Γεννήθηκε το 1979, μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη, ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε φωτογραφία και φιλμ, ασχολείται με τις τέχνες ευρύτερα, και η δουλειά του συνδυάζει στοιχεία ιστορικής έρευνας, μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ. Η εικαστική περφόρμανς, κατάφερε να τον κερδίσει τα τελευταία χρόνια. Του αρέσει η έρευνα πάνω σε θέματα τέχνης και τεχνολογίας, ο διάλογος των γνωστικών αντικειμένων, η αλληλεπίδραση των τεχνών. Παράγει έργα που αναπτύσσουν έναν λόγο ο οποίος τοποθετεί την προαναφερθείσα έρευνα και τις πολιτικές της προεκτάσεις στο αισθητικό πεδίο. Γενικά, ο Προδρομίδης έχει μια πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση στη σύγχρονη αισθητική. Τα έργα του διαπραγματεύονται ιδέες και σκέψεις που σχετίζονται με την ευτελή γοητεία της καθημερινότητας, αλλά και πολιτικά θέματα, για τα οποία χρησιμοποιεί αυτοσχεδιαστικά και ελεύθερα βιβλία και προβοκατόρικες λέξεις προκειμένου να εκφράσει τις ανησυχίες του και τα ερεθίσματα που δέχεται από την κοινωνία.
Με αυτόν τον τρόπο χρησιμοποιεί στη τρέχουσα Μπιενάλε τους «Διαλόγους από την Αγορά Χαλκού», του Μπέρτολτ Μπρεχτ (ημιτελές έργο σε διαλεκτική μορφή, που γράφτηκε σε τέσσερις διαφορετικές εκδοχές κατά τη διάρκεια τεσσάρων χρόνων, το οποίο αναφέρεται σε κάποιον που αγόραζε μετά μανίας χάλκινα πνευστά μουσικά όργανα επειδή απλούστατα ήταν… συλλέκτης χαλκού!), ως ένα πολύσημο, ρευστό τόπο, χώρο δράσης των ηρώων του φιλμ, αλλά και των επισκεπτών της φετινής Μπιενάλε με το πέρασμα του από την θεατρική για να δημιουργήσει μια φιλμική αφήγηση στο θεατή.
Στους Εικαστικούς Διαλόγους στο Πάρκο Αναψυχής της Ακαδημίας Πλάτωνος είναι ένας εκ των σύγχρονων Ελλήνων εικαστικών, που επιλέχτηκαν για να δώσουν στην αρχαίας ελληνικής σκέψης του Κ. Π. Καβάφη νέα πνοή. Το έργο του Προδρομίδη εκεί, “Προς την Τράπεζα του Μέλλοντος” εστιάζει ιστορικότητα του διακείμενου της ποιητικής του Καβάφη, πατώντας πάνω στο πρώτο βιβλίο των Ηθικών, τη Νικομάχεια του Αριστοτέλη. Τέλος, έιναι ο σκηνογράφος της παράστασης «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ εμπνευσμένη από το ντοκιμαντέρ «Grey Gardens» των αδερφών Maysles και τα προσωπικά βιώματα των ηθοποιών, που παίζεται στο 104 – Κεντρική Σκηνή στο Γκάζι.
Αυτό που φοβόμουν πριν του στείλω τις ερωτήσεις μου ήταν πως θα ήταν εύκολο για αυτόν να με στριμώξει με την άνεση του προφορικού του λόγου και να με στίψει ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενον – βέβαια δεν έγινε κάτι τέτοιο – μου έστειλε ένα φάκελο με τις απαντήσεις και φωτογραφίες και μετά μπήκε στο τραίνο για Θεσσαλονίκη, με την ανακούφιση που σου προκαλούν εκείνοι που ταξιδεύουν διακριτικά. Κατ’ επιλογήν ή κατ’ ανάγκη.
Η τέχνη σου είναι πολιτική; Η τέχνη είναι πολιτική γιατι εμπεριέχει την αξία της ελευθερίας, απαραίτητο συστατικό του πολιτικού όντος.
Για ποιο κοινό κάνεις τέχνη; Για τον καθένα και την καθεμία, η τέχνη έχει την ευχέρεια να απευθύνεται προς τον καθένα ως μια μοναδικότητα.
Πώς θα περιέγραφες την έκθεση της Μπιενάλε; Ποιες είναι οι προσδοκίες σoυ από την έκθεση; Η φετινή Μπιενάλε της Αθήνας αντιμετώπισε με τόλμη και το Πρώην Χρηματιστήριο Αθηνών στην Σοφοκλέους και την προσπάθεια δημιουργίας ενός γεγονότος μέσα από μια πολυσυλλεκτική δομή. Η βασική μου προσδοκία είναι να έρθει πιο κοντά το αθηναϊκό κοινό με τις διαδικασίες και ευκαιρίες που δίνει η επαφή με την τέχνη.
Το έργο σου στη φετινή Μπιενάλε αφορά το σύγχρονο πολιτικό και οικονομικό γίγνεσθαι, και τολμά να ανεμετρηθεί με την πρόσφατη ιστορία. Τολμήσαμε μέσα από μια ομαδική προσπάθεια που εμπεριείχε όλους τους συνεργάτες μου με ξεχωριστό τρόπο, να παράγουμε ένα έργο ικανό να τεθεί σε ένα ιστορικό πλαίσιο. Προσαρμόσαμε λοιπόν μια διασκευή του έργου του Μπέρτολτ Μπρεχτ “Διάλογοι από την Αγορά Χαλκού” και μεταφέραμε το πειραματικό μουσικό κομμάτι της Άν Κλαρκ “Our Darkness” σε δύο βασικούς χώρους, τον πολιτικό και τον χρηματο-οικονομικό μέσω γυρισμάτων στο κεντρικό κτίριο στον Περισσό του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας και στα 3 κτίρια στα οποία έχει “κατοικήσει” ως θεσμός το Χρηματιστήριο της Αθήνας.
Τα έργα σου έχουν ως πάντα αφετηρία το μπρεχτικό θέατρο; Το θέατρο και η θεώρηση της σχέσης μεταξύ τέχνης και κοινωνίας του Μπρεχτ έχει μεταμορφώσει τις φόρμες και τις αναζητήσεις ενός πολύ μεγάλου κομματιού της πολιτιστικής δημιουργίας. Αναπόφευκτα επηρεασμένος από το έργο του, ο Μπρεχτ αποτελεί μια από τις αφετηρίες της διαλεκτικής επεξεργασίας που προηγείται της παραγωγής ενός έργου.
Θα μπορούσα να πω ότι οι ανατρεπτικές ιδέες σου ευθυγραμμίζονται με τον τρόπο ζωής σου. Πόσο πιστεύεις ότι αυτές σου οι επιλογές επηρεάζουν κάθε φορά το έργο σου; Το έργο έχει πάντα άμεση σχέση με τα βιώματα του δημιουργού και ως έναν από τους βασικούς σκοπούς του την ανάπτυξη μια βιωματικής σχέσης με τον θεατή του.
Πώς σου φαίνεται η σύγχρονη ελληνική εικαστική παραγωγή; Ότι εμπεριέχει τις δυνατότητες για την παραγωγή έργων παγκόσμιας σημασίας και πρωτοποριακής ευαισθησίας. Αυτό που πιστεύω ότι θα πρέπει να αναπτυχθεί και θεσμικά και σε προσωπικό επίπεδο είναι η εξωστρέφεια της πολιτιστικής παραγωγής, και παρατηρώντας τις επιτυχημένες προσπάθειες προσφάτως τόσο στον κινηματογράφο όσο και στο θέατρο και στον χορό, θεωρώ ότι είναι εφικτή.
Ποιους καλλιτέχνες (ξένους κι Έλληνες) θεωρείς επίκαιρους και σ’ αρέσει πολύ το έργο τους; Ανάμεσα σε άλλους και όπως συνειρμικά μου έρχονται σήμερα μπροστά στο πληκτρολόγιο, οι Fischli and Weiss, Bruce Nauman, William Forsythe, Xavier LeRoy, Omer Fast, Kirschner and Panos, Jean Luc Godard, Pierre Huyghe, Harun Farocki, Blitz Theatre Group, Steve McQueen, Mark Leckey, Rosa Barba και άλλοι.
Στις εκθέσεις πρέπει να υποφέρει κανείς, με κάποια έννοια, ή πρέπει να είναι μία εμπειρία ευχάριστη εξ’ ορισμού; Συνεχίζοντας από τις παραπάνω απαντήσεις, θεωρώ ότι ακριβώς αυτή η ευχέρεια της τέχνης να δημιουργεί το πεδίο της μοναδικότητας, της ιδιαιτερότητας και συνεπώς της ελευθερίας για τον θεατή του έργου τέχνης, επιτρέπει στον θεατή λοιπόν να εισαγάγει στην διαδικασία βιώματος μίας έκθεσης τα αισθήματα τα οποία θεωρεί απαραίτητα για αυτή την βιωματική εμπειρία.
Πόσο σημαντική είναι η τέχνη στο δημόσιο χώρο; Όσο σημαντικός είναι και ο δημόσιος χώρος για την τέχνη.
Τι γνώμη έχεις για τις πρόσφατες αντιδράσεις για τους στίχους του Καβάφη που δίνουν ρυθμό στη πόλη μας; Γενικά σου αρέσει ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνείται ο πολιτισμός στις μέρες μας και το πως έρχεται ο πολίτης σε επαφή με την κάθε πολιτιστική δημιουργία; Δεν είναι θέμα αρεσκείας, είναι κομμάτι του πως επικοινωνείται οποιαδήποτε πληροφορία στην εποχή μας. Μέσα λοιπόν σε αυτή την πολυμορφική επικοινωνιακή ατμοσφαίρα, εμπεριέχονται και πολλές φόρμες και τρόποι αναπαράστασης της πολιτιστικής δημιουργίας. Προσωπικά με ενδιαφέρει περισσότερο η ίδια η σχέση μεταξύ της δημιουργίας και της άμεσης εμπειρίας της.
Ποιά είναι εκείνα τα συστατικά που κάνουν ένα άνθρωπο καλλιτέχνη; Η αφοσίωση στην διαδικασία του να παράγεις έργο.
Πάντα μας απασχολούν τα διάφορα πρόσωπα που κουβαλάμε. Yπήρξαν πρόσωπα ή γεγονότα που σε βοήθησαν να ανακαλύψεις τί συνθέτει το δικό σου πρόσωπο; Ναι, βεβαίως. Η οικογένεια μου, η πρώτη φορά που πήγα στην Μπιενάλε της Βενετίας, η αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς του αριστερού ματιού μου, οι καθηγητές και συμφοιτητές μου στις σχολές που φοίτησα, οι φίλοι μου και κάθε φορά οι συνεργάτες μου και το συνεργείο μου.
Πότε πιάνεις τον εαυτό σου να παίζει με το φως, να φτιάχνει εικόνες και ατμόσφαιρες; Ο ρόλος του εικαστικού ή αυτού του κινηματογραφιστή/σκηνοθέτη βρίσκεται πιο κοντά στην δική σου ιδιοσυγκρασία; Πιάνω το εαυτό μου να παίζει πάντα με το φως, είναι αναπόφευκτο. Ο ένας ρόλος εμπεριέχει τον άλλον, δεν τους διαχωρίζω παρα μόνο ιστορικά και θεωρητικά ώστε να μπορώ να τους επαναπροσδιορίσω.
Ποια αρετή εκτιμάς περισσότερο στους ανθρώπους; Την μελέτη, την οποία στα Ηθικά Νικομάχεια αποκαλεί ο Αριστοτέλης θεωρείν, δηλαδή «ενατένιση».
Αισθάνεσαι ευτυχισμένος αυτή τη περίοδο; Ναι.