Ο Μάρλοου, ένας ναυτικός – τυχοδιώκτης ανακαλεί από την μνήμη του μία ιστορία και μας την διηγείται. Η αφήγησή του θα ξεκινήσει με το έντονο ενδιαφέρον του για μια χώρα ή ένα τόπο κάπου στα ενδότερα της αφρικανικής ηπείρου όπως αυτός ορίζεται από το βελγικό Κονγκό. Θα έρθει σε επαφή με την Εταιρεία που εμπορεύεται στην περιοχή κυρίως ελεφαντόδοντο κατά μήκος του ποταμού Κονγκό, και χάριν των διασυνδέσεων του θα προσληφθεί ως καπετάνιος σ’ ένα από τα ατμόπλοια της Εταιρίας που ανεβοκατεβαίνουν τον ποταμό εφοδιάζοντας τους εμπορικούς σταθμούς που φυσικά, ανήκουν στην Εταιρεία και αυτοί.
«….Τέλος πάντων, άνοιξε μια πόρτα και εμφανίστηκε το ασπρομάλλικο κεφάλι κάποιου γραμματέα. Είχε μια έκφραση συμπόνιας. Με το κοκαλιάρικο δείχτη του μου έγνεψε να προχωρήσω στο άδυτο της Εταιρείας. Το φώς ήταν αμυδρό. Ένα ογκώδες και επιβλητικό γραφείο ήταν στο κέντρο του δωματίου. Πίσω από το γραφείο είδα μια ρεντιγκότα που φιλοξενούσε μέσα της την προσωποποίηση του πάχους! Το Μεγάλο Αφεντικό αυτοπροσώπως! ‘Ηταν 1.75, υπολόγισα, και είχε στην κατοχή του τριπλάσια εκατομμύρια από το ύψος του. Ανταλλάξαμε χειραψία και, απ’όσο θυμάμαι, μουρμούρισε πως ήταν ικανοποιημένος με τα γαλλικά μου. Σε λίγο είπε bon voyage!…Σε σαράντα πέντε δευτερόλεπτα, το πολύ, βρέθηκα και πάλι στη αίθουσα αναμονής, με τη συνοδεία του συμπονετικού γραμματέως, που γεμάτος ευσπλαχνία, μου έδωσε να υπογράψω το συμβόλαιο…».
Ο Μάρλοου θα ταξιδέψει στις ακτές τις Αφρικής, μέχρι τον πρώτο εμπορικό σταθμό της Εταιρείας, και μετά θα προχωρήσει πιο βαθιά στα ενδότερα της Ηπείρου. Θα διαπιστώσει με έκπληξη ότι τα «κεντρικά» της εταιρείας εκεί πέρα δεν είναι παρά κάτι κακοφτιαγμένες κατασκευές και μερικές καλύβες που γύρω τους επικρατεί ένα χάος. Εκεί ανάμεσα στα όρια του πολιτισμένου γνωστού κόσμου, και τα όρια του άγνωστου που ακουμπάει την ζούγκλα και ένα θολό ποτάμι, θα έρθει σε επαφή με το σκότος για πρώτη φορά.
Η Καρδιά του Σκότους θα δημιουργήσει συνεχείς αναφορές στην αγγλική κουλτούρα από την ποίηση μέχρι την όπερα. Αποκορύφωμα θα είναι η ταινία του 1979 Αποκάλυψη τώρα του Francis Ford Coppola.
Οι λευκοί που δουλεύουν εκεί σαν αυτόν, είναι εκστασιασμένοι από την απληστία και τον τρόμο. Ο τρόμος τους επιβάλει μια περιφρόνηση για ό,τι προέρχεται από εκείνο το μέρος, άνθρωποι, έθιμα, περιβάλλον κ.λ.π. Eκτός από ένα πράγμα. Το ελεφαντόδοντο. Από πάνω τους μια χαλαρή καφκική γραφειοκρατία που υποτίθεται ότι τους ελέγχει και που ταυτόχρονα υποδαυλίζει τον ανταγωνισμό μεταξύ τους. Το τοπίο σαρώνεται από την μανία τους, ενώ οι ντόπιοι αφήνονται να πεθάνουν από την πείνα όταν πια είναι πολύ εξαντλημένοι ή άρρωστοι για να μπορούν να χρησιμεύσουν σε κάτι.
Ο Μάρλοου θα πρέπει να περιμένει εκεί μέχρι να επισκευάσει το ατμόπλοιο του. Στο διάστημα των εργασιών θα ακούσει τις πρώτες θρυλικές ιστορίες για τον κ. Κούρτς. Πρόκειται για έναν υπάλληλο της Εταιρείας που έχει εγκατασταθεί στο πιο απομακρυσμένο σταθμό στα ενδότερα, τελείως αποκομμένο, ο οποίος παρόλα αυτά εφοδιάζει την Εταιρεία με μεγάλες ποσότητες ελεφαντόδοντου. Οι φιλόδοξοι τον βλέπουν σαν πρότυπο. Άλλοι, όπως ο Διευθυντής του σταθμού, πιο υποψιασμένοι, ανησυχούν για τις πρωτοβουλίες του κ. Κουρτς που δείχνουν σημάδια μιας ευφυΐας που ξεφεύγει από τον μέσο όρο της υπαλληλικής ευσυνειδησίας. Καθώς οι επισκευές στο ατμόπλοιο φτάνουν στο τέλος τους, οι φήμες για τον κ. Κουρτς γίνονται εντονότερες και πιο αμφιλεγόμενες. Κάποιες τον θέλουν να ηγείται ορισμένων φυλών και να λεηλατεί την ενδοχώρα ψάχνοντας ελεφαντόδοντο. Άλλες τον θέλουν άρρωστο, ίσως και νεκρό.
Τελικά το ατμόπλοιο φορτωμένο με προμήθειες, με καπετάνιο τον Μάρλοου και μερικούς υπάλληλους και τον Διευθυντή θα αρχίσουν να ανεβαίνουν το ποτάμι θέλοντας να φτάσουν στο σταθμό του κ.Κούρτς. Έτσι εισχωρούν στην καρδιά της ζούγκλας , σε έναν ανοίκειο τόπο. «….Σαν ξημέρωσε, είδαμε να έχει απλωθεί παντού μια λευκή ομίχλη, θερμή και υγρή. Κολλώδης, θα ‘λεγες. Η ορατότητά μας ήταν τώρα μικρότερη απ’ ότι τη νύχτα. Η ομίχλη δεν μετατοπιζόταν, έμενε κει, περιβάλλοντας τέλεια τα πάντα, σαν να ήταν κάτι συμπαγές. Διακρίναμε μονάχα κάτι και για μια στιγμή κάτω από την πολλαπλότητα των δένδρων, από την αχανή ζούγκλα κι από την πυρωμένη σφαίρα του ήλιου. Έπειτα, πάλι τίποτα! Αυτός ο φωτοφράχτης της ομίχλης τα τύλιγε όλα. Ξαφνικά, μια κραυγή, μια πάρα πολύ δυνατή κραυγή γεμάτη απροσμέτρητη απόγνωση ήχησε μες στην αδιαφάνεια της ατμόσφαιρας. Ήταν μια παρατεταμένη παραπονιάρικη κραυγή. Και ύστερα, μια φοβερή οχλοβοή, γεμάτη άγριες κακοφωνίες έφτασε στ’ αυτιά μας. Ήταν εντελώς απρόσμενος αυτός ο ήχος και έκανε τις τρίχες των μαλλιών μου να ορθωθούν. Δεν ξέρω πώς επέδρασε στους άλλους αυτό το άκουσμα. Εγώ πάντως, είχα την αίσθηση ότι η ίδια η ομίχλη, ήταν αυτή που ούρλιαζε, τόσο αναπάντεχα και από παντού ξεπήδησε αυτός ο θυελλώδης και πένθιμος ήχος. Έπειτα κορυφώθηκε σ’ ένα ξέσπασμα αφόρητων στριγκλιών, που σε λίγο έπαψαν, αφήνοντας μας παγωμένους και εμβρόντητους, ακίνητους σε στάσεις ανόητες, μέσα στη σιωπή που απλώθηκε και πάλι φρικώδης και υπέρμετρη…»
Το ταξίδι του Μάρλοου είναι ένα ταξίδι καθόδου στο άγνωστο του ανθρώπινου ψυχισμού.
Μέσα από μια περιπετειώδη αργή πορεία στο ποτάμι, και μετά από επιθέσεις και αψιμαχίες με σκιές πίσω από τα φυλλώματα των δένδρων, ο κ. Μάρλοου με το ατμόπλοιο και τους επιβάτες του θα φτάσουν στη βάση του βασιλείου του κ. Κούρτς. Ένα ερειπωμένο σπίτι περικυκλωμένο από την ζούγκλα, μερικοί ιθαγενείς τριγύρω και το σκηνικό θα το συμπληρώνει μακάβρια ένας φράκτης με κεφάλια καρφωμένα πάνω σε παλούκια.
Ο αφηγητής θα διαπιστώσει ότι όλες οι φήμες είναι αληθινές. Ο Κούρτς λατρεύεται σαν Θεός και ασκεί απεριόριστες εξουσίες πάνω στους ιθαγενείς και κατ’ επέκταση σε όλη την περιοχή τριγύρω. Θα κάνει επιδρομές σε χωριά για να μαζεύει ελεφαντόδοντο. Ένα προικισμένο μυαλό που υπέκυψε στην εμμονή του κέρδους, μέχρι ψυχώσεως. Επίσης θα αποκαλυφθεί ότι είναι άρρωστος μήνες τώρα, και ίσως μελλοθάνατος. Κάτω από το ύποπτο βλέμμα των υπηκόων του ο Κουρτς, θα μεταφερθεί με φορείο στο ατμόπλοιο για τον δρόμο του γυρισμού. Τις επόμενες ημέρες θα παραληρεί παρακολουθώντας, τις όχθες του ποταμού.
«…Οι ερημιές του ανήσυχου τώρα μυαλού του ήταν στοιχειωμένες από σκιές , από σκιές πλούτου και δόξας και φήμης, που στριφογύριζαν πειθήνια στο άσβεστο φώς της ευγενούς και υψηλής ευγλωττίας του. Η Μνηστή μου, έλεγε, ο σταθμός μου, η σταδιοδρομία μου, οι Ιδέες μου, αυτά ήταν τα θέματα των παροδικών εκμυστηρεύσεων, των αιφνίδιων εξωτερικεύσεων των αισθημάτων του, που έμοιαζαν υψηλά, γεμάτα ιδανικά και μεγαλείο…. Ώρες ώρες έκανε σαν παιδί. Ήθελε να τον συναντήσουν βασιλιάδες στους σιδηροδρομικούς σταθμούς κατά την επάνοδο του από ένα τρομερό Πουθενά, όπου σκόπευε να επιτελέσει τεράστια έργα…». Εντέλει ο Κούρτς θα συναντήσει το πεπρωμένο το οποίο περιμένει. Θα πεθάνει κραυγάζοντας: «Η φρίκη! Η φρίκη!»
Οι σημερινοί αναγνώστες που σε αυτό το έργο του Κόνραντ ακολουθούν το ταξίδι του Μάρλοου από τον πολιτισμό στην βαρβαρότητα ίσως δεν θα νιώσουν την ίδια έκπληξη. Είναι πιο εξοικειωμένοι με την ιστορία της αποικιοκρατίας, τις ζοφερές μεθόδου της, καθώς και τον αντίκτυπο που είχε στις χώρες και περιοχές όπου είχε λάβει χώρα. Το ταξίδι του Μάρλοου όμως είναι επίσης ένα ταξίδι καθόδου στο άγνωστο του ανθρώπινου ψυχισμού.
Μας αποκαλύπτει αρχικά το παιχνίδι εξουσίας, φιλοδοξιών, ίντριγκας που λαμβάνει χώρα, σε οποιοδήποτε πυραμοειδές σύστημα ιεραρχίας. Ο Giulio Andreotti, αυτή η «αλεπού» της πολιτικής είχε πεί: «Η εξουσία διαφθείρει αυτούς που δεν την έχουν». Διαφθείρονται στην πορεία για να την κατακτήσουν, γιατί πρόκειται για μια πορεία συνωμοσιών, ανίερων συμμαχιών και προδοσίας των ιδανικών και των ευγενών ιδεών που μπορεί να διαθέτουν αρχικά. Τα πάντα επιτρέπονται για να βρεθούμε στην κορυφή. Κι αυτός που θα τα καταφέρει τελικά θα έρθει αντιμέτωπος με ένα άλλου είδους τρόμο. Τι είναι δυνατόν να μας συμβεί όταν έχουμε απεριόριστη εξουσία και αίσθηση παντοδυναμίας; Αν από τις πενήντα ιδέες που έχουμε σε μια μέρα βρεθούμε σε θέση να μπορούμε να πραγματοποιήσουμε τις σαράντα από αυτές;
Ο Κούρτς δημιουργεί το δικό του βασίλειο. Ένα βασίλειο τρόμου, που βασίζεται στην αρπαγή του ελεφαντόδοντου και τον εξανδραποδισμό των ανθρώπων. Η αριστοποίηση της αποτελεσματικότητας ενός συστήματος ώς προς ένα σκοπό. Η φρίκη του Άτσουβιτς για παράδειγμα, δεν είναι στο έγκλημα του φόνου αυτό καθαυτό. Η φρίκη του συνίσταται κυρίως στην συγκρότηση, και σύλληψη ενός ορθολογικού συστήματος με αυτό το σκοπό. Στο τέλος ο Κουρτς θα έρθει αντιμέτωπος με τη φρίκη που δημιούργησε. Ο Κόνραντ στην Καρδιά του Σκότους, παρότι η δράση εστιάζεται κάπου στην Κεντρική Αφρική, κάνει ένα σχόλιο για τον πολιτισμό μας. Τότε και τώρα, δυνητικά το κέντρο του σκότους και του κακού βρίσκεται στην καρδιά του πολιτισμού μας, και στην σκοτεινή ανομολόγητη πλευρά του εαυτού μας.
Τι είναι δυνατόν να μας συμβεί όταν έχουμε απεριόριστη εξουσία και αίσθηση παντοδυναμίας; Αν από τις πενήντα ιδέες που έχουμε σε μια μέρα βρεθούμε σε θέση να μπορούμε να πραγματοποιήσουμε τις σαράντα από αυτές;
Ο Κόνραντ με πολωνοεβραική καταγωγή, θα γράψει στα αγγλικά, την τρίτη γλώσσα που κατείχε πέρα από τα γαλλικά και τα πολωνικά, γεγονός αξιοθαύμαστο από μόνο του. Πριν να εγκατασταθεί μόνιμα στην Αγγλία, θα περάσει από Γαλλία και ως ναυτικός θα ταξιδέψει στην Άπω Ανατολή και την Αφρική. Οι εμπειρίες του από τα ταξίδια αυτά θα του δώσουν πλούσιο υλικό για τα βιβλία του.
Το έργο του αν και έχουν περάσει πάνω από εκατό χρόνια από τότε που εκδόθηκε είναι το πιο σχολιασμένο στην αγγλική λογοτεχνία. Η Καρδιά του Σκότους θα δημιουργήσει συνεχείς αναφορές στην αγγλική κουλτούρα από την ποίηση μέχρι την όπερα. Αποκορύφωμα θα είναι η ταινία του 1979 Αποκάλυψη τώρα του Francis Ford Coppola όπου η δράση μεταφέρεται από τις ζούγκλες του Κονγκό στις ζούγκλες του Βιετνάμ και της Καμπότζης, κατά τον πρόσφατο πόλεμο. Εκεί ο Λοχαγός Κουρτς έχει αυτονομηθεί απο τον στρατό των ΗΠΑ, θεωρεί τον εαυτό του θεό και λατρεύεται από μια ντόπια φυλή. Τον ρόλο του Κούρτς ενσαρκώνει ο Μάρλο Μπράντο και δίνει μια αξεπέραστη ερμηνεία.