«Ήταν ψηλός, λίγο γεμάτος, χαμογελαστός. Ήταν λίγο Οβελίξ, αν θες. Προσιτός, μέχρι ενός σημείου, και, μετά από αυτό, απόμακρος. Πατρική φιγούρα που έβγαζε κύρος και πυγμή. Σίγουρα ιδιαίτερος, ήταν αδύνατο να βρεθείς δίπλα του και να μην αντιληφθεις το μεγαλείο του», ο Κωστής Κατσακιώρης γυρίζει πίσω 13 χρόνια. Τον Απρίλιο του 2007, όταν ως υπεύθυνος επικοινωνίας της Μαμούθκομιξ βρέθηκε στο Παρίσι για την εκδήλωση “Asterix et ses Amis” (Ο Αστερίξ και οι Φίλοι του) με την αφορμή την έκδοσης του ομώνυμου τόμου. Ήταν μια, εκτός σειράς, συλλογή από μικρές ιστορίες, ένας φόρος τιμής των εκδόσεων Αλμπέρ Ρενέ στον θρυλικό σχεδιαστή του Γαλάτη ήρωα, Αλμπέρ Ουντερζό, που σταμάτησε να πίνει από τον μαγικό ζωμό της ζωής πριν λίγες μέρες στα 92 του χρόνια. Προκαλώντας πένθος σε γενιές και γενιές ανθρώπων που αγαπήσαμε τα κόμιξ μέσα από τις μαγικές του ιστορίες.
«Ο συλλογικός αυτός τόμος κυκλοφόρησε για τα 80α τότε γενέθλια του Ουντερζό και φιλοξενούσε 24 καλλιτέχνες που είχαν συνεργαστεί ή/και επηρεαστεί από το έργο του. Θυμάμαι ας πούμε τον Achdé (που δύο χρόνια μετά υποδεχθήκαμε στο Γαλλικό Ινστιτούτο για τα “50 χρόνια Αστερίξ”) ή τον Zep. Έγιναν τα εγκαίνια της σχετικής έκθεσης, υπήρχε κι ένα βραδινό event για 50-60 ανθρώπους απ’ όλον τον κόσμο. Είχαμε κάνει μάλιστα κι έναν διαγωνισμό στην Ελλάδα και είχε ταξιδέψει και μια τυχερή αναγνώστρια για τις εκδηλώσεις. Το πιο σημαντικό, βέβαια, ήταν η επίσκεψη στο γραφείο του. Εκεί που 10-12 άτομα είδαμε το μεγάλο ταμπλό πάνω στο οποίο σχεδίαζε και είχαμε την ευκαιρία να πούμε 2-3 κουβέντες μαζί του σε μια συγκινητική γνωριμία, αφού πάνω απ’ όλα ήμασταν fans. Και, φυσικά, να πάρουμε ένα αυτόγραφο, από τα πιο πολύτιμα πράγματα που έχω στο αρχείο μου», συμπληρώνει ο Κωστής Κατσακιώρης που σήμερα είναι στέλεχος επιχειρήσεων στον τομέα της βιωσιμότητας κι αειφόρου ανάπτυξης.
Η πρώτη ιστορία του Αστερίξ δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Pilote, στις 29 Οκτωβρίου του 1959. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τότε ότι ο ήρωας που επινόησαν ο Ρενέ Γκοσινύ κι ο Αλμπέρ Ουντερζό θα εξελισσόταν σε μια από τις κορυφαίες φιγούρες της ένατης τέχνης, θα μεταφραζόταν σε περισσότερες από 100 γλώσσες, θα μεταφερόταν στο σινεμά, θα συμβάδιζε με την ανάπτυξη της τεχνολογίας κι εκτός από t-shirt κι αξεσουάρ θα γινόταν και video-game, για να μη μιλήσουμε και για το θεματικό πάρκο που άνοιξε στο Παρίσι το 1989.
Ο Ουντερζό, ας τον λέμε έτσι αν και μάλλον η σωστή προφορά του επωνύμου του είναι «Υντερζό» με τα χείλη σουφρωμένα προς τα έξω, δεν έκρυψε ποτέ ότι αγαπούσε ιδιαίτερα τον Οβελίξ (ο οποίος μάλιστα δεν ήταν στο αρχικό πλάνο, αλλά προέκυψε ως συμπρωταγωνιστής γιατί ο Αστερίξ έπρεπε… να μιλάει με κάποιον). Σιγά σιγά, εμπλούτισε το σύμπαν του με ήρωες όπως το σκυλάκι Ιντεφίξ που σχεδιάστηκε για τον Γύρο της Γαλατίας, αλλά έμεινε κατ’ απαίτηση των αναγνωστών (που μάλιστα τον βάφτισαν κιόλας σε σχετικό διαγωνισμό), ενώ πολύ συχνά σχεδίαζε ήρωες των ιστοριών με βάση αληθινά πρόσωπα οπως ο ιταλός ηθοποιός Λίνο Βεντούρα (το pattern του Ρωμαίου εκατόνταρχου), ο τότε δήμαρχος Παρισίων-μετέπειτα Πρόεδρος Ζακ Σιράκ ή ακόμα και η γυναίκα του με την οποία μοιάζει η Φαλμπαλά (άσχετα αν ο ίδιος δεν το παραδέχθηκε ποτέ).
Συχνά σε συνεντεύξεις του ομολογούσε ότι αισθανόταν ριγμένος τα πρώτα χρόνια της έκρηξης της δημοφιλίας του Αστερίξ, αφού το περισσότερο credit πήγαινε στον σεναριογράφο Γκοσινύ που όμως έφυγε νωρίς, μόλις στα 51 του το 1977. Ο Ουντερζό αποφάσισε τότε να κρατήσει ζωντανό τον ήρωα, αναμείχθηκε μάλιστα και στο σενάριο. Με τα χρόνια να περνούν και τον μύθο του Αστερίξ να μεγαλώνει πήρε κι ο ίδιος το μερίδιο της επιτυχίας που του αναλογεί. Μέχρι να αποσυρθεί το 2009 πουλώντας τα δικαιώματα του ήρωα στον εκδοτικό γίγαντα Hachette.
Στην Ελλάδα, οι ιστορίες του Αστερίξ κυκλοφορούσαν από διάφορους εκδότες χωρίς ιδιαίτερη αναγνώριση μέχρι το 1989. Τότε απέκτησε τα δικαιώματά τους ένας σχετικά νέος εκδοτικός οίκος που όμως είχε ήδη στο ρόστερ του δύο ακόμα εμβληματικούς κόμικ ήρωες, τον Τεν Τεν και τον Λούκι Λουκ. Ήταν η Μαμούθκομιξ του Πάνου Κουτρουλάρη και του Γιώργου Τσίτσοβιτς. Η πρώτη κίνηση με τον Αστερίξ ήταν να μειώσουν την τιμή (από 550 σε 350 δρχ.) και να επεκτείνουν το δίκτυό τους στα περίπτερα και τα πρακτορεία διανομής τύπου σε όλη την Ελλάδα. Κι ακολούθησε το μπαμ που γέμισε τα καλοκαίρια, την παιδική μας ηλικία, τις ενήλικες αναμνήσεις μας…
«Κάποια περίοδο, αναλογικά και με τον πληθυσμό, ήμασταν τέταρτοι στην Ευρώπη σε πωλήσεις μετά από Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, πολύ πάνω π.χ. από Αγγλία-Ιταλία. Συνολικά έχουν φύγει πάνω από 7 εκατομμύρια Αστερίξ αυτά τα 30 χρόνια. Η χρυσή περίοδος θα έλεγα ήταν ως το 2002», θυμάται ο Γιώργος Τσίτσοβιτς. Έχει κι εκείνος λίγο πολύ τις ίδιες αναμνήσεις από τον Ουντερζό: «2-3 φορές τον είχα δει σε φεστιβάλ και σε εκδηλώσεις του Αστερίξ – κύριος, αστός, λίγο στριφνός, πάντα με την καλή του κυρία και την κόρη του».
Φυσικά, ακόμα και σχεδιαστικά, ο ήρωας δεν έμεινε ίδιος αυτά τα 60 χρόνια ζωής του. «Σαφώς και υπάρχει αλλαγή. Δεν περιγράφεται εύκολα με λέξεις. Αν δει κανείς τον “Αστερίξ στο Παλάτι”, το νο. 1, και το συγκρίνει με το νούμερο 20, θα βρει τεράστιες διαφορές. Ο χαρακτήρας έγινε πιο στρογγυλός. Πιο κοντά στον Ντίσνεϋ, πιο καρτουνίστικη γραμμή. Έχουν αλλάξει πια και οι τρόποι εκτύπωσης, η ψηφιακή επεξεργασία κάνει το κόμικ ζωγραφική. Κάτι που μας φέρνει στα χρώματα, εκεί που κάθε 3-4 χρόνια κάνουν κάτι νέο. Για γίνει πιο μοντέρνο και για να πουλάνε το υλικό. Στους συλλέκτες και σε μας για τις επενεκδόσεις», λέει ο Γιώργος Τσίτσοβιτς, τονίζοντας παράλληλα ότι «ήταν πάντα πάρα πολύ αυστηρές οι προδιαγραφές απ’ έξω. Τσέκαραν τα πάντα και είχαν επισημάνσεις-διορθώσεις ακόμα και για εκδόσεις του Αστερίξ στα ποντιακά ή τα κρητικά που βγάλαμε αργότερα».
Το 1958-59, οι Γκοσινύ και Ουντερζό θέλησαν να κάνουν μια σειρά διασκεδαστική, χιουμοριστική. Πώς πέτυχαν να φτιάξουν έναν ήρωα τόσο διαχρονικό τελικά; Τι είναι αυτό που συναρπάζει ακόμα στον Αστερίξ, 61 χρόνια και 38 άλμπουμ μετά; Ο Κωστής Κατσακιώρης πιστεύει ότι πρόκειται για έναν ήρωα επίκαιρο κάθε στιγμή. «Ακόμα και στη σημερινή, δύσκολη συγκυρία της καραντίνας είναι το σχέδιο και το πνεύμα του Αστερίξ που καλούντα να βρουν εφαρμογή. Κι έπειτα είναι ένας ήρωας που αγγίζει τον καθένα μας, αλτρουιστής και περήφανος. Οι ιστορίες θα μεταφέρουν την κληρονομιά του από γενιά σε γενιά αφου μιλάνε για τα πιο ανθρώπινα συναισθήματα: χαρά-λύπη-εγωισμό-αγάπη. Επίσης, ο χρόνος του φέρθηκε καλά, το πέρασμά του σε άλλα τερέν όπως το σινεμά δεν τον έκανε π.χ. κάτι σαν ήρωα των Transformers».
Ο Γιώργος Τσίτσοβιτς βάζει και μια άλλη διάσταση. «Νομίζω, ο Αστερίξ συγκινεί ως ο αδύναμος που κατατροπώνει τους ισχυρούς». Μιλώντας για την εξέλιξη του ήρωα παρατηρεί ότι «ως χαρακτήρας ο Αστερίξ τελευταία “κατέβηκε” 2-3 χρόνια σε ηλικία. Τα άλμπουμ είναι πιο βατά, πιο εύκολα. Όχι ότι δεν έχει και πάλι κρυφά ή επίκαιρα καλαμπούρια. Πάντα ήταν πολιτικός στο δεύτερο επίπεδό του, χωρίς όμως να είναι ποτέ στο μυαλό του Γκοσινί ή του Ουντερζό να μιλήσουν αλληγορικά για την Ευρώπη».
Το τελευταίο άλμπουμ που κυκλοφόρησε με τον Ουντερζό εν ζωή ήταν Ο Αστερίξ και ο Υπεριταλικός. Μετά, ο «Μάστερ» – όπως τον αποχαιρέτισε ο σπουδαίος κομίστας Μαρκ Μίλλαρ (Kick-Ass, Kingsman) – αναχώρησε. Πιθανώς για την Κατοικία των Θεών…