Είναι η πρώτη αυγουστιάτικη Κυριακή. Είναι πρωί. Δηλαδή μεσημέρι. Σε μια πόλη ζεστή, υγρή, νοτιο-ευρωπαϊκή, ταλαιπωρημένη, ιστορική. Έχω χανγκόβερ. Η μπαλκονόπορτα ανοιχτή. Ο ανεμιστήρας στα πόδια μου. Δεν αισθάνομαι και πολύ καλά. Αν βγω για βόλτα, θα πνιγώ στους νεόπλουτους τουρίστες, εκ Ρωσίας και Κίνας. Κάθομαι στον καναπέ, απέναντι από τη βιβλιοθήκη. Προσπαθώ να διαβάσω τους τίτλους των βιβλίων από ενάμιση μέτρο απόσταση. Τίτλοι του Σιοράν, καταθλιπτικοί αλλά με νόημα. Αποφθεγματική φιλοσοφία. «Θα θέλαμε κάποιες φορές να είμαστε κανίβαλοι, όχι για να καταβροχθίσουμε κάποιον αλλά για να τον ξεράσουμε». Δεν έπρεπε να το έχω σκεφτεί αυτό. Τέτοιες ώρες, τέτοια λόγια. Εκκίνηση του υπολογιστή. Μέιλ από τον Φίλιππο με τίτλο «oh yes». Άνοιγμα της ηλεκτρονικής σύνδεσης που στέλνει. Πέταγμα ματιών από τις κόγχες. Ο κ. Τσίπρας, του ΣΥΡΙΖΑ, σε φωτογραφικό οκαζιόν.
Περιγράφω: κάτι σαν ημικύκλιο με καθιστούς άντρες: αριστερά Οι Κοστουμάτοι, δεξιά Οι Ρασοφόροι. Κάθονται σε καρέκλες γύρω από κάτι που μοιάζει με καλογυαλισμένο οβάλ τραπέζι, από το οποίο έχει αφαιρεθεί το μεγαλύτερο μέρος και έχει μείνει η (οβάλ) περίμετρος. Ωραίο έπιπλο. Έτσι όπως έχει τραβηχτεί η φωτογραφία, στην οποία δεν φαίνεται το δάπεδο, η τρύπα στη μέση του τραπεζιού μοιάζει με πηγάδι. Με Καιάδα. Με πύλη της κολάσεως. Αδύνατο να μη σκεφτείς ότι κάτι πετάνε εκεί μέσα οι παρακαθήμενοι. Οι άντρες. Αλλά τι;
Δεν προλαβαίνω να σκεφτώ γιατί μου ‘ρχεται και το τελειωτικό χτύπημα. Η αρχή του επεξηγηματικού της φωτό κειμένου, το οποίο είναι, λέει, στην Αυγή. Παραθέτω: “Το σύνθημα των Ζαπατίστας, «όλα για όλους, τίποτε για μας», χρησιμοποίησε ο Αλέξης Τσίπρας για να περιγράψει τον τρόπο ζωής των πατέρων στον Άθω.” Έλα μουνί στον τόπο σου. Οι Ζαπατίστας. Οι πατέρες στον Άθω. Έχω ζαλιστεί. Μάλλον φαίνεται. Παραμιλάω σε δυο-τρεις ευρωπαϊκές γλώσσσες. Ο φίλος μου από δίπλα, που χαζεύει στο Φέις-μπούκ, με κοιτάζει απορημένος και λέει: “Πώς κάνεις έτσι, παιδάκι μου; Οι Ζαπατίστας έχουν γίνει τουριστική ατραξιόν για διανοούμενους εδώ και χρόνια, όπως είπε κι ο Ζίζεκ εκεί δίπλα στον δικό σας, τον κύριο Αλέξη, τότε που του ‘βαζε την ιδέα να γίνει πρωθυπουργός, μπορείς να το δεις στο youtube.” Πράγματι, κάτι θυμάμαι. Αλλά τσεκάρω και το youtube. Ο Ζίζεκ στην Αθήνα, τσιμπώντας το μπλουζάκι του σα για να ξυπνήσει από κακό όνειρο, ουρλιάζει ότι το «sub», το “υπό», στο “subcommandante” του Marcos έχει αποκτήσει πλέον άλλο τι νόημα. Εκεί που παλιά δήλωνε μετριοφροσύνη και αντι-εξουσιαστικό πνεύμα είχε καταλήξει να παραπέμπει σε χλιαρότητα και υποταγή. Εντάξει, το πιάνω. Και πιάνω επίσης ότι ο αρχηγός ενός αριστερού κόμματος με προοπτικές δεν εκπροσωπεί δημόσια τα προσωπικά του πιστεύω αλλά μια κάποια στρατηγική ανάληψης εξουσίας. Και όπως διαβάζω στο rednotebook.gr εδώ και μήνες (ή μήπως χρόνια…) έχουν υπάρξει ουκ ολίγες διχαστικές πλην αναγκαίες συζητήσεις. Συζητήσεις για το πώς χαράσσεται μια “γραμμή” που να έχει απήχηση δυνητικά και σε όσους και όσες δεν έχουν διαβάσει Γκράμσι αλλά είναι εξίσου κοινωνικά δυσαρεστημένοι και οικονομικο-πολιτικά απηυδησμένοι με εκείνες και εκείνους που έχουν.
Ασφαλώς, κάνουμε ότι ξεχνάμε την ύπαρξη του συμβόλου στη Συνολική Πραγματικότητα – δεν ενοχλούν και κανένα οι άνθρωποι, σύμβολο είναι, όπως η βασίλισσα της Αγγλίας, που ούτε και αυτή “ενοχλεί”, αλλά τυχαίνει να ‘χει και μια περιουσία από ‘δω μέχρι το Βόρειο και Νότιο Πόλο και να μου τρώει τους φόρους. Ξεχνάμε βολικά, περήφανα και ευρωπαϊκά, γιατί εμείς δεν είμαστε απολίτιστοι μουσουλμάνοι να φοράμε στις γυναίκες υφασμάτινες σακούλες από το κεφάλι ως τις πατoύσες για προστασία από τα αρπακτικά βλέμματα των αντρών.
Τα κατανοώ όλα αυτά. ΑΛΛΑ. Αλλά εδώ, στη φωτό και στην Πραγματικότητα (έτσι λέγανε και το χωριό των Ζαπατίστας, Ρεαλιδάδ) έχουμε τον αρχηγό ενός αριστερού κόμματος, με μερικά ασερνικά στελέχη παραδίπλα (για ψυχολογική υποστήριξη, άραγε;) να συνομιλούν με το αδιαμφσβήτητο σύμβολο της πατριαρχικής εξουσίας. Τους “πατέρες στον Άθω”, κομπλέ με γένια και ράσα. Στο Άγιο Όρος, εκεί που δεν μπορώ να πάω εγώ επειδή δεν έχω γένια και δεν μου επιτρέπεται να φορέσω ράσα. Ασφαλώς, κάνουμε ότι ξεχνάμε την ύπαρξη του συμβόλου στη Συνολική Πραγματικότητα – δεν ενοχλούν και κανένα οι άνθρωποι, σύμβολο είναι, όπως η βασίλισσα της Αγγλίας, που ούτε και αυτή “ενοχλεί”, αλλά τυχαίνει να ‘χει και μια περιουσία από ‘δω μέχρι το Βόρειο και Νότιο Πόλο και να μου τρώει τους φόρους. Ξεχνάμε βολικά, περήφανα και ευρωπαϊκά, γιατί εμείς δεν είμαστε απολίτιστοι μουσουλμάνοι να φοράμε στις γυναίκες υφασμάτινες σακούλες από το κεφάλι ως τις πατoύσες για προστασία από τα αρπακτικά βλέμματα των αντρών.
Εδώ δεν έχουμε ακρότητες. Έχουμε πολιτισμό. Αγιογραφίες. Τέχνη. Πνευματικότητα. Αξίες. Άξιον Εστί. Προσβάσιμο, προς κατάνυξη, πάραυτα μόνο στους φέροντες πέος. Υπάρχει αυτό το ξεχασμένο κλαμπ με τα σερνικά εκεί πάνω, στο ιερό βουνό, που δεν επιτρέπεται να πάω επειδή… Επειδή; Ποιος είναι ο λόγος, είπαμε; A, ναι, τα πατροπράδοτα ήθη, λέγεται ευγενικά. Λιγότερο ευγενικά, λέγεται ως εξής: δεν μπορείς να πας γιατί είσαι γυναίκα και η γυναικεία φύση σου, α) δεν σκαμπάζει από πνευματικότητα, β) είναι ζωώδης, γήινη, γεννοβολάει και μυρίζει, γ) έχουσα αιδοίο, θα έβαζε σε πειρασμό τους ιερούς άντρες. Θα ήθελα να γελάσω και να πω “δε βαριέσαι, ποιος τα γαμεί τα σύμβολα”, αλλά δεν μπορώ, το αστείο ακούγεται ως το άλλο που λέει “δεν θέλω να είμαι μέλος κλαμπ που δεν με θέλει για μέλος” (δε λέει αυτό, αν θυμάστε) και κάτι σαν “όσα δε φτάνει η αλεπού…” Και το ότι δεν μου επιτρέπεται να φτάσω τα σταφύλια δεν είναι ακριβώς ό,τι με απασχολεί. Την πρώτη Κυριακή του Αυγούστου του 2014, τα φτύνω τα σταφύλια σας. Βαρέθηκα τις ευγένειες.
Αυτός ο πάτος, αυτός ο Μισογυνισμός, ευδοκιμεί σε όλα τα εξουσιαστικά περιβάλλοντα, ιδιαίτερα δε στα θρησκευτικά. Το να εθελοτυφλεί απέναντί του μια άρρην εκπροσώπηση ενός κόμματος με αριστερές προθέσεις, και με νησίδες φεμινιστικής κριτικής, είναι το μόνο μυστήριο που πρέπει να προκαλεί δέος. Δέος και φόβο.
Και την επόμενη, επίσης. Εντάξει, δεν είναι Κυριακή, είναι Πέμπτη. Δεκαπενταύγουστος. Στο χωριό μου, στην Κρήτη, που φτάνω την ώρα της λειτουργίας. Της γιορτής του θανάτου της Γυναίκας. Αντί για ανάσταση, θάνατος. Μην αρχίσω με το θεολογικό νόημα διότι είναι σαφές. Και προφανώς, για την “γραμμή Πάμε Άθω” του ΣΥΡΙΖΑ, υπεράνω κάθε υποψίας. Διαβάζω πλέον στην Εφημερίδα των Συντακτών, για συζητήσεις με ηγούμενους με αναζητήσεις «και τη σύνδεση της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας με το χριστιανικό άγγελμα, καθώς και… την ένθεη εντέλει θέωρηση του Νίτσε» (Γιάννης Αμανατίδης, «Στιγμιότυπα από το χρονικό της επίσκεψης στον Άθω», ΕτΣ, 14-16 Αυγούστου, σ.12). Πράγματι, υπάρχει κάτι που ενώνει τις τελείες. Τόσα χρόνια στις ανθρωπιστικές σπουδές, δεν μου διέφυγε. Λέγεται Μισογυνισμός. Και ανακαλώ την απάντηση που μου έχει δοθεί ξανά και ξανά: «Ναι, αλλά αν το παρακάμψεις αυτό, υπάρχουν πολλά άλλα που…» Ναι, και αν η γιαγιά μου δεν είχε «αυτό» και είχε το «άλλο», θα είχε πάει να προσκυνήσει το Άξιον Εστί. Όμως είχε «αυτό» και έτσι δεν κρίθηκε επαρκής. Αγγλιστί αυτό λέγεται bottom line, ο πάτος του επιχειρήματος.
Αυτός ο πάτος, αυτός ο Μισογυνισμός, ευδοκιμεί σε όλα τα εξουσιαστικά περιβάλλοντα, ιδιαίτερα δε στα θρησκευτικά. Το να εθελοτυφλεί απέναντί του μια άρρενα εκπροσώπηση ενός κόμματος με αριστερές προθέσεις, και με νησίδες φεμινιστικής κριτικής, είναι το μόνο μυστήριο που πρέπει να προκαλεί δέος. Δέος και φόβο. Ο κ. Αμανατίδης είχε δίκιο να τονίσει στην ΕτΣ, ότι «η επιλογή της χρονικής στιγμής της επίσκεψης… στερεί από τον οποιοδήποτε τη σκέψη της μικροπολιτικής σκοπιμότητας». Στερεί επίσης και τη σκέψη πολιτικής στρατηγικής, κάνοντας όσες από εμάς καταφερόμαστε κατά του λαϊκισμού, που τα κακά πνεύματα έχουν κατά καιρούς διαγνώσει στην αξιωματική αντιπολίτευση, να ακουγόμαστε γελοίες. Αλλά, ανακύπτει το ερώτημα, αν δεν υπήρξε πολιτική (ας ξεχάσουμε το «μικρο-») σκοπιμότητα, τι έκαναν οι άντρες του ΣΥΡΙΖΑ εκεί που δεν μπορούν να πάνε οι γυναίκες του ΣΥΡΙΖΑ; Προς τι η προσβολή της αριστερής αιδούς;
Tην πρώτη Κυριακή του Αυγούστου μου ήταν αδύνατον να απαντήσω το παραπάνω ερώτημα. Απόμεινα να βράζω στην υγρασία και να απαριθμώ τα κλαμπ πνευματικής ζωής που θα μου έκλειναν την πόρτα στα μούτρα επειδή γεννήθηκα με ορισμένα βιολογικά χαρακτηριστικά. Ξέρετε, είναι μια περίπτωση όπου όντως αρμόζει η λέξη που έχουμε κάνει ψωμοτύρι στην Ευρώπη του 2014: φασισμός. Δεν υπάρχουν και πολλά τέτοια κλαμπ πάντως στην ίδια ήπειρο, γεγονός παρήγορο. Και για το καλό της δημοκρατίας, ας κλείσουμε και αυτά που έχουν ξεμείνει ως αίσχος του σύγχρονου πολιτισμού – δηλαδή, ας τα ανοίξουμε. Διότι όπως έχει πει και ο Γκράμσι, υπάρχει και ενός άλλου είδους επανάσταση, αυτή που δεν χρειάζεται όπλα αλλά που όμως απαιτεί επίθεση στους θεσμούς που αναπαράγουν τους κοινωνικούς αποκλεισμούς – κυρίως αυτούς που μας παρηγορούν για το χάλι του «έξω κόσμου». Βέβαια, μια τέτοια επανάσταση χρειάζεται και ιδεολογικό θάρρος.
Ευχαριστώ πάντως την άρρενα αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ, τον κ. Τσίπρα προσωπικά, και τον φωτογράφο, για το καλοδεχούμενο ξενέρωμα της πρώτης Κυριακής του μήνα. Υπήρξε αποτελεσματικό, αν και απότομο. Γενικά ωστόσο προτιμώ γι’ αυτή τη δουλειά κάτι που είναι όντως σύμβολο πολιτισμού: ασπιρίνες.