Πάνου («Η Ζωή Μου Όλη»), του Σωκράτη Μάλαμα («Ο Κήπος»), του Αλκίνοου Ιωαννίδη («Προσκυνητής»), ακόμα και του Διονύση Σαββόπουλου («Περιβόλι»), ως οπτικοακουστικά ερεθίσματα για συζήτηση ή εργασίες. Σε αυτήν την απόπειρα για πιο σύγχρονη –λιγότερο «κατηχητική», περισσότερο «θρησκειολογική» – προσέγγιση χώρεσε μέχρι και ο χαρακτηριστικός πανηγυρισμός του Ζιοβάνι από τα χρόνια του στον Ολυμπιακό, όταν γονατιστός έδειχνε με το δάκτυλό του στον ουρανό αφιερώνοντας ή ευχαριστώντας τον Θεό για το γκολ που μόλις είχε πετύχει.
Μάλλον καλοδεχούμενα όλα αυτά, τουλάχιστον στη θεωρία, για κάθε προοδευτικό μυαλό. Φυσικά, οι αλλαγές δεν έγιναν ερήμην της Εκκλησίας. Αντιθέτως, οι νέοι οδηγοί σπουδών (που, είναι κρίσιμο να επαναληφθεί, φτιάχτηκαν από ειδική επιστημονική επιτροπή) τέθηκαν στη διάθεσή της για έγκριση.
Όπερ κι εγένετο και σήμερα ο Μητροπολίτης Ύδρας Εφραίμ μας υπενθύμισε εμφατικά με δήλωσή του ότι «η Εκκλησία συναποφασίζει με την Πολιτεία».
Τι πράγμα; Να λογοκριθούν από τα σχολικά βιβλία: ένα ινδιάνικο παραμύθι («Ο Άνεμος»), στίχοι από τραγούδια του Νικόλα Άσιμου («Ο Μπαγάσας»), του Διονύση Σαββόπουλου («Συννεφούλα» – 50% επιτυχία τελικά ο Νιόνιος) και του Νίκου Πορτοκάλογλου («Η Δίψα»). Ναι, και της Ri Ri που μπορεί να έχει σαρώσει στα παγκόσμια charts, μπορεί να αναστατώνει με τις πόζες της στο Instagram 54 εκατομμύρια followers, αλλά στην αναμέτρησή της με τον κλήρο βγήκε ηττημένη. Στη δήλωση του Μητροπολίτη υπάρχει και μια παρένθεση που έχει τη δική της σημασία:
«Και έγιναν όλα δεκτά από την κυβέρνηση».
Η ιστορία με τη λογοκρισία φυσικά και είναι είδηση. Και δικαίως συζητιέται. Από τις γύρω γύρω αντιδράσεις είναι που τίποτα δεν κάνει εντύπωση.
Το υπουργείο Παιδείας και, κατ’ επέκταση η κυβέρνηση, προσπαθεί να χαμηλώσει την ένταση της παρέμβασης της Εκκλησίας γράφοντας με κεφαλαία το ΝΕΟΙ δίπλα στο «οδηγοί σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών». Προσπαθώντας να πείσει ότι είναι κι αυτό ένα μικρό βήμα προς μια μεγάλη αργόσυρτη προοδευτική στροφή. Δίπλα στην ιθαγένεια, το σύμφωνο συμβίωσης, το τέμενος και με την προοπτική της καθοριστικής συνταγματικής αναθεώρησης, την οποία επεξεργάζεται η Επιτροπή Διαλόγου υπό τον καθηγητή Σπουρδαλάκη.
Η Εκκλησία υπενθυμίζει την παρουσία της. Τη βροντοφωνάζει θα έλεγε κανείς, εστιάζοντας στις λέξεις που τονίζει επικοινωνιακά. «Χαμόγελα», «παρεμβάσεις», «συναποφάσεις», «ικανοποίηση» – τις συναντάς τόσο στο λόγο του Εφραίμ, όσο και στον τρόπο με τον οποίο υποδέχθηκε τις εξελίξεις προχθές ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος.
Η αξιωματική αντιπολίτευση δεν έχει να πει κάτι επί του θέματος – πριν από δύο μήνες ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαβεβαίωνε στο πλευρό του Αρχιεπισκόπου ότι «δε συναινούμε στο διαχωρισμό Κράτους κι Εκκλησίας». Το Ποτάμι έκανε λόγο για «μνημόνιο και στα θρησκευτικά» μεταξύ Κυβέρνησης κι Εκκλησίας, η Μαρία Ρεπούση έκανε λόγο στο Facebook για «εκχώρηση του ελέγχου του μαθήματος των θρησκευτικών στην εκκλησία». Την ίδια στιγμή, είναι δύσκολο να αποφασίσεις αν είναι πιο αστεία τα μίντια που πρόσκεινται στην κυβέρνηση κι έχουν ξαφνικά φορέσει ράσα ή εκείνα που κάνουν αντιπολίτευση και σήμερα υπερασπίζονται την «κομμένη Rihanna», ενώ όταν είχαν διαρρεύσει οι καινοτομίες έγραφαν ότι «ο Φίλης πάει να κάνει τσίρκο τα βιβλία των Θρησκευτικών»;
Ο διαχωρισμός Κράτους κι Εκκλησίας μπορεί να είναι επιθυμητός σε κάποια μερίδα του πληθυσμού (φοβάμαι όχι τόσο μεγάλη για να διατυπωθεί ως μαζικό λαϊκό αίτημα), αλλά είναι μια πολύ μακρά και περίπλοκη διαδικασία. Σίγουρα όχι αναίμακτη για όποιον αποφασίσει να την προχωρήσει, σίγουρα δε γίνεται «με ένα νόμο κι ένα άρθρο». Έχει πολλές συγκρούσεις και τεράστιο πολιτικό κόστος. Αυτό το ξέραμε, φυσικά, και πριν το 2015. Αυτός που παρίστανε ότι δεν το ξέρει είναι ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα στον απερίγραπτο προεκλογικό μαξιμαλισμό του, με τον οποίο είναι αναγκασμένος πια να συγκρούεται καθημερινά. Και είναι πασιφανές ότι προτιμά να συγκρούεται με τον εαυτό του, και να θυσιάζει πιόνια τύπου Φίλη στην παρτίδα, παρά με θεσμούς όπως η Εκκλησία. Ειδικά όσο αισθάνεται ότι δεν πατάει και πολύ γερά στα πόδια του, κυβερνώντας μια Ελλάδα πολύ πολύ διαφορετική (και σε σαφέστατα πιο συντηρητική συγκυρία) από την τελευταία (μόνη;) φορά που το Κράτος δεν υποχώρησε μπροστά στην Ιερά Σύνοδο. Ο λόγος για τη μάχη των ταυτοτήτων του 2000, τότε που ο Σημίτης επιβλήθηκε του Χριστόδουλου.
Όσο περνάει ο καιρός, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ εμπλουτίζει το παλμαρέ του σε συμβιβασμούς, γίνεται ίσως ένας τέτοιος. Γιατί έτσι είναι η πολιτική. Γιατί εκεί που ξεκινάει η εξουσία, έχει μόλις αφήσει την τελευταία της πνοή η ιδεολογία.