Suburra / Υπόγεια Πόλη (3,5/5)
Αστυνομικό δράμα βραβευμένο με πέντε βραβεία David di Donatello, σε σκηνοθεσία του Stefano Sollima και σενάριο των Sandro Petraglia και Stefano Rulli (απ’ το βιβλίο των (Giancarlo De Cataldo και Carlo Bonini), με τους Pierfrancesco Favino, Alessandro Borghi, Greta Scarano κ.ά., διάρκειας 170 λεπτών, σε διανομή της StraDa Films
Στη Ρώμη του 2011, ένα τυχαίο περιστατικό ανάμεσα σε διόλου τυχαίους ανθρώπους πυροδοτεί μια σειρά εξελίξεων που απειλούν να πνίξουν την Αιώνια Πόλη στο αιώνια υφέρπον χάος της βίας και της παρακμής.
https://www.youtube.com/watch?v=RQShdDl7lRo
Τον Νοέμβριο του 2011, κι ενώ η Ρώμη ταλανιζόταν από καταρρακτώδεις βροχές που ανέβαζαν τη στάθμη του Τίβερη σε επικίνδυνα επίπεδα, ο Πάπας Βενεδίκτος ο XVI αποφάσιζε να παραδώσει τη μίτρα του Ποντίφικα. Η στιγμή της εξομολόγησής του στον πιστό του βοηθό, λειτουργεί ως στιγμή έναρξης μιας αντίστροφης μέτρησης για την Αποκάλυψη, σ’ αυτό το περίτεχνο οικοδόμημα του Stefano Sollima, ένα καθαρόαιμο γκανγκστερικό έπος που μπλέκει την κοινωνική σάτιρα, τον πολιτικό καυτηριασμό και τη μεταφυσική υποβλητικότητα, με την σφιχτή αστυνομική πλοκή μιας κινηματογραφικής παράδοσης της οποίας το νήμα οι Ιταλοί έχασαν πίσω στη δεκαετία του ’70. Για καλή τους τύχη, τον μίτο ξαναπιάνει ο σκηνοθέτης της τηλεοπτικής Gomorrah, μιας σειράς που επαναπροσδιόρισε το δυναμικό ενός κοιμισμένου γίγαντα στην πυκνή, στιβαρή και άγρια δραματουργική αφήγηση, συντονίζοντας μαεστρικά, στη δεύτερη κινηματογραφική του δουλειά, ένα γαϊτανάκι παράλληλων ιστοριών, που μπλέκονται σε δαιμονισμένο χορό γύρω από την ανάγκη του καθενός να βρει λίγο φως να ζήσει κάτω απ’ τα μαύρα σύννεφα της ηθικής παρακμής και της οικονομικής κατάρρευσης που σκεπάζει σα θυμωμένος ουρανός μια μονίμως βροχερή Ρώμη στα πρόθυρα της μεταφυσικής και ρεαλιστικής Αποκάλυψης.
Συνθέτοντας την όψη της Αιώνιας Πόλης ως έναν βόρβορο διαφθοράς και παρακμής, όπου στη σκιά του Κολοσαίου, τα πάντα –από τις πολιτικές ψήφους μέχρι τις παπικές ευλογίες- αγοράζονται και πωλούνται σε ολιγόλεπτες συναντήσεις με τους κατάλληλους ανθρώπους και τις κατάλληλες τιμές, κι όπου η ανθρώπινη ζωή αξίζει τόσο όσο το πρόβλημα που θα λυθεί με τον τερματισμό της, ο Sollima ηλεκτρίζει την ατμόσφαιρά του μια αίσθηση μετά βίας ελεγχόμενου κι ολοένα απειλητικότερου επερχόμενου χάους. Και καθηλώνει με την τριζάτη αισθητική και την τολμηρή αφηγηματική φιλοδοξία του, σ’ ένα γκανγκστερικό θρίλερ που ζει κι ανασαίνει μέσα σε, αλλά και γύρω από τα εμβληματικότερα δείγματα του είδους, αποτελώντας κομμάτι αλλά και συνέχειά τους με τον ίδιο τρόπο που το The Wire επαναπροσέγγισε κι αναγέννησε το είδους του αμερικανικού νεονουάρ πριν από λίγα χρόνια.
Σε μια κοινωνία απόλυτα παραδομένη στην υπέροχη υπεροχή της ατιμωρισίας, σε μια χώρα της οποίας το οργανωμένο έγκλημα φοράει τα ίδια κοστούμια με τους εκλεγμένους ηγέτες της, κι όπου κάθε αίσθημα δικαίου σαπίζει κάτω απ’ την τοξική ευδαιμονία του Bunga Bunga, το σενάριο των Petraglia και Rulli επιχειρεί να σκιαγραφήσει την αλληλουχία της συνενοχής, που οδηγεί στη σταδιακή διάβρωση κάθε είδους αρετής. Η επεισοδιακή αφήγηση όμως, με το ελλειμματικό κέντρο βάρους που δυσκολεύεται να εντοπίσει και να αναδείξει το φιλότιμο, ρυθμικό και εμπνευσμένο μοντάζ, υπογραμμίζει την τηλεοπτική αφετηρία του σκηνοθέτη (αν όχι και του project ολόκληρου, που λειτουργεί εν μέρει ως πιλότος της επερχόμενης 10-ωρης ομότιτλης τηλεοπτικής σειράς). Παρ’ όλα αυτά, το φιλμ του Sollima ξεπερνά τα εγγενή προβλήματα των αφηγηματικών φιλοδοξιών του, χάρη στην ενστικτώδικη ευστροφία με την οποία ο Ιταλός διατηρεί τις δραματουργικές του ισορροπίες, αλλά και χάρη στην σκηνοθετική νηφαλιότητα με την οποία διαχειρίζεται την έμφυτη βία του genre που υπηρετεί, για να υπογραμμίσει τη θέση της στην πραγματικότητα από την οποία πηγάζει η μυθοπλασία του: μια πραγματικότητα όπου η βία δεν ασκείται στ’ αλήθεια με το σπαθί και το μπαρούτι, αλλά με την πολιτική και οικονομική εξουσία.
Amerika Square (2,5/5)
Κοινωνικό δράμα βραβευμένο από την FIPRESCI στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και με βραβείο Καλύτερου Μοντάζ από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Σακαρίδη και σενάριο του ιδίου και των Βαγγέλη Μουρίκη και Γιάννη Τσίρμπα, με τους Γιάννη Στάνκογλου, Μάκη Παπαδημητρίου, Ξένια Ντάνια κ.ά., διάρκειας 86 λεπτών, σε διανομή της Feelgood Entertainment
Τατουατζής στην Πλατεία Αμερικής βρίσκεται στο επίκεντρο κυκλώματος λαθραίας μετακίνησης μεταναστών, την ώρα που ο κολλητός του απ’ το σχολείο μετατρέπεται σε ανθρωπόμορφο ξενοφοβικό κτήνος.
https://www.youtube.com/watch?v=goJzKqpAdEk
Με επείγουσα κινηματογράφηση, που σε πιάνει απ’ τα μούτρα και σε πετάει κατευθείαν στην πλοκή, η ταινία του Γιάννη Σακαρίδη περιστρέφεται γύρω από μια τριπλέτα χαρακτήρων που καθρεφτίζουν τρεις όψεις του μεταναστευτικού (ο νωθρός, μπανάλ ξενοφοβικός, ο ανεκτικός αντισυμβατικός νοικοκυραίος, κι ο οξύνους αλλά απελπισμένος πρόσφυγας), κι οι οποίοι γίνονται κουβάρι χάρη στα μαύρα σαν τη νύχτα μάτια, και τον ανόθευτο μαγνητικό ερωτισμό μιας Αφρικάνας femme fatale, σε μια μοντέρνα, φιλόδοξη, αλλά εν τέλει περιορισμένης οξύτητας εκδοχή της Casablanca. Παρά τις εξαιρετικές ερμηνείες των τριών του κεντρικών πρωταγωνιστών (χαρακτηριστικά ευλύγιστος ο Μάκης Παπαδημητρίου, στιβαρός αλλά χωρίς εκπλήξεις ο Γιάννης Στάνκογλου, αξιόπιστα εξαιρετικός ο Βασίλης Κουκαλάνι), και την δροσερή αγνότητα που εκπέμπει το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου (γοητευτικά μινιμαλιστική, και βελούδινη σαν τη φωνή της η τζαζίστρια Ξένια Ντάνια), και παρά την προσπάθεια του Σακαρίδη να δείξει τα πολιτικά δόντια που (κατά δήλωσή του) είχε κρύψει στην προηγούμενη ταινία του, το σενάριο που συνυπογράφει ο σκηνοθέτης με τον Βαγγέλη Μουρίκη, βασίζει την πλοκή του ενοχλητικά πολύ στο παιχνίδι των συμπτώσεων, κι αυτό πάντα κοστίζει πόντους στην αληθοφάνεια της μυθοπλασίας. Οι απώλειες θα μπορούσαν να είναι βέβαια αμελητέες, αν παράλληλα η ταινία δεν υπέφερε απ’ τις ανεπαρκείς αποδόσεις των παράπλευρων ερμηνευτών του, την κατάτι αφελή και άτολμη κοινωνικοπολιτική φόρτιση του σεναρίου του, και κυρίως απ’ την σταθερή ροπή του σκηνοθέτη στο μελό. Παρά την εμπειρία του στο μοντάζ, ο Σακαρίδης δυσκολεύεται να διατηρήσει σταθερό τον σπιντάτο του ρυθμό, πράγμα που επιδεινώνεται απ’ το γεγονός ότι ακόμη κι οι πιο αποδραματοποιημένες του σκηνές, βγαίνουν συνήθως φάλτσες. Προσφέρει ωστόσο, με σύγχρονη κι ευκολοχώνευτη αισθητική, μερικές πολύ εύστοχες, διαφωτιστικές και καίριες –αν και κατάτι συνωμοσιολογικές από κάποιο σημείο κι έπειτα- οπτικές στην μπίζνα της διακίνησης. Και βέβαια, ένα γλυκύτατο, όσο και σαγηνευτικά μοιραίο love story.
Juste la Fin du Monde (It’s Only the End of the World) / Ακριβώς το Τέλος του Κόσμου (2/5)
Οικογενειακό δράμα υποψήφιο για Χρυσό Φοίνικα και βραβευμένο με το Μέγα Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Κανών, σε σκηνοθεσία και σενάριο του Xavier Dolan (από το θεατρικό του Jean-Luc Lagarce), με τους Gaspard Ulliel, Nathalie Baye, Lea Seydoux, Vincent Cassel και Marion Cotillard, διάρκειας 97 λεπτών, σε διανομή της Seven Films
Αποξενωμένος γιος φωνακλάδικης οικογένειας επιστρέφει μετά από χρόνια απουσίας στο σπίτι για να ανακοινώσει στους «δικούς του» ότι πεθαίνει.
https://www.youtube.com/watch?v=X_j06YEeh28&feature=youtu.be
Ένας απ’ τους πιο αμφιλεγόμενους σκηνοθέτες των τελευταίων ετών, αναμφίβολα όμως κι ένας απ’ τους πιο ταλαντούχους νεαρούς δημιουργούς των εποχών μας, μετά το πρώτο του περασμα απ’ τα τσικό των Κανών στο Επίσημο Διαγωνιστικό με το Mommy (που μοιράστηκε το βραβείο της επιτροπής με τον Αποχαιρετισμό στη Γλώσσα / Adieu au Language του Jean Luc Goddard), ο Xavier Dolan επέστρεψε στην Κρουαζέτ με κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η πιο ώριμη, αλλά και πιο ανώριμη δουλειά της καριέρας του συγχρόνως: επιλέγοντας να διαχειριστεί ένα θέμα πλούσιο σε αφορμές για μελό παραστρατήματα με ζηλευτή, άξια να διδάσκεται διακριτικότητα, ο Dolan χτίζει και σερβίρει τη δραματουργία του με σπάνια, στα όρια της κρυπτικότητας αφηγηματική οικονομία, εξορίζοντας κάθε υπόνοια συναισθηματικής εκμετάλλευσης και χειραγώγησης απ’ το αφαιρετικό σενάριό του, σε ένα οικογενειακό δράμα άγριο, οδυνηρό, αλύπητο και εξοργιστικό, αλλά ταυτόχρονα ανατριχιαστικά οικείο, που φτάνει στον πυρήνα της έννοιας της συναισθηματικής βίας όχι με αυτά που λέει και δείχνει, αλλά μ’ αυτά που αφήνει απ’ έξω.
Ταυτόχρονα όμως, η απελπισμένη προσπάθεια του νεαρού Καναδού να κρύψει από την οθόνη τις θεατρικές καταβολές της ταινίας του, πνίγοντας τα πρόσωπα των ηρώων του σε ασφυκτικά κοντινά πλάνα, που αφήνουν εκτός δράσης οτιδήποτε άλλο εκτός από τους ίδιους και τις κραυγές τους, καταλήγει να ακυρώνει το θεμιτό της έμπνευσής του μέσα από την εξάντληση που προκαλεί η βερμπαλιστική, κι εν τέλει επιφανειακή εφαρμογή της. Σ’ αυτό πολύ απαιτητικό (για τον θεατή, αλλά ακόμη περισσότερο για τους ερμηνευτές του) περιβάλλον, ο Dolan αδυνατεί να εντοπίσει την συναισθηματική ειλικρίνεια που είχε κάνει τις προηγούμενες δουλειές του εθιστικά κι επώδυνα instant darlings θεατών και κριτικών εξίσου, ενώ παράλληλα η αναπάντεχη όσο κι ανυπόφορη κοντοφθαλμία που επιδεικνύει ο διοπτροφόρος σκηνοθέτης στο να προχωρήσει έστω και πόντο παρακάτω απ’ το να περιγράψει με χειρουργική ακρίβεια την αναμφίβολα δυσλειτουργική φύση μιας αναμφίβολα δυσλειτουργικής οικογένειας, δείχνει πως ο Dolan έχει ξεχάσει τον βασικότερο κανόνα της βιβλιογραφίας της δυστυχίας: κάθε δυστυχισμένη οικογένεια, είναι μεν δυστυχισμένη προφανώς, είναι όμως και δυστυχισμένη με τον δικό της τρόπο. Και στο σινεμά, ως γνωστόν, δεν είναι το αποτέλεσμα μόνο που μετράει, αλλά κι ο τρόπος.
Nerve / Θάρρος ή Αλήθεια (2/5)
Περιπετειώδες θρίλερ σε σκηνοθεσία των Henry Joost και Ariel Schulman και σενάριο της Jessica Sharzer (απ’ το βιβλίο της Jeanne Ryan), με τους Emma Roberts, Dave Franco, Emily Maede, διάρκειας 96 λεπτών, παραγωγής 2016 σε διανομή της Spentzos Film
Πιτσιρίκα με όλο το μέλλον της μπροστά, και μια πηγαία αδιαφορία για τις μικρότητες των εφηβικών διαγωνισμών δημοφιλίας, κολλάει άσχημα όταν δοκιμάζει το νέο κοινωνικό δίκτυο του τίτλου, που χωρίζει τους χρήστες του σ’ αυτούς που εκτελούν ριψοκίνδυνες αποστολές, και σ’ αυτούς που πληρώνουν για να τις παραγγέλνουν και να παρακολουθούν τους άλλους να ξεφτιλίζονται.
https://www.youtube.com/watch?v=yo6UjVFw_Fg
Μπορεί να ακούγεται σαν το Jackass να συναντά το Snapchat σε ένα εφηβικό ντελίριο ανασφάλειας κι ωραιοπάθειας, όμως ετούτη εδώ η νέα προσπάθεια των δημιουργών του Catfish, να εντοπίσουν το σημείο τομής του σκοτεινού ιστού με την καθημερινή αφέλεια, είναι αρκετά περισσότερα από άλλη μία τεχνοφοβική αρπαχτή τύπου Chatroom και Feardotcom. Όχι ότι δεν έχει την τεχνοφοβία να κυλάει στο αίμα του, και μπόλικη από δαύτη μάλιστα, όμως το Nerve των Hoost και Schulman, χάρη κυρίως στην ευθύβολη γραφή του σεναρίου της Sharzer (με εμπειρία δυνατή στο American Horror Story παρακαλώ), καταφέρνει να υπερβεί την ευκολία του να τα φορτώσει όλα στους πιτσιρικάδες, που δεν ξέρουνε να σκέφτονται τι πρέπει να φοβούνται, κι αντ’ αυτού στρέφει φακό σ’ εκείνο το γλυκό σημείο, όπου η κουλτούρα των celebrity περνά από τα μαγικά παραμύθια των γυαλιστερών εξώφυλλων, στην καθημερινότητα της εύθραυστης εφηβικής ψυχής.
Το ζούμε βέβαια γύρω μας αυτό, κι όλους μας δελεάζει, περσόνες της στιγμής στα social media, που όλο μοστράρουνε μια λάμψη ηδυπαθή, ηλεκτρισμένη απ’ την ενέργεια ενός ανθρώπου που η ζωή του αποτελείται από συνεχόμενα cocktail party, να σε κοιτούν και να γελούν, κι όλο να σε ρωτάνει: Θα είσαι μόνο θεατής, ή θες να συμμετάσχεις; Χάρη σ’ αυτά τα social media, η ηδυπάθεια μεταμορφώνεται από ξένο γνώρισμα σε κτήμα, σαν να περνά από μαγικό καθρέφτη: μία λεπτή διαπερατή μεμβράνη, μέσα από την οποία η ακόρεστη ανάγκη για τη μέγιστη αναγνώριση με την ελάχιστη προσπάθεια, περνάει τα κοκκαλιάρικα χεράκια της και σε αρπάζει απ’ το λαιμό να σε τραβήξει μέσα. Κι εσύ γλυκά αφήνεσαι και γίνεσαι κομμάτι της, σαν άλογο σε ιππόδρομο να τρέχει για το λάικ, την ώρα που ο κόσμος στις εξέδρες αλυχτάει. Το σχήμα του προβλήματος σκιαγραφούν με ευκρίνεια οι δύο σκηνοθέτες, που είναι προικισμένοι βέβαια με δυο φρεσκότατα κι υπέρλαμπρα ταλέντα στην αφίσα, θα ‘καναν όμως και καλύτερη δουλειά, αν είχαν ένα budget να πληρώσουν έναν άνθρωπο για να τους σχεδιάσει λίγο internet.
Επίσης στις αίθουσες:
Ευτυχία / Bliss
Νεαρή κοπέλα μόνη, φλιπάρει όταν άγνωστος αρχίζει να τις αφήνει post-it με αντίστροφη μέτρηση. Δραματικό θρίλερ σε σκηνοθεσία και σενάριο Χρήστου Πυθαρά, με τους Ξανθή Σπανού, Θέμις Μπαζάκα, Δημήτρη Αλεξανδρή κ.ά., διάρκειας 80 λεπτών
Kalandar Sogugu (Cold of Kalandar) / Το Κρύο της Τραπεζούντας
Εξαθλιωμένος φουκαράς στα βουνά της Τραπεζούντας αρνείται τις εκκλήσεις της γερασμένης μάνας και τις απελπισμένης γυναίκας του να πιάσει δουλειά στα ορυχεία, και περνά της μέρες του ψάχνοντας το χρυσορυχείο που θα τους λύσει όλα τα προβλήματα. Δράμα βραβευμένο με τη Χρυσή Τουλίπα στο Φεστιβάλ Κωνσταντινούπολης, σε σκηνοθεσία Mustafa Kara και σενάριο Mustafa Kara και Bilal Sert, με τους Haydar Sisman, Nuray Yesilaraz και Hanife Kara, διάρκειας 130 λεπτών, σε διανομή της Neo Films
All Nighter / Φοβού τον Πεθερό
Εργασιομανής κοσμοπολίτης που έχει χάσει την κόρη του, παίρνει παραμάσχαλα τον κλαψιάρη πρώην της για να την εντοπίσουν μαζί. Κωμωδία σε σκηνοθεσία Gavin Wiesen και σενάριο Seth W. Owen, με τους J.K. Simmons και Emile Hirsch, διάρκειας 86 λεπτών, σε διανομή της Tanweer
Power Rangers
Μια χούφτα λυκειόπαιδα προικισμένα με μοναδικές υπερδυνάμεις, αποφασίζουν να ενωθούν σα μια γροθιά και να μας σώσουν, καθ’ ότι it’s morphin’ time! Νεανική περιπέτεια φαντασίας σε σκηνοθεσία Dean Israelite και σενάριο John Gatins (απ’ την τηλεοπτική σειρά), με τους Dacre Montgomery, Naomi Scott, RJ Cyler κ.ά., διάρκειας 124 λεπτών, σε διανομή της Odeon
The Carer / Κάποια να με Προσέχει
Στριμμένος και καθηλωμένος υπερήλικας θεατρικός θρύλος στα πρόθυρα του τινάγματος, βρίσκει το μάστορά του στη χρυσή καρδιά και την ακόρεστη ζέση για μάθηση που επιδεικνύει νεαρή Ούγγρας μετανάστριας όταν έρχεται να τον κουράρει. Δραματική κομεντί σε σκηνοθεσία János Edelényi και σενάριο Gilbert Adair και János Edelényi, με τους Brian Cox, Anna Chancellor και Emilia Fox, διάρκειας 89 λεπτών, σε διανομή της Spentzos Film