jon1

Με τη μουσική χρονιά να έχει ουσιαστικά τελειώσει και με το deadline για τις λίστες με τους καλύτερους δίσκους του 2013 να έχει παρέλθει, είμαστε σε θέση πια να γνωρίζουμε ποιους δίσκους θα τοποθετήσουμε σε περίοπτη θέση στη δισκοθήκη μας και ποιους θα παρατήσουμε για πάντα στους παλιούς σκληρούς δίσκους μας και θα διαγράψουμε απ΄τη μνήμη μας. O Jon Hopkins έχει εξασφαλίσει μια θέση στην πρώτη κατηγορία εδώ και πολλούς μήνες και δεν θα υπήρχε λόγος να προσθέσουμε κι άλλες λέξεις ενθουσιασμού αν δεν βλέπαμε πρόσφατα την ταινία How I Live Now στην οποία έχει υπογράψει τη μουσική. Αλλά ας τα πάρουμε απ΄την αρχή.

Ο Hopkins αν και δεν είναι τελείως άγνωστος και σε καμία περίπτωση αρχάριος σε αυτό που κάνει, κατάφερε φέτος να εδραιωθεί στη συνείδηση μας (σε όσους από μας τέλος πάντων δεν ενθουσιαζόμαστε με κάθε πανομοιότυπη psych rock/post punk/70s disco παραγωγή) ως ένας απ’τους πιο ξεχωριστούς ηλεκτρονικούς παραγωγούς της γενιάς του. Και δεν εννοώ να κερδίσει απλά συμπάθειες. Αυτό το είχε ήδη καταφέρει κυρίως με τη μεγάλη του συνεισφορά στο εξαιρετικό Small Craft On A Milk Sea του Brian Eno και λιγότερο με το δίσκο-συνεργασία με τον King Creosote (οι παραγωγές στους Coldplay είναι για το φαγητό στο τραπέζι και δεν χρειάζονται περαιτέρω σχόλια). Το μεγάλο του παράπονο ήταν άλλωστε ότι δεν είχε κερδίσει την προσοχή που του αξίζε. Δεν έχει άδικο αλλά ακούγοντας εκ των υστέρων το μουσικό του παρελθόν, ούτε εμείς είχαμε και πολύ άδικο. Έτσι κι αλλιώς το γεγονός ότι παρέμεινε τόσα χρόνια σε μια σχετική αφάνεια αποτέλεσε έμπνευση για το αριστουργηματικό Immunity αφού όπως έχει δηλώσει ο ίδιος είναι επηρεασμένο απ’τα μεγάλα dance festivals του ένδοξου βρετανικού παρελθόντος όπου συνήθως έπαιζε πολύ νωρίς έχοντας έτσι το χρόνο να ζήσει μαζί με τις υπόλοιπες χιλιάδες κόσμου όσα πραγματικά αξέχαστα συνέβαιναν τότε στα βουνά και τα λαγκάδια της Αγγλίας.

Γι’αυτό και ο φετινός του δίσκος αποτελεί ιδανική επιλογή αν θέλεις να περιγράψεις μια αρχετυπική νύχτα Σαββάτου. Απ’το γύρισμα του κλειδιού στην εξώπορτα του σπιτιού του στα πρώτα δευτερόλεπτα του εναρκτήριου “We Disappear” κι από κει στην κλαμπ τρέλα του “Open Eye Signal” και την αναμενόμενη έκσταση του “Collider” μέχρι την εξαντλητική επιστροφή στο σπίτι και το αναπόφευκτο come down του ομώνυμου τραγουδιού –ναι τραγουδιού μιας και εδώ υπάρχουν τα μοναδικά φωνητικά αυτής της κυκλοφορίας- ο Hopkins περιγράφει με σπάνια συναισθηματική ακρίβεια όσα συμβαίνουν ή θέλουμε κατά κάποιο τρόπο να συμβαίνουν στο πιο ιερό οχτάωρο κάθε εβδομάδας εδώ και δεκαετίες.

jon2

Οι άπειρες λεπτομέρειες των κομματιών του, ο κύριος δηλαδή λόγος που ξεχώρισε φέτος ο δίσκος του, δεν είναι όμως απλά αποτέλεσμα έμπνευσης, τεχνικής ή ιδιότυπης ευαισθησίας αλλά ένας σπάνιος προορισμός που εμφανίζεται μόνο μετά από εξαντλητική δουλειά. Οι έξι εβδομάδες που χρειάστηκε για να ολοκληρώσει το κομμάτι της χρονιάς (;) “Open Eye Signal” είναι οι κύριες υπεύθυνες γι’αυτή τη μεγάλη συνάντηση του ήχου της Border Community με το noise techno που έχει πλημμυρίσει τα αυτιά μας τα τελευταία 3 χρόνια. Χωρίς αυτό το «κέντημα» που οφείλει να κάνει περήφανο τον μέντορα του, το κομμάτι δεν θα είχε την υπέροχη παράνοια που χαράκτηρισε τελικά το 2013.

O Hopkins όμως χρωστάει πολλά παραπάνω στον Eno και δεν είναι δημοσιογραφικό κλισέ τα περί απογόνων του σπουδαίου παραγωγού-μουσικού. Για να κατανοηθεί πόσο βαθιά επηρεασμένος είναι απ’ τον Eno φτάνει να παρακολουθήσεις την εμφάνιση του στο Boiler Room όπου ακολουθώντας τα τερτίπια του «μπαμπά» ενώνει τρία KAOSS pads και αποδομεί (ίσως μέχρι ενοχλήσεως) το δίσκο του, ένα κόλπο δηλαδή που ζήλεψε απ΄ τον Eno ο οποίος έχει γράψει ολόκληρο άλμπουμ με παρόμοιο setup το 2005 (Another Day On Earth με τον Hopkins να συνεισφέρει πλήκτρα).

http://youtu.be/1t3fk4QPlD4

Βέβαια η χρονιά δεν είχε μόνο θριάμβους, αφού πρόλαβε στο ενδιάμεσο να κυκλοφορήσει μια αδιάφορη διασκευή στο “Goodbye Horses” της Q Lazarus με τη συμμετοχή του Hayden Thorpe των Wild Beasts (απ’ την άλλη, το παλαιότερο remix του στο “Two Dancers” των τελευταίων είναι άψογο), ένα αμφιβόλου ποιότητας single με τους Purity Ring για να καταλήξουμε (με 600 λέξεις καθυστέρηση) στο soundtrack της ταινίας του Κέβιν ΜακΝτόναλντ.

Το  How I Live Now είναι η ιστορία μιας έφηβης από κάποια μητρόπολη της Αμερικής που καταλήγει (χωρίς να το πολυθέλει) για τις καλοκαιρινές διακοπές στη βρετανική εξοχή παρέα με τρεις άγνωστους σε αυτήν συγγενείς. Η πρωταγωνίστρια με το πανκ παρουσιαστικό και με τις ανησυχίες που ακολουθούν τα 17 της χρόνια, δεν έχει κανένα –φαινομενικά- κοινό με τα ξαδέλφια της. Στο αμάξι ο πιτσιρικάς συγγενής της βάζει να ακούσουν Fairport Convention. Η ίδια κλείνεται στο δωμάτιό της, φοράει τα ακουστικά της και ακούει τα rrriot girl ουρλιαχτά των Deathline.

http://youtu.be/RSaxm68PPT4

Η ταινία είναι βέβαια μια πολύ μέτρια teen movie που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το ντόρο που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια με επιτυχίες όπως το Hunger Games και λοιπές ταινίες με βρικόλακες και λυκανθρώπους, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Ο Hopkins έχοντας μεγάλη εμπειρία στις κινηματογραφικές δουλειές (με διάφορα βραβεία στην πλάτη του) ντύνει ιδανικά τις σκηνές της ταινίας κάνοντας επίδειξη της κλασσικής του παιδείας (θυμίζοντας σε πολλά σημεία τη συνθετική φλέβα του Clint Mansell) αλλά προσφέροντας επίσης αρκετές αμιγώς κινηματογραφικές και πειραματικές στιγμές παρόμοιες με αυτές του Immunity ή καλύτερα παραδίδει συνθέσεις που φέρουν πια τη χαρακτηριστική του σφραγίδα, κι αυτή είναι η μεγάλη του νίκη.

Με την εμπορική δυναμική της συγκεκριμένης ταινίας, το remix του στις ευαίσθητες Daughter που ακούγεται σε καίριο σημείο του φιλμ, καθώς και την απόλυτα λειτουργική συνεργασία του με την Natasha Khan στο “Garden’s Heart” των τίτλων τέλους, ο Hopkins φαίνεται πως πέρα απ’ την καλλιτεχνική αναγνώριση που μάλλον δικαιούταν εδώ και κάποια χρόνια εξασφαλίζει ένα αρκετά μεγαλύτερο ακροατήριο. Μπορεί να μην πήρε το Mercury Prize που του άξιζε αλλά…this was a pretty good year, Jon.