Ο Δημήτρης είναι φίλος, φίλου. Η πρώτη γνωριμία μαζί του έγινε διαδικτυακά πριν από 4 περίπου χρόνια, όταν άρχισα να διαβάζω τα ποστ του τα οποία με εντυπωσίασαν. Για την ακρίβεια, μου έκαιγαν αργά τον εγκέφαλο. Τα σκεφτόμουν, τα ανέλυα μόνη μου, τα ξαναδιάβαζα.
Αρχίσαμε να μιλάμε περισσότερο, βρεθήκαμε κάποιες φορές στην Αθήνα αλλά και την Πάτρα, τον τόπο -προς το παρόν τουλάχιστον- της κατοικίας του, συνεργαστήκαμε και επαγγελματικά και κάπως έτσι τα χρόνια πέρασαν, με εμάς να μοιραζόμαστε ίδιες ιδεολογίες, να διψάμε για αλλαγές, να θέλουμε να είμαστε μέρος αυτών των αλλαγών που ονειρευόμαστε.
Ανάμεσα σε βιοποριστικές δουλειές που του έτρωγαν χρόνο της καθημερινότητάς του, πάντα έβρισκε τρόπο να κάνει τις σκέψεις του να ακουστούν. Έχει άλλωστε ήδη εκδώσει τρεις συλλογές διηγημάτων (Δι’ άρλεκιν πάροντι και άλλες καταστάσεις…, Δώδεκα καρέ, Ο τροχός της τύχης), και τον ποιητικό διάλογο Αντάρτικο2 μαζί με τον Κωνσταντίνο Παπαπρίλη-Πανάτσα.
Το κλισέ λέει πως ο κόσμος δεν διαβάζει ποίηση. Αλλά, σε πείσμα των κλισέ, τα Αστικά Δύστυχα μετρούν δυο πλήρεις εκδόσεις σε δέκα μήνες κυκλοφορίας, έναν έπαινο στα ελληνικά βραβεία γραφιστικής στη Μελισσάνθη Σαλίμπα για τον σχεδιασμό του εξωφύλλου, μεγάλη αγάπη και τον δρόμο ανοικτό μπροστά τους για να φτάσουν σε όλο και περισσότερα μάτια. Η Popaganda, μίλησε με τον δημιουργό τους, για όλα αυτά κι ακόμα περισσότερα. Τι είναι λοιπόν αυτή η συλλογή που συζητάνε όλοι;
Αρχικά θέλω να πεις στον κόσμο για τη φάση με τις απλώστρες και πώς βρέθηκε μία στο εξώφυλλο του βιβλίου σου. Η απλώστρα είναι ένα από τα ταυτοτικά αντικείμενα της γενιάς μας. Αυτής που ονομάστηκε γενιά της κρίσης. Κάθε μικρό δυαράκι, έχει μια τέτοια απλώστρα και προσπαθεί να στεγνώσει τα ρούχα, χειμώνα καλοκαίρι. Κάθε μικρό δυαράκι προσπαθεί να χωρέσει μια ολόκληρη ζωή και δεν τα καταφέρνει. Έγινε όμως χαμός. Έχω πάρει εκατοντάδες απλώστρες σε ίνμποξ και στόριζ και παίρνω καθημερινά, ακριβώς γιατί υπήρξε απόλυτη ταύτιση. Ήταν ως αντικείμενο pop, αλλά απέκτησε και μια pop ταυτότητα.
Το λογοπαίγνιο στον τίτλο της ποιητικής συλλογής Αστικά Δύστυχα με κάνει να θέλω να σε ρωτήσω αν πιστεύεις ότι η δυστυχία είναι το κυρίαρχο συναίσθημα στις μέρες μας. Η δυστυχία είναι ένα από τα κυρίαρχα συναισθήματα της εποχής μας. Προσδοκίες που συντρίβονται εδώ και μια τουλάχιστον δεκαετία, μοναξιά και βία. Κι εσύ στη μέση, που αλλιώς φαντάστηκες τη ζωή κι αλλιώς είναι τα μέτρα της.
Σε μία εποχή που όλα μετριούνται με likes και reactions στα σόσιαλ, η ποίηση καταφέρνει να αντιστέκεται; Ναι. Η ποίηση μπορεί να αντισταθεί. Μπορεί και μέσα από τα σόσιαλ να βρει ένα καταφύγιο και να τα “εκμεταλλευτεί” (όπως κι αυτά εκμεταλλεύονται την ίδια) κατά το δοκούν, αλλά ναι, η καλή ποίηση, ή το καλό βιβλίο θα βρει το ρόλο του για τα ράφια κι από κει για τις βιβλιοθήκες και τις αγκαλιές του κόσμου.
Είναι μια μορφή επανάστασης; Όχι. Σίγουρα όχι. Η ποίηση, μπορεί και καταγράφει την εποχή, αν είναι καλή, μπορεί να σου δείξει μια προοπτική που δεν έχεις καν φανταστεί, αν είναι ακόμα καλύτερη, αλλά ο ποιητής, μετέχει της ζωής, βιώνει τις ματαιώσεις, ζει στο εδώ και στο τώρα, ακόμα κι αν μιλάει μια δυνατότητα, για ένα υποτιθέμενο αύριο, είναι εδώ και παλεύει για το εδώ, για το τώρα. Ή πάλεψε για ένα αντίστοιχο εδώ, για ένα αντίστοιχο τώρα, στην εποχή του.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε εν μέσω πανδημίας και περιλαμβάνει ποιήματα που έχεις γράψει τα τελευταία χρόνια. Κι όμως το κεντρικό του θέμα φωτογραφίζει πολλές γενιές της ελληνικής κοινωνίας. Υπάρχει κάποιο περιθώριο για αισιοδοξία εδώ που έχουμε φτάσει; Ήταν μια επιλογή της εκδότριάς μου, Ζιζής Σαλίμπα να κυκλοφορήσει το βιβλίο τη συγκεκριμένη στιγμή. Η πίστη της πως ένα καλό βιβλίο θα βρει τον τρόπο να συναντήσει τον αναγνώστη, είναι αυτή που την έκανε να προχωρήσει με το ρίσκο της έκδοσης, στην καρδιά της πανδημίας. Και, δικαιώθηκε. Είμαστε ήδη στη δεύτερη πλήρη έκδοση και θα ακολουθήσει και τρίτη. Από κει και πέρα, Ναι. Είμαστε μια μεταιχμιακή γενιά. Γενιά μιας κρίσης παγκόσμιας. Κάθε κρίση γεννά και νέα παραδείγματα. Κάποια από αυτά είναι βιώσιμα, κάποια όχι, κάποια εν τέλει γίνονται αποδεκτά και υιοθετούνται. Όλο αυτό συμβαίνει τη στιγμή που μιλάμε. Σε κάθε μάχη που κερδίζεται, σε κάθε μάχη που αφήνεται να χαθεί. Αν δεν υπήρχε αισιοδοξία, γιατί να σηκωθούμε από το κρεβάτι;
Ποιους ανθρώπους χαρακτηρίζεις σύγχρονους ποιητές με τον τρόπο τους; Μπα, δεν θα βάλω ταμπέλα σε κανέναν. Έχω ανθρώπους που διαβάζω και τους θεωρώ πρωτοπόρους και πρωτοπόρες. Κάποιοι είναι εν ζωή, κάποιοι όχι. Αλλά δεν είναι δουλειά μου να τους φορτώσω μια ταμπέλα που μπορεί και να αρνηθούν μετά βδελυγμίας. Η ποίηση είναι μαστοριά μα είναι και αγάπη. Άρα ο καθένας κι η καθεμιά στη ζωή της μπορεί να έχει προβεί σε κάποια ποιητική πράξη, ή να γράψει ένα πολύ όμορφο ποίημα. Σημαντικότερο όλων, είναι να μπορεί να δοθεί η δυνατότητα σε όλους και σε όλες να έχουν φωνή να πουν την ιστορία. Σε μας, τους ορατούς, αλλα και στους αόρατους και τις αόρατες των κοινωνιών. Εδώ θα σου χαρίσω ένα αδημοσίευτο ποίημα που μιλάει για αυτή την ποίηση της καθημερινότητας.
“Στη ζωή διεκδίκησα
τη μισή μόνο
τρυφερότητα
απ’ όση διέθετε η πωλήτρια
καθώς έντυνε
την κούκλα της βιτρίνας”
Διαβάζω το ποίημα Καθωσπρέπει…
“Ο ψυχίατρος μου είπε πως είμαι
οργισμένος και πως ο καλύτερος τρόπος
να διοχετεύσω δημιουργικά την οργή
μου, είναι να γράψω ποίηση
Ύστερα οι κριτικοί μου είπαν πως η
οργισμένη ποίηση είναι μέτρια ποίηση
πως η ποίησή μου είναι μέτρια ποίηση
Τώρα, δεν έχω οργή
Τώρα δεν πηγαίνω στον ψυχίατρο
Πηγαίνουν όμως τα ποιήματά μου
Τώρα, όλα είναι όπως πρέπει
Ο ψυχίατρος έχει πάντα δουλειά και οι
κριτικοί έχουν δίκιο”
Λειτουργεί τελικά για σένα σαν ψυχανάλυση το να κάνεις την προσωπική σου οργή ποίηση; Δεν κάνεις την οργή, ποίηση. Παίρνεις το βίωμα και το μετατρέπεις σε κάτι που μπορούν να ταυτιστούν πολλοί άνθρωποι. Αν είναι οικουμενικό, είναι ιδανικό. Αν δε, αντέχει και στον χρόνο, δεν θα είσαι εδώ για να το μάθεις, βέβαια, αλλά κάτι έκανες καλά. Πέρα από την πλάκα. Ένα κομμάτι της κριτικής, είναι πως είμαι οργισμένος κάποιες στιγμές κι αυτές οι στιγμές μπορεί να είναι οι πιο αδύναμες καλλιτεχνικά, Το ξέρω βέβαια, το γράφω και στο αντίστοιχο ποίημα. Από κει και πέρα, είναι δουλειά των κριτικών, όχι δική μου. Εγώ την οργή μου, βρίσκω και τη διοχετεύω υγιώς. Βοηθάει κι η θεραπεία σε όλο αυτό.
Θα μπορούσες να απαρνηθείς το αστικό τοπίο ή είναι μια σχέση μίσους και αγάπης; Πηγαίνω κάθε χρόνο και μαζεύω το χωράφι μου στο Γαλαξίδι και βγάζω το ελαιόλαδό μου. Έχω και μια δυο φορές μαζέψει σταφύλια. Την πρώτη μέρα είναι τέλεια, δημιουργείς φαντασιώσεις μιας ζωής από το αστικό ιστό, τη δεύτερη είναι εντάξει, την τρίτη, είναι οκ, από την τέταρτη και μετά αρχίζεις να δυσανασχετείς, στη βδομάδα πάνω, κατεβάζεις καντήλια. Δε μας μάθανε έτσι. Αλλά ακόμα και σε αυτή τη συνθήκη, μπορώ να ζήσω (και να το χαρώ), είτε το χειμώνα, είτε στις διακοπές. Αλλά ναι, είμαστε κομμάτια της αστικής ζωής κι είναι σημαντικές, τόσο η ίδια η ζωή, όσο κι η ερμηνεία της. Μεγάλο κομμάτι αυτής της προσπάθειας ερμηνείας, στα Αστικά Δύστυχα, αποτελεί το πένθος. Στην περίπτωσή μου, αυτό για τη μητέρα κι η συνειδητοποίηση πως κάποια πράγματα είναι αναπόφευκτα, αλλά και πως φθαρτοί είμαστε κι αυτό, πως το διαχειριζόμαστε;
Ποιο είναι το πρώτο και ποιο το τελευταίο βιβλίο που διάβασες και σε έκανε να ανατριχιάσεις και γιατί; Το τελευταίο, εύκολο. Οι Πλάνητες της Τοκάρτσουκ. Για μένα, το πιο δίκαιο Νόμπελ της δεκαετίας. Η κριτική το αντιμετώπισε δύσπιστα, αλλά είναι ένα μυθιστόρημα, το οποίο αλλάζει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το γράψιμο και θα το μνημονεύουμε για πολλά χρόνια. Το ζούμε άλλωστε. Από τους οικονομικούς μετανάστες, ως τα προσφυγικά κύματα. Ο πλανήτης αλλάζει. Είτε το θέλουν κάποιοι, είτε όχι. Τώρα για το πρώτο. Δεν μπορώ να είμαι σίγουρος. Ένα από τα πρώτα όμως, είναι Ο Μολυβένιος Στρατιώτης, που με σημάδεψε τόσο πολύ που τον κουβαλάω τατουάζ στη γάμπα.
Η ποίηση μπορεί να μας κάνει να διαλέξουμε πλευρά; Οφείλει να μπορεί να το κάνει; Υπάρχει η ποίηση που καταφάσκει στην εξουσία και εκείνη που της ασκεί κριτική ή βρίσκεται σε ευθεία αντιπαράθεση μαζί της. Η ποίηση δηλαδή που αποδέχεται τον κόσμο και τις ισορροπίες του όπως είναι κι εκείνη που προτείνει μια μακρινή, οπτική, ενός άλλου, υπό διαμόρφωση κόσμου. Μπορείς να διαλέξεις την ποίηση που σου ταιριάζει, κάθε φορά. Από κει και πέρα, η ποίηση ή κάθε τέχνη, από μόνη της, δεν οφείλει τίποτα, πουθενά. Έχει δώσει πολλά, για γενιές ολόκληρες. Αν όσοι πρέπει να μιλήσουν, σιωπούν, δεν είναι ένα βάρος της τέχνης, αλλά των ίδιων. Ξαναλέω, είναι μια εποχή που αλλάζουν όλα, από το κίνημα #me_too, έως το #support_art_workers, τα πάντα είναι υπό κρίση, τα πάντα είναι υπό διεκδίκηση, τα πάντα μπορούν να γίνουν καλύτερα ή χειρότερα.
Είναι πιο δύσκολο για έναν νέο στις μέρες μας να διαβάσει ένα βιβλίο ποίησης και πιο εύκολο να ακούσει στίχους τραγουδιών. Έχεις σκεφτεί να γράψεις στίχους για να φτάσουν στα αυτιά περισσότερων ανθρώπων; Ισχύει αυτό που λες. Υπάρχουν αγόρια και κορίτσια που γράφουν αδιανόητη ραπ, κυρίως. Απίστευτοι στίχοι, απελευθερωτικοί που σε συναντάνε με ένα ξάφνιασμα που γίνεται χαμόγελο κι ελπίδα. Από κει και πέρα, τόσο το Αντάρτικο που ήταν το προηγούμενο πρότζεκτ, όσο και τα Δύστυχα, έχουν τύχει μελοποίησης. Ένα search θα σας δώσει τις απαντήσεις που ζητάτε. Τα τελευταία από έναν σπουδαίο συνθέτη της εποχής μας, τον Γιώργο Δίπλα. Από κει και πέρα, εγώ κάνω αυτό που με εκφράζει, αν το πάρει κάποιος άλλος άνθρωπος και το κάνει κάτι άλλο, τιμή και χαρά μου και εν τέλει, το νόημα της τέχνης να μετασχηματίζεται. Ποιήματά μου τα έχω δει σε τοίχους, πανό ως και σε περφόρμανς. Τι περισσότερο να ζητήσει κανείς;
Δουλεύεις πάνω σε κάτι άλλο αυτή την περίοδο; Το επόμενο βιβλίο είναι έτοιμο. Στο κεφάλι μου. Δηλαδή η σημαντική δουλειά έχει γίνει. Από κει και πέρα, τα Δύστυχα απέχουν πολύ από το να κάνουν τον κύκλο τους, οπότε δεν βιάζομαι καθόλου να ακολουθήσω τις επιταγές της αγοράς. Δεν είμαι παραγωγός περιεχομένου (σικ) να πρέπει να προσφέρω κάτι καινούργιο καθημερινά. Βιοπορίζομαι από μεταφράσεις, επιμέλειες, και copywriting και πολύ θα ήθελα να είναι αλλιως τα πράγματα και να βιοπορίζομαι από το γράψιμο και τη μετάφραση ποίησης και λογοτεχνίας. Αλλά ζω σε μια χώρα που οι καλλιτέχνες είναι αφημένοι στην τύχη τους, τα ιδρύματα πάνε να υποκαταστήσουν το υπουργείο Πολιτισμού και που δουλειά μας είναι να πιέσουμε για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση, ουτώς ώστε, όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες να ερμηνεύσουν την εποχή, με ισότιμη στήριξη και χωρίς το φόβο οποιασδήποτε μορφής λογοκρισίας.
Για την Popaganda τι θα έγραφες αν στο ζητούσα;
“Τετράστιχο μου ζήτησαν, από την popaganda
εμέ λευκού και δυτικού, εμέ του str8 άντρα
Λιγότερα τετράστιχα ελεύθερος ο στίχος
φωνή να έχουμ’ όλα μας, να πέσει καθε τείχος”