Η σύγκρουση του φυσιολογικού με το αφύσικο, του οικείου με το ανοίκειο, του αναμενόμενου με το απρόσμενο, του λογικού -εν τέλει- με το ανορθόδοξο και το παράξενο, είναι που χαρακτηρίζει τη «λογοτεχνία του φανταστικού», με τη δική της μορφή και τα δικά της σύμβολα. Αλλά, αυτές καθ’ αυτές οι καταβολές του «φανταστικού», πρέπει να αναζητηθούν στην προϊστορία του ανθρώπου και συνδέονται με το στοιχείο του τερατώδους που χαρακτήριζε το περιβάλλον του – γιγάντια ζώα, οικολογικές ανακατατάξεις, ανεξήγητα ουράνια φαινόμενα.
Μέσα σε αυτό το ακατανόητο και ανεξήγητο περιβάλλον ο άνθρωπος -ήδη από τα προϊστορικά χρόνια- αδυνατώντας να δώσει λογικές εξηγήσεις σε φαινόμενα που τον ξεπερνούσαν, επιστράτευε τη φαντασία του για να δώσει ένα σχήμα και κάποιο νόημα στην αλλόκοτη καθημερινότητά του. Και, πράγματι, αυτές οι δυνάμεις είναι που δίνουν υπόσταση στο φανταστικό και το προσδιορίζουν ως είδος: Στοιχειά, όνειρα, οιωνοί, μαγεία, μάσκες, αλλοπρόσαλλες επιστημονικές ανακαλύψεις, κατέχουν περίοπτη θέση.
Όπως και να ‘χει, το «φανταστικό» εμφανίζεται δυναμικά σε περιόδους που παρατηρούνται ρήγματα και αναταραχές -πόλεμοι, ασθένειες, κρίσεις- με τη φανταστική λογοτεχνία να μην είναι παρά μια αντανάκλαση της εκάστοτε κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας. Αλίμονο, όμως. Μία πραγματικότητα ιδωμένη μέσα από ένα παραμορφωτικό κάτοπτρο. Εξάλλου, αυτή είναι και η γοητεία της: οι θαυμαστοί και συχνά τρομακτικοί και επιβλητικοί κόσμοι είναι ένας πραγματικός θρίαμβος της δημιουργικής φαντασίας.
Από τη λογοτεχνία του φανταστικού, ήταν το γοτθικό μυθιστόρημα που κατάφερε να δημιουργήσει -με τέτοια επινοητικότητα- ένα ευφάνταστο θέατρο σκοτεινότητας και πειστικού τρόμου. Αυτά τα ρομαντικά αφηγήματα -κυρίως του 18ου αιώνα- διαπνέονται από μυστηριακή ατμόσφαιρα με ευδιάκριτα στοιχεία του υπερφυσικού – φαντάσματα, μάγισσες και δαίμονες.
Αλλά εάν υπάρχει ένα εμβληματικό γοτθικό μυθιστόρημα το οποίο ανέδειξε το είδος αυτό, δεν μπορεί να είναι άλλο από τον «Kαλόγερο» (1796) του Mάθιου Γκρέγκορυ Λιούις – ένα φαντασμαγορικό και ενίοτε αποτροπιαστικό έργο, που χαρακτηρίστηκε στην εποχή του βλάσφημο.
Θα ακολουθήσουν κλασικά συναφή έργα, όπως ο «Δράκουλας» (1897) του Mπραμ Στόουκερ που έμελλε να εκσυγχρονίσει τις παλιές ιστορίες με θέμα τα βαμπίρ και οι ιστορίες φαντασίας, τρόμου και φρίκης -μεταξύ άλλων- του Aρθουρ Mάχεν, του Σέρινταν Λε Φανού, του Εντγκαρ Αλαν Πόε, του Xάουαρντ Φίλλιπς Λαβκραφτ, με τον τελευταίο να αναδεικνύει όσο ελάχιστοι τη νοσηρή γοητεία του μακάβριου.
Σε κάθε περίπτωση, η λογοτεχνία του φανταστικού -σε παγκόσμια κλίμακα- δεν έπαψε ποτέ να αποτυπώνει την ανάγκη του ανθρώπου να ξεπεράσει τον εαυτό του, να αναμετρηθεί με το απίθανο, να διερευνήσει το θαυμαστό, να κατανοήσει το παράξενο και να πραγματώσει το -φαινομενικά- αδύνατο!
Αυτό γίνεται εμφανές και μέσα από τις «Ιστορίες από έναν τόπο κι έναν χρόνο μαγικό» του Λευκάδιου Χερν (1850- 1904) οι οποίες βασίζονται σε παμπάλαιους μύθους και θρύλους της Απω Ανατολής, όπου πρωταγωνιστούν κάθε είδους αλλόκοτες υπερφυσικές παρουσίες, όπως οπτασίες, δαίμονες, θεότητες, παράξενα ζώα και πνεύματα της φύσης.
Λευκάδιος Χερν
«Ιστορίες από έναν τόπο κι έναν χρόνο μαγικό»
Μετάφραση: Θεοδώρα Πασαχίδου & Άρης Λασκαράτος
Εκδόσεις: Αιώρα
Σελίδες: 78
Άλλοτε τρομαχτικές και άλλοτε κωμικές, πάντοτε παράδοξες και συναρπαστικές, αυτές οι 5 αλληγορικές ιστορίες εισάγουν τον αναγνώστη σε έναν κόσμο όπου το υπερφυσικό στοιχείο είναι συνυφασμένο με το φυσικό τοπίο. Πρόκειται για το έργο ενός χαρισματικού αφηγητή, με περιπετειώδη βίο (και ελληνική ρίζα από τη μητέρα του), που αγάπησε την Ιαπωνία, τις παραδόσεις της και τον λαϊκό πολιτισμό της.
Άλλωστε, ο Λευκάδιο Χερν ή Κοϊζούμι Γιακούμο, όπως ονομάστηκε από το 1895, έμελλε να γίνει ο εισηγητής της ιαπωνικής λογοτεχνίας στη Δύση. Ο Χερν αποδίδει αυτές τις αλλόκοτες ιστορίες με μέσα λιτά και παραστατικά, ενώ την ίδια στιγμή στοχάζεται πάνω στη φύση των παράξενων πλασμάτων, αναδεικνύοντας ποικίλες πτυχές της μακράς ιαπωνικής αφηγηματικής παράδοσης.
Ο τρόπος που έβλεπε και ερμήνευε τα ερεθίσματά του, η λεπτομέρεια στην οποία εστίαζε, η σπάνια παρατηρητικότητα, οι λέξεις λεπτών αποχρώσεων, όλα αυτά σε συνδυασμό με τα θέματα που τον συγκινούσαν, συνέβαλαν στη διαμόρφωση του εκπληκτικού –από κάθε άποψη- λογοτεχνικού σύμπαντος του Λευκάδιου Χερν. Πολλές από τις προφορικές ιστορίες που συνέλεξε και διέσωσε είναι πραγματικά τρομακτικές, αλλά η απλότητα και η αμεσότητα της γραφής του περισσότερα συναρπάζει, παρά σοκάρει ή τρομοκρατεί τον αναγνώστη.
Πάνω απ’ όλα, όμως, τα έργα αυτά δεν παύουν να ιχνηλατούν ποικιλοτρόπως το άγνωστο και να αποτυπώνουν τη διαχρονική υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου, τον τρόμο και το δέος που αισθάνεται απέναντι στο αναπόφευκτο τέλος. Και όλα αυτά, με σκηνικό έναν κόσμο όπου η πραγματικότητα δεν έπαψε ποτέ να ξεπερνάει τη φαντασία…
Camilla Lackberg
«Χιονοθύελλα με άρωμα πικραμύγδαλου»
Μετάφραση: Γρηγόρης Κονδύλης
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 160
Μια βδομάδα απομένει ως τα Χριστούγεννα και ο Μάρτιν Μολίν, από το αστυνομικό τμήμα του Τανουμσχέντε, πείθεται από την αγαπημένη του να τη συνοδεύσει σε μια συγκέντρωση της οικογένειάς της, η οποία θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις αυστηρές οδηγίες του πάτερ φαμίλια Ρούμπεν σε ένα νησάκι κοντά στη Φιελμπάκα.
Η σύνδεση του νησιού με τη στεριά θα διακοπεί λόγω χιονοθύελλας, κι έτσι όταν ο Ρούμπεν καταρρεύσει στη διάρκεια του εορταστικού δείπνου, ο Μάρτιν θα αναγκαστεί να αναλάβει δράση χωρίς τη βοήθεια του προϊσταμένου του, επιθεωρητή Πάτρικ. Δεν θα αργήσει να αποφανθεί ότι πρόκειται για φόνο και ότι δολοφόνος είναι κάποιο από τα μέλη της οικογένειας. Θα καταφέρει να λύσει το μυστήριο πριν τα πτώματα αρχίσουν να αυξάνονται;
Ιερώνυμος Λύκαρης
«Πάσα θανάτου»
Εικονογράφηση: Παναγιώτης Τσαούσης
Εκδόσεις: Καστανιώτη
Σελίδες: 80
Ένας διεφθαρμένος μπάτσος, διαπλεκόμενος με τον αντιπρόεδρο της Βουλής και το οργανωμένο έγκλημα στα δυτικά προάστια, δολοφονεί έναν νεαρό Ρομά στο Ζεφύρι. Ο φόνος πνίγεται στον σιωπηλό βούρκο της διαπλοκής. Και εκεί που φαίνεται ότι το βέβηλο άδικο έχει νικήσει αμετάκλητα, ο από μηχανής τιμωρός, με μια κάθαρση τσιγγάνικης έμπνευσης, κόβει τον γόρδιο δεσμό της διαπλοκής και αποδίδει πρόσκαιρη δικαιοσύνη με τα άτεγκτα μέτρα του μωσαϊκού νόμου. Ένα εικονογραφημένο διήγημα βασισμένο σε πραγματικά περιστατικά, που καταγγέλθηκαν από διεθνείς οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων, των μειονοτήτων, των μεταναστών και των προσφύγων.
Συλλογικό
«Τα καλύτερα του Classic Rock»
Μετάφραση: Γιάννης Καστανάρας
Εκδόσεις: Οξύ – Brainfood
Σελίδες: 128
Επιλεγμένες συνεντεύξεις από το Classic Rock στα ελληνικά
Ο όρος «κλασικό» σε όλες τις εκφάνσεις της τέχνης αλλά και του ντιζάιν, της μόδας ή της αρχιτεκτονικής, σημαίνει πάντα αυτό που έχει νικήσει την μάχη με τον χρόνο, έχει ξεφύγει από μόδες και τάσεις, έχει αποδείξει την διαχρονική του αξία και την ικανότητα του να μην μπορεί η σκόνη του χρόνου να το σκεπάσει. Tο κλασικό ροκ θα είναι πάντα το άγιο δισκοπότηρο της ποπ κουλτούρας που κάθε γενιά το ξανα-ανακαλύπτει με τον δικό της τρόπο, είναι ο ναός που όλοι θα πάνε κάποια στιγμή να προσκυνήσουν, ακόμη κι αν δεν πιστεύουν κι αυτό γιατί ο μύθος των Pink Floyd και των Led Zeppelin, των Doors και των Rolling Stones, των Black Sabbath και των AC/DC αλλά και πολλών ακόμη θρυλικών συγκροτημάτων που θα βρείτε σε αυτή την έκδοση, είναι διαχρονικός.
Γιόζεφ Ροτ
«Περλέφτερ. Η ιστορία ενός αστού»
Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου & Άγγελος Αγγελίδης
Εκδόσεις: Άγρα
Σελίδες: 160
Το «Περλέφτερ, η ιστορία ενός αστού» είναι το εκθαμβωτικό πορτραίτο ενός κομφορμιστή. Άνθρωπος χλιαρός, υποκριτής, τυχοδιώκτης, μικροπρεπής, ανίκανος να αγαπήσει ή να μισήσει, εγωιστής, τσιγκούνης και γεμάτος φόβους, αυτός ο Βιεννέζος επιχειρηματίας είναι έτοιμος να κάνει οποιονδήποτε συμβιβασμό αρκεί να εξυπηρετεί τα συμφέροντά του. Ξέρει πώς να προσαρμόζεται σε όλα τα καθεστώτα, είτε πρόκειται για μοναρχία είτε για δημοκρατία, αλλά φοβάται την επανάσταση και κάθε μορφή αναρχίας που μπορεί να υπονομεύσει την επιτυχία του. Ο Περλέφτερ είναι το πρότυπο εκείνων των καιροσκόπων που, όταν ήρθε η ώρα, υποστήριξαν τον Χίτλερ και το καθεστώς του χωρίς ενδοιασμούς. Ο Ροτ επιλέγει τον τόνο της ειρωνείας σε κάθε φράση του, περισσότερο ή λιγότερο αιχμηρή. Βρίσκουμε και εδώ ένα από τα γνωρίσματα του Γιόζεφ Ροτ : τη νοσταλγία ενός χαμένου κόσμου, με τη συνεχή ένταση μεταξύ παρελθόντος και παρόντος.