Η Audre Lorde, η μαύρη λεσβία φεμινίστρια συγγραφέας και ακτιβίστρια, μιλά σε ένα φεμινιστικό συνέδριο το 1979. «Τα εργαλεία του αφέντη ποτέ δεν θα γκρεμίσουν τον οίκο του αφέντη» είναι η παραίνεση που εξέδωσε ως ένα εργαλείο για την επίτευξη κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας υγείας στις μαύρες κοινότητες.
Στο σήμερα, οι ερευνήτριες του «Κέντρου Νέων Μέσων και Φεμινιστικών Πρακτικών στον Δημόσιο Χώρο» σε συνεργασία με τις επιμελήτριες και τους επιμελητές του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης θα οδηγήσουν τους επισκέπτες/τριες στην έκθεση της συλλογής του Μουσείου και θα προσεγγίσουν το έργο συγκεκριμένων καλλιτεχνών/χνιδών αλλά και την ιστορία της σύγχρονης ελληνικής τέχνης μέσα από μια φεμινιστική ματιά.
«Βασική αφορμή για την ξενάγηση αποτέλεσε η έκδοση “Φεμινιστικές Θεωρίες, Αισθητικές Πρακτικές και Παγκοσμιοποιημένες Τεχνολογίες”, η οποία παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο κοινό. Το βιβλίο το οποίο επιμελήθηκαν η Ελπίδα Καραμπά και η Ίρις Λυκουριώτη, συνοψίζει τις ερευνητικές εργασίες του Κέντρου Νέων Μέσων και Φεμινιστικών Πρακτικών στο Δημόσιο Χώρο. Αποτελεί μια ανθολογία φεμινιστικών κειμένων που συνδέει με δημιουργικό τρόπο τον φεμινισμό, την τεχνολογία και την τέχνη, συνεισφέροντας στην σχετική ελληνική βιβλιογραφία. Η ιδέα της ξενάγησης προέκυψε ως μια εναλλακτική παρουσίαση βιβλίο», λέει η Μαριάννα Στεφανίτση.
«Στο πλαίσιο της ξενάγησης, τα κείμενα και οι έννοιες που συναντάμε στην ανθολογία γίνονται εργαλεία θέασης και ανάγνωσης για να περιηγηθούμε σε κάποια από τα έργα της μόνιμης συλλογής του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Αντιστοίχως τα έργα της συλλογής και οι ιστορίες τους είναι μια αφορμή να διερωτηθούμε για τους κυρίαρχους τρόπους ανάλυσης της τέχνης και να επιχειρήσουμε να οικειοποιηθούμε ένα λεξιλόγιο που μας επιτρέπει να σκεφτόμαστε αλλά και να πράττουμε διαφορετικά. Οι θεωρίες και οι πρακτικές που παρουσιάζονται στα κείμενα – τόσο μέσα από την ανάγνωση του βιβλίου αλλά και μέσα από την ξενάγηση – αποτελούν μια πρόσκληση να αλλάξουμε ή να διευρύνουμε τα όρια του βλέμματός μας και τους όρους της θέασης. Πώς μπορεί η φεμινιστική σκέψη να μας εμπνεύσει ώστε να ακονίσουμε τα εργαλεία μας για μια πιο ριζοσπαστική θεώρηση όχι μόνο της τέχνης αλλά και της καθημερινότητάς μας;».
«Η ιστορία είναι ένα πολιτικό διακύβευμα, μια αφήγηση που συμμετέχει στην κατασκευή υποκειμενικοτήτων και συνειδήσεων. Η εμπλοκή με την ιστορία της τέχνης -όπως για παράδειγμα αυτή διαμορφώνεται θεσμικά μέσα από μια μουσειακή συλλογή- μπορεί να αφορά διαφορετικές ιστορικοποιήσεις, αναταράξεις και επαναδιαπραγματεύσεις της μνήμης. Πώς μπορεί μια ξενάγηση στη συλλογή να φασματοποιήσει έναν διαφορετικό χώρο συλλογικών ιστοριών που να αναδεικνύει επιστροφές, επαναφορές, κενά της ιστορίας, αποσιωπήσεις και στοιχειώματα του παρόντος; Αναζητώντας τρόπους να διαβάζουμε διαφορετικά τις ιστορίες, θα επιχειρήσουμε μια διασύνδεση αισθητικών και φεμινιστικών αφηγήσεων, που σε σημεία διασταυρώνονται, σε άλλα αποκλίνουν ή και συγκρούονται μεταξύ τους. Οι αφηγήσεις αυτές κινούνται από τα εικαστικά έργα προς τα φεμινιστικά κριτικά θεωρητικά κείμενα της ανθολογίας, και αντιστρόφως, διαμέσου αυτών και παράλληλα με αυτά», συνεχίζει η Βάλια Παπαστάμου.
«Eίναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι αναδύονται συνεχώς συζητήσεις και ερωτήματα σχετικά με το φεμινισμό στη δημόσια σφαίρα. Ωστόσο το ποιός/ά επικαλείται τον φεμινισμό και για ποιό λόγο, μας βάζει σε διερώτηση για τη θέση από την οποία επιλέγουμε να μιλάμε και τους τρόπους διεκδίκησης που διαμορφώνουμε ατομικά και συλλογικά. Έχει ενδιαφέρον πάντως η αναφορά στα likes, καθώς ο ψηφιακός χώρος και οι ψηφιακές τεχνολογίες εν γένει είναι ένα σημαντικό εργαλείο για τις σύγχρονες φεμινιστικές διεκδικήσεις. Προφανώς δεν στηρίζουμε τον κλικτιβισμό [clicktivism] αλλά από την άλλη ο ψηφιακός χώρος και οι διαδικτυακές πλατφόρμες τροφοδοτούν τον φεμινιστικό λόγο και διακινούν στοιχεία φεμινιστικής αντίστασης -όπως βλέπουμε αυτό τον καιρό να συμβαίνει στο κίνημα στο Ιράν-. Προφανώς είναι λεπτές οι ισορροπίες όταν συντηρητικές φωνές και ακροδεξιά τρολς συνυπάρχουν σε αυτές τις πλατφόρμες. Όμως, όπως γράφει και η Χριστίνα Γραμματικοπούλου στο κείμενό της για την ανθολογία, η ιικότητα [virality] των κινημάτων στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι κομβική για να κατανοήσουμε πως γράφεται η σύγχρονη φεμινιστική ιστορία», σχολιάζει η Ιωάννα Ζούλη.
«Αυτό που η ιστορία του φεμινιστικού κινήματος και η φεμινιστική κριτική σκέψη και αγωνιστική δράση αναδεικνύουν είναι ο φεμινισμός ως πολιτική στάση/πράξη όπου η προσβασιμότητα είναι ένα από τα πολιτικά αιτήματα που διατυπώνονται και υλοποιούνται δημόσια στη βάση της αδιάλειπτης διεκδίκησης μιας ζωής “άξιας να βιωθεί”. Καλούμαστε να προσεγγίσουμε διαθεματικά το φεμινισμό και να εργαστούμε σχετικά με τις σύνθετες ανισότητες και τους πολλαπλούς αποκλεισμούς και διακρίσεις στους διασταυρούμενους άξονες του φύλου, της φυλής, της κοινωνικής τάξης, της σεξουαλικότητας, της αρτιμέλειας, της εθν(ικ)ότητας κλπ. Η διαθεματική προσέγγιση του φύλου αναδεικνύεται στο βιβλίο από τη θεωρητική σκέψη των συγγραφέων, στα πλαίσια για παράδειγμα της έγχρωμης κουίρ κριτικής, της μετααποικιακής κριτικής και των κριτικών σπουδών αναπηρίας. Η ξενάγηση στα έργα της συλλογής του μουσείου δίνει τη δυνατότητα να σκεφτούμε πώς εσωτερικεύονται συγκεκριμένες κυρίαρχες αναπαραστάσεις καθώς και τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να «αποταυτοποιηθούμε» από αυτές», προσθέτει η Βάλια Παπαστάμου.
Η ξενάγηση θα υιοθετήσει εναλλακτικές προσεγγίσεις σε σημαντικά έργα της συλλογής του ΕΜΣΤ και θα προτείνει να δούμε την Άσπα Στασινοπούλου, τη Νίκη Καναγκίνη, τη Nan Goldin, τον Ergün Göçen, τη Mona Hatoum ή τον Βλάση Κανιάρη, μέσα από τα κείμενα των συγγραφέων του τόμου: της Judith Butler, της Sylvia Federici, της Donna Harraway, της Sarah Ahmed, της Αθηνάς Αθανασίου, της Έλενας Τζελέπη, της Χριστίνας Γραμματικοπούλου, της Άντζελας Δημητρακάκη κ.α.