Τα εισιτήρια που μπορούσαν να κοπούν στο Fuzz ήταν πολύ λίγα τελικά, γι’ αυτό και το live των Clutch μεταφέρθηκε στην «Ιερά Οδό». Μόλις μπήκα μέσα, από την πρώτη στιγμή πήγα και έπιασα στασίδι δίπλα στις όμορφες «ερυθοσταυρίτισσες». Δεν την μπορώ την ζέστη, μου φαινόταν ότι είχε 50 βαθμούς, φοβήθηκα ολίγον τι οπότε ένιωσα την ανάγκη να εξασφαλιστώ. Η ζέστη ήταν ο λόγος που δεν πρόλαβα τους Black Hat Bones που άνοιξαν τη βραδιά, οι Big Nose Attack όμως που ακολούθησαν ήταν ό,τι καλύτερο για να ανοίξει την όρεξη για τους Clutch.
Με μια ποπ ψυχεδέλεια που εφάπτεται με τα blues οι Big Nose Attack είναι απο τις καλύτερες μπάντες που έχω ακούσει τον τελευταίο καιρό, εύκολοι στο άκουσμα, με catchy ριφάκια και ώριμη σκηνική παρουσία, το ντουέτο των τυπάδων με τις φράντζες έδωσε μια ευγενική πάσα στους Clutch. Απλά φίλε Boogieman των Β.Ν.Α. αν με διαβάζεις, να ξέρεις πως «το έχεις», γι’ αυτό μίλα λίγο περισσότερο πάνω στην σκηνή, δείξε στο κοινό πως είσαι εκεί γι’ αυτούς και δεν παίζεις μόνο για την πάρτη σου. Επίσης, αυτόν τον τύπο με την τραγιάσκα που κανείς δεν κατάλαβε ποιός ήταν, τι τον θέλατε; Έκανε το τελευταίο σας κομμάτι να ακούγεται λες και θα ανοίγατε την Άννα Βίσση και τον Κουβατσέα. Ένιγουέϊ…
Μετά απο σαράντα ακριβώς λεπτά των Big Nose Attack επί σκηνής, και αφού πέρασε άλλη μισή ώρα για το στήσιμο και τον έλεγχο της σκηνής, ο Neil Fallon έπιασε το μικρόφωνο και οι πρώτες του λέξεις ήταν «Let’s have a party!». Δεν ξέρω πως τα εννοεί τα πάρτυ ο Fallon αλλά οι δικοί μας απο κάτω μάλλον κατάλαβαν «ας έχουμε μια μάχη» γιατί το «ξύλο» που έπεσε ήταν ανεπανάληπτο. Μόλις έπαιξαν το πρώτο κομμάτι, «Earth Rocker», κατάλαβα πόσο είχα χτυπηθεί το προηγούμενο βράδυ στο Heavy by the Sea. Ο αυχένας μου πoνούσε αλλά τίποτα δεν με χώριζε πια απο το moshpit. Από αυτό «κινδύνευα», όχι απο την ζέστη.
Ήδη στο τέταρτο κομμάτι, the mob went wild (απο το ομώνυμο), τέσσερα άτομα έχουν ήδη «φύγει» πάνω από το κάγκελο και φυγαδεύονται απο τους σεκιουριτάδες της διοργάνωσης. Τέταρτο κομμάτι και ήδη το moshpit έχει ξεφύγει για τα καλά. Τα χάνω, οι πιτσιρικάδες δίπλα μου έχουν έρθει για να τα δώσουν όλα. Πολλοί απο αυτούς έχουν μόλις τελειώσει το λύκειο και ήδη ξέρουν απ’ έξω όλους τους στίχους. Τους παρατηρώ ενώ τρώω το πρώτο γερό σπρωξίδι.
Στο πέμπτο κομμάτι έχει στηθεί και ένα δεύτερο εξίσου «θανατηφόρο» moshpit δίπλα μας και στο έκτο κομμάτι έχει γιγαντωθεί η μεγάλη μάχη της Ιεράς Οδού. Οι Clutch επαλήθευσαν για ακόμα μια φορά πως είναι μια μπάντα από αυτές που τις αποκαλούμε «τίμιες». Δεν μου πολυαρέσει βέβαια αυτός ο χαρακτηρισμός, όμως όπως το μπαρ που πας γιατί ξέρεις πως ο μπάρμαν θα σου γεμίσει την ουϊσκάρα σου όσο περισσότερο πάει και θα σε κεράσει αρκετά, έτσι και οι Clutch μας «βαρώντας» επί μιάμιση ώρα που κύλησε σα νερό, ενώ έπαιξαν και κομμάτια απο το Earth Rocker όπως το “DC Sound Attack” και το “Wolfman Kindly Requests” αλλά και παλιότερα, όπως το “One Eye Dollar” και το “Subtle hustle”, με τον ντράμερ Jean-Paul Gaster να κάνει ένα τρίλεπτο σόλο στο “Beard” και το κοινό να σφυρίζει λες και θα χτυπούσε πέναλτι στο ’93. Έπαιξαν και ένα καινούργιο κομμάτι (“Sidewinder”) με το κοινό να μην ξενερώνει όπως συνήθως γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις αλλά να παρακολουθεί ανυπόμονα. Ο Fallon ακούραστος επι μιάμιση ώρα δεν στάθηκε ούτε στιγμή, με μια φοβερή επικοινωνία με τον κόσμο που παραληρούσε. Όσο μεγαλώνει αυτός ο άνθρωπος τόσο πιο πολύ ενέργεια βγάζει. Από την άλλη ο Τim Sultz έπαιζε την κιθάρα του χωρίς να σηκώσει βλέμμα απο πάνω της.
Το μεγάλο βραβείο της βραδιάς, όμως, πρέπει δικαιωματικά να το πάρει το κοινό. Τα δύο moshpit «δούλευαν» συνέχεια, φανταστείτε δύο μάτια που βλέπουν κύκλους συνεχώς όπως εκείνου του τύπου στο youtube. Πόσα μπουκέτα και πόσος ιδρώτας, “Πλιζ ουάν μόρ, Πλίζ ουάν μόρ” πριν το ανκόρ και στο “Electric Worry”, παρόλο που ξεκίνησε ήρεμα, στήθηκε ένα μίνι wall of death και μετέτρεψε σε γιγαντιαίο moshpit όλη την αρένα. Φύγαμε διαλυμένοι αλλά καταευχαριστημένοι, έτσι όπως πρέπει να φεύγεις απο μια hard rock συναυλία. Ιδρώσαμε πολύ, βγάλαμε μπλούζες, ακούσαμε rock ‘n’ roll που τόσο αγαπάμε, νιώσαμε πως η μπάντα μας αγαπάει και αυτή, δεν μας ένοιαξε καμία εθνική Ελλάδος, μόνο το πως θα ρουφήξουμε κάθε νότα.
Γενικά μιλώντας, έχω ένα «συναυλιομετρικό» δείκτη επιτυχίας: όσο πιο πολλά άτομα ανέβουν στους ώμους κάποιων άλλων, τόσο πιο πολλά levels ανεβαίνει η συναυλία. Από το gig των Clutch και μετά καθιέρωσα άλλον ένα παράγοντα: τον αριθμό των μελανιών που ανακαλύπτεις το πρωΐ μετά την συναυλία.