Αν είσαι γυναίκα αυτές οι μέρες που ακολούθησαν την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου για τη σεξουαλική κακοποίηση που βίωσε, έχουν μια συσσωρευμένη φόρτιση, κάπως πικρή και κάπως λυτρωτική. Ένας κατακλυσμός συναισθημάτων από την οργή στη συγκίνηση και πίσω. Στην εξομολόγηση της Σοφίας Μπεκατώρου, στις δεκάδες εξομολογήσεις γνωστών και μη γυναικών, η καθεμία από εμάς βρίσκει θραύσματα δικά της, κομμάτια που ήξερε ότι είχαν αποκολληθεί από το σώμα της σε μια πράξη βίαιης επιβολής, παραβίασης, κακοποίησης ή παρενόχλησης αλλά κάλυπτε τις πληγές της με επιθέματα σιωπής και ντροπής, για να μπορέσει να επιβιώσει σ’ έναν πατριαρχικό κόσμο που αντιστρέφει την ευθύνη στα έμφυλα εγκλήματα, σ’ έναν κόσμο που φταίνε τα θύματα.
Εμείς το ξέρουμε. Το έχουμε ζήσει. Το κουβαλάμε ακόμα κι όταν το απωθούμε. Το κάνουμε ζάναξ, δάκρυα, αϋπνίες, σωματοποιημένο άγχος, φεμινιστική αλληλεγγύη, φεμινιστική τέχνη ή και όλα μαζί ή και τίποτα από αυτά. Η κοινωνία έκανε πως δεν το βλέπει. Κι η Σοφία Μπεκατώρου με το σθένος, την ευγένεια και την αποφασιστικότητα της άναψε ένα κερί. Έχουμε διέλθει όλες από τις μυλόπετρες της έμφυλης βίας και του σεξισμού και έχουμε βγει από εκεί περισσότερο ή λιγότερο λαβωμένες. Όσες έχουμε βγει. Γιατί δε βγήκαμε όλες. Τέτοιες μέρες, βλέπεις, πέρσι είχε μόλις ξεκινήσει η δίκη για το βιασμό και τη γυναικοκτονία της Ελένης Τοπαλούδη, πολύ κοντά στα γενέθλια της. Στις 15 Γενάρη η Ελένη θα γινόταν 24 ετών.
Είναι και μέρες ιστορικότητας μαζί, όπου παράγονται κοινωνικές διεργασίες. Πέρα από την κακεντρέχεια και την αμφισβήτηση χρηστών των social media, πέρα από την ανεκδιήγητη πρώτη ανακοίνωση της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ιστιοπλοΐας που φαίνεται ότι ανεχόταν και συγκάλυπτε φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας και κακοποίησης, η συσπείρωση συμπαράστασης γύρω από τη Σοφία Μπεκατώρου είναι συγκλονιστική. Σ’ αυτό το πλαίσιο πολλοί άνδρες βγήκαν να καταδικάσουν απερίφραστα την έμφυλη βία, να προτρέψουν γυναίκες που έχουν κακοποιηθεί να μιλήσουν, να δηλώσουν τη στήριξη και τη συμπόρευση τους. Όταν αυτή η στήριξη δεν εντάσσεται σε μικροπολιτικές στρατηγικές, δεν εργαλειοποιεί βιώματα και ευαισθησίες ή δεν είναι καταφανώς υποκριτική, είναι καλοδεχούμενη. Ας πούμε στην περίπτωση του Ανδρέα Λοβέρδου όχι μόνο καλοδεχούμενη δεν είναι αλλά ηχεί στ’ αφτιά πολλών θηλυκοτήτων σαν εκνευριστικό σύρσιμο κιμωλίας σε πίνακα. Ο άνδρας που υπήρξε ενορχηστρωτής και πολιτικά υπεύθυνος για μια από τις χειρότερες αγριότητες που έχουμε ζήσει σ’ αυτή τη χώρα, για τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών το 2012 που εκτός από κατάφωρη παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνιστά και έμφυλη κακοποίηση, δε μπορεί να λογίζεται ως συνοδοιπόρος σε κανέναν αγώνα ισότητας και σεβασμού.
Το αληθινό διακύβευμα με τις δηλώσεις αποκήρυξης της έμφυλης βίας από τους άνδρες έγκειται στην αυτογνωσία και το βάθος τους. Για παράδειγμα αν είσαι #μετηΣοφία αλλά βρίσκεις «αστείο», «άμεμπτο» ή «έλα μωρέ, δεν είναι κάτι πολύ σοβαρό» το γεγονός ότι σε τηλεοπτική εκπομπή δύο δίδυμα αδέρφια ομολόγησαν περήφανα και χαμογελαστά το βιασμό μιας κοπέλας ύστερα από μεθόδευση παραπλάνησης της και τη διακωμώδηση της αθλιότητας από την παρουσιάστρια και τον παρουσιαστή, τότε η ενσυναίσθηση σου είναι πιο ρηχή κι από τη γούρνα μιας τυχαίας αυλής. Αν καταδικάζεις τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη η Σοφία Μπεκατώρου που είναι Ελληνίδα Ολυμπιονίκης αλλά έχεις αμφιβολίες ή απαξιώνεις τη σεξουαλική κακοποίηση που μπορεί να υπέστη μια τρανς γυναίκα, μια σεξεργάτρια ή μια μετανάστρια, τότε δεν είσαι με κάθε Σοφία. Αν νομίζεις ότι αυτά τα πράγματα τα κάνουν μόνο κάποιοι άγνωστοι, απόκοσμοι και ουρανοκατέβατοι άλλοι που σφυρηλατήθηκαν στις στοές της Μόρντορ, που δεν είναι οι φίλοι σου, τα’ αδέρφια σου, οι συνεργάτες σου, αν εντάσσεις τον εαυτό σου στο not all men και θεωρείς ότι ποτέ δεν έχεις λειτουργήσει σεξιστικά, ομοφοβικά ή τρανσφοβικά πάνω σε άτομα, αν βρίσκεις «ξεπερασμένες» ή «υπερβολικές» τις φεμινίστριες, αν νομίζεις ότι μαζί μας είσαι αλλά δεν τα έχουμε καταλάβει πολύ καλά τα πράγματα γιατί μας συνεπαίρνει το θυμικό μας και θα μας τα εξηγήσεις καλύτερα, τότε δεν έχεις καμία επίγνωση του προνομίου που διαθέτεις.
Το να είσαι αρρενωπότητα – και αναφέρομαι προφανώς στην κοινωνική κατασκευή των έμφυλων ρόλων και όχι σε ανατομικά γνωρίσματα – στην πατριαρχία σημαίνει ότι στις σχέσεις εξουσίας, ανήκεις στο πόλο της κυριαρχίας, ότι οι ανάγκες και οι επιθυμίες σου προτεραιοποιούνται. Η ηγεμονική μορφή αρρενωπότητας είναι η τοξική που εμπεριέχει μια σειρά αντικοινωνικών χαρακτηριστικών όπως ο μισογυνισμός, η ομοφοβία, η επιθετικότητα. Η τοξική αρρενωπότητα είναι φυσικοποιημένη και κανονικοποιημένη, σε εγκαλεί όχι τόσο με πειθαρχικούς, όσο κυρίως με παραγωγικούς όρους να την εκπληρώσεις προτού καλά καλά αποκτήσεις μια αντίληψη του εαυτού ως αυτόνομης μονάδας ύπαρξης, όλο το σύστημα εκπαίδευσης από την οικογένεια μέχρι το σχολείο κι από τα μίντια μέχρι την τέχνη και τον αθλητισμό είναι διαμορφωμένα πάνω στην εξύψωση της. Σε εγκαλούν να γίνεις «σωστός άνδρας». Μόνο που ο «σωστός άνδρας» δεν είναι αρετή, παρότι αναπαριστάται ως τέτοια, είναι ο φορέας της καταπίεσης που επιδίδεται σ’ ένα διαγκωνισμό ανδροπρέπειας και ματσίλας πάνω σε σώματα και επιθυμίες θηλυκοτήτων. Η τοξική αρρενωπότητα κι επίσημα – σύμφωνα με την Αμερικάνικη Ψυχολογική Εταιρεία – είναι επιβλαβής. Λειτουργεί ως μηχανή καθυπόταξης πάνω σε γυναίκες, ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, μη τοξικές αρρενωπότητες και στερεί από τα ίδια τα υποκείμενα τη δυνατότητα να υπάρχουν σε πολύ πιο δημιουργικές, όμορφες και ισότιμες συνδέσεις.
Γι’ αυτό αν οι άνδρες θέλουν να αποτινάξουν αυτή την κηλίδα από πάνω τους, δεν αρκεί ένα status στα social media και μετά επιστροφή στο βόλεμα μας. Πρέπει να δώσουν επιτέλους λίγο ζωτικό χώρο, να ακούσουν τα βιώματα των γυναικών, να συνειδητοποιήσουν τον αβάσταχτο πόνο που προκαλεί στις ζωές μας η πατριαρχία, να κάνουν την αυτοκριτική τους, να αμφισβητήσουν το προνόμιο τους, να παλέψουν να ξεριζώσουν ό,τι έχουν μάθει και να εκπαιδευτούν ξανά και διαφορετικά, να μάθουν να μη παρενοχλούν, να μη βιάζουν, να μη χτυπούν, να μην ασκούν ψυχική και λεκτική βία, να μη διασκεδάζουν με διαδικασίες ταπείνωσης και εξευτελισμού, να εμπεδώσουν την έννοια της συναίνεσης, να ξέρουν ότι χωρίς συναίνεση όλα είναι βία. Κι αν δεν ξέρουν πώς να το κάνουν, να ρωτήσουν και να μάθουν. Δεν είναι κακό να ρωτάς πως πρέπει να συμπεριφερθείς για να μη τραυματίζεις άλλα άτομα. Είναι πολύ πιο ανοιχτόμυαλο και χρήσιμο απ’ το να κάθεσαι αναπαυτικά στις ακλόνητες βεβαιότητες των στερεοτύπων και της σεξιστικής κουλτούρας. Η μεγαλύτερη επανόρθωση που μπορεί να κάνει ένας άνδρας είναι να σταματήσει να είναι «σωστός άνδρας».