Πώς επιβιώνεις ανοίγοντας ένα μπαρ σε μια πιάτσα που έχει κάνει τον κύκλο της και παίρνει την κατιούσα; Απλούστατα, προσφέρεις κάτι που δεν προσφέρει κανείς άλλος. Και το κάνεις καλά, πάρα πολύ καλά. Κι απόλυτα επαγγελματικά.
Το Gin Joint άνοιξε στην πλατεία Καρύτση, τέτοιες μέρες το 2011. Η πλατεία άρχιζε σιγά σιγά να χάνει τα νυχτερινά σκήπτρα της περιόδου 2007-2010. «Ήρθαν και το κάψιμο του Αττικόν το 2012 και επιδείνωσε την κατάσταση», λένε οι ιδιοκτήτες του. Δημήτρης Κιάκος και Χριστίνα Μοάτσου. Όμως το Gin Joint έμεινε, γιατί η πρότασή του ήταν τόσο ξεκάθαρη και ποιοτική που δεν είχε να κάνει με πιάτσες και τάσεις.
«Τζινάδικο». Το πρώτο στην Αθήνα, το πρώτο μπαρ απόλυτα εξειδικευμένο σε ένα ποτό που πάντα καταναλωνόταν, αλλά από τη δεκαετία του 2000 και μετά απέκτησε σιγά σιγά αφοσιωμένους fans και στην Αθήνα. Πολλές ετικέτες, βαθιά γνώση (αρκεί να τους ακούσει κανείς να απαντάνε σε κάθε πιθανή ερώτηση που τους κάνεις) κι εκπαίδευση του κοινού. Όχι με την μπλαζέ πόζα του μιξόλοτζιστ, αλλά με τη φροντίδα που θες να σου δείχνει ο άνθρωπος σου. Γιατί όταν πας να πιεις ένα ποτό σε μια μπάρα, αυτός που κάθεται από πίσω είναι ο άνθρωπος σου (ή γίνεται για λίγο).
Ήρθε κι η σειρά μας, ως Λατέρνατιβ, να εκπαιδευτούμε. Αδιόρθωτοι «βοτκάκηδες» («μα καλά, τι σας αρέσει τόσο στη βότκα, ότι δεν έχει γεύση;» μας ρώτησαν) και περιστασιακοί πότες τζιν αφεθήκαμε στα χέρια της ομάδας του Gin Joint που σε μια ιδιότυπη gin-ογνωσία μας αφηγήθηκε, γεμίζοντας 5 φορές τα ποτήρια μας, πώς πίνει το gin της η Αθήνα. Από τα 90s που το χαράμιζε μέχρι σήμερα που στο Gin Joint μπορείς να βρεις απίστευτα εκλεπτυσμένες γεύσεις όπως θα δείτε και παρακάτω.
Στάδιο Πρώτο: «Τα ωραία, τα πασαλιμανιώτικα»
Βρισκόμαστε πίσω στο 1990 όπου στην ελληνική αγορά υπάρχει μόνο το Gordon’s. Τότε τα πράγματα ήταν απλά. Ποτήρι σωλήνας, πάγος μέχρι πάνω (συχνά βρώμικος άρα ένοχος για μερικά απροσδόκητα μεθύσια), τζιν μέχρι εκεί που πιάνει το μάτι και το υπόλοιπο σόδα. Το αποτέλεσμα μοναδικό. Το ποτό πρέπει να πίνεται εντός δεκαλέπτου, γιατί μετά χάνεται η μπουρμπουλήθρα (βασικό χαρακτηριστικό του Gin Tonic) και μένει ένα γλυκό υγρό.
Στάδιο Δεύτερο: «Η εποχή του αγγουριού»
Αλλάζουμε δεκαετία, αιώνα και χιλιετία. Εκεί λίγο πριν τους Ολυμπιακούς της Αθήνας. Ήδη έχουν εμφανιστεί και άλλες μάρκες όπως το Hendrick’s, το Bombay Sapphire και το Tanqueray που δόξασε η μακαρίτισσα η Amy Winehouse. Οι αλλαγές όσον αφορά το Gin Tonic είναι αρκετές. Το Hendrick’s φέρνει το άρωμα του τριαντάφυλλου στη ζωή μας, προστίθεται το αγγούρι μέσα στο ποτό, το ποτήρι αλλάζει, γίνεται πιο στρογγυλό, αλλά λάθος πάγος και μέτριας ποιότητας τόνικ παραμένουν τα ίδια. Άρα, είναι μοιραία και εδώ η κατάληξη. Μετά από λίγα λεπτά η μπουρμπουλήθρα εξαφανίζεται και μένεις με νερό και ζάχαρη στο ποτήρι.
Στάδιο Τρίτο: «Η επανάσταση του καθαρού πάγου»
Ο Θάνος που μας φτιάχνει τα ποτά, κάθεται τόση ώρα σιωπηλός και μας κοιτά υποτιμητικά. Τώρα ήρθε η ώρα όμως να τα δώσει όλα. Ο Δημήτρης Κιάκος εξηγεί πια περήφανα και ο Μάκης Παπασημακόπουλος, από τους βασικούς δισκοθέτες του καταστήματος, μας παπαρίζει στην πλάτη.
Ήρθε η ώρα επιτέλους να πιούμε το Gin με Tonic που πίνει κάποιος όταν παραγγέλνει «Gin με Tonic» στο Gin Joint. Στην αρχή παγώνουν τα ποτήρια με τριμμένο πάγο. Όσο κόσμο κι αν έχουν, όσο και ανυπόμονος να είναι αυτός το κάνουν. Ο Δημήτρης μιλά για την αξία της παγομηχανής. «Πολλές φορές το ποτό μας φαίνεται κακό γιατί είναι κακός ο πάγος. Από νερό που δεν έχει φιλτραριστεί και δεν είναι καθαρό. Ο πάγος που βγαίνει από φιλτραρισμένο νερό και κρατά πιο πολύ και δεν λιώνει τόσο εύκολα. Επίσης είναι καλύτερο να χρησιμοποιείς παγωμένο τζιν.» Έτσι, παγωμένο Beefeater (στους -2 βαθμούς Κελσίου) μπαίνει στο ποτήρι από βαρέλι (ναι, όπως αυτό της μπίρας), καθαρός πάγος, αγγούρι και τόνικ.
Το αποτέλεσμα είναι θριαμβικό με την μπουρμπουλήθρα να παραμένει ζωντανή τουλάχιστον για είκοσι λεπτά. Εκεί κάπου ξεκίνησαν τα σφηνάκια. Ναι, υπάρχουν σφηνάκια από τζιν.
Εκπαιδευτικό Διάλειμμα
To gin έχει σαν βάση τον άρκευθο. Από εκεί και έπειτα ορισμένα τζιν αρωματίζονται έξτρα με τριαντάφυλλα, μπαχαρικά, φρούτα και βοτάνια.
Η χώρα καταγωγής του είναι η Ολλανδία αν και βρήκε μεγαλύτερη απήχηση στο βρετανικό νησί. Το πρώτο του όνομα ήταν τζινίβερ.
Στο Gin Joint Θα βρείτε 150 ετικέτες τζιν. Από αυτές 25 με 30 ετικέτες ανακυκλώνονται μέσα σε μια εβδομάδα.
Πλέον έχουν βγει αρκετές χώρες στο κόλπο της παραγωγής gin. Υπάρχουν και δύο ελληνικές ετικέτες: το Old Sport και το Blue Bay.
Οι δύο μεγάλοι μύθοι για το gin είναι ότι είναι το ποτό του αλκοολικού και της δίαιτας επειδή δεν έχει πολλές θερμίδες.
Ανάλογα το τζιν και το ποτήρι. Όσο πιο αρωματικό είναι gin τόσο πιο ανοιχτό ποτήρι χρειάζεται για ν’ απλώνονται οι μυρωδιές.
Υπάρχει κι ένας τρίτος. Ότι πίνεται μόνο μαζί με τόνικ.
Πάντα παγώνετε τα ποτήρια. Όσο πιο παγωμένο είναι το ποτήρι τόσο πιο πολύ κρατάει τη θερμοκρασία και τη μπουρμπουλήθρα.
Νεοκοσμικά gin: Αυτά που δεν θυμίζουν σε τίποτα τα κλασικά London Dry Gin. Tο Monkey 47, είναι premium gin από ένα πολύ μικρό αποστακτήριο που βρίσκεται στον Μέλανα Δρυμό. Ιδιοκτήτης του είναι πρώην διευθυντής μεγάλης εταιρίας επικοινωνίας που τα παράτησε να φτιάξει ένα αποστακτήριο για τζιν. Δεν θυμίζει καθόλου τζιν αφού έχει έντονο άρωμα μοσχοκάρυδου και λεβάντας. Σερβίρεται στο μικρό ποτήρι του κονιάκ.
Ακόμα το Chief Gowanus New Netherland Gin που φτιάχνεται στην Αμερική και θυμίζει αρκετά ουίσκι αφού έχει βάση τη σίκαλη και παλαιώνεται 3 μήνες σε βαρέλι. Τέλος, το βελούδο, είναι το Nolet’s Silver, που δεν χρειάζεται πολλά λόγια.
Στάδιο Τέταρτο: «Το τέλειο Gin Tonic»
Όπως καταλάβατε, έχουμε πιει ήδη αρκετά. Η συζήτηση για τις πιάτσες έχει ανάψει, για το αν υπάρχουν ανάλογα μαγαζιά για άλλα ποτά που να σέβονται τόσο πολύ την πρώτη ύλη. Ο Δημήτρης και η Χριστίνα παραδέχονται ότι έπιναν Gin από τότε που η υπόλοιπη αθηναϊκή ανθρωπότητα βρισκόταν στο «πρώτο στάδιο». Γι’ αυτό το λόγο αισθάνονται δικαιωμένοι όταν με τα πολλά δημιούργησαν το perfect gin tonic. Είναι στα όρια του κοκτέιλ. Χρησιμοποιεί την ετικέτα Miller’s και tonic Fever Tree. Εδώ χρειάζεται μια επεξήγηση.
Το Fever Tree είναι από τα καλύτερα tonic που κυκλοφορούν εκεί έξω. Πιο ακριβό από τα υπόλοιπα, σε γυάλινη συσκευασία (πάντα γυάλινο, δεν εξατμίζεται το ανθρακικό – αυτή είναι και η απάντηση γιατί τα αναψυκτικά μας φαίνονται καλύτερα στο μπουκάλι από το κουτάκι) και διαθέτει την ιδανική ισορροπία μεταξύ κινίνης και ανθρακικού. Τι σημαίνει αυτό; Ότι αφήνει χώρο στο ποτό ν΄ αναπτυχθεί. Τέλειος πάγος, κάρδαμο, lime και λίγο σέλερι μπίτερ συνοδεύουν το ποτό. Η μπουρμπουλήθρα μένει για αιώνες και η μείξη δημιουργεί έχει σαν αποτέλεσμα να έχουμε κάτι μεταξύ ποτού και δροσιστικού αφεψήματος. Αξίζει!
Στάδιο Πέμπτο: «Η Κόλαση του Gin»
Υπάρχουν ηχητικά ντοκουμέντα γεμάτα χαχανητά. Κυρίως αντρικά. Ο Θάνος ψύχραιμος ετοιμάζει τρεις διαφορετικές εκδοχές της εξέλιξης του τέλειου Gin Tonic.
Το Titonic έχει σίγουρα το πιο εντυπωσιακό όνομα. Γιγάντιο ποτήρι με δύο τεράστια παγόβουνα μέσα. To Miller’s και το Feever Tree αυτή τη φορά συνοδεύονται από μικρές φράουλες, βατόμουρα και λίγο bitter από τις ίδιες γεύσεις. Ακόμα, σε δύο κανονικά ποτήρια δοκιμάζουμε το Dirty G-T με Plymouth Gin, άλμη ελιάς και δυο ελιές από τις Ροβιές Ευβοίας. Υπάρχει κι αντίστοιχο γλυκό με δαμάσκηνο αντί για ελιά, το Gin Lovers are Better Lovers. Εδώ το Beefeater συνδυάζεται με το Monkey 47 και τόνικ. Για να μη σας μπερδεύουμε και με άλλες πληροφορίες ολόκληρος ο κατάλογος βρίσκεται εδώ. Αμήν.