«Αμέτρητα είναι τα φτωχά παιδιά που δουλεύουν, στο σπίτι τους ή έξω, για την οικογένεια τους ή για οποιονδήποτε άλλον. Τα περισσότερα δουλεύουν παράνομα και δεν αναφέρονται καν στις στατιστικές. Και τα υπόλοιπα φτωχά παιδιά; Τα υπόλοιπα περισσεύουν. Η αγορά δεν τα χρειάζεται, δε θα τα χρειαστεί ποτέ. Δεν είναι αποδοτικά. Ποτέ δε θα είναι. Κατά την άποψη της καθεστηκυίας τάξης αυτά τα παιδιά κλέβουν τον αέρα που αναπνέουν και στη συνέχεια κλέβουν ό,τι βρουν. Το ταξίδι τους από την κούνια στον τάφο συνήθως το διακόπτει η πείνα ή οι σφαίρες». Εν προκειμένω οι σφαίρες. 38. Τουλάχιστον 38 σφαίρες άδειασαν οι αστυνομικοί της ομάδας Δίας τη νύχτα της Παρασκευής στο Πέραμα σε μια παρέα τριών άοπλων Ρομά νεαρών, εκ των οποίων οι δύο ανήλικοι. Οι συμπυκνώσεις του Εντουάρντο Γκαλεάνο στο εκπληκτικό έργο του «Ένας κόσμος ανάποδα», παρά την αριστοτεχνική λογοτεχνική μεταγραφή τους, ακριβώς επειδή αποτελούν αποστάγματα της αληθινής ζωής, αναβιώνουν διαρκώς σ’ έναν κόσμο που δεν έπαψε ποτέ να μας θυμίζει πως το πιο δομικό του υλικό είναι η ανισότητα.
Για όποιον δε φορά τις σφιχτές παρωπίδες του ρατσιστικού μίσους και της λαγνείας της εξουσίας, δε χωρά αμφιβολία πως αυτό που συνέβη στο Πέραμα ήταν ένα κρατικό έγκλημα. Τα στοιχεία είναι διαθέσιμα και μιλούν. Τρία άτομα στο ηλικιακό φάσμα της εφηβείας και της μετεφηβείας, φτωχά, Ρομά, έκλεψαν ένα αυτοκίνητο – πρόκειται για έκφανση παραβατικότητας που σε καμία περίπτωση και σε κανέναν δικαιικό κώδικα δεν επισύρει θανατική καταδίκη. Δεν σταμάτησαν σε αστυνομικό έλεγχο και τότε δικυκλιστές της ομάδας Δίας επιδόθηκαν σε μια άγρια καταδίωξη για αρκετή ώρα μέσα στον αστικό ιστό που ολοκληρώθηκε σ’ έναν καταιγισμό από σφαίρες. Τους γάζωσαν κανονικά, παρότι ήταν πιτσιρικάδες και άοπλοι. Ένας νεκρός 18χρονος, πατέρας δύο παιδιών με τη σύζυγο του να είναι έγκυος στο τρίτο τους παιδί, ένας τραυματισμένος 16χρονος και ο τρίτος ανήλικος που διέφυγε, διώκεται. Στην αρχική ανακοίνωση της Αστυνομίας αναφέρονταν πως υπάρχουν «εφτά τραυματίες αστυνομικοί». Ωστόσο, λίγη ώρα αργότερα η εφημερίδα Καθημερινή δημοσίευσε βίντεο με τις διαβιβάσεις που λέγεται ότι δεν υπάρχει τραυματίας αστυνομικός. Σύμφωνα, πάλι, με την Καθημερινή, κατά τη διάρκεια του περιστατικού ο εκφωνητής από το Κέντρο της Άμεσης Δράσης κατόπιν εντολής του προϊσταμένου της υπηρεσίας ζήτησε μέσω ασυρμάτου από τους αστυνομικούς να μη συνεχίσουν να ακολουθούν το όχημα και να διακόψουν την καταδίωξή του ώστε να μην υπάρξει κίνδυνος για τη σωματική ακεραιότητα των υπόπτων, των αστυνομικών αλλά και διερχόμενων πολιτών.
Οι αστυνομικοί υποτίθεται πως είναι εκπαιδευμένοι για να επιδεικνύουν ψυχραιμία και σύνεση ακόμα και σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες – που η συγκεκριμένη δε μπορεί καν να εννοηθεί ως τέτοια. Υποτίθεται, επίσης, πως η αρμοδιότητα τους κατά προτεραιότητα είναι η προστασία της ζωής, γιατί η ζωή είναι το ύψιστο αγαθό, όχι ένα κλεμμένο όχημα. Όλα αυτά τα «υποτίθεται» έχουν κατακρημνιστεί αρκετές φορές πάνω σε χτυπημένα, βασανισμένα, αιχμάλωτα σώματα πολιτών. Το τελευταίο συμβάν συνιστά μια αιματηρή κλιμάκωση της αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας που θα έπρεπε να προκαλεί αποτροπιασμό. Δυστυχώς όχι. Υπάρχει αποτροπιασμός. Δεν είναι, όμως, ούτε σύσσωμος, ούτε όσο βροντερός αντιστοιχεί για την περίσταση. Ας δούμε τρία παραδείγματα που έχουν ειδικό βάρος. Ο Υπουργός Ανάπτυξης και αντιπρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος, Άδωνις Γεωργιάδης, πρώτος απ’ όλους, πριν καν θαφτεί ο νεκρός, πριν καν οδηγηθούν στον ανακριτή οι συλληφθέντες αστυνομικοί, έσπευσε με ανάρτηση του να εγκωμιάσει την πράξη τους, να επικροτήσει δηλαδή τη φονική τους δράση, παρεμβαίνοντας ταυτόχρονα με κραυγαλέο τρόπο στη δικαιοσύνη. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, που δε βρήκε μισή λέξη να πει για τις 38 σφαίρες, ξεσπάθωσε χθες για τα τρικάκια που πέταξε ο Ρουβίκωνας έξω από το σπίτι της Υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως. Εάν ήταν η πρώτη μας μέρα στη γη, θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως τελικά τα τρικάκια σκοτώνουν, όχι οι σφαίρες. Το τρίτο είναι η κίνηση του αρμόδιου Υπουργού Τάκη Θεοδωρικάκου να επισκεφτεί στους εφτά συλληφθέντες αστυνομικούς στη ΓΑΔΑ, όπου κρατούνται, «για να στηρίξει ψυχικά – όπως είπε – νέους ανθρώπους που υπηρετούν στην Αστυνομία», επισφραγίζοντας τη διαδικασία της πολιτικής κάλυψης.
Η κυβέρνηση φέρει τεράστιες ευθύνες για την αποχαλίνωση του τσαμπουκά της Αστυνομίας. Πολύ μεθοδικά προέκρινε και εφάρμοσε ένα μοντέλο διακυβέρνησης θεμελιωμένο στον κρατικό αυταρχισμό, διογκώνοντας τις δυνατότητες ασυδοσίας και ακυρώνοντας στην πράξη τη λειτουργία των ελάχιστων μηχανισμών λογοδοσίας. Όταν οι άνδρες της Αστυνομίας γνωρίζουν πως μπορούν να κάνουν βασανιστήρια στο πάρκινγκ της οδού Μπουμπουλίνας, να κακοποιούν μια οικογένεια στην ταράτσα του σπιτιού της στο Κουκάκι, να σακατεύουν μια άλλη οικογένεια έξω από το σπίτι της στον Κολωνό και αντί να τους αποδοκιμάζει η πολιτική ηγεσία τους επευφημεί, είναι αναμενόμενο πως θα απενεχοποιήσουν την πώρωση της βίας. Όταν μόνο τον τελευταίο μήνα έχει γίνει τουλάχιστον τρεις φορές χρήση όπλων από τους αστυνομικούς στο πλαίσιο καταδιώξεων (στην οδό Μάρνης, στον Άγιο Παντελεήμονα, στα Τρίκαλα) και δεν κάνουν παρεμβάσεις επίπληξης και συγκράτησης οι προϊστάμενοι τους, σχεδόν νομοτελειακά θα είχαμε κάποια στιγμή νεκρό από όπλο αστυνομικού. Είναι η ίδια η πολιτική εξουσία που μπαίνει ασπίδα στην αστυνομική βαρβαρότητα και μπορεί αυτή ακριβώς η βαρβαρότητα να ενδημεί στην κρατική υπόσταση, σίγουρα, όμως, η ένταση και επαναληψιμότητα της βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με την πολιτική κάλυψη. Μ’ αυτή την έννοια, την τελευταία διετία την παρακολουθούμε άλλοτε σαστισμένες/οι, άλλοτε θυμωμένες/οι σε πλήρη ανάπτυξη.
Στην περίπτωση την εκτέλεσης του 18χρονου στο Πέραμα, η αστυνομική βία τέμνεται με τον ρατσισμό, διαμορφώνοντας μια τρομακτική συνθήκη κοινωνικής ανοχής. Ένα κομμάτι της κοινωνίας χειροκροτεί τους αστυνομικούς που σκότωσαν το παιδί, όπως χειροκροτούσε έξω από τα δικαστήρια το 2018 και τον κρεοπώλη που σκότωσε τη 13χρονη Γιαννούλα, ένα Ρομά κορίτσι, στην Άμφισσα – αποφυλακίζεται κι αυτός παρεμπιπτόντως με απόφαση του Εφετείου της Λαμίας στις 13 Οκτώβρη. Στις συμβολικές ιεραρχήσεις οι Ρομά τοποθετούνται στον πάτο της πυραμίδας, διανθίζονται με κάθε είδους υποτιμητικά στερεότυπα, πλαισιώνονται με συμφραζόμενα απειλητικότητας και μιαρότητας, αποκλείονται από μια σειρά δικαιωμάτων και δυνατοτήτων και μετά τιμωρούνται για τον αποκλεισμό που δεν επέλεξαν. Ένα κομμάτι της κοινωνίας, επίσης, διαβρωμένο συνειδησιακά μέχρι το μεδούλι από την ιδέα της ιδιοκτησίας, θεωρεί πως ένα κλεμμένο όχημα αξίζει περισσότερο από μια ανθρώπινη ζωή. Και κάπως έτσι προχωράει το βλοσυρό έργο του κοινωνικού εκφασισμού, με μίσος απέναντι στην ευαλωτότητα και υπακοή στην εξουσία.
Αλίμονο αν επικρατήσει. Αλίμονο αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη για την εν ψυχρώ εκτέλεση. Ο δρόμος προς τον όλεθρο θα στρωθεί με τα ξηλωμένα ξέφτια της δημοκρατίας.