Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ανζελίκ Κουρούνης, ποια είναι η καλύτερη αντίσταση απέναντι στη Χ.Α. και τον φασισμό;

Η σκηνοθέτρια που γνωρίσαμε από τα ντοκιμαντέρ της για τη Χρυσή Αυγή, τώρα μιλά για την τελευταία της ταινία, για τη συνεργασία με τη Μάγδα Φύσσα και για τη δημοκρατία, μεταξύ άλλων, σε μια longread συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης.

«Ποια μπορεί να είναι η αντίσταση στην άκρα δεξιά, τον φασισμό και τον ναζισμό; Η Δημοκρατία μπορεί να απαλλαγεί οριστικά από αυτές τις λαίλαπες, χωρίς να ποδοπατήσει τις αρχές της; Πώς εντέλει πρέπει να αντισταθούμε; Η απάντηση ανήκει στη δικαιοσύνη; Μπορεί να προκύψει από ένα μπαράζ των δημοκρατικών κομμάτων; Χρειάζεται ένα δημοσιογραφικό μποϊκοτάζ; Κοινωνική επαγρύπνηση; Σωστή παιδεία; Ή η αντίσταση πρέπει να είναι πιο δυναμική και μαχητική από τα παραπάνω; Η δίκη που μπορεί να συγκριθεί σε σημασία και ίσως να ξεπερνά τη δίκη της Νυρεμβέργης αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του νέου ντοκιμαντέρ.»

Με αυτές τις γραμμές ξεκινάει η σύνοψη του νέου ντοκιμαντέρ «Χρυσή Αυγή: Υπόθεση Όλων Μας», το οποίο απέσπασε τρία βραβεία στο 23ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, καθώς και διεθνή βραβεία. Πρόκειται για τη μοναδική ταινία που έγινε για τη δίκη της Χρυσής Αυγής, η οποία ακολούθησε πιστά τα τεκταινόμενα από την πολύ αρχή μέχρι και τον Οκτώβρη του 2020, οπότε και το νεοναζιστικό μόρφωμα καταδικάστηκε ως εγκληματική οργάνωση. Πριν από πέντε χρόνια, είχαμε μιλήσει ξανά με την Ανζελίκ Κουρούνης, με αφορμή το ντοκιμαντέρ που είχε δημιουργήσει τότε, με τίτλο «Χρυσή Αυγή: Προσωπική Υπόθεση». Από τότε μέχρι σήμερα την είδαμε αμέτρητες φορές στις δικαστικές αίθουσες, να παρακολουθεί στενά την ιστορική δίκη της Χρυσής Αυγής, να δίνει μάχη εντός και εκτός δικαστηρίου για να καταγράψει ό,τι μπορούσε, καθώς δεν επετράπη η οπτικοακουστική κάλυψη της πολύκροτης δίκης. 

«Το σημαντικό είναι να αντιστέκεσαι», επιδιώκει να υπογραμμίσει η δημοσιογράφος και σκηνοθέτρια, όπως αναφέρει και ο Κώστας Γαβράς στην ταινία του Amen. Στον λαιμό της, κρέμεται ένα μενταγιόν-σύμβολο του γυναικείου απελευθερωτικού κινήματος. Ήρθε στα γραφεία της Popaganda και μιλήσαμε για όλα, από τον ακτιβισμό, στον οποίο επιδόθηκε από μικρή, και τις πρώτες γκέι και λεσβιακές εφημερίδες όπου έγραφε ως κόρη μεταναστών στη Γαλλία, μέχρι την καθημερινή αντίσταση στον φασισμό, για το τί δεν θα συγχωρήσει ποτέ στον εαυτό της, πόσο ευγνώμων είναι για την εμπιστοσύνη της Μάγδας Φύσσα και για το αν θα συνεχίσει να κάνει ντοκιμαντέρ για τη Χρυσή Αυγή ή θα αλλάξει πλώρη. Στο τέλος, μας καλεί να δώσουμε το παρόν στον Αντιφασιστικό Σεπτέμβρη και «να πιούμε μια μπύρα για τον Παύλο».

Αν ήμασταν υπό κατοχή, δε θα υπήρχε ερώτηση για το τί συνιστά αντίσταση. Γιατί όταν είσαι σε κατοχή, η αντίσταση είναι με όλα τα μέσα, δεν το συζητάμε, με όλα τα μέσα! Από τον ένοπλο αγώνα ως το σαμποτάζ, ως το να πλαγιάσεις με τον εχθρό για να του πάρεις πληροφορίες, ως το να πας στο εξωτερικό και να διοργανώσεις κινητοποιήσεις, να μαζέψεις χρήματα. Εκεί, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, διότι είμαστε υπό κατοχή. Εδώ είμαστε σε δημοκρατικό καθεστώς, το οποίο βάζει κάποια όρια. Υπάρχουν νόμοι, πρέπει να είναι υποτίθεται σεβαστοί, και το γεγονός είναι ότι η Χρυσή Αυγή και κάθε Χρυσή Αυγή, δηλαδή φασιστικά ή ακροδεξιά κόμματα, τα οποία είναι η γενέτειρα των ναζιστών και των φασιστών, δεν μπαίνουν στη βουλή με πραξικοπήματα. Δεν μπαίνουν στη βουλή, όπως και είπε στην πρώτη μου ταινία ο Κασιδιάρης, με τανκς, αλλά μπαίνουν με την ψήφο του λαού, χρησιμοποιώντας τους νόμιμους θεσμούς της δημοκρατίας. Οπότε εδώ υπάρχει ένα θέμα.

Γι’ αυτόν τον λόγο, δεν θέτω το ερώτημα «αν» πρέπει να υπάρχει αντίσταση, αλλά «ποιά πρέπει να είναι η αντίσταση». Αντιστεκόμαστε, ο καθένας όπως μπορεί, η κάθε μία όπως μπορεί. Δεν είναι εύκολο για τον καθένα και την καθεμία να κατέβει σε ένοπλη πάλη ή να κατέβει στον δρόμο αν φοβάται με την καταστολή που έχουμε, αλλά μπορεί να κάνει κάτι, να πάει να μιλήσει στον γείτονά του, στη γειτόνισσά του, να πει «Γιατί ψηφίζεις αυτούς; Αυτοί έκαναν αυτό, αυτό και αυτό».

Ο καθένας, η καθεμία μπορεί με όποιες δυνατότητες και μέσα έχει να κάνει μια οποιαδήποτε αντίσταση. 

Υπάρχει ένα μουσείο στην Γαλλία, το Camp des Milles, για το οποίο έκανα πολλές αναφορές και ετοιμάζω και μια ταινία. Το μουσείο αυτό ήταν στρατόπεδο που στην αρχή απλώς μάζευε αντιφρονούντες και Εβραίους και τους κρατούσε φυλακισμένους. Μετά, άρχισε να τους στέλνει στο Άουσβιτς. Τώρα έχει γίνει ένα μουσείο στο οποίο μαθαίνουμε για την αντίσταση, ποια μπορούμε και πρέπει να είναι η αντίσταση. Ξεκοκαλίζει τον μηχανισμό για το πώς έρχεται ο φασισμός στην εξουσία και πως από την καθημερινή βρισιά «Άι μωρέ γύφτε» φτάνεις στους θαλάμους αερίου του Άουσβιτς. Εκεί, μαθαίνεις ότι η αντίσταση μπορεί να είναι από το να κρύβεις κάποιον, ως το να παίρνεις όπλα, να γράφεις άρθρα, να κάνεις διαλέξεις, να πας στο εξωτερικό και να μαζεύεις χρήματα. Ένας αστυνόμος που είναι μέσα σε χώρα υπό κατοχικό στράτευμα ή πολίτευμα, μπορεί να κλείσει τα μάτια, να γυρίσει το πρόσωπο του αλλού, όταν ο άλλος περνάει τα σύνορα ή, όπως έγινε στη Γαλλία, όταν ήξερε ότι την επόμενη μέρα θα πάνε σ’ αυτό το μέρος να μαζέψουν τους Εβραίους και τους κομμουνιστές, να πάει για μια βόλτα με το παιδί του και να πει σε έναν γνωστό του: «ωραία μέρα σήμερα για να πας στην εξοχή». Όλες οι διαταγές δεν είναι αξιοσέβαστες, παραδείγματος χάριν, το Apartheid, οι φυλετικές διακρίσεις στο Τρίτο Ράιχ κλπ, αλλά όταν είσαι δημόσιος υπάλληλος, η θέση σου είναι πιο δύσκολη, ειδικά σε κατοχή. Αλλά και πάλι, μπορείς κάτι να κάνεις και αυτό σου μαθαίνει το μουσείο.

Η αντίσταση, το σημαντικό είναι η αντίσταση

Αυτό το μουσείο, μοναδικό στον κόσμο, κάνει σεμινάρια και σε δημοσίους υπαλλήλους, επίσημα και πληρωμένα από το κράτος, για το ποια μπορεί να είναι η αντίσταση για έναν ή μία δημόσια υπάλληλο.  Και το πιο σημαντικό είναι η καθημερινότητα. 

Το να κατέβεις από έναν ταξιτζή που αρχίζει και βρίζει τους ξένους, τις γυναίκες, τους ομοφυλόφιλους, είναι αντίσταση. Χάνεις το ραντεβού σου, αλλά κατεβαίνεις. Κι άμα θέλεις, πας στην αστυνομία. Να πεις στον ταξιτζή, στον μαγαζάτορα, στην κυρία Κατίνα, «Είμαι λεσβία! Με έθιξες!». Και να μην είσαι, δε μας νοιάζει, το θέμα είναι ότι η αντίσταση είναι μια καθημερινή στάση, αλλά και πράξη. Ο αντιφασισμός δεν είναι lifestyle, όπως λέει μια αντιφασιστική ομάδα στην ταινία. Ο αντιφασισμός, όπως λέει μια κοπέλα στην ταινία, δεν είναι να είμαστε μεταξύ μας στα Εξάρχεια και να τα λέμε. Ή δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και να πας στα λημέρια των αντιπάλων, αυτό είναι ουσιαστικό πράγμα, είναι στην καθημερινότητά σου. Να μην τους αφήνεις πιθαμή χώρο. Δηλαδή, θα τα βάλεις με τη δασκάλα του παιδιού που κάνει ρατσιστικά σχόλια στο σχολείο. Θα τα βάλεις με τον γείτονα, θα τα βάλεις με οποιονδήποτε, με επιχειρήματα όμως και με εναλλακτικές προτάσεις. Αυτό είναι κάτι που υπογραμμίζει στην ταινία μας ένας Γερμανός ακτιβιστής στη Δρέσδη, το λίκνο του ναζισμού στη Γερμανία. 

 Ο αντιφασισμός δεν είναι lifestyle. Δεν είναι να είμαστε μεταξύ μας στα Εξάρχεια και να τα λέμε.

Το δημοκρατικό τείχος το διαπερνά ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής αυτών των ναζιστικών, φασιστικών και ακροδεξιών κομμάτων, η οποία έχει περάσει σε πάρα πολλά καθωσπρέπει δεξιά, χριστιανοδημοκρατικά, ακόμα και κεντρώα κόμματα. Σκάβουν τα δικαιώματα των προσφύγων, σιγά σιγά και τα δικαιώματα των γυναικών, όχι όμως ανοιχτά και απ’ ευθείας. Η κυρία Πελώνη είπε ότι θα δώσει επίδομα σε γυναίκες που κάνουν το πρώτο τους παιδί πριν τα τριάντα. Δηλαδή ή σπουδές ή παιδί, γιατί είσαι σε μια χώρα που δεν υπάρχουν υποδομές για να πας τα παιδιά. Σε μια χώρα που παραλίγο να γίνει ένα συνέδριο, το οποίο έλεγε «έχω κάνει καριέρα, αλλά δεν έκανα παιδί, έχασα τη ζωή μου;!». Ο άντρας που στέκεται σε όλο αυτό; Γιατί για να δώσει το σπέρμα του ο υποτιθέμενος πατέρας, πάει να πει ότι κι αυτός έφτασε στα σαράντα χωρίς να κάνει παιδί, αλλά δεν τον δείχνουμε με το δάχτυλο. Αυτός, αν δεν κάνει παιδί πριν τα 40 του, δεν τρέχει τίποτα.  

Ευχαρίστως να έκανα και ντοκιμαντέρ για τον φεμινισμό. Αν έχω ένα πράγμα που είναι η ταυτότητά μου, είναι αυτό, και μάλιστα από πολύ μικρή. Διότι εμένα με προωθούσαν για γάμο, με συνοικέσιο. Ό,τι είμαι, ό,τι έγινα το χρωστάω στη γαλλική παιδεία. Όλα! Γιατί εκεί το γαλλικό σύστημα δεν είναι η παπαγαλία, σε τροφοδοτούν, σε γαλουχούν με το αίσθημα της κριτικής. 

Η πρώτη εφημερίδα που έγραψα, δηλαδή που έγραψα και πληρώθηκα, ήταν εφημερίδα ομοφυλόφιλη, ανδρών, που λεγόταν Gai Pied και είχα μια στήλη εκεί. Gai pied, τι σημαίνει; Είναι ένα λογοπαίγνιο, το “gai” που πάει να πει ευτυχισμένος στα γαλλικά, αλλά σημαίνει και gay, το “pied” σημαίνει πόδι αλλά και ότι τη βρίσκω στο κρεβάτι και όχι μόνο, δηλαδή ευχαριστιέμαι σεξουαλικά. Αν περvάς καλά, λες «παίρνω το πόδι μου», ή “je prend mon pied”. Ήταν το πρώτο ομοφυλόφιλο εβδομαδιαίο περιοδικό, το οποίο ανοίχτηκε στις γυναίκες, όχι απαραιτήτως τις λεσβίες, και είχα εκεί μια στήλη για πάρα πολλά χρόνια. Ξεκίνησα να γράφω εκεί, όταν ήμουνα 18. Έγραψα και σε μια λεσβιακή εφημερίδα που λεγόταν Lesbia, ήταν το μόνο καθαρά λεσβιακό έντυπο.

Ήμουν ακτιβίστρια από μικρή. Ξεκίνησα ως ακτιβίστρια στη Διεθνή Αμνηστία από τα 13 μου. Στην προστασία των ζώων, πηγαίναμε με άλλους ακτιβιστές στο μετρό και όταν βλέπαμε μια γούνα, ρωτούσαμε την τύπισσα «Γιατί φοράς γούνα; Είναι αίμα». Πετούσαμε κόκκινη μπογιά και μετά όπου φύγει, φύγει.

«Γιατί φοράς γούνα; Είναι αίμα.»

Άρχισα τα φεμινιστικά από τα 15 μου, έδινα μάχη για την ελεύθερη πρόσβαση στην έκτρωση και την αντισύλληψη, διότι είναι καλύτερα να κάνεις αντισύλληψη, που στην Ελλάδα είναι καταστροφή η κατάσταση, και έφερνα αντισυλληπτικά εδώ, στις φίλες μου, από τη Γαλλία. Ήμουν, επίσης, πολύ χωμένη σε ότι είχε σχέση με ομοφυλοφιλία, λεσβιακά, γυναικεία δικαιώματα, το γυναικείο απελευθερωτικό κίνημα, το MLF. Μετά, ήταν το AIDS, εκεί δώσαμε μεγάλη μάχη, έχασα πολλούς φίλους και φίλες. Εγώ ξεκίνησα τη σεξουαλική μου ζωή με τον φόβο να δώσω ζωή, δηλαδή να μείνω έγκυος, και η επόμενη γενιά ξεκίνησε με τον φόβο του θανάτου. Είναι τελείως διαφορετικό το να ξεκινάς τη σεξουαλική σου ζωή με τον φόβο του θανάτου.

Φωτογραφία: Eurokinissi

Όλα ξεκίνησαν τη στιγμή που ανακάλυψα τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο σχολείο. Από τότε άρχισα να ασχολούμαι με τον φασισμό και τον ναζισμό, ήταν μια έμμονη ιδέα. Είχα δουλέψει με τους πολιτικούς κρατούμενους που είχαν μπορέσει να φύγουν απ’ τη Χιλή και είχαν έρθει στη Γαλλία. Είχε έρθει η Μερσέντες Σόσα από την Αργεντινή και τραγούδησε για εμάς. Είχαμε φέρει και ιρλανδικά συγκροτήματα, που τότε γινόταν πόλεμος, είχαμε φέρει και τους Quilapayun από τη Χιλή. Από εκεί και πέρα, η εμμονή μου ήταν με τον φασισμό. 

Ούτε με σφαίρες δεν τελειώσαμε με τον φασισμό! Δεν πρέπει να κάνουμε τέτοιο λάθος. Αυτή η δίκη ήταν η δίκη της Χρυσής Αυγής. Δεν ήταν η δίκη του φασισμού και δεν ήταν η δίκη του ναζισμού. Ούτε της ακροδεξιάς. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα, νομίζω, που λόγω του ότι στο παρελθόν υπήρχε πρόβλημα με το πολιτικό φρόνιμα και πήγαιναν οι αριστεροί φυλακή, το Σύνταγμα δεν προβλέπει την απαγόρευση ενός κόμματος, όποιο και αν είναι αυτό, ακόμα και ναζιστικό. Δεινοπάθησα να το εξηγήσω αυτό στους αρχισυντάκτες, ότι ναι μεν καταδικάστηκαν τα μέλη της Χρυσής Αυγής και θεωρήθηκε η Χρυσή Αυγή εγκληματική οργάνωση, αλλά σαν κόμμα τα γραφεία της υπάρχουν ακόμα. Αυτό ακόμα δεν το ‘χω καταλάβει. Δεδομένου ότι δεν ήταν δίκη πολιτικής σκέψης ή θεωρίας, χρησιμοποιήθηκε από τη Χρυσή Αυγή η πολιτική ως κίνητρο και σκοτώνανε. Δεν έχει ξαναγίνει σε καμία χώρα, ποτέ. 

Ούτε με σφαίρες δεν τελειώσαμε με τον φασισμό!

Γι’ αυτό και λέω ότι αυτή η δίκη είναι πιο σημαντική και από τη δίκη της Νυρεμβέργης. Διότι πρώτη φορά στον κόσμο δικάστηκε ένα κόμμα νόμιμα εκλεγμένο σε μια χώρα, εν καιρώ ειρήνης, από ένα αστικό και ποινικό δικαστήριο. Ένα κόμμα που εκλέχθηκε νόμιμα τρεις φορές και έμεινε στη βουλή επτά χρόνια, από τα οποία πολλά ήταν και τρίτη πολιτική δύναμη. Μάλιστα, το ‘15 που ξαναβγήκε στη Βουλή, ξέραμε ό,τι έκαναν, γιατί είχε ξεκινήσει η δίκη. Ξέραμε ότι είχαν σκοτώσει τον Παύλο Φύσσα, ότι είχαν κάνει δολοφονικές επιθέσεις και παρόλα αυτά ένα σεβαστό μέρος του εκλογικού σώματος τούς έστειλε πάλι στην Βουλή. Εκεί είναι η μοναδικότητα αυτής της δίκης. 

Φωτογραφία: Eurokinissi

Πρέπει να γίνει μάθημα και να διδαχτεί στις νομικές σχολές όλων των χωρών. Όχι μόνο της Ελλάδας. Έχω την εντύπωση ότι όπως και ο κόσμος στην Ελλάδα δεν αντιλήφθηκε πόσο κοντά στον γκρεμό φτάσαμε, εξίσου δεν αντιλήφθηκε πόσο σημαντική ήταν αυτή η δίκη. Είναι απίστευτα σημαντική! Δίνει ένα πολύ μεγάλο όπλο στον αντιφασιστικό αγώνα, στην Ελλάδα και στον κόσμο. Δίνει ένα πάρα πολύ μεγάλο όπλο για να γίνει αυτή η κάθαρση που δεν έγινε ποτέ, ούτε το ‘46, ούτε το ‘74. 

«Για να κάνουμε τη γιορτή της 17 Νοέμβρη, μας την έπεφταν οι γονείς, οι Χρυσαυγίτες, και δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα.»

Στη Χρυσή Αυγή διαφαίνεται καθαρά η γραμμή συνέχειας, είναι οι απόγονοι των δωσίλογων της κατοχής και των Συνταγματαρχών του ‘67, όπως το αποδεικνύουν πάρα πολύ καλά ο Ψαρράς και ο Μάρκαρης στην ταινία. Όχι μόνο δεν έγινε κάθαρση, αλλά το ‘46 οι δωσίλογοι βρέθηκαν στην κυβέρνηση. Οπότε, τώρα, έχουμε ένα θεσμικό όργανο, αυτή η απόφαση είναι ένα θεσμικό όργανο. Όταν ρώτησα φίλους και φίλες, καθηγητές και δασκάλους «Τι αλλάζει σε εσάς;», μου λένε: «Για να κάνουμε τη γιορτή της 17 Νοέμβρη, μας την έπεφταν οι γονείς, οι Χρυσαυγίτες, και δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Ήταν θέμα  πολιτικό. Τώρα μπορούμε να τους πούμε εγκληματική οργάνωση». 

Είναι ένα θεσμικό, πολύ σημαντικό, πρώτο βήμα. Εξαρθρώσαμε τη Χρυσή Αυγή, όπως την ξέραμε, με τη στρατιωτική δομή, την πυραμιδική, με τα τάγματα εφόδου. Εάν ξανάρθει στην Ελλάδα, θα αργήσει πάρα πολύ. Όταν κάναμε την τελευταία μας ταινία για την απήχηση της δίκης για την ελβετική τηλεόραση, που παίχτηκε τον Γενάρη του ‘21, πήγαμε να τραβήξουμε πλάνα στο Μοναστηράκι και μας επιτέθηκε ένας τύπος. Ήρθε κόσμος να μας βοηθήσει και είπαν: «Οι Χρυσαυγίτες είναι φυλακή, τέρμα». Δηλαδή, αυτή η δίκη είχε απήχηση και έδωσε κουράγιο και έσπασε τον φόβο του κόσμου στο δρόμο. Αυτό δεν είχε γίνει στις δύο επιθέσεις που δέχτηκε ο Θωμάς (σ.σ.: Ιακόμπι, δημοσιογράφος και συνεργάτης της Ανζελίκ) και αυτή που δέχτηκα εγώ. 

Πολλοί με κατέκριναν, διότι έπαιξα την πρώτη ταινία σε ακροδεξιά δημαρχεία στη Γαλλία. Φασιστική ακροδεξιά καθαρά. Δεν λέω, εμάς μας ευχαριστεί να προβάλλουμε την ταινία σε αντιφασιστικές δομές, μπαίνουμε αντιφασίστες στην αίθουσα, βγαίνουμε αντιφασίστες, με χειροκροτείτε, μπράβο, ωραία δε λέω. Το ουσιαστικό ποιο είναι όμως; Το ουσιαστικό είναι να πας εκεί που σκέφτονται ακριβώς το αντίθετο, να τους πεις παιδιά, υπάρχει και μια άλλη άποψη που αυτοί από την πολιτική τους τοποθέτηση ή επειδή είναι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν μια αργή σκέψη, δε θα το ψάξουν αλλού. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έβαλα τα αναγνωστέα που παραχώρησε το Omnia TV στη δεύτερη ταινία, διότι δεν πάει όλος ο κόσμος να ψάξει, να δει ποια είναι τα αναγνωστέα και τι έλεγε ο Μιχαλολιάκος. Μια ταινία όμως μπορεί να πάει κάπου που δεν πάει η πολιτική αφύπνιση και τοποθέτηση, εντάξει; Εάν πάω σε ακροδεξιές ομάδες, με ρίσκο για ‘μένα και τον Θωμά και την ομάδα μου, και έστω ένα άτομο από την αίθουσα να βγει προβληματισμένο, κερδίσαμε. Κερδίσαμε! Στην πρώτη μου ταινία είχα έναν πρώην Χρυσαυγίτη, που τώρα δίνει μάχη καθημερινά για τους μετανάστες. Κι όμως ήταν ένας πρώην χρυσαυγίτης σκληρός, στον πυρήνα, την εποχή που χτυπούσαν. 

Στην πρώτη μου ταινία είχα έναν πρώην Χρυσαυγίτη, που τώρα δίνει μάχη καθημερινά για τους μετανάστες.

Δεν περίμενα ότι θα μπει στη Βουλή η Χρυσή Αυγή και πρέπει να ομολογήσω ότι άργησα να καταλάβω. Όταν μπήκαν το ‘12 στη Βουλή, έμεινα άφωνη. Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς μια χώρα που είχε 40 Καλάβρυτα, που γνώρισε λιμό από τον φασισμό με τους Γερμανούς και τους Ιταλούς, οι δύο μαζί προκάλεσαν 300.000 νεκρούς, πώς μπόρεσαν να στείλουν στη Βουλή ναζί. Όταν έδινα ανταποκρίσεις εκείνη τη βραδιά, έλεγα ότι είναι μια ψήφος διαμαρτυρίας για τον εξευτελισμό, για την κρίση, για τη σιχασιά που αισθάνονται οι Έλληνες απέναντι στο πολιτικό τους σύστημα και τους πολιτικούς, Νέα δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ τόσα χρόνια, που τους έφεραν σ’ αυτή την κατάσταση και για την Ευρώπη που τους βάζει ταφόπλακα με τα μνημόνια. Έγιναν οι εκλογές μετά, τον Ιούνιο, και τελικά ήταν ψήφος επιλογής και είπα οκέι, ας το αφήσουμε, να περάσουν αυτές οι εκλογές για να δούμε. Στις επόμενες αναμετρήσεις ήταν πλέον ξεκάθαρο. Εκεί προβληματίστηκα πάρα πολύ. Προβληματίστηκα και με τον Τύπο εδώ, δεν καταλάβαινα που το πήγαινε, τα ‘βαλα με τον εαυτό μου πάρα πολύ, διότι δεν μπήκα έντονα στην αντίσταση. Κι ακόμα τώρα δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν μπήκα έντονα, ήμουνα πολύ πιο πολύ μπλεγμένη στα κοινωνικά, στο να επιβιώσει ο γείτονάς μου, νομίζω ότι έκανα μια λάθος επιλογή. 

Αυτό που δε θα συγχωρήσω ποτέ στον εαυτό μου είναι ότι δεν βγάλαμε αυτό που ήταν γραμμένο στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα: «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες, έξω οι ξένοι», που ήταν μπροστά στην εκκλησία. Ενώ το είχα χρησιμοποιήσει για την πρώτη μου ταινία, με ένα θύμα Ιρανικής καταγωγής που είχε χτυπηθεί και μαχαιρωθεί άγρια και έτρεμε ο άνθρωπος, όταν πήγαμε να τραβήξουμε τη σκηνή στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα και βλέπαμε τους μαυροφορεμένους τριγύρω και την αστυνομία. Δεν ξέραμε αν θα τελειώναμε την συζήτηση ή θα μας την έπεφταν, οπότε τον πήγαμε εμείς σπίτι αμέσως μετά. Δεν έκανα τίποτα, ούτε μετά. Γιατί δεν πήρα μια μπογιά να το βάψω; Κι εγώ, κι ο Θωμάς το κουβαλάμε πολύ αυτό. Από την άλλη μεριά, εγώ είμαι μια απλή πολίτης και ο Θωμάς το ίδιο. Η δημαρχία γιατί δεν το έκανε; Θα μπορούσε να πάει με συνεργείο και νομιμότητα, γιατί, πρώτα απ’ όλα είναι δημόσιος χώρος, και δε γράφεις ρατσιστικά συνθήματα σε δημόσιο χώρο. Κι όμως τρία χρόνια έμεινε αυτό. Γιατί ο παπάς της ενορίας δεν έκανε τίποτα; Aυτό το σύνθημα είναι η λέρα της Αθήνας, η ρετσινιά της, η στάμπα του ακορντεόν του Λοΐζου. Γιατί δεν έγινε ένα κίνημα πολιτών; Εντάξει, η Χρυσή Αυγή ήταν ένα 7% του εκλογικού σώματος, όμως το υπόλοιπο 93% σημαίνει ότι δεν είναι Χρυσαυγίτες. Γιατί κανένας δεν έκανε τίποτα; Ο ξένος που το βλέπει αυτό πως αισθάνεται; 

Aυτό το σύνθημα είναι η λέρα της Αθήνας, η ρετσινιά της.

Ο Τσώρτσιλ, αυτό το έκτρωμα της πολιτικής, είπε ένα πράμα, το οποίο ίσως έχει δίκιο: ότι η δημοκρατία δεν είναι τέλεια. Έχει πάρα πολλές χαραμάδες, αλλά δεν έχουμε προς το παρόν, κατά τη δική του άποψη, καλύτερο σύστημα. Βέβαια, ένας κομμουνιστής θα σου έλεγε ότι θα μπορούσαμε να έχουμε τη δικτατορία του προλεταριάτου και να έχουμε κομμουνιστικό καθεστώς. Ένας αναρχικός θα σου πει χωρίς κυβέρνηση θα πάμε μια χαρά. Δεδομένου ότι όλη η υφήλιος είναι υπό καθεστώς δημοκρατίας ή υπό καθεστώς δικτατορίας, ή τουλάχιστον σιδερένιας δημοκρατίας, θα λέγαμε ότι μπορείς να διαλέξεις να δώσεις πάλη για ένα εναλλακτικό σύστημα, αλλά αν είσαι πιο ρεαλιστής, δυστυχώς, πρέπει να κάνεις μια επιλογή για την επιβίωση. Χωρίς να παύεις να ονειρεύεσαι ένα άλλο καθεστώς και να δίνεις μάχη γι’ αυτό. 

Πιστεύω ότι οι δημαρχίες είναι πολύ πιο σημαντικές από τις κυβερνήσεις. Διότι πρώτα απ όλα, οι κυβερνητικές αποφάσεις για την οικονομία έχουν να κάνουν πια μόνο με λεπτομέρειες. Για τις γενικές γραμμές, όλα αποφασίζονται στις Βρυξέλλες. Οι δημαρχίες όμως είναι πολύ πιο ελεύθερες και πολύ πιο δίπλα στους πολίτες. Η ταινία εξηγεί πολύ καλά ότι υπάρχει ένα σύμπλεγμα δημαρχείων στην Ιταλία, την Ισπανία, την Ουγγαρία και τη Γαλλία, που δίνουν μάχη κατά της λαίλαπας του φασισμού. Υπάρχει μια μάχη, η οποία πρέπει να δοθεί για την καθημερινότητα. Εκεί συμβάλλουν οι δημαρχίες και έχουν κύριο και καίριο ρόλο σε αυτό.

Η κοινωνία άργησε, αλλά έδωσε την σωστή απάντηση. Έστω και μετά από 5μιση χρόνια. Δεν θα ξεχάσω ποτέ, ποτέ, την ημέρα της 7ης Οκτωβρίου με τη λαοθάλασσα. Πρέπει να ήμασταν πάνω από 50 χιλιάδες, δεν ξέρω αν ήμασταν και 100. Ήμουν μέσα στη δίκη για να τραβήξω πλάνα και έξω ήταν οι δυο μου οπερατέρ, ο Γιάννης Μισουρίδης και ο Χριστόφορος Γεωργούτσος, ο Διευθυντής Φωτογραφίας της ταινίας στον οποίο οφείλω την καταπληκτική σκηνή που βλέπουμε τη Μάγδα να κυνηγά τον Ρουπακιά. Αφού είχα τραβήξει όλες τις εικόνες που ήθελα να τραβήξω, πήρα τηλέφωνο τα παιδιά μου, την κολλητή μου, τον μοντέρ μου που είχε κατέβει με τα παιδιά του στο δρόμο και μετά από πολλή ώρα, μπόρεσα να αγκαλιάσω τον Θωμά. Ήταν κάτι που ήθελες να μοιραστείς με τα άτομα που αγαπάς. 

Ήταν σαν μια απελευθέρωση κατοχής, αυτή η κραυγή που βγήκε από τον κόσμο. Το πετύχαμε, γαμώτο! 7 Οκτωβρίου το πρωί δεν ξέραμε ποια θα είναι η απάντηση. Ήταν μια δικαίωση, όταν τόσα χρόνια βλέπεις τα παιδιά της πολιτικής αγωγής να δίνουν αυτή τη μάχη και μέσα και έξω από το δικαστήριο, για να αφυπνίσουν τον κόσμο, τους οφείλουμε πολλά.

Έγινε το 2020, αυτό που δεν είχε γίνει το ‘46. 

Αν δεν ήταν η Μάγδα, δεν θα είχαμε φτάσει εκεί που φτάσαμε. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας που η Ελλάδα σπάει  τα δεσμά με τον δωσιλογισμό της, με το παρελθόν της, που δεν θέλει να κοιτάξει. Έγινε το 2020, αυτό που δεν είχε γίνει το ‘46. Τώρα βέβαια, ένας ιστορικός, θα μου την πέσει, αλλά στην ουσία αυτό ήταν. Αυτό μπορεί να ανοίξει ορίζοντες στα παιδιά. Αν πας να μάθεις τι είναι η Χρυσή Αυγή, θα μάθεις τι είναι η κατοχή, τι είναι το Ολοκαύτωμα, η αντίσταση, αλλά και ο δωσιλογισμός. 

Άνοιξε ο δρόμος και δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. Ήταν ένα μάθημα Ιστορίας. 

Θα γίνει γιορτή στον Αντιφασιστικό Σεπτέμβρη, στην οποία πρέπει να είμαστε όλοι και όλες εκεί. Είναι ο πρώτος Αντιφασιστικός Σεπτέμβρης μετά τη δίκη. Οφείλουμε στον Παύλο και στη Μάγδα και σε όλα τα θύματα και στην πολιτική αγωγή, να είμαστε όλοι και όλες εκεί, για να το κάψουμε. Να πιούμε όλοι μια μπύρα για τον Παύλο. Θα είναι οδυνηρό για την Μάγδα, αλλά θα είναι πολύ πιο οδυνηρό να μην είμαστε εκεί. Αν δεν είμαστε χιλιάδες εκεί, ε, δεν αξίζουμε τα σώβρακα και τα βρακιά που φορούμε. Θα είναι απαράδεκτο, θα πει ότι δεν κερδίσαμε και ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι υπόθεση όλων μας, αυτό θα πει.

Οφείλουμε στον Παύλο και στη Μάγδα και σε όλα τα θύματα και στην πολιτική αγωγή, να είμαστε όλοι και όλες εκεί, για να το κάψουμεΝα πιούμε όλοι μια μπύρα για τον Παύλο.

Ήταν δύσκολο να γυρίσουμε τα πλάνα με τη Μάγδα, και για τις δύο. Για τη Μάγδα, διότι δεν είναι φυσικό κάποιος να ανοίγεται και να μιλάει για τόσο προσωπικά και οδυνηρά πράγματα σε μια κάμερα. Η κάμερα είναι ένα ξένο σώμα που μπαίνει σε ‘σένα. Μπαίνει στον κόσμο σου, σε πολύ δικά σου συναισθήματα. Από την άλλη, χρειάζεσαι έναν λόγο, μία συγκίνηση για να αγγίξεις τον θεατή ή τη θεάτρια. Για τη Μάγδα ήταν πολύ δύσκολο, διότι της ζήτησα να θυμηθεί τη χειρότερη μέρα της ζωής της, διότι ξαναβίωσε για άλλη μια φορά τον πόνο της, την απόγνωσή της. Δεν είμαι ούτε οικεία της, ούτε η οικογένειά της. Μπορεί να αναπτύξαμε μια σχέση, αλλά παραμένω μία ξένη. Με ποιον θέλεις να μοιραστείς τον θάνατο του γιου σου; Με κανέναν. Αυτό είναι το λογικό. Δέχτηκε, και της είμαι απίστευτα ευγνώμων. 

Και για ‘μένα ήταν πάρα πολύ δύσκολο, γιατί είχα απέναντί μου ένα άτομο το οποίο αγάπησα μέσα σε αυτά τα χρόνια. Τη θαύμασα, την σκεφτόμουν πάρα πολύ. Εγώ στη θέση της δεν θα είχα αυτό το κουράγιο. Δεν θα είχα αυτή την αξιοπρέπεια. Δεν θα είχα αυτή την υπομονή. Δεν ήθελα να την πληγώσω, δεν ήθελα. Είχα όμως την εντύπωση ότι κάνοντάς της ερωτήσεις, λέρωνα μία κατάσταση, ένα αίσθημα, αναμνήσεις. Ήμουν το εξωσωματικό αντικείμενο και οι τρεις μας, εγώ, ο Θωμάς στον ήχο κι ο Χριστόφορος στην κάμερα, είχαμε το άγχος να πάει καλά, να μην είναι τόσο οδυνηρό – που αυτό δεν μπορέσαμε να το αποφύγουμε για τη Μάγδα – αλλά και να σταθούμε στο ύψος της αξιοπρέπειάς της. Μόνο εκείνη μπορεί να πει αν αυτό έγινε. Δεν ξέρω. Εμείς κάναμε ό,τι μπορούσαμε. Δεν ξέρω αν ήταν αρκετό.

Πρέπει να αναγνωρίσουμε ένα πράγμα στη Μάγδα. Δέχτηκε να πάρει το ρίσκο, να μπει η υπόθεση του Παύλου με τις άλλες υποθέσεις, των αλιεργατών, του Σαχζάτ Λουκμάν, της επίθεσης κατά των συνδικαλιστών και όλα τα άλλα. Μόνο επειδή το δέχτηκε, μπόρεσε να γίνει μία δίκη κατά της Χρυσής Αυγής και να μπορέσει να αποδειχθεί ότι ήταν μια στρατιωτική δομή, πυραμιδική, της οποίας η ναζιστική ιδεολογία ήταν το κίνητρο για ό,τι έκανε. Το πέτυχε ο Παύλος με τη στάση που είχε την ημέρα της δολοφονίας του, διότι μαχαιρωμένος, έδειξε τον δολοφόνο του, και το πέτυχε και όλη η οικογένειά του και αυτό το οφείλουμε στη Μάγδα. Χωρίς αυτό το ρίσκο δεν θα γινόταν, δεν θα είχαμε φτάσει εκεί που φτάσαμε. Και χωρίς, βέβαια, την υπομονή και την επιμονή της πολιτικής αγωγής, αυτό να μην το ξεχνάμε ποτέ.

Παρά τη θέλησή της, η Μάγδα έγινε το σύμβολο του αντιφασιστικού αγώνα. Δεν είναι κάτι το οποίο κάποιος θέλει και μπορεί να κουβαλήσει. Δεν είναι εύκολο να βγεις μπροστά, όταν εσύ κουβαλάς κάθε μέρα την απώλεια του γιου σου και δεν γνωρίζω καμία γυναίκα να έχει τόσο μεγάλη αξιοπρέπεια και να συνδυάζει και μαχητικότητα και αγάπη. Τα έχει όλα αυτά η Μάγδα. Ήταν μια δύσκολη συνέντευξη. Μάθαμε πολλά, μάθαμε να κάνουμε υπομονή ως ομάδα. 

Αν δεν είχαμε ανεξαρτησία, δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε υπομονή και να έχουμε επιμονή τόσα χρόνια. Αυτήν την ανεξαρτησία μας την έδωσε το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, ο κόσμος που μας στήριξε τόσα χρόνια με το crowdfunding και το πρακτορείο Eurokinissi που μας έδωσε όλες τις φωτογραφίες της δίκης. Αλλά όσο σημαντική κι αν είναι αυτή η στήριξη, δεν φτάνει για να κάνεις 5μιση χρόνια γυρίσματα και μάλιστα εν μέσω κορωνοϊού, που μας έκανε τη ζωή πατίνι. Χώρια το ότι έμειναν πολλοί λογαριασμοί πίσω. Κάποτε πρέπει να πληρωθούν κι εδώ παίζει ρόλο η διανομή. Τα χρήματα δεν είναι αυτοσκοπός, είναι εργαλείο για να πετύχεις έναν σκοπό, όπως αυτήν την ταινία. Στην ουσία, είναι θαύμα που βγήκε αυτή η ταινία.

Ωστόσο, τώρα δεν έχουμε διανομέα. Δεν ξέρουμε που θα παίξει και αν θα παίξει. Έξω πάει καλά. Από τα τέλη Αυγούστου ως τον Νοέμβριο, έχουμε τουρ στην Ευρώπη, Γαλλία, Γερμανία, Ελβετία, Βέλγιο και ίσως Ιταλία και Ισπανία, αν μας αφήσει ο κορωνοϊός. Η ταινία θα παιχτεί και στο Ευρωκοινοβούλιο, μόλις μπορέσουμε, αλλά και σε πανεπιστήμια, συνδικάτα, δήμους, οργανώσεις, συλλογικότητες κλπ. Εδώ, στην Ελλάδα, τίποτα, πέρα από μία προβολή στην Πιερία και από τα Φεστιβάλ στην Αίγινα, την Ιεράπετρα και το Καστελόριζο. Στην πρώτη ταινία, υπήρχε ο φόβος. Τώρα, τι;

GOLDEN DAWN TRAILER ENG SUBS FINAL.mp4 from Angélique Kourounis on Vimeo.

Στις κοινωνίες όπου τα media είναι χειραγωγημένα ή υπό τον έλεγχο της εξουσίας, όπως στην ελληνική κοινωνία -σύμφωνα με την έκθεση του Reuters-, τα κοινωνικά δίκτυα μπορούν να σου δώσουν πρόσβαση σε μια πληροφορία που δεν υπάρχει ή δεν κυριαρχεί. Εξ ου και το αυτοκίνητο που σκότωσε έναν άνθρωπο έξω από τη Βουλ . Εξ ου και ο κάμεραμαν που ξυλοφόρτωσε έναν επιβάτη, γιατί είπε κάτι για τον σταθμό του. Ή το τι γίνεται στο Ελληνικό, με τον μεγαλύτερο ουρανοξύστη στη χώρα με τους πιο πολλούς σεισμούς. Ή στην Πάρνηθα. Ή στις Σκουριές. 

Αυτά τα μαθαίνεις στο Twitter, στο Facebook, σε διαδικτυακά μέσα όπως το δικό σας. Είναι ένα διέξοδο στο αδιέξοδο των ΜΜΕ που ελέγχονται από την εξουσία. Αλλά και τα social media τώρα διατρέχουν κίνδυνο, αν όχι χρηματικό, τότε όσον αφορά τον έλεγχο και τη λογοκρισία. Αυτό το παράθυρο προς την ελευθεροτυπία είναι σίγουρα υπό κίνδυνο, δε νομίζω ότι θα διαρκέσει.

Θα βρούμε άλλη λύση, άλλο τρόπο.

Φεύγω από τα ντοκιμαντέρ για τη Χρυσή Αυγή. Φεύγω απ’ το μίσος και τον φασισμό, υπό αυτήν τη μορφή τουλάχιστον, και συνεχίζω στο πεδίο της αντίστασης. Υιοθετώ μια άλλη οπτική γωνία, προσπαθώ να καταλάβω γιατί σε διάφορα σημεία του κόσμου, άτομα που τους χωρίζουν τα πάντα – η ιστορία, η θρησκεία, η μητέρα πατρίδα, η αλφάβητος, το παρελθόν, το πως βλέπουν το μέλλον –  αποφάσισαν να μείνουν μαζί για να δώσουν στην καθημερινότητά τους μια μάχη κατά του εθνικισμού, του φασισμού και της ακροδεξιάς που τους ωθεί να χωριστούν.

Φεύγω απ’ το μίσος και τον φασισμό.

Το πώς η μία κοινότητα, στον πόλεμο ανάμεσα στα χωριά, προστάτεψε την άλλη και μετά, εν καιρώ ειρήνης, η άλλη πλευρά προστατεύει την πλευρά πλέον σε κίνδυνο. Την ταινία αυτήν την ξεκινήσαμε το 2015, ενώ τρέχαμε την ταινία της Δίκης, αλλά είχαμε ακόμη λιγότερους πόρους, οπότε την βάλαμε λίγο στην άκρη. Τώρα την ξαναπιάνουμε. Γνωρίσαμε με τον Θωμά απίστευτο κόσμο. Που μας έβγαλε από τις εύκολες θέσεις και τις σιγουριές που είχαμε. Τα ανατρέψαμε όλα. Θέλαμε να κάνουμε την ταινία για να κάνουμε γνωστά αυτά τα άτομα. Θα βρούμε τρόπο, δεν ξέρω ποιον, αλλά θα βρούμε.

Περισσότερες πληροφορίες για το ντοκιμαντέρ «Χρυσή Αυγή: Υπόθεση Όλων Μας» θα βρείτε εδώ.
POP TODAY
LIFE
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.