Πώς περνάτε πια τον χρόνο σας; Παίζω με τον γάτο μου, κάνω βόλτες, βλέπω τους φίλους μου και σίγουρα διαβάζω. Διαβάζω απ’ όλα και διαβάζω πολλά βιβλία μαζί. Διαβάζω ελάχιστη ελληνική λογοτεχνία γιατί έχει καεί η γούνα μου πολλές φορές. Τώρα τελευταία διαβάζω για τους Ινδιάνους και τους Αζτέκους. Επίσης έχω ανακαλύψει τα αστυνομικά, που είναι ιδανικά πριν από τον ύπνο, και τα οποία κορόιδευα μικρή γιατί θεωρούσα ότι είναι έγκλημα να διαβάσεις κάτι πέρα από θεωρητικά βιβλία. Μετά από τα 35 άρχισε η λογοτεχνία για εμένα. Διαβάζω τουλάχιστον 400 σελίδες την ημέρα. Μπορεί να θέλω να δω κάποιον άνθρωπο μία-δυο ώρες την ημέρα, γιατί εντάξει χρειάζεται και η ανθρώπινη ομιλία, και μετά να βιάζομαι, να γυρίσω πίσω για να χαθώ στο διάβασμα. Είναι κι αυτός ένας διαφορετικός τρόπος ταξιδιού.
Παλαιότερα τα βιβλία αποτελούσαν αφορμή για κοινωνικοποίηση; Πάρα πολύ γιατί μαζευόταν η παρέα και συζητούσαμε για βιβλία που είχαμε διαβάσει, όχι απαραίτητα πολιτικά, και πολλές φορές αυτές οι συζητήσεις είχαν ένταση λόγω διαφωνιών. Έχω πολλές αναμνήσεις από τέτοια σκηνικά στο Λονδίνο. Όσο πιο νέος είναι κανείς, είναι και πιο θυελλώδης. Συζητήσεις για μπάντες, νέους δίσκους, ο ένας ξετρελαινόταν με το πώς έπαιζε ένας μπασίστας, ο άλλος τον μισούσε. Υπήρχε ένα πάθος σε όλο αυτό. Έτσι πέρασαν περίπου δύο χρόνια στο Λονδίνο. Στο Παρίσι έζησα πολύ περισσότερο. Περπατούσα πολύ και έτσι μάθαινα τις πόλεις που ζούσα.
Πόσο πολύ νιώθατε ότι σας απορροφούσε ο τόπος και οι άνθρωποί του; Κρατούσατε μια ταυτότητα ελληνική; Αναπόφευκτα λόγω γλώσσας. Όταν έμενα σε ξένα μέρη, μιλούσα σιγά. Δεν ήθελα να ακούσουν οι ντόπιοι μια ξένη προφορά ή μια ξένη γλώσσα. Από την άλλη ποτέ δεν έκανα παρέα μόνο με Έλληνες. Θυμάμαι μια φορά που ήμουν Πάσχα στο Παρίσι, βρέθηκα ξαφνικά σε ένα σπίτι και έβγαλαν αρνάκι στο φούρνο για να φάμε κι αυτό με σόκαρε. Ποια η λογική να έρθεις από την Αθήνα στο Παρίσι για να φας αυτό που θα έτρωγες στην Αθήνα; Το θέμα είναι να γνωρίζεις ντόπιους και ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι να έχεις και καμιά ερωτική ιστορία με ντόπιο. Αυτή είναι η βασική ανταλλαγή.
Καθώς μεγαλώνω κάνω έναν απολογισμό ζωής και λέω το εξής: τουλάχιστον έχω χορτάσει από πολλά πράγματα κι έτσι δεν είμαι ανταγωνιστική και ζηλόφθονη. Αυτά διάλεξα, αυτά έκανα.
Πόσο εύκολα αναπτύσσονται ερωτικές ιστορίες με ανθρώπους που δεν μιλούν την ίδια γλώσσα; Θεωρούμε τη γλώσσα ως το βασικό όπλο της επικοινωνίας, ειδικά στο χιούμορ, και αναρωτιέμαι τι γίνεται όταν αυτό απουσιάζει. Ξεπερνιέται και το έχω διαπιστώσει στην πράξη. Όταν μάλιστα το ξεπερνάς, έχεις μια άλλη χαρά, όπως όταν καταρρίπτεις ένα εμπόδιο. Όταν γελάς μαζί με έναν άνθρωπο που δεν μιλάτε την ίδια γλώσσα αυτό είναι μια κατάκτηση. Επίσης μου αρέσει να μαθαίνω ξένες γλώσσες και προτιμώ να διαβάζω σε αγγλικά, γαλλικά και ισπανικά –αυτά γνωρίζω- παρά στα ελληνικά.
Ως συγγραφέας που δημιουργεί πραγματικότητες πώς διαχειρίζεστε την εναλλαγή ρεαλιστικού και φανταστικού; Δεν ξέρω καν αν μπορώ να τη διαχειριστώ. Όλοι είμαστε πολλοί άνθρωποι συγχρόνως. Ισχύει αυτή η προσωπικότητα που βγάζουμε προς τα έξω γιατί έχουμε συνηθίσει να επικοινωνούμε σε ορισμένα επίπεδα. Όμως περιέχουμε πολύ περισσότερα πράγματα, κι αυτά ακριβώς βγαίνουν όταν γράφουμε.
Η κοινωνία δικαιολογεί αυτές τις πλευρές -τις ίσως ακραίες- ενός χαρακτήρα όταν διατυπώνονται μέσω της τέχνης γιατί αρνείται να τις δεχτεί στην καθημερινότητα; Ναι, γιατί στην πραγματικότητα ίσως να ήταν ακόμη πιο ακραίες. Βέβαια, πάντα εξαρτάται από τον δημιουργό, γιατί κάποιοι γράφουν για εντελώς συμβατικά πράγματα αλλά το κάνουν εξαιρετικά, όπως η Jane Austen.
Έχετε παραδεχτεί ότι μια περίοδο της ζωής παίρνατε ναρκωτικά. Γράφατε ποτέ υπό την επήρεια ναρκωτικών; Τώρα αυτή η ερώτηση με γυρίζει πίσω, σε μια πολύ δύσκολη εποχή της ζωής μου. Ναι, έχω γράψει υπό την επήρεια ναρκωτικών. Εγώ τότε έψαχνα έναν ιδιωτικό κήπο, ή αυτό νόμιζα ότι θα βρω. Βρήκα όμως κρυάδες κι εξάντληση. Το «Ο ήλιος δύω», το πιο καταθλιπτικό μου βιβλίο, το έγραψα την περίοδο που έπαιρνα ναρκωτικά γιατί περνούσα κατάθλιψη και τα έπαιρνα γιατί τα ναρκωτικά είναι φοβερά αντικαταθλιπτικά. Δεν είναι άλλωστε εύκολο να βρεις το σωστό αντικαταθλιπτικό και θέλει υπομονή. Βρίσκεις λοιπόν κάτι στον δρόμο σου που σε απογειώνει, μετά πέφτεις και μετά όλη η πορεία αποτελείται από ανώμαλες πτήσεις. Είχα τρομερή φαντασία από μικρή, τα ναρκωτικά λοιπόν μου έμαθαν κάτι διαφορετικό: να μπορώ να μπαίνω στη θέση του άλλου και να καταλαβαίνω τις αδυναμίες του. Ξέρω ότι όταν ο άλλος είναι χάλια μπορεί να σε κλέψει, να σου πει ψέματα και να σε προδώσει. Έμαθα λοιπόν να είμαι επιεικής και έμαθα τα όρια μου. Τα όρια μου τα έμαθα και με τα ταξίδια. Σε άλλους αρέσει να είναι ασφαλείς, εμένα δεν με αφορούσε ποτέ αυτό.
Μεγαλώσατε σε κλίμα ελευθερίας από την οικογένεια σας; Από τον πατέρα μου όχι, από την μητέρα μου πολύ. Ίσως αυτή η αντίθεση με έκανε αυτό που είμαι. Βέβαια, διάλεξα τον εύκολο δρόμο του να μου κάνουν όλα τα χατίρια. Και μετά θες να δεις αν και η πραγματικότητα θα σου κάνει όλα τα χατίρια. Και μετά το βαριέσαι κι αυτό γιατί σκέφτεσαι ότι δε σε μαθαίνει τίποτα και θες να πας κάπου που τα πράγματα είναι πιο σκληρά. Εγώ διέθετα αυτή την κλίση. Θα μπορούσα να μείνω εκεί γύρω στα 16 με έναν μικρό κύκλο ανθρώπων που με θαύμαζε. Κατάλαβα ότι αυτό δεν μου μαθαίνει κάτι και άρχισα να κάνω παρέα με πολύ μεγαλύτερους, με περνούσαν ακόμη και 20 χρόνια, αλλά έβλεπα ότι αυτό κάτι μου μάθαινε και ήθελα να δοκιμαστώ. Δεν ξέρω αν έκανα καλά ή όχι. Έτσι ήμουν. Δεν μπορώ να κρίνω κάποιον που δοκίμασε λιγότερα πράγματα αλλά τα έκανε καλά. Αυτό, για εμένα, είναι απλά μια άλλη περίπτωση. Ζούσα μια ζωή που εκφραζόταν με το sex, drugs and rock ‘n’ roll.
Το ευχαριστηθήκατε; Περάσατε καλά; Πάρα πολύ. Καθώς μεγαλώνω κάνω έναν απολογισμό ζωής και λέω το εξής: τουλάχιστον έχω χορτάσει από πολλά πράγματα κι έτσι δεν είμαι ανταγωνιστική και ζηλόφθονη. Αυτά διάλεξα, αυτά έκανα.
Εκείνη την περίοδο γνωριστήκατε με τον Lou Reed; Πώς και σας χαρακτήρισε «vain woman»; Όταν γνωριστήκαμε ήμουν, όπως και ο Lou Reed, χάλια. Εγώ γιατί είχε αυτοκτονήσει ο αγαπημένος μου, εκείνος γιατί δεν ήθελε να ξαναζήσει την περί των Velvet Underground κατάσταση. Ο χαρακτηρισμός προέκυψε σαν ένα παιχνίδι με τις λέξεις καθώς στα αγγλικά η λέξη φλέβα και η λέξη ματαιόδοξος ακούγονται ίδιες. Καθόμασταν σ’ ένα πεζοδρόμιο, πλάι σε έναν από αυτούς τους κόκκινους πυροσβεστικούς κρουνούς κα είπα κάτι για φλέβες βαμμένες έτσι ώστε να φωσφορίζουν το βράδυ.
Πότε τελείωσε αυτή η τόσο έντονη περίοδος; Φτάσατε σε αυτοκαταστροφικές τάσεις ή απλά υπήρξε κορεσμός; Και τα δύο συνέβησαν. Δεν είναι απαραίτητο ότι θα πεθάνεις αλλά μπορεί να χάσεις την αυτοεκτίμησή σου. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για τελειώσει κάτι αρνητικά. Σε όλη μου την ζωή έλεγα ότι έψαχνα κάτι πολύ δυνατό, κάτι να με ρίξει στα γόνατα. Μπορεί να μην ήμουν σε θέση να το δεχτώ από ανθρώπους κι έτσι το δοκίμασα με την ηρωίνη όλο αυτό. Θυμάμαι μια φορά, ενώ έκανα ένα από τα πολλά off, πετάχτηκα κουρέλι στον δρόμο ρίχνοντας επάνω μου μια καμπαρντίνα πάνω από τη νυχτικιά. Σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή ότι αυτό το πράγμα με έχει ρίξει στα γόνατα κι αντί να τρομάξω, ένιωσα έναν φοβερό ενθουσιασμό, μου έμεινε όμως η σκέψη. Όταν λοιπόν το ξανασκέφτηκα αναρωτήθηκα: «και τώρα τι γίνεται; θα μείνω στα γόνατα ή θα πέσω πιο κάτω»; Τότε έκανα το λάθος να ψάχνω συνεχώς ένα short cut αλλά η ζωή με έμαθε ότι υπάρχουν και πιο αργές διαδικασίες. Τώρα προσπαθώ να κόψω το τσιγάρο κι αναρωτιέμαι μήπως αυτή είναι η πιο δύσκολη εξάρτηση.
Το βιβλίο της Μαρίας Μήτσορα «Από τη μέση και κάτω» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.