Με τη βράβευση των ταινιών Nanny στη μυθοπλασία και The Exiles στο ντοκιμαντέρ ολοκληρώθηκε πριν λίγες μέρες το φεστιβάλ του Sundance, που διεξήχθη ψηφιακά για δεύτερη συνεχή χρονιά.
Η Popaganda το παρακολούθησε και παρακάτω συγκεντρώνει τις καλύτερες ταινίες που προέκυψαν από το 10ήμερο προβολών:
Ένας απόφοιτος κολεγίου με αβέβαιο μέλλον αλλά με εκπληκτικά people skills και αβίαστη ενέργεια ερωτεύεται την όμορφη, απογοητευμένη μητέρα ενός αυτιστικού κοριτσιού στα bar mitzvah πάρτι που συντονίζει. Ίσως η παρουσία της Ντακότα Τζόνσον, στη μια από τις δύο περίπου-ρομαντικές κωμωδίες που έφερε φέτος στο Sundance (η άλλη είναι το Am I OK? που αγοράστηκε από το HBO Max), βοηθήσει να ανακαλύψουν περισσότεροι όχι μόνο το πόσο βάθος φέρνει σε ρόλους που θα μπορούσαν να τη μετατρέπουν απλώς σε αντικείμενο θαυμασμού (ομοίως και για το The Lost Daughter), αλλά και στο χαρισματικό σκηνοθέτη, σεναριογράφο και συμπρωταγωνιστή της, τον Κούπερ Ρέιφ. Ο μόλις 23χρονος Τεξανός αποτελεί μια από τις πιο απολαυστικές νέες φωνές στο αμερικάνικο ανεξάρτητο σινεμά, με μια μεταδοτική αγάπη για τους ανθρώπους στην άκρη του πλάνου, που δεν τραβούν αμέσως την προσοχή, και μια τρομερή ορθάνοιχτη καρδιά. Η Τζόνσον θα μπορούσε άνετα να υποπέσει στο κλισέ της manic pixie dream MILF, όμως το βλέμμα του Ρέιφ τη δικαιώνει. Καμία έκπληξη που η δεύτερη ταινία του, δύο χρόνια μετά το βραβευμένο στο φεστιβάλ του SXSW Shithouse, κέρδισε το πολυπόθητο βραβείο κοινού στο φετινό Sundance, και στη συνέχεια πουλήθηκε στο Apple TV+ για 15 εκατομμύρια δολάρια σε μια από τις μεγαλύτερες συμφωνίες της χρονιάς στο ψηφιακό Παρκ Σίτι.
Nanny
Με το κορυφαίο βραβείο της διοργάνωσης έφυγε η ταινία της Νικιάτου Τζούσου, ένα Get Out για τη μεταναστευτική εμπειρία και τη γυναικεία φύση. Με ηρωίδα μια Σενεγαλέζα (Άννα Ντιόπ) που εργάζεται ως νταντά για μια εύπορη λευκή οικογένεια στο Μανχάταν για να μαζέψει λεφτά και να φέρει το μικρό της γιο από την Αφρική στην Αμερική, το Nanny παντρεύει αφρικανικούς μύθους με μια πολύ σύγχρονη αλληγορία, πριν κάνει μια κατάβαση στο σκοτεινό υποσυνείδητο. Καθώς η νταντά αρχίζει να βασανίζεται από τρομακτικά οράματα που διαταράσσουν την καθημερινότητά της και της δημιουργούν αμφιβολίες για την πραγματικότητα, η Τζούσου χρησιμοποιεί τη δική της προσωπική εμπειρία (η μητέρα της, από την Σιέρα Λεόνε, ήταν οικιακή βοηθός στην Ατλάντα) και τη γλώσσα του θρίλερ (ψυχολογικού, αλλά και κοινωνικού – μια ματιά στις αμήχανες στιγμές ανάμεσα στη νταντά και τη λευκή εργοδότριά της αρκεί για να πάει το cringe στο ταβάνι) για να αφηγηθεί μια ιστορία για τη μητρότητα, τις ενοχές και μια αθέατη πλευρά του Αμερικάνικου Ονείρου που διατηρεί το σασπένς ως το σπαρακτικό φινάλε του.
Emily The Criminal
Η Όμπρεϊ Πλάζα εγκαταλείπει την deadpan περσόνα που έχει χτίσει πετυχημένα τα τελευταία χρόνια και αλλάζει εντελώς ταχύτητα σε μια ταινία που θα μπορούσε να είναι και το Άκοπο Διαμάντι/Breaking Bad του φτωχού. Του πολύ φτωχού. Η Πλάζα υποδύεται μια καταχρεωμένη υπάλληλο τροφοδοσίας που μπλέκεται αρχικά άθελά της σε μια απάτη με πιστωτικές κάρτες για να βγάλει γρήγορα χρήματα, αλλά γίνεται τόσο καλή που στήνει τη δική της επιχείρηση. Όμως οι συναναστροφές της με τον υπόκοσμο του Λος Άντζελες και μια πολύ λάθος ερωτική σχέση θέτουν την ελευθερία και τη ζωή της σε κίνδυνο. Η ταινία του Τζον Πάτον Φορντ είναι θυμωμένη με τον καπιταλισμό, με την καταπάτηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, με τις ταπεινωτικές απερισκεψίες στις οποίες οδηγούνται καθημερινοί άνθρωποι για να μην χάσουν και τα λίγα, και αποτελεί ιδανικό όχημα για να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό η Πλάζα. Κρίμα που η δράση φρενάρει προς το τέλος για να δώσει τη θέση της σε ένα ως επί το πλείστον αδιάφορο προσωπικό δράμα.
Emergency
Με το βραβείο σεναρίου έφυγε από το φετινό φεστιβάλ άλλη μια προσθήκη στο κλασικό είδος “μια βραδιά διασκέδασης πηγαίνει πάρα πολύ στραβά για μια παρέα φίλων”, μόνο που εδώ γίνεται αφορμή για μια οξυδερκή ματιά στις σχέσεις λευκών και μαύρων στην Αμερική και την εμπειρία του καθημερινού ρατσισμού μέσα από το βλέμμα τριών κολεγιόπαιδων (Ρ. Τζ. Σάιλερ, Ντόναλντ Ελίζ Γουάτκινς, Σεμπαστιάν Σακόν) που προσπαθούν να αποφασίσουν ποια είναι η σωστή κίνηση όταν ανακαλύπτουν μια λιπόθυμη λευκή κοπέλα μέσα στο δωμάτιο της εστίας τους. Έχοντας κανονίσει μια βραδιά ξέφρενου παρταρίσματος, αναγκάζονται να ακυρώσουν τα σχέδιά τους, ανήμποροι να τηλεφωνήσουν στην Αστυνομία εξαιτίας της έμφυτης καχυποψίας που συνοδεύει το συγκεκριμένο σκηνικό. Κρίνοντας ότι είναι καλύτερο να την μεταφέρουν οι ίδιοι στο νοσοκομείο, ξεκινούν μια οδύσσεια εν μέρει ξεκαρδιστική, εν μέρει αγωνιώδη (ο σκηνοθέτης Κάρεϊ Γουίλιαμς ισορροπεί εντυπωσιακά ανάμεσα στον κωμικό και το δραματικό τόνο της ταινίας) που παρουσιάζει σε πρώτο πλάνο τον παράλογο “πόλεμο” που διχάζει επώδυνα τη σύγχρονη Αμερική.
When You Finish Saving The World
Το αν θα σας αρέσει το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Τζέσι Άιζενμπεργκ εξαρτάται από τα επίπεδα αντοχής σας για την επί της οθόνης περσόνα του Αμερικανού ηθοποιού, που χρησιμοποιεί για καλό (Zombieland, Adventureland) και για κακό σκοπό (The Social Network, Batman v Superman: Dawn of Justice) με ανησυχητικά επιτυχημένα αποτελέσματα. Βασισμένο στην ακουστική σειρά που δημιούργησε ο ίδιος για την υπηρεσία Audible, αυτή η κινηματογραφική μεταφορά αντλεί το χιούμορ της από το χάσμα γενεών όπως εκδηλώνεται ανάμεσα σε ένα διαδικτυακό έφηβο σταρ, τον Ζίγκι (Φιν Γούλφχαρντ) και τη φιλελεύθερη μητέρα του, την Έβελιν (Τζουλιάν Μουρ). Απογοητευμένη από τον επιφανειακό χαρακτήρα του γιου της και την άγνοιά του για τα δεινά του κόσμου, η Έβελιν αποφασίζει να βοηθήσει ένα νεαρό που αναζητά καταφύγιο μαζί με τη μητέρα του στο άσυλο κακοποιημένων γυναικών που διευθύνει. Ακολουθεί ένα ξεγύμνωμα της υποκρισίας των πολεμιστών των social media και των προνομιούχων που θεωρούν ότι είναι κοινωνικά ευαίσθητοι (και το βροντοφωνάζουν) που λειτουργεί σαν διασκεδαστικός καθρέφτης μιας ιδιαίτερης μερίδας της σημερινής κοινωνίας, κι ας προδίδεται από το απότομο τέλος του. Η ταινία είναι και η πρώτη της Έμμα Στόουν ως παραγωγού.