Είναι ένας πανύψηλος άντρας, αποτελεί το πρωτοπαλικάρο του Nick Cave, έχει παίξει σε άπειρες μπάντες και έχει συνεργαστεί με όλη την avant garde σκηνή της θρυλικής Νέας Υόρκης της δεκαετίας του ’80. Ο Tζιμ Σκλαβούνος είναι ένας πολύ ευγενικός και ταλαντούχος κύριος που τα τελευταία χρόνια βγάζει το μεροκάματό του βαρώντας τα τύμπανα στους Bad Seeds και στους Grinderman. Έχει έρθει στην Αθήνα πολλές φορές για συναυλίες και τώρα τελευταία ασχολήθηκε με τους Callas, τη μπάντα του Λάκη και Άρη Ιωνά. Α ναι, ανάμεσα στο τόσα που πολλά που καταπιάνεται, έκανε και την παραγωγή στο άλμπουμ των Callas, στο Am I Vertical? που θα κυκλοφορήσει τον επόμενο μήνα από την Inner Ear.
Γεννήθηκες στη Νέα Υόρκη, από Έλληνες γονείς… Έλληνα πατέρα και Ιταλίδα μητέρα..
H καταγωγή σου από που είναι ακριβώς; Ο παππούς και η γιαγιά ήταν από την Ύδρα και το Γαλαξίδι.
Πολύ ωραία μέρη και τα δύο, πάντως. Δεν έχω πάει σε κανένα. Γενικά δεν έχω μείνει ποτέ για πολύ καιρό στην Ελλάδα. Είχα έρθει μια φορά για μια εβδομάδα, τριγύρισα λίγο με τους Sigmatropic. Τις υπόλοιπες φορές, που ήρθε με τους Bad Seeds ή τους Grinderman ήταν για πολύ λίγο.
Πως ήταν το Μπρούκλιν όταν μεγάλωνες; Πολύ διαφορετικό σε σχέση με τώρα. Δεν μπορώ να πω ότι ήταν καλύτερο ή χειρότερο αλλά…
Ναι, αλλά τώρα με τους hipsters… Το Μπρούκλιν είναι πολύ μεγάλο μέρος και οι hipsters δεν έχουν καταφέρει να φτάσουν ακόμα κάτω, στο σημείο που έμενα εγώ.
Στο Greenpoint όμως γίνεται ήδη χαμός. Ναι, μα αυτό είναι ψηλά και νότια, η κορυφή του Μπρούκλιν, ενώ εγώ ήμουν κάτω χαμηλά, όπου τα “άγρια ζώα” συνήθιζαν να μένουν.
Ήταν Έλληνες, Ιταλοί, Εβραίοι… Όλες οι εθνικότητες. Εβραίοι, Ιρλανδοί, Πολωνοί, Ιάπωνες. Ήταν ακόμη σχεδόν αποκομμένα από τη Νέα Υόρκη, γιατί παίρνει πολύ ώρα, να φτάσεις στο Μανχάταν από εκείνο το σημείο, περίπου δύο ώρες. Αισθάνεσαι ότι είσαι σε άλλη πόλη. Είναι πολύ απομονωμένα, αλλά ξεκίνησα να πηγαίνω στο Μανχάταν, όταν ήμουν έφηβος και να βλέπω μπάντες όπως οι New York Dolls, ή τον Τσαρλς Μίνγκους.
Σε ποια μαγαζιά; CBGB, Club82, Max Kansas City και στο Studio 54.
Πως συνδύαζες το CBGB με το Studio 54; Μου αρέσει η disco, μου αρέσει και το punk και δε μπορούσα να καταλάβω γιατί δεν γινόταν να αρέσουν σε κάποιον και τα δύο είδη. Είχα ένα φίλο που ήταν στη πόρτα του Studio 54, οπότε μπορούσα πάντα να μπαίνω μέσα. Και στο Roxy συνήθιζα να πηγαίνω πολύ, όταν άρχιζε σιγά σιγά να αναπτύσσεται η hip hop και η rap στις γειτονιές των λευκών. Ξόδεψα πολλά χρόνια της νιότης μου στα clubs.
Διασκεδάζετε άγρια; Έπαιρνα πολλά ναρκωτικά, αν εννοείς αυτό.
Όπως; Ελπίζω να μη το διαβάσει αυτό η μητέρα μου… Εκείνες τις μέρες, κυρίως LSD αντικαταθλιπτικά, και μερικές φορές speed. Αυτές οι μέρες τέλειωσαν! (γέλια) Τώρα, χαιρόμαστε τη ζωή.
Ποια συναυλία έχει μείνει στη μνήμη σου από εκείνες τις μέρες; Τον Sun-Ra. Το θυμάμαι πολύ καλά, γιατί εκείνη τη περίοδο, ήμουν τελείως άφραγκος. Έπρεπε να επιστρέψω στο σπίτι της μητέρας μου, και είχα πράσινα μαλλιά. Επομένως συνήθιζα να παίρνω το λεωφορείο, και μετά το τρένο. Όταν μπήκα, λοιπόν, στο λεωφορείο, ήταν μερικά παιδιά, παίκτες ποδοσφαιρικής ομάδας, με είδαν και αποφάσισαν να με δείρουν. Αλλά εγώ ακόμα ήθελα να πάω στη συναυλία. Παρόλο λοιπόν, που μου άρπαξαν τα μαλλιά και μου χτυπούσαν το κεφάλι στο παράθυρο, και ήμουν γεμάτος αίματα και πρησμένος, εγώ ακόμα ήθελα να πάω στη συναυλία, και εμφανίστηκα στο Danceteria. Δεν ξέρω γιατί με άφησαν να μπω μέσα γιατί προφανώς ήμουν χάλια.
Πότε αποφάσισες ότι ήθελες να γίνεις μουσικός; Ποτέ! Ακόμα δε θέλω να είμαι μουσικός! Προτιμώ να είμαι οτιδήποτε άλλο εκτός από μουσικός!
Όπως; Οτιδήποτε. Δικηγόρος! Εκεί βρίσκονται τα λεφτά! Τραπεζίτης, πολιτικός. Θα προτιμούσα να μαι στη θέση τους παρά να μαι μουσικός. Υδραυλικός θα ήταν καλύτερα. Στα υδραυλικά αντιμετωπίζεις λιγότερα σκατά από ότι στη μουσική βιομηχανία.
Μα δεν μπορείς να δουλέψεις στα υδραυλικά με αυτή την αμφίεση. Και λοιπόν; Ας γυρίσω τα μανίκια! Σοβαρά, ποτέ δεν αποφάσισα ουσιαστικά ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική. Έπεσα πάνω σε αυτό, ήταν ένα είδος συνήθειας και απλά συνέχιζα να το ακολουθώ. Τώρα που ασχολούμαι τόσο καιρό, μάλλον πρέπει να το κάνω για κάποιο λόγο. Αναρωτιέμαι συνεχώς. Δε το προτείνω σε κανένα, αλλά καλώς ή κακώς ασχολούμαι.
Ποια ήταν η πρώτη μπάντα που έστησες; Οι Mimi and the Dreambats. Ήταν μια punk-rock μπάντα. Ήμουν ο τραγουδιστής. Μόνο και μόνο γιατί δε μπορούσα να παίξω κάποιο μουσικό όργανο, και όλοι οι φίλοι που ήταν στη μπάντα, είπαν “εφόσον δε μπορείς να κάνεις τίποτα, θα είσαι ο τραγουδιστής”.
Πότε αποφάσισες να το γυρίσεις στα drums; Όταν με απέλυσαν! Είπαν “Έχεις ένα πολύ εγώ! Τραβάς πολύ τη προσοχή! Απολύεσαι!”. Τότε σκέφτηκα “μάλλον έχουν δίκιο, είμαι πολύ εγωϊστής. Θα γίνω ο ντράμερ γιατί βρίσκεται πάντα στο πίσω μέρος της σκηνής”.
Πότε ξεκίνησες να παίζεις με τη Lydia Lunch; Aφού πέρασα από οντισιόν.
Τι σου ζήτησε; Να κοιμηθώ μαζί της. Της άρεσε να ξεπαρθενιάζει πιτσιρικάδες. Αυτή ήταν η ειδικότητα της. Δε θα μ άφηνε να συμμετάσχω στη μπάντα, αν δεν έχανα τη παρθενιά μου μαζί της.
Ήταν καλή στο σεξ; Εσύ τι νομίζεις; Δεν είμαι παρθένος πλέον. Επομένως δε μπορεί να ήταν κακή. Ήταν πολύ καλή, αν σκεφτούμε με τι είχε να δουλέψει… Ήθελε να της φέρνω μερικά πράγματα, τα οποία ήταν λίγο παράξενα.
Με τους Sonic Youth πότε ξεκίνησες; Μέσω της Λίντια Λαντς. Συνάντησα τον Θερστον Μουρ γιατί έπαιζε μαζί της ένα φεγγάρι. Εγώ έπαιζα σαξόφωνο, εκείνος μπάσο. Ήταν στο τέταρτο άλμπουμ της, το In Limbo.
Έχεις παίξει σε κάποια στουντιακή δουλειά των Sonic Youth; Μόνο στο πρώτο άλμπουμ. Αλλά έχω παίξει με πολλές μπάντες. Εκατοντάδες.
Πες μου για τους Vanity Set… Αυτή η ιστορία είναι ένα studio project. Με μένα και τον Thomas Wydler από τους Bad Seeds, και μερικούς ακόμα φίλους. Όταν κυκλοφόρησε το άλμπουμ, σκέφτηκα “χρειάζομαι τη μπάντα για να παίζουμε”, οπότε δημιούργησα τους Blue Band, μαζί με μερικούς ακόμα Έλληνες, όπως τον Πίτερ Μαυρογιώργη, και παίξαμε λιγάκι, κάναμε ακόμα ένα άλμπουμ, και μετά η μπάντα διαλύθηκε. Ο ντράμερ έκανε παιδί, το ίδιο και ο μπασίστας, ενώ ο Πίτερ μετακόμισε στη Σαβάνα. Επομένως, τώρα δεν έχω κάποια μπάντα, αλλά έχω μερικά κομμάτια, και μια από αυτές τις μέρες, όταν θα σταματήσω να κάνω παραγωγή στις μπάντες των άλλων, θα μπορέσω να δουλέψω πάνω στο τρίτο άλμπουμ.
Πως γνωρίστηκες με τον Νικ Κέιβ; Τον γνώρισα μέσω της Λίντια Λαντς και αυτόν. Ναι, όλος ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από τη Λίντια. Εκείνη μου είπε για αυτούς, όταν περιοδεύαμε για το In Limbo. Παίξαμε στο ίδιο κτίριο με τους Birthday Party. Ήταν η τελευταία τους περιοδεία στην Αμερική. Δεν τους ξαναείδα για δέκα χρόνια ή κάτι τέτοιο. Έμενα τότε στη Βιέννη και οι Bad Seeds, ήρθαν στη πόλη για live. Τους συνάντησα σε ένα εστιατόριο μετά το live, ήπιαμε λίγο chichi, και τελικά με κάλεσε σε περιοδεία μαζί του.
Σου αρέσουν οι δικοί σου στίχοι; Όχι ιδιαίτερα…
Ποιοι στιχουργοί σου αρέσουν; Ο Λέοναρντ Κοέν. Δε γράφω σαν αυτόν βέβαια.
Τι σου αρέσει στο γράψιμο του; Κυριαρχεί μια αμφιθυμία. Αλλά μου αρέσει αυτό, γιατί είμαι γεμάτος αντιφάσεις και εγώ ο ίδιος. Όταν το διακρίνω στους στίχους οποιουδήποτε στιχουργού, λέω “κοίτα τι έκανε”. Και ο Ντίλαν το κάνει αυτό.
Με τους Callas πως συναντήθηκες; Πήγα σε ένα show στο Λονδίνο που έκανε ο Πολ Κοξ από το Artrocker. Οι Callas έπαιζαν και ένας φίλος μου, ο Theodore Plasopoulos, μου είπε ότι πρέπει να τους δω οπωσδήποτε. Απόλαυσα την εμφάνιση τους και μίλησα με τον Λάκη μετά. Τον άκουσα, μου άρεσε και έπαιξα ένα τραγούδι σε μία ραδιοφωνική εκπομπή που έκανα πρόσφατα. Εκείνη την εποχή οι Grinderman θα έπαιζαν στην Αθήνα και χρειαζόμασταν μια μπάντα να ανοίξει τη συναυλία. Αμέσως τους σκέφτηκα και τελικά έφτασα να κάνω παραγωγή στον δίσκο τους. Η ζωή είναι γεμάτη περίεργες συμπτώσεις.
O νέος δίσκος των The Callas, Am I Vertical?, σε παραγωγή Τζιμ Σκλαβούνος, θα κυκλοφορήσει μέσα στο Νοέμβριο από την Inner Ear.