Απ’τα πρώτα παιδιά της εγχώριας «myspace γενιάς», με συμβόλαιο για ένα φεγγάρι στην ΕΜΙ, αποθέωση απ’το ΝΜΕ αλλά και διάφορες ανακατατάξεις στη σύνθεση τους, οι Film εξαφανίστηκαν για πέντε χρόνια και επιστρέφουν φέτος με το Eclipse. Το τρίο θα σας ξαφνιάσει ευχάριστα με τον βγαλμένο απ’τα 80s ήχο τους που βασίζεται πλέον στα synths και στη χρήση του vocoder ως έξτρα όπλο στη φαρέτρα τους. Η επιρροή του Βαγγέλη Παπαθανασίου αλλά κι η ποπ ευστοχία των Pet Shop Boys είναι τα δύο πρώτα ονόματα που θα σας έρθουν στο μυαλό ακούγοντας ένα δίσκο που ομορφαίνει μόλις καταφέρεις να ξεχάσεις όσα ξέρεις απ’τη δισκογραφική πορεία τους μέχρι σήμερα.
Αν κάτι πρέπει να σχολιαστεί για όσα θα διαβάσετε παρακάτω, είναι ο ενθουσιασμός του γκρουπ για το σημείο που βρίσκονται τώρα, καθώς και για τη σιγουριά που τους διακατέχει για το αποτέλεσμα. Αν μη τι άλλο, η επιλογή τους να διαγράψουν σε συναυλιακό επίπεδο τη δισκογραφία τους, είναι ένα ρίσκο που δεν μπορεί παρά να εκτιμηθεί όσο του αξίζει.
Πως περάσατε δημιουργικά τα πέντε χρόνια που μεσολάβησαν απ’ την κυκλοφορία του Persona; Τον καινούργιο δίσκο τον δουλεύαμε κυρίως τα τελευταία τρία χρόνια. Την επόμενη χρονιά μετά την κυκλοφορία του Persona την περάσαμε δίνοντας συναυλίες στο εξωτερικό οπότε κάπως αργήσαμε να μπούμε σε mode ηχογράφησης. Ουσιαστικά μετά το 2010. Επειδή επιλέξαμε να κάνουμε μια τόσο μεγάλη αλλαγή στον ήχο μας, ήθελε αρκετό χρόνο για ψάξιμο. Μπορεί να υπήρχαν ηλεκτρονικά μέρη στη μουσική μας αλλά σίγουρα όχι σ’αυτό το βαθμό. Δεν ήταν η βάση της μουσικής μας. Τώρα είναι.
Πως προέκυψε η ανανέωση; Είχατε κάπως βαρεθεί να προσεγγίζεται τη μουσική σας με τον ίδιο τρόπο ή ήταν μια πρακτική επιλογή απόρροια της «αστάθειας» στο ερμηνευτικό κομμάτι μετά την αποχώρηση, τουλάχιστον σε μόνιμη βάση, της Etten; Το πρακτικό κομμάτι δεν έχει παίξει κάποιο ρόλο. Ακόμα κι αν υπήρχε η φωνή από κάποιο μόνιμο μέλος του γκρουπ, η κατεύθυνση θα ήταν πάνω-κάτω η ίδια. Ο ήχος του Eclipse είναι κάτι που θέλαμε να κάνουμε. Αν θα έπρεπε να βρούμε μια στιγμή που οδήγησε στον καινούργιο μας δίσκο είναι κάτι πολύ απλό: η ύπαρξη ενός συνθεσάιζερ στο στούντιο (γέλια). Από εκείνο το σημείο και μετά, τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Οι πρόβες άλλαξαν τελείως, τις αντιμετωπίσαμε τελείως διαφορετικά. Ίσως να μπορούσες να πεις πως υπήρχε και ένα είδος βαρεμάρας, με την έννοια πως δεν υπήρχε ο ίδιος ενθουσιασμός που είχαμε παλιότερα. Τα συνθεσάιζερ ήταν η αφορμή να κάνουμε κάτι διαφορετικό, όπως νιώθαμε μικροί όταν είχαμε ένα καινούργιο παιχνίδι. Ο ήχος του Eclipse έχει τις ρίζες του στη δεκαετία του 80, επειδή το μοντέλο που είχαμε στο στούντιο ήταν εκείνης της εποχής και μας τράβηξε κατευθείαν προς τα εκεί.
Ποιο ήταν το κομμάτι που σας βοήθησε να καταλάβετε πως κάτι γίνεται, πως μάλλον βρήκατε την καινούργια σας πορεία; Το Ping Pong With Angels. Είναι παλιό κομμάτι, το δουλεύαμε με τελείως διαφορετικό τρόπο στο Persona. Το προσεγγίσαμε ξανά λειτουργώντας με τα καινούργια ερεθίσματα που είχαμε. Έτσι κι αλλιώς δεν είχε ολοκληρωθεί ποτέ, οπότε το κάναμε κομματάκια και το ξαναφτιάξαμε.
Ήταν η synth pop των 80s μια επιρροή που κουβαλάγατε χρόνια; Ναι σίγουρα, ακούγαμε αρκετά τέτοια πράγματα. Δεν μας ενδιαφέρει τόσο πολύ η ποπ φόρμα, όχι πως δεν θα τη συναντήσετε στο δίσκο. Απλά βρήκαμε πολύ ελκυστική την αίσθηση της νοσταλγίας. Δεν υπάρχει λόγος να μας ενδιαφέρει η εμπορική της πλευρά. Αυτή η αίσθηση όμως που σου μεταφέρει είναι πολύ ιδιαίτερη. Ακόμα κι αν φέρεις στο μυαλό σου τελείως cheesy κομμάτια όπως π.χ. αυτά που τραγουδούσε η Sandra, είχαν σημεία τελείως διαφορετικά. Μπορεί το κομμάτι να είναι τελείως χαζό αλλά σου μεταφέρουν ένα κλίμα. Έχει ένα μυστήριο όλο αυτό, είναι σαν να μπαίνεις σε χρονομηχανή. Από κει και πέρα όμως, στο δίσκο υπάρχουν επιρροές κι από άλλα πράγματα. Όπως π.χ. στο κομμάτι των ντραμς όπου υπάρχουν σίγουρα επιρροές απ’το Disintegration των Cure ή απ’το Adore των Smashing Pumpkins, το οποίο δεν είναι σε καμία περίπτωση 90s δίσκος. Δηλαδή, αν έβγαινε τώρα θα ήταν επίκαιρο. Φανταστικό άλμπουμ.
Daft Punk ή Kraftwerk; Εννοείται πως ακούμε Daft Punk αλλά για μας είναι πιο μεγάλη αναφορά οι Kraftwerk.
Σας προβλημάτισε πως θα ακουστεί η μετάλλαξη σας σε μια synth μπάντα που χρησιμοποιεί το vocoder σαν κύριο μέσο έκφρασης; Όχι, ο ενθουσιασμός μας ήταν αρκετά μεγάλος για να περάσει σε δεύτερη μοίρα ο τρόπος που θα υποδεχτεί ο κόσμος αυτή την αλλαγή, ειδικά αυτοί που μας ήξεραν καλά μέχρι σήμερα. Γενικά, νιώθαμε πως βρισκόμαστε σε ασφαλές περιβάλλον, ακόμα κι αν κάναμε κάτι που δεν είχαμε δοκιμάσει στο παρελθόν. Το vocoder το χρησιμοποιούμε σαν μουσικό όργανο, έχει δικό του χαρακτήρα κι έχει μια διαδικασία η χρήση του. Εξαρτάται βέβαια απ’το μοντέλο που χρησιμοποιείς, αλλά η αίσθηση πως απλά περνάς από κει τη φωνή κι αυτή βγαίνει ρομποτική δεν είναι σωστή. Οι Kraftwerk για παράδειγμα είχαν ένα μοντέλο της Sennheiser, το οποίο ήταν τότε το κορυφαίο της εποχής και το είχαν μόνο αυτοί, ήταν το πρωτότυπο. Το αποτέλεσμα ήταν πολύ ζεστό όπως ξέρουμε, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως μπορείς να το κάνεις με όλα τα vocoder μοντέλα. Θέλει πολύ δουλειά για να βρεις αυτό που ψάχνεις.
Με δεδομένο πως η επιρροή του Παπαθανασίου είναι ξεκάθαρη στο δίσκο, πότε ξεκίνησε η σχέση σας με τη μουσική του; Φαντάζομαι με τον τρόπο που ξεκίνησε για πάρα πολύ κόσμο. Είναι σχεδόν παιδική ανάμνηση που ξεκινάει απ’το Blade Runner αλλά και μέσω της ΕΡΤ που χρησιμοποιούσε τα κομμάτια του για σήμα σχεδόν όλων των εκπομπών της. Το “Alpha” ήταν για παράδειγμα σήμα στην εκπομπή που έλεγε τα αποτελέσματα του ΠΡΟΠΟ. Ή στη διαφήμιση με το ελικόπτερο που έφερνε τα μακαρόνια που είχε ξεχάσει ο Ακάκιος, χρησιμοποιούσαν ένα κομμάτι απ΄τις Ωδές. Νομίζω πως μια εποχή ο Παπαθανασίου ήταν παντού, διάσπαρτος σε κάθε γωνιά που μπορείς να φανταστείς. Είναι μουσική που την έχεις απορροφήσει, την έχεις βιώσει πραγματικά. Τον είχαν ξεσκίσει.
Θα σας δυσκολέψει η ζωντανή παρουσίαση του δίσκου; Το υλικό είναι κατά κύριο λόγο live, δεν είναι στημένο πρώτα στην ηχογράφηση, κάτι που θα απαιτούσε μετά κάποιες προσαρμογές για να μεταφερθεί στη σκηνή. Είναι ελάχιστα τα μέρη που δεν θα παίζουμε ζωντανά. Και ο Χρήστος Λαϊνάς που έχει κάνει την παραγωγή του δίσκου έχει χρησιμοποιήσει κατά κύρια λόγο αναλογικά μέσα, χωρίς ψηφιακά plugins κτλ. Είναι ένα απ’τα χαρακτηριστικά του δίσκου αυτή η live αίσθηση. Ήταν άλλωστε ένα πολύ μεγάλο μέρος του ψαξίματος που πραγματοποιήσαμε με το synth. Πάντως δεν βιαζόμαστε με τις συναυλίες. Θέλουμε να δούμε π.χ. τι πορεία θα έχει το άλμπουμ. Δουλεύουμε άλλωστε ακόμα 2-3 παλαιότερα τραγούδια μας που θα τα προσαρμόσουμε στον ήχο του Eclipse. Τα υπόλοιπα είναι αδύνατο να μεταμορφωθούν. Δεν υπάρχει λόγος.