Πολύ συχνά για έναν γραφιά είναι πιο δύσκολο βάλει τις λέξεις στη σειρά για πράγματα και πρόσωπα που αγαπά, ή αν κάποιος δικαιολογημένα βρίσκει τη λέξη “αγαπά” υπερβολική, που του προκαλούν χαρά ή αισθητική έλξη. Το σύνδρομο του απατεώνα και οι δεύτερες σκέψεις γιγαντώνονται όταν το θέμα στο οποίο αναφέρεται το κείμενο είναι παρόν και στη προσωπική ζωή του συντάκτη με κάποιο τρόπο. Αυτό συμβαίνει και σε αυτή την κριτική για τον σπουδαίο τρίτο δίσκο του Harry Styles που αν μετρήσουμε πόσα λεπτά είχα ήδη ξοδέψει ακούγοντας το πρώτο single “As It Was” πριν την κανονική ακρόαση του δίσκου, μάλλον κάποιος θα έλεγε ότι ο Harry Styles είναι το πιο κοντινό μου πρόσωπο στον κόσμο, μιας και δεν έχω περάσει τόσο χρόνο στη ζωή μου τον τελευταίο καιρό ούτε με τους φίλους μου.
Η λέξη “σπουδαίος” που διαβάσετε στην πρώτη παράγραφο προοικονομεί και το υπόλοιπο κείμενο που λίγο πολύ είναι μια προσωπική καταγραφή γιατί το Harry’s House είναι ο καλύτερος δίσκος του Harry Styles και αυτός που κάνει τον τραγουδιστή να ξεπερνά τα όρια του pop star και να μπει στη σφαίρα του καλλιτέχνη. Τι είναι όμως αυτό που κάνει τον τρίτο δίσκο του αγοριού που πριν πολλά πολλά χρόνια γνωρίσαμε ως τον 16χρονο φούρναρη από το βρετανικό X Factor και ο κόσμος έμαθε σαν τον γόη του boyband φαινομένου One Direction, οι οποίοι μαζί με τους Beatles και τις Spice Girls ήταν ανάμεσα στα μεγαλύτερα μουσικά acts που εξήγαγε η Γηραιά Αλβιώνα στην Αμερική και φυσικά στον υπόλοιπο πλανήτη, να κερδίζει αυτόν τον χαρακτηρισμό;
Ο Harry στα δεκατρία τραγούδια του δίσκου του δεν εφευρίσκει, δεν ανακαλύπτει και δεν εισαγάγει κάποια μοναδική καινοτομία στη μουσική. ’70s και ’80s διάσπαρτες αναφορές από διαφορετικά μουσικά είδη και συγκροτήματα που μάλλον είχε σε αφίσες στο παιδικό του δωμάτιο ή του έβαζαν οι γονείς του να ακούσει σε cd, επικαιροποιούνται και σερβίρονται σε tracks που κανένα άγχος δεν έχουν να πείσουν κάποιον για τη σπουδαιότητα τους. Ο δίσκος ακούγεται από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό αβίαστα, δίνοντας την αίσθηση ότι μουσική που παίζει στο ηχείο ή το ακουστικό έχει γραφτεί χωρίς άγχος για επιτυχία. Χωρίς αγωνία να κάνει κάποιο statement ή να ανακαλύψει τη πυρίτιδα. Χωρίς φόβο για το πως θα κριθεί.
Ο δίσκος ακούγεται σαν ο Harry Styles να αποφάσισε ότι θέλει τη μουσική που έχει γράψει για δεκατρία δωμάτια με διαφορετική διακόσμηση που υπάρχουν -χωρίς νοίκι- στο κεφάλι του και διαμορφώθηκαν από τις εμπειρίες που έχει συλλέξει τόσα χρόνια στο μουσικό κουρμπέτι, να τη μοιραστεί με το πολυπληθές κοινό του. Οι σταθεροί του πλέον συνεργάτες στην παραγωγή Kid Harpoon (Jessie Ware, Shawn Mendes, Florence & the Machine) και Tyler Johnson (Sam Smith, Cam) φαίνεται ότι κάνουν τη δημιουργία ενός δίσκου να φαντάζει τόσο οικεία όσο η αίσθηση που έχει κάποιος στο σπίτι του. Βάλτε στην εξίσωση και το γεγονός ότι το μέσα είναι το νέο έξω -όπως γνωρίζαμε και πριν τις καραντίνες οι introverts του κόσμου-, άρα μια οργανικά cool κατάσταση, λέξη της οποίας ο Harry είναι η προσωποποίηση, δεν θέλει πολύ ο καλλιτέχνης για να γράψει έναν δίσκο που φεύγει μακριά από τα stadium άσματα του προηγούμενου πονήματος του και γυρνάει σε μια οικεία αίσθηση που προσκαλεί το κοινό να ακούσει τη μουσική του σε όποιο μέρος ορίζει εκείνο ως σπίτι του. Δεν είναι τυχαίο ότι από όλα τα μέσα που μπορούσε για να συστήσει τον δίσκο του επέλεξε το περιοδικό Better Homes and Gardens που μάλλον κάποιος θα χαρακτήριζε από μανταμέ μέχρι εξαιρετικά ειδικού ενδιαφέροντος.
Στο ερώτημα στιλ ή ουσία ο Harry απαντάει πάντα στιλ και ακροβατεί μουσικά μεταξύ pop, funk, folk και ρετρό ροκ και σερβίρει ένα ηχητικό αμάλγαμα με ελκυστικές μπασογραμμές που κάνουν τα κορίτσια και τα αγόρια που τον βρίσκουν χάρμα οφθαλμών, να τον ερωτεύονται. Πάμε λίγο όμως να δούμε ένα ένα τα κομμάτια του δίσκου γιατί είμαι σίγουρος ότι η κουβέντα έρχεται στον Harry, όλοι θέλουν να φλυαρίσουν.
Ο δίσκος ξεκινά με ένα funk τραγούδι που θυμίζει κάτι από Prince και πρώιμους Jackson 5 με χαρακτηριστικά πνευστά και disco vibes που σε κάνουν να μη χορταίνεις το falsetto του τραγουδιστή.
Αν αναρωτιέστε πως θα ήταν ο Bruno Mars αν είχε γεννηθεί στην Ευρώπη και άκουγε Passion Pit μεγαλώνοντας, ο Harry Styles δίνει την απάντηση με αυτό το τραγούδι. H αστραφτερή, αψεγάδιαστη pop του Phil Collins ξανασερβίρεται σε πακέτο ιδανικό για το μουσικό στερέωμα του 2022.
Ένα ταξιδιάρικο τραγούδι που θα μπορούσαν σε μία άλλη ζωή να έχουν γράψει και ερμηνεύσει οι Beatles κάτω από την καθοδήγηση του Paul McCartney. Με ρετρό αίσθηση σαν τα Gucci κοστούμια του, ο τραγουδιστής κλείνει το μάτι στο ‘Watermelon Sugar’, το ‘Cherry’ και το ‘Kiwi’ των προηγούμενων δίσκων και συνεχίζει μια παράξενη, μουσική εποποιία που εμπνέεται από φρούτα. Περιμένουμε να δούμε το επόμενο κεφάλαιο.
Το πρώτο single του δίσκου είναι μακράν το πιο κολλητικό τραγούδι. Δεν ξέρω αν είναι τα synths στο ρεφραίν ή το γεγονός ότι σχεδόν μουρμουρίζει τους στίχους, το pop αριστούργημα είναι ένα ανέλπιστο hit που δεν χορταίνει κανείς να ακούει και φτιάχνει τη διάθεση στον ακροατή στιγμιαία.
Ένα από τα πιο σέξι τραγούδια του δίσκου που αποδεικνύουν ότι οι γλυκερές κιθάρες, η μουσική γαλούχηση με Joni Mitchell και η αυθεντικότητα μπορούν να κάνουν κάποιο τόσο θελκτικό όσο όλοι οι ροκ θεοί που έχει λατρέψει το κοινό.
Το συναισθηματικό cry-bop άσμα γράφτηκε για να βγάλουν αναπτήρα ή απλά τις οθόνες των κινητών του οι θαυμάστριες και οι θαυμαστές του στις συναυλίες. Το ακούμε.
Θα θέλατε ένα tour σε ένα σπίτι με τον Harry να σας τραγουδά με μια κιθάρα καθώς σαν ξεναγεί και να σας λέει σπαραξικάρδιες ιστορίες (απο)χωρισμού; Πατήστε play.
Groovy, σέξι με vibes από πρώιμους Simply Red, το Cinema είναι το κομμάτι για να ακούτε στο repeat πριν βγείτε για να φλερτάρετε σε ένα bar για να μπείτε σε αυτό το χαλαρό mood λαγνείας που χρειάζεται κάποι@ πριν αρθρώσει λέξη στο αντικείμενο του πόθου του.
Εδώ ο Harry χρησιμοποιεί sample από το τραγούδι του 1978 “Ain’t We Funkin’ Now” των Brothers Johnson, γιατί θέλει να μας πείσει ότι τα καλύτερα πάρτι τα έζησαν μάλλον οι γονείς μας.
Το τραγούδι που βγάζει περισσότερο από κάθε άλλο τις cool Britannia αναφορές του μοιάζει σαν b-side που δεν χώρεσε σε δίσκο των Travis, φυσικά με ένα pop makeover όπως μόνο ο Styles ξέρει.
Αν ακούτε το falsetto του Harry σε συνδυασμό με τολμηρά πλήκτρα και sci-fi bleeps και χάνεστε στην απεραντότητα (sic) του διαστήματος σε ένα τριπάρισμα που δεν ζητήσατε, αλλά απολαμβάνετε τον νεαρό pop star, τότε ξέρετε ότι ο Harry έχει πραγματικό χάρισμα.
Εδώ ο Harry ακουμπάει crooner status με τη μελωδικότητα του folk άσματος. O Styles γνωρίζει ότι το μεγαλύτερο κομμάτι του κοινού του είναι γυναίκες και queer άτομα και τους κλείνει το μάτι ανερυθρίαστα με αυτό το τραγούδι που θα αγαπήσει όποιος χρησιμοποιεί τη λέξη woke στη ζωή του ή έχει προδοθεί από άντρα. Δηλαδή όλοι μας. Περιμένουμε το ντουέτο στη σκηνή με την Dolly Parton για να αποκτήσει το τραγούδι legend status.
Ο δίσκος κλείνει με ένα συναισθηματικό anthem που αποδεικνύει ότι ο Harry Styles 3.0 έχει την υπερδύναμη να δημιουργεί genre-hopping disco-slow dancing pop τραγούδια που η ομορφιά τους είναι η αυθεντικότητά τους και ξεχωρίζουν γιατί δεν εμπνέονται μόνο από την αυτοαναφορικότητα του καλλιτέχνη, αλλά την περιέργεια του για τον κόσμο γύρω του.