Η ιστορία είναι πασίγνωστη, sos κεφάλαιο στην υλη της μυθολογίας του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου, αλλά επειδή πολλοί από τους πιτσιρικάδες που τα «σπάνε» στα γήπεδα και μοιράζουν «καρκίνους» στα σχόλια των αθλητικών sites ήταν τότε νήπια, ας την επαναλάβουμε. Φαντάζομαι δεν είναι ο πυρήνας του αναγνωστικού κοινού της Popaganda, όμως από τα κροκοδείλια α λα καρτ δάκρυα που χύνουν ακόμα και μεγαλύτεροι και «ψυχραιμότεροι» κάθε φορά που το ελληνικό ποδόσφαιρο αποδεικνύει ότι υπάρχει και πιο κάτω, φαίνεται ότι η επανάληψη όχι μόνο δεν είναι μητέρα της μάθησης αλλά ούτε καν φίλη της στο Facebook.
Το ζεστό ανοιξιάτικο απόγευμα της 11ης Μαϊου του 2003, στο γήπεδο της Ριζούπολης που χρησιμοποιούσε ως έδρα ο Ολυμπιακός (μέχρι να παραδωθεί το «ολυμπιακό στολίδι», νέο «Καραϊσκάκης»), οι αιώνιοι αντίπαλοι Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός έπαιζαν «τελικό πρωταθλήματος» την προτελευταία αγωνιστική σε συνθήκες ακραίας έντασης. Ήταν τα χρόνια που η Παράγκα vol. 1 είχε σχεδόν αυτονομηθεί εξελισσόμενη στην «εγκληματική οργάνωση» που όλοι αγαπήσαμε, ο Ολυμπιακός του Σωκράτη Κόκκαλη προερχόταν από έξι συνεχόμενα πρωταθλήματα επικράτησης σε όλα τα επίπεδα κι ο Παναθηναϊκός του Γιάννη Βαρδινογιάννη (και του Άγγελου Φιλιππίδη) έπνιγε την καλύτερη τριετία της (ευρωπαϊκής) ιστορίας του σε έναν καημό: το ελληνικό πρωτάθλημα. Θα το έπαιρνε, αν στο ματς κέρδιζε ή έφερνε ισοπαλία. Θα το διεκδικούσε σε μπαράζ, αν έχανε με ένα γκολ διαφορά. Πήγαινε, δηλαδή, για 2.5 στα 3 αποτελέσματα. Ο Ολυμπιακός κέρδισε 3-0 και πήρε το έβδομο σερί. Απόλυτα δίκαια. Σαρωτικά. Σε ένα ματς που δεν έπρεπε ποτέ να αρχίσει.
Εκείνη που νομιμοποιήθηκε στη Ριζούπολη ήταν η οργανωμένη τρομοκρατία με σκοπό την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος.
Σε ένα ματς που την αποστολή του Παναθηναϊκού υποδέχθηκε βροχή από πέτρες και η είσοδος τους στα αποδυτήρια έγινε από μια μικρή πορτίτσα στην ακατάλληλη, για τέτοιας επικινδυνότητας παιχνίδι, ιστορική έδρα του Απόλλωνα. Σε ένα ματς που μπράβοι μπούκαραν στα αποδυτηρια του Παναθηναϊκού. Σε ένα ματς που η φυσούνα παρουσίασε αδιαθεσία, δεν ανοίχτηκε ποτέ και η είσοδος των παικτών του Παναθηναϊκού στον αγωνιστικό χώρο έγινε, μετά από πολλές απόπειρες, μέσα σε χορό φωτοβολίδων από απόσταση ελάχιστων μέτρων. Σε ένα ματς, δηλαδή, που ο Παναθηναϊκός ουσιαστικά δεν έκανε προθέρμανση. Σε ένα ματς που με κάποιον μαγικό τρόπο πάνω την έξοδο των αποδυτηρίων δεν έκατσαν οι κάτοχοι των ερυθρόλευκων διαρκείας, αλλά οι εκλεκτότεροι καταδρομείς του πιο δυναμικού (sic) κομματιού της ερυθρόλευκης κερκίδας. Σε ένα ματς που στα επίσημα πανηγύριζαν, όχι ιδιαίτερα ενοχλημένοι απ’ όσα συνέβαιναν γύρω τους, πολιτικοι και μεγαλοδημοσιογράφοι, ισχυροί παράγοντες της ισχυρής «εκσυγχρονισμένης» Ελλάδας.
Η βία, φυσικά, δεν εμφανίστηκε στην Ελλάδα εκείνο το μαγιάτικο απόγευμα. Ένα χρόνο πριν είχαμε δει το λιντσάρισμα του διαιτητή Ευθυμιάδη στο κέντρο του γηπέδου της Λεωφόρου (Άγγελου Φιλιππίδη πρωτοστατούντος) μετά από ένα ακόμα επεισοδιακό ντέρμπι. Σχεδόν ανέκαθεν κάθε άνοδος του Ολυμπιακού στην Τούμπα ήταν κι ένα μικρό επεισόδιο Prison Break, οι μεράκληδες θα θυμούνται το «σφύρα το να φύγουμε» προς τον διαιτητή Παπαπέτρου στο 84ο λεπτό του ντέρμπι του 1998. Η επιστροφή Μπάγεβιτς στη Νέα Φιλαδέλφεια τον Φλεβάρη του ’97 είναι ένα ντοκιμαντέρ (και μάλιστα με σίκουελ) από μόνη της. Και η λίστα είναι φυσικά ατέλειωτη, και δεν μπορεί να βγάλει κανείς την ουρά του απέξω.
Εκείνη που νομιμοποιήθηκε στη Ριζούπολη ήταν η οργανωμένη τρομοκρατία με σκοπό την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος. Ολοκληρώθηκε το καλούπι, συμπληρώθηκε το manual με τελευταίες πινελιές όπως η μεταγενέστερη πρόσληψη του αντιστράτηγου της ελληνικής αστυνομίας και υπεύθυνου για τη διεξαγωγή εκείνου του ματς, Γιάννη Τσιρώνη, στη θέση του υπεύθυνου ασφαλείας της ΠΑΕ Ολυμπιακός. Το παράδειγμα της Ριζούπολης αποθεώθηκε από τον Τύπο και την οπαδική κοινή γνώμη. Είτε μέσω του λιβανίσματος για τον «πρόεδρο που το πήρε μόνος του το ματς» είτε μέσα από τα πρωτοσέλιδα των «διοικητικών» παναθηναϊκών εφημερίδων που έδιναν στεγνά τους παίκτες βορά στους οπαδούς που 2-3 24ωρα μετά επισκέφτηκαν την Παιανία και την έπεσαν… μέχρι και στον Βαζέχα. Μέσα σε λίγες μέρες, τα «ταμπού» έσπαγαν το ένα μετά το άλλο.
Η επιρροή και η σημασία του ντέρμπι της Ριζούπολης, δεν είναι απλά ένα οπαδικό τραύμα για όσους είμαστε Παναθηναϊκοί, αλλά αποδείχθηκε καθοριστική στα 15 χρόνια που ακολούθησαν. Όλες οι μεγάλες ομάδες (συμπεριλαμβανομένου, φυσικά, και του Παναθηναϊκού) προσπάθησαν να στήσουν «μικρές Ριζουπόλεις». Όχι μόνο στο ποδόσφαιρο. Με αεροβόλα να βγαίνουν σε κλειστό ΟΑΚΑ και Καραϊσκάκης, με την ΑΕΚ να παίρνει το κύπελλο το 2011 με επόπτες κανά δυο χιλιάδες οπαδούς της κόντρα στον Ατρόμητο που έπαιζε το ρόλο του χριστιανού στην αρένα, με την Τούμπα στα ματς με τον Ολυμπιακό να θυμίζει σταθερά Βιετνάμ (και τα ψάρια στον πάγκο των ερυθρόλευκων το 2014 ή το φετινό σκουτεράκι να είναι απλά το comic relief). Κάθε φορά, ένας «ρεπόρτερ», μια ιστοσελίδα κι ένα πρωτοσέλιδο περισσότερο για να δικαιολογεί την καφρίλα με κάποιον συμψηφισμό.
«Ή εμείς ή κανείς», το σύνθημα -με το οποίο πορεύεται ο ΠΑΟΚ φέτος- τα λέει όλα σε 4 λέξεις…
Γι’ αυτό, συμπαθάτε με, αλλά δεν έχει νόημα να διαλέγεις πλευρά στα χθεσινά καραγκιοζιλίκια. Είναι δε και βαθιά υποκριτικό να υποστηρίζεις το δίκιο της μιας ή της άλλης. Το κουτάκι μπίρα με το ρολό ταμειακής μπορεί να έχουν διαφορετικό βάρος, αλλά η εικόνα του Ίβιτς στο καροτσάκι και του ζαλισμένου (από το χτύπημα στο μάτι που… έγινε εκδορά στα χείλη) Όσκαρ Γκαρθία είναι το ίδιο τιμωρητέες. Κι εξίσου γελοίες. Κι αναξιοπρεπείς. Όπως και το παράπονο των Ολυμπιακών ότι «δεν τους ζήτησαν μια συγγνώμη», λες κι έχουν ζητήσει ποτέ συγγνώμη εκείνοι για τις επιτροπές υποδοχής στο Φάληρο και τα κατά καιρούς «μαθήματα ήθους». Όπως και η επανεμφάνιση, από εκεί που έχει παρκάρει το μέλλον του Παναθηναϊκού, του Γιάννη Αλαφούζου – άλλη μια έμπνευσή του που δεν αποθέωθηκε ακριβώς από το ελληνικό Twitter.
Ύβρις ατη νέμεσις τισις
— Yiannis Alafouzos (@Yalafouzos) 25 Φεβρουαρίου 2018
Το πρωτάθλημα του 2018, όποια κι αν είναι η απόφαση των οργάνων για τον πολυδιάστατο γόρδιο δεσμό της χθεσινής νύχτας, θα είναι ένα ακόμα που κρίθηκε στα χαρτιά. Θα έχει σκιές. Με τον διεστραμμένο τρόπο που λειτουργεί το ελληνικό ποδόσφαιρο, βέβαια, ίσως αρμόζει τελικά οι δύο ομάδες που ενδιαφέρονται τόσο πολύ για τα δικαστήρια, να το έχουν χάσει σε αυτά.