Γεννημένος στα γκέτο της πόλης και πρώην πρεζάκιας ο Μάκβεθ, ο επικεφαλής της Ομάδας Κρούσης της αστυνομίας, δεν είναι ο αντιπροσωπευτικός τύπος του φιλόδοξου μπάτσου. Η άνοδος του στην ιεραρχία δεν οφείλεται ούτε στα πτυχιά του από φημισμένα πανεπιστήμια, ούτε στις σχέσεις του με την ελίτ αλλά μόνο στην ψυχραιμία, την εντιμότητά και την ικανότητά του να σκοτώνει αθόρυβα με τα στιλέτα του. Και το κάνει σε μία πόλη βουτηγμένη στην παρακμή, βυθισμένη σε μία μακρόχρονη ύφεση, όπου τα ναρκωτικά θερίζουν, οι συμμορίες κυβερνούν με την βία ή το χρήμα και η μόνη κερδοφόρα επιχείρηση είναι ο τζόγος.
Ώσπου κάτι στην πόλη αλλάζει, ένας νέος αρχηγός αποφασίζει να καταπολεμήσει την διαφθορά στους κόλπους της αστυνομίας και να συντρίψει το οργανωμένο έγκλημα. Ο εκλεκτός του, ο επικεφαλής στην Δίωξη Ναρκωτικών και Συμμοριών θα είναι ο Μάκβεθ. Μόνο που αυτός ο αδιάφθορος, ψυχρός δολοφόνος συμμοριτών, ο καλύτερος στρατηγός στο πόλεμο ενάντια στην παρανομία έχει μία αδυναμία, την γοητευτική Λαίδη. Την ιδιοκτήτρια καζίνο η οποία φιλοδοξεί να γίνει η βασίλισσα του υπόκοσμου με τον Μάκβεθ στο πλευρό της ως αρχηγό της αστυνομίας. Για να τα καταφέρει, πείθει τον Μάκβεθ να εκτελέσει το νέο αρχηγό. Και μετά τον πρώτο φόνο «αυτός που δεν μπορεί να πεθάνει από χέρι άνδρα που τον γέννησε γυναίκα» καταλαβαίνει το αίμα ζητάει περισσότερο αίμα.
Από το Shakespeare Project, όπου σύγχρονοι συγγραφείς εμπνέονται από έργα του Σέξπιρ και γράφουν το δικό τους μυθιστόρημα, ο Νέσμπο διάλεξε την πιο αιματοβαμμένη τραγωδία του. Μετέφερε την δράση από τα κάστρα της Σκωτίας σε μία το ίδιο ομιχλώδη μητρόπολη που δεν κατονομάζεται, αλλά ο ίδιος ο Νέσμπο λέει ότι είναι η είκονα της Νέας Υόρκης την δεκαετία του εβδομήντα, την οποία του την περιέγραψε ο Πολ Όστερ. Και ύστερα μεταμόρφωσε τον Μάκβεθ από νικηφόρο στρατηγό των εισβολέων στην Σκωτία των αρχών του Μεσάιωνα, στον μοιραίο μπάτσο που, από θαρραλέος διώκτης του εγκλήματος, ξεπαστρεύει τους συναδέλφους του και ανταγωνιστές του για να ανέλθει στην ιεραρχία.
Μέσα στις 600 σελίδες του νέου Μάκβεθ ο Νέσμπο ξαναδιηγείται την ιστορία για την οποία ο Όργουελ είχε πει ότι «η μεγαλύτερη γοητεία της είναι η ουσιώδη κοινοτοπία της». Όπως ο επίγονός του που ξέρει ότι σκοτώνοντας ένα βασιλιά ξεκινάει ένας κύκλος αίματος έτσι και ο μπάτσος Μάκβεθ ξέρει ότι η δολοφονία του αρχηγού σημαίνει την αρχή του τέλους για τον ίδιο. Ο Νέσμπο ακολουθεί κατά πόδας την πλοκή της τραγωδίας, ούτε ανατροπές, ούτε εκπλήξεις, ακόμα και οι τρείς μάγισσες εμφανίζονται στις λεωφόρους της πόλης ανάμεσα στους παρίες της για να προφητέψουν την επερχόμενη βασιλεία του Μάκβεθ και τον βίαιο θάνατο του.
Ο Όργουελ έγραφε ότι το έργο είναι το πορτρέτο ενός στυγνού δικτάτορα και θα ταίριαζε άνετα στον Ναπολέοντα ή τον Χίτλερ. Ο Νέσμπο έχει άλλη οπτική, σε αυτή την «τελειότερη τραγωδία» του Σέξπιρ που «όπου ο ήρωας νομιμοποιεί την κατοχή της εξουσίας του με πολλαπλές δολοφονίες» είδε την δομή ενός κλασικού νουάρ. Ο σκληρός αλλά άβουλος μπάτσος υποχείριο μίας γυναίκας, η μοιραία γόησσα που τον παρασέρνει, ο άρχοντας του υποκόσμου που απειλείται η κυριαρχία του, οι συγκρούσεις, οι προδοσίες, οι τύψεις και μπόλικο αίμα, ιδού τα υλικά για ένα εξαίσιο αστυνομικό μυθιστόρημα.
Ο Μάκβεθ του Σέξπιρ είναι μία σπουδή στη δίψα για την εξουσία. Ο Μάκβεθ του Νέσμπο είναι ένα αιματηρό όργιο με έναν αυτοκαταστροφικό τραγικό ήρωα, ο οποίος περιπλανιέται στους δρόμους μίας σκοτεινής πόλης μαστουρωμένος, ερωτευμένος και οπλισμένος με ένα στιλέτο για να ανοίξει τον δρόμο προς την εξουσία, γνωρίζοντας ήδη πως είναι ανώφελο καθώς το πεπρωμένο του είναι ο θάνατος.